Englishman's Concordance/17
παγιδεύω (entangle)
[edit]Matthew 22:15
- KJV: Then went the Pharisees and took counsel how they might entangle him in talk
- GK: τότε πορευθέντες οι Φαρισαίοι συμβούλιον έλαβον όπως αυτόν παγιδεύσωσιν εν λόγω
παγίς (snare)
[edit]Luke 21:35
- KJV: For as a snare shall it come on all them that dwell on the face of the whole earth
- GK: ως παγίς γαρ επελεύσεται επί πάντας τους καθημένους επί πρόσωπον πάσης της γης
Romans 11:9
- KJV: And David saith Let their table be made a snare and a trap and a stumblingblock and a recompence unto them
- GK: και Δαβίδ λέγει γενηθήτω η τράπεζα αυτών εις παγίδα και εις θήραν και εις σκάνδαλον και εις ανταπόδομα αυτοίς
1 Timothy 3:7
- KJV: Moreover he must have a good report of them which are without lest he fall into reproach and the snare of the devil
- GK: δει δε αυτόν και μαρτυρίαν καλήν έχειν από των έξωθεν ίνα μη εις ονειδισμόν εμπέση και παγίδα του διαβόλου
1 Timothy 6:9
- KJV: But they that will be rich fall into temptation and a snare and many foolish and hurtful lusts which drown men in destruction and perdition
- GK: οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν
2 Timothy 2:26
- KJV: And they may recover themselves out of the snare of the devil who are taken captive by him at his will
- GK: και ανανήψωσιν εκ της του διαβόλου παγίδος εζωγρημένοι υπ΄ αυτού εις το εκείνου θέλημα
πάθημα (affection)
[edit]Romans 7:5
- KJV: For when we were in the flesh the motions of sins which were by the law did work in our members to bring forth fruit unto death
- GK: ότε γαρ ήμεν εν τη σαρκί τα παθήματα των αμαρτιών τα διά του νόμου ενηργείτο εν τοις μέλεσιν ημών εις το καρποφορήσαι τω θανάτω
Romans 8:18
- KJV: For I reckon that the sufferings of this present time not worthy with the glory which shall be revealed in us
- GK: λογίζομαι γαρ ότι ουκ άξια τα παθήματα του νυν καιρού προς την μέλλουσαν δόξαν αποκαλυφθήναι εις ημάς
2 Corinthians 1:5
- KJV: For as the sufferings of Christ abound in us so our consolation also aboundeth by Christ
- GK: ότι καθώς περισσεύει τα παθήματα του χριστού εις ημάς ούτω διά χριστού περισσεύει και η παράκλησις ημων
2 Corinthians 1:6
- KJV: And whether we be afflicted for your consolation and salvation which is effectual in the enduring of the same sufferings which we also suffer or whether we be comforted for your consolation and salvation
- GK: είτε δε θλιβόμεθα υπέρ της υμών παρακλήσεως και σωτηρίας της ενεργουμένης εν υπομονή των αυτών παθημάτων ων και ημείς πάσχομεν
2 Corinthians 1:7
- KJV: knowing that as ye are partakers of the sufferings so also of the consolation
- GK: και η ελπίς ημών βεβαία υπέρ υμών είτε παρακαλούμεθα υπέρ της υμών παρακλήσεως και σωτηρίας ειδότες ότι ώσπερ κοινωνοί εστε των παθημάτων ούτω και της παρακλήσεως
Galatians 5:24
- KJV: And they that are Christ’s have crucified the flesh with the affections and lusts
- GK: οι δε του χριστού την σάρκα εσταύρωσαν συν τοις παθήμασι και ταις επιθυμίαις
Philippians 3:10
- KJV: That I may know him and the power of his resurrection and the fellowship of his sufferings being made conformable unto his death
- GK: του γνώναι αυτόν και την δύναμιν της αναστάσεως αυτού και την κοινωνίαν των παθημάτων αυτού συμμορφούμενος τω θανάτω αυτού
Colossians 1:24
- KJV: Who now rejoice in my sufferings for you and fill up that which is behind of the afflictions of Christ in my flesh for his body’s sake which is the church
- GK: νυν χαίρω εν τοις παθήμασί μου υπέρ υμών και ανταναπληρώ τα υστερήματα των θλίψεων του χριστού εν τη σαρκί μου υπέρ του σώματος αυτού ο εστιν η εκκλησία
2 Timothy 3:11
- KJV: Persecutions afflictions which came unto me at Antioch at Iconium at Lystra what persecutions I endured but out of all the Lord delivered me
- GK: τοις διωγμοίς τοις παθήμασιν οίά μοι εγένετο εν Αντιοχεία εν Ικονίω εν Λύστροις οίους διωγμούς υπήνεγκα και εκ πάντων με ερρύσατο ο κύριος
παθητός (suffer)
[edit]Acts 26:23
- KJV: That Christ should suffer that he should be the first that should rise from the dead and should shew light unto the people and to the Gentiles
- GK: ει παθητός ο χριστός ει πρώτος εξ αναστάσεως νεκρών φως μέλλει καταγγέλλειν τω λαώ και τοις έθνεσι
πάθος ((inordinate) affection)
[edit]Romans 1:26
- KJV: For this cause God gave them up unto vile affections for even their women did change the natural use into that which is against nature
- GK: διά τούτο παρέδωκεν αυτούς ο θεός εις πάθη ατιμίας αι τε γαρ θήλειαι αυτών μετήλλαξαν την φυσικήν χρήσιν εις την παρά φύσιν
Colossians 3:5
- KJV: Mortify therefore your members which upon the earth fornication uncleanness inordinate affection evil concupiscence and covetousness which is idolatry
- GK: νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης πορνείαν ακαθαρσίαν πάθος επιθυμίαν κακήν και την πλεονεξίαν ήτις εστίν ειδωλολατρεία
1 Thessalonians 4:5
- KJV: Not in the lust of concupiscence even as the Gentiles which know not God
- GK: μη εν πάθει επιθυμίας καθάπερ και τα έθνη τα μη ειδότα τον θεόν
παιδαγωγός (instructor)
[edit]1 Corinthians 4:15
- KJV: For though ye have ten thousand instructers in Christ yet not many fathers for in Christ Jesus I have begotten you through the gospel
- GK: εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν χριστώ αλλ΄ ου πολλούς πατέρας εν γαρ χριστώ Ιησού διά του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα
Galatians 3:24
- KJV: Wherefore the law was our schoolmaster unto Christ that we might be justified by faith
- GK: ώστε ο νόμος παιδαγωγός ημών γέγονεν εις χριστόν ίνα εκ πίστεως δικαιωθώμεν
Galatians 3:25
- KJV: But after that faith is come we are no longer under a schoolmaster
- GK: ελθούσης δε της πίστεως ουκέτι υπό παιδαγωγόν εσμεν
παιδάριον (child)
[edit]Matthew 11:16
- KJV: But whereunto shall I liken this generation It is like unto children sitting in the markets and calling unto their fellows
- GK: τίνι δε ομοιώσω την γενεάν ταύτην ομοία εστί παιδίοις εν αγορά καθημένοις και προσφωνούσι τοις εταίροις αυτών
John 6:9
- KJV: There is a lad here which hath five barley loaves and two small fishes but what are they among so many
- GK: έστι παιδάριον εν ώδε ο έχει πέντε άρτους κριθίνους και δύο οψάρια αλλά ταύτα τι εστιν εις τοσούτους
παιδεία (chastening)
[edit]Ephesians 6:4
- KJV: And ye fathers provoke not your children to wrath but bring them up in the nurture and admonition of the Lord
- GK: και οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών αλλ΄ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία κυρίου
2 Timothy 3:16
- KJV: All scripture given by inspiration of God and profitable for doctrine for reproof for correction for instruction in righteousness
- GK: πάσα γραφή θεόπνευστος και ωφέλιμος προς διδασκαλίαν προς έλεγχον προς επανόρθωσιν προς παιδείαν την εν δικαιοσύνη
Hebrews 12:5
- KJV: And ye have forgotten the exhortation which speaketh unto you as unto children My son despise not thou the chastening of the Lord nor faint when thou art rebuked of him
- GK: και εκλέλησθε της παρακλήσεως ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας κυρίου μηδέ εκλύου υπ΄ αυτού ελεγχόμενος
Hebrews 12:7
- KJV: If ye endure chastening God dealeth with you as with sons for what son is he whom the father chasteneth not
- GK: ει παιδείαν υπομένετε ως υιοίς υμίν προσφέρεται ο θεός τις γαρ εστιν υιός ον ου παιδεύει πατήρ
Hebrews 12:8
- KJV: But if ye be without chastisement whereof all are partakers then are ye bastards and not sons
- GK: ει δε χωρίς εστε παιδείας ης μέτοχοι γεγόνασι πάντες άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί
Hebrews 12:11
- KJV: Now no chastening for the present seemeth to be joyous but grievous nevertheless afterward it yieldeth the peaceable fruit of righteousness unto them which are exercised there by
- GK: πάσα δε παιδεία προς μεν το παρόν ου δοκεί χαράς είναι αλλά λύπης ύστερον δε καρπόν ειρηνικόν τοις δι΄ αυτής γεγυμνασμένοις αποδίδωσι δικαιοσύνης
παιδευτής (which corrected)
[edit]Romans 2:20
- KJV: An instructor of the foolish a teacher of babes which hast the form of knowledge and of the truth in the law
- GK: παιδευτήν αφρόνων διδάσκαλον νηπίων έχοντα την μόρφωσιν της γνώσεως και της αληθείας εν τω νόμω
Hebrews 12:9
- KJV: Furthermore we have had fathers of our flesh which corrected and we gave reverence shall we not much rather be in subjection unto the Father of spirits and live
- GK: είτα τους μεν της σαρκός ημών πατέρας είχομεν παιδευτάς και ενετρεπόμεθα ου πολλώ μάλλον υποταγησόμεθα τω πατρί των πνευμάτων και ζήσομεν
παιδεύω (chasten(-ise))
[edit]Luke 23:16
- KJV: I will therefore chastise him and release
- GK: παιδεύσας ουν αυτόν απολύσω
Luke 23:22
- KJV: And he said unto them the third time Why what evil hath he done I have found no cause of death in him I will therefore chastise him and let go
- GK: ο δε τρίτον είπε προς αυτούς τι γαρ κακόν εποίησεν ούτος ουδέν αίτιον θανάτου εύρον εν αυτώ παιδεύσας ουν αυτόν απολύσω
Acts 7:22
- KJV: And Moses was learned in all the wisdom of the Egyptians and was mighty in words and in deeds
- GK: και επαιδεύθη Μωυσής πάση σοφία Αιγυπτίων ην δε δυνατός εν λόγοις και εν έργοις
Acts 22:3
- KJV: I am verily a man a Jew born in Tarsus in Cilicia yet brought up in this city at the feet of Gamaliel taught according to the perfect manner of the law of the fathers and was zealous toward God as ye all are this day
- GK: και φησίν εγώ μεν ειμι ανήρ Ιουδαίος γεγεννημένος εν Ταρσώ της Κιλικίας ανατεθραμμένος δε εν τη πόλει ταύτη παρά τους πόδας Γαμαλιήλ πεπαιδευμένος κατά ακρίβειαν του πατρώου νόμου ζηλωτής υπάρχων του θεού καθώς πάντες υμείς εστε σήμερον
1 Corinthians 11:32
- KJV: But when we are judged we are chastened of the Lord that we should not be condemned with the world
- GK: κρινόμενοι δε υπό του κυρίου παιδευόμεθα ίνα μη συν τω κόσμω κατακριθώμεν
2 Corinthians 6:9
- KJV: As unknown and well known as dying and behold we live as chastened and not killed
- GK: ως αγνοούμενοι και επιγινωσκόμενοι ως αποθνήσκοντες και ιδού ζώμεν ως παιδευόμενοι και μη θανατούμενοι
1 Timothy 1:20
- KJV: Of whom is Hymenaeus and Alexander whom I have delivered unto Satan that they may learn not to blaspheme
- GK: ων εστιν Υμέναιος και Αλέξανδρος ους παρέδωκα τω σατανά ίνα παιδευθώσι μη βλασφημείν
2 Timothy 2:25
- KJV: In meekness instructing those that oppose themselves if God peradventure will give them repentance to the acknowledging of the truth
- GK: εν πραότητι παιδεύοντα τους αντιδιατιθεμένους μηποτέ δω αυτοίς ο θεός μετάνοιαν εις επίγνωσιν αληθείας
Titus 2:12
- KJV: Teaching us that denying ungodliness and worldly lusts we should live soberly righteously and godly in this present world
- GK: παιδεύουσα ημάς ίνα αρνησάμενοι την ασέβειαν και τας κοσμικάς επιθυμίας σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζήσωμεν εν τω νυν αιώνι
παιδιόθεν (of a child)
[edit]Mark 9:21
- KJV: And he asked his father How long is it ago since this came unto him And he said Of a child
- GK: και επηρώτησε τον πατέρα αυτού πόσος χρόνος εστίν ως τούτο γέγονεν αυτώ ο δε είπε παιδιόθεν
παιδίον ((little)
[edit]Matthew 2:8
- KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
- GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ
Matthew 2:9
- KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
- GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον
Matthew 2:11
- KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
- GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν
Matthew 2:13
- KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
- GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό
Matthew 2:14
- KJV: When he arose he took the young child and his mother by night and departed into Egypt
- GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον
Matthew 2:20
- KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
- GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου
Matthew 2:21
- KJV: And he arose and took the young child and his mother and came into the land of Israel
- GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ
Matthew 14:21
- KJV: And they that had eaten were about five thousand men beside women and children
- GK: οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων
Matthew 15:38
- KJV: And they that did eat were four thousand men beside women and children
- GK: οι δε εσθίοντες ήσαν τετρακισχίλιοι άνδρες χωρίς γυναικών και παιδίων
παιδίσκη (bondmaid(-woman))
[edit]Matthew 26:69
- KJV: Peter sat without in the palace and a damsel came unto him saying Thou also wast with Jesus of Galilee
- GK: ο δε Πέτρος έξω εκάθητο εν τη αυλή και προσήλθεν αυτώ μία παιδίσκη λέγουσα και συ ήσθα μετά Ιησού του Γαλιλαίου
Mark 14:66
- KJV: And as Peter was beneath in the palace there cometh one of the maids of the high priest
- GK: και όντος του Πέτρου εν τη αυλή κάτω έρχεται μία των παιδισκών του αρχιερέως
Mark 14:69
- KJV: And a maid saw him again and began to say to them that stood by This is of them
- GK: και η παιδίσκη ιδούσα αυτόν πάλιν ήρξατο λέγειν τοις παρεστηκόσιν ότι ούτος εξ αυτών εστιν
Luke 12:45
- KJV: But and if that servant say in his heart My lord delayeth his coming and shall begin to beat the menservants and maidens and to eat and drink and to be drunken
- GK: εαν δε είπη ο δούλος εκείνος εν τη καρδία αυτού χρονίζει ο κύριός μου έρχεσθαι και άρξηται τύπτειν τους παίδας και τας παιδίσκας εσθίειν τε και πίνειν και μεθύσκεσθαι
Luke 22:56
- KJV: But a certain maid beheld him as he sat by the fire and earnestly looked upon him and said This man was also with him
- GK: ιδούσα δε αυτόν παιδίσκη τις καθήμενον προς το φως και ατενίσασα αυτώ είπε και ούτος συν αυτώ ην
John 18:17
- KJV: Then saith the damsel that kept the door unto Peter Art not thou also of this man’s disciples He saith I am not
- GK: λέγει ούν η παιδίσκη η θυρωρός τω Πέτρω μη και συ εκ των μαθητών ει του ανθρώπου τούτου λέγει εκείνος ουκ ειμί
Acts 12:13
- KJV: And as Peter knocked at the door of the gate a damsel came to hearken named Rhoda
- GK: κρούσαντος δε του Πέτρου την θύραν του πυλώνος προσήλθε παιδίσκη υπακούσαι ονόματι Ρόδη
Acts 16:16
- KJV: And it came to pass as we went to prayer a certain damsel possessed with a spirit of divination met us which brought her masters much gain by soothsaying
- GK: εγένετο δε πορευομένων ημών εις προσευχήν παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος απαντήσαι ημίν ήτις εργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αυτής μαντευομένη
Galatians 4:22
- KJV: For it is written that Abraham had two sons the one by a bondmaid the other by a freewoman
- GK: γέγραπται γαρ ότι Αβραάμ δύο υιούς έσχεν ένα εκ της παιδίσκης και ένα εκ της ελευθέρας
παίζω (play)
[edit]1 Corinthians 10:7
- KJV: Neither be ye idolaters as some of them as it is written The people sat down to eat and drink and rose up to play
- GK: μηδέ ειδωλολάτραι γίνεσθε καθώς τινες αυτών ως γέγραπται εκάθισεν ο λαός φαγείν και πιείν και ανέστησαν παίζειν
παῖς (child)
[edit]Matthew 2:16
- KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
- GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων
Matthew 8:6
- KJV: And saying Lord my servant lieth at home sick of the palsy grievously tormented
- GK: και λέγων κύριε ο παις μου βέβληται εν τη οικία παραλυτικός δεινώς βασανιζόμενος
Matthew 8:8
- KJV: The centurion answered and said Lord I am not worthy that thou shouldest come under my roof but speak the word only and my servant shall be healed
- GK: και αποκριθείς ο εκατόνταρχος έφη κύριε ουκ ειμί ικανός ίνα μου υπό την στέγην εισέλθης αλλά μόνον ειπέ λόγον και ιαθήσεται ο παις μου
Matthew 8:13
- KJV: And Jesus said unto the centurion Go thy way and as thou hast believed be it done unto thee And his servant was healed in the selfsame hour
- GK: και είπεν ο Ιησούς τω εκατοντάρχη ύπαγε και ως επίστευσας γενηθήτω σοι και ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη
Matthew 12:18
- KJV: Behold my servant whom I have chosen my beloved in whom my soul is well pleased I will put my spirit upon him and he shall shew judgment to the Gentiles
- GK: ιδού ο παις μου ον ηρέτισα ο αγαπητός μου εις ον ευδόκησεν η ψυχή μου θήσω το πνεύμά μου επ΄ αυτόν και κρίσιν τοις έθνεσιν απαγγελεί
Matthew 14:2
- KJV: And said unto his servants This is John the Baptist he is risen from the dead and therefore mighty works do shew forth themselves in him
- GK: και είπε τοις παισίν αυτού ούτός εστιν Ιωάννης ο βαπτιστής αυτός ηγέρθη από των νεκρών και διά τούτο αι δυνάμεις ενεργούσιν εν αυτώ
Matthew 17:18
- KJV: And Jesus rebuked the devil and he departed out of him and the child was cured from that very hour
- GK: και επετίμησεν αυτώ ο Ιησούς και εξήλθεν απ΄ αυτού το δαιμόνιον και εθεραπεύθη ο παις από της ώρας εκείνης
Matthew 21:15
- KJV: And when the chief priests and scribes saw the wonderful things that he did and the children crying in the temple and saying Hosanna to the Son of David they were sore displeased
- GK: ιδόντες δε οι αρχιερείς και οι γραμματείς τα θαυμάσια α εποίησε και τους παίδας κράζοντας εν τω ιερώ και λέγοντας ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ηγανάκτησαν
Luke 1:54
- KJV: He hath holpen his servant Israel in remembrance of mercy
- GK: αντελάβετο Ισραήλ παιδός αυτού μνησθήναι ελέους
παίω (smite)
[edit]Matthew 26:68
- KJV: Saying Prophesy unto us thou Christ Who is he that smote thee
- GK: λέγοντες προφήτευσον ημίν Χριστέ τις εστιν ο παίσας σε
Mark 14:47
- KJV: And one of them that stood by drew a sword and smote a servant of the high priest and cut off his ear
- GK: εις δε τις των παρεστηκότων σπασάμενος την μάχαιραν έπαισεν τον δούλον του αρχιερέως και αφείλεν αυτού το ωτίον
Luke 22:64
- KJV: And when they had blindfolded him they struck him on the face and asked him saying Prophesy who is it that smote thee
- GK: και περικαλύψαντες αυτόν έτυπτον αυτού το πρόσωπον και επηρώτων αυτόν λέγοντες προφήτευσον τις εστιν ο παίσας σε
John 18:10
- KJV: Then Simon Peter having a sword drew it and smote the high priest’s servant and cut off his right ear The servant’s name was Malchus
- GK: Σίμων ουν Πέτρος έχων μάχαιραν είλκυσεν αυτήν και έπαισε τον του αρχιερέως δούλον και απέκοψεν αυτού το ωτίον το δεξιόν ην δε όνομα τω δούλω Μάλχος
Revelation 9:5
- KJV: And to them it was given that they should not kill them but that they should be tormented five months and their torment as the torment of a scorpion when he striketh a man
- GK: και εδόθη αυταίς ίνα μη αποκτείνωσιν αυτούς αλλ΄ ίνα βασανίσθωσι μήνας πέντε και ο βασανισμός αυτών ως βασανισμός σκορπίου όταν παιση άνθρωπον
πάλαι (any while)
[edit]Matthew 11:21
- KJV: Woe unto thee Chorazin woe unto thee Bethsaida for if the mighty works which were done in you had been done in Tyre and Sidon they would have repented long ago in sackcloth and ashes
- GK: ουαί σοι Χοραζίν ουαί σοι Βηθσαϊδά ότι ει εν Τύρω και Σιδώνι εγένοντο αι δυνάμεις αι γενόμεναι εν υμίν πάλαι αν εν σάκκω και σποδώ μετενόησαν
Mark 15:44
- KJV: And Pilate marvelled if he were already dead and calling the centurion he asked him whether he had been any while dead
- GK: ο δε Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανεν
Luke 10:13
- KJV: Woe unto thee Chorazin woe unto thee Bethsaida for if the mighty works had been done in Tyre and Sidon which have been done in you they had a great while ago repented sitting in sackcloth and ashes
- GK: ουαί σοι Χωραζίν ουαί σοι Βηθσαϊδά ότι ει εν Τύρω και Σιδώνι εγένοντο αι δυνάμεις αι γενόμεναι εν υμίν πάλαι αν εν σάκκω και σποδώ καθήμεναι μετενόησαν
Hebrews 1:1
- KJV: God, who at sundry times and in divers manners spake in time past unto the fathers by the prophets
- GK: πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις
2 Peter 1:9
- KJV: But he that lacketh these things is blind and cannot see afar off and hath forgotten that he was purged from his old sins
- GK: ω γαρ μη πάρεστι ταύτα τυφλός εστι μυωπάζων λήθην λαβών του καθαρισμού των πάλαι αυτού αμαρτιών
Jude 1:4
- KJV: For there are certain men crept in unawares who were before of old ordained to this condemnation ungodly men turning the grace of our God into lasciviousness and denying the only Lord God and our Lord Jesus Christ
- GK: παρεισέδυσαν γαρ τινες άνθρωποι οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα ασεβείς την του θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην θεόν και κύριον ημών Ιησούν χριστόν αρνούμενοι
παλαιός (old)
[edit]Matthew 9:16
- KJV: No man putteth a piece of new cloth unto an old garment for that which is put in to fill it up taketh from the garment and the rent is made worse
- GK: ουδείς δε επιβάλλει επίβλημα ράκους αγνάφου επί ιματίω παλαιώ αίρει γαρ το πλήρωμα αυτού από του ιματίου και χείρον σχίσμα γίνεται
Matthew 9:17
- KJV: Neither do men put new wine into old bottles else the bottles break and the wine runneth out and the bottles perish but they put new wine into new bottles and both are preserved
- GK: ουδέ βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήγνυνται οι ασκοί και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά βάλλουσιν οίνον νέον εις ασκούς καινούς και αμφότερα συντηρούνται
Matthew 13:52
- KJV: Then said he unto them Therefore every scribe instructed unto the kingdom of heaven is like unto a man an householder which bringeth forth out of his treasure new and old
- GK: ο δε είπεν αυτοίς διά τούτο πας γραμματεύς μαθητευθείς εις την βασιλείαν των ουρανών όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδεσπότη όστις εκβάλλει εκ του θησαυρού αυτού καινά και παλαιά
Mark 2:21
- KJV: No man also seweth a piece of new cloth on an old garment else the new piece that filled it up taketh away from the old and the rent is made worse
- GK: και ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιρράπτει επί ιματίω παλαιώ ει αίρει το πλήρωμα αυτού το καινόν του παλαιού και χείρον σχίσμα γίνεται
Mark 2:22
- KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine doth burst the bottles and the wine is spilled and the bottles will be marred but new wine must be put into new bottles
- GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήσσει ο οίνος ο νέος τους ασκούς και ο οίνος εκχείται και οι ασκοί απολούνται αλλά οίνον νέον εις ασκούς καινούς βλητέον
Luke 5:36
- KJV: And he spake also a parable unto them No man putteth a piece of a new garment upon an old if otherwise then both the new maketh a rent and the piece that was out of the new agreeth not with the old
- GK: έλεγε δε και παραβολήν προς αυτούς ότι ουδείς επίβλημα ιματίου καινού επιβάλλει επί ιμάτιον παλαιόν ει και το καινόν σχίζει και τω παλαιώ ου συμφωνεί το από του καινού
Luke 5:37
- KJV: And no man putteth new wine into old bottles else the new wine will burst the bottles and be spilled and the bottles shall perish
- GK: και ουδείς βάλλει οίνον νέον εις ασκούς παλαιούς ει ρήξει ο νέος οίνος τους ασκούς και αυτός εκχυθήσεται και οι ασκοί απολούνται
Luke 5:39
- KJV: No man also having drunk old straightway desireth new for he saith The old is better
- GK: και ουδείς πιών παλαιόν ευθέως θέλει νέον λέγει γαρ ο παλαιός χρηστότερός εστιν
Romans 6:6
- KJV: Knowing this that our old man is crucified with that the body of sin might be destroyed that henceforth we should not serve sin
- GK: τούτο γινώσκοντες ότι ο παλαιός ημών άνθρωπος συνεσταυρώθη ίνα καταργηθή το σώμα της αμαρτίας του μηκέτι δουλεύειν ημάς τη αμαρτία
παλαιότης (oldness)
[edit]Romans 7:6
- KJV: But now we are delivered from the law that being dead wherein we were held that we should serve in newness of spirit and not the oldness of the letter
- GK: νυνί δε κατηργήθημεν από του νόμου αποθανόντες εν ω κατειχόμεθα ώστε δουλεύειν ημάς εν καινότητι πνεύματος και ου παλαιότητι γράμματος
παλαιόω (decay)
[edit]Luke 12:33
- KJV: Sell that ye have and give alms provide yourselves bags which wax not old a treasure in the heavens that faileth not where no thief approacheth neither moth corrupteth
- GK: πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην ποιήσατε εαυτοίς βαλάντια μη παλαιούμενα θησαυρόν ανέκλειπτον εν τοις ουρανοίς όπου κλέπτης ουκ εγγίζει ουδέ σης διαφθείρει
Hebrews 1:11
- KJV: They shall perish but thou remainest and they all shall wax old as doth a garment
- GK: αυτοί απολούνται συ δε διαμένεις και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται
Hebrews 8:13
- KJV: In that he saith A new he hath made the first old Now that which decayeth and waxeth old ready to vanish away
- GK: εν τω λέγειν καινήν πεπαλαίωκε την πρώτην το δε παλαιούμενον και γηράσκον εγγύς αφανισμόυ
πάλη (+ wrestle)
[edit]Ephesians 6:12
- KJV: For we wrestle not against flesh and blood but against principalities against powers agains the rulers of the darkness of this world against spiritual wickedness in high
- GK: ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα αλλά προς τας αρχάς προς τας εξουσίας προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις
παλιγγενεσία (regeneration)
[edit]Matthew 19:28
- KJV: And Jesus said unto them Verily I say unto you That ye which have followed me in the regeneration when the Son of man shall sit in the throne of his glory ye also shall sit upon twelve thrones judging the twelve tribes of Israel
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς αμήν λέγω υμίν ότι υμείς οι ακολουθήσαντές μοι εν τη παλιγγενεσία όταν καθίση ο υιός του ανθρώπου επί θρόνου δόξης αυτού καθίσεσθε και υμείς επί δώδεκα θρόνους κρίνοντες τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ
Titus 3:5
- KJV: Not by works of righteousness which we have done but according to his mercy he saved us by the washing of regeneration and renewing of the Holy Ghost
- GK: ουκ εξ έργων των εν δικαιοσύνη ων εποιήσαμεν ημείς αλλά κατά τον αυτού έλεον έσωσεν ημάς διά λουτρού παλιγγενεσίας και ανακαινώσεως πνεύματος αγίου
πάλιν (again)
[edit]Matthew 4:7
- KJV: Jesus said unto him It is written again Thou shalt not tempt the Lord thy God
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς πάλιν γέγραπται ουκ εκπειράσεις κύριον τον θεόν σου
Matthew 4:8
- KJV: Again the devil taketh him up into an exceeding high mountain and sheweth him all the kingdoms of the world and the glory of them
- GK: πάλιν παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις όρος υψηλόν λίαν και δείκνυσιν αυτώ πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών
Matthew 5:33
- KJV: Again ye have heard that it hath been said by them of old time Thou shalt not forswear thyself but shalt perform unto the Lord thine oaths
- GK: πάλιν ηκούσατε ότι ερρέθη τοις αρχαίοις ουκ επιορκήσεις αποδώσεις δε τω κυρίω τους όρκους σου
Matthew 13:44
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto treasure hid in a field the which when a man hath found he hideth and for joy thereof goeth and selleth all that he hath and buyeth that field
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών θησαυρώ κεκρυμμένω εν τω αγρώ ον ευρών άνθρωπος έκρυψε και από της χαράς αυτού υπάγει και πάντα όσα έχει πωλεί και αγοράζει τον αγρόν εκείνον
Matthew 13:45
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto a merchant man seeking goodly pearls
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω εμπόρω ζητούντι καλούς μαργαρίτας
Matthew 13:47
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto a net that was cast into the sea and gathered of every kind
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών σαγήνη βληθείση εις την θάλασσαν και εκ παντός γένους συναγαγούση
Matthew 18:19
- KJV: Again I say unto you That if two of you shall agree on earth as touching any thing that they shall ask it shall be done for them of my Father which is in heaven
- GK: πάλιν αμήν λέγω υμίν ότι εάν δύο υμών συμφωνήσωσιν επί της γης περί παντός πράγματος ου εάν αιτήσωνται γενήσεται αυτοίς παρά του πατρός μου του εν ουρανοίς
Matthew 19:24
- KJV: And again I say unto you It is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter into the kingdom of God
- GK: πάλιν δε λέγω υμίν ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά τρυπήματος ραφίδος διελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν
Matthew 20:5
- KJV: Again he went out about the sixth and ninth hour and did likewise
- GK: οι δε απήλθον πάλιν εξελθών περί έκτην και εννάτην ώραν εποίησεν ωσαύτως
παμπληθεί (all at once)
[edit]Luke 23:18
- KJV: And they cried out all at once saying Away with this and release unto us Barabbas
- GK: ανέκραξαν δε παμπληθεί λέγοντες αίρε τούτον απόλυσον δε ημίν τον Βαραββάν
πάμπολυς (very great)
[edit]Mark 8:1
- KJV: In those days the multitude being very great and having nothing to eat Jesus called his disciples and saith unto them
- GK: εν εκείναις ταις ημέραις παμπόλλου όχλου όντος και μη εχόντων τι φάγωσι προσκαλεσάμενος ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού λέγει αυτοίς
Παμφυλία (Pamphylia)
[edit]Acts 2:10
- KJV: Phrygia and Pamphylia in Egypt and in the parts of Libya about Cyrene and strangers of Rome Jews and proselytes
- GK: Φρυγίαν τε και Παμφυλίαν Αίγυπτον και τα μέρη της Λιβύης της κατά Κυρήνην και οι επιδημούντες Ρωμαίοι Ιουδαίοί τε και προσήλυτοι
Acts 13:13
- KJV: Now when Paul and his company loosed from Paphos they came to Perga in Pamphylia and John departing from them returned to Jerusalem
- GK: αναχθέντες δε από της Πάφου οι περί τον Παύλον ήλθον εις Πέργην της Παμφυλίας Ιωάννης δε αποχωρήσας απ΄ αυτών υπέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα
Acts 14:24
- KJV: And after they had passed throughout Pisidia they came to Pamphylia
- GK: και διελθόντες την Πισιδίαν ήλθον εις Παμφυλίαν
Acts 15:38
- KJV: But Paul thought not good to take him with them who departed from them from Pamphylia and went not with them to the work
- GK: Παύλος δε ηξίου τον αποστάντα απ΄ αυτών από Παμφυλίας και μη συνελθόντα αυτοίς εις το έργον μη συμπαραλαβείν τούτον
Acts 27:5
- KJV: And when we had sailed over the sea of Cilicia and Pamphylia we came to Myra of Lycia
- GK: το τε πέλαγος το κατά την Κιλικίαν και Παμφυλίαν διαπλεύσαντες κατήλθομεν εις Μύρα της Λυκίας
πανδοχεῖον (inn)
[edit]Luke 10:34
- KJV: And went to and bound up his wounds pouring in oil and wine and set him on his own beast and brought him to an inn and took care of him
- GK: και προσελθών κετέδησε τα τραύματα αυτού επιχέων έλαιον και οίνον επιβιβάσας δε αυτόν επί το ίδιον κτήνος ήγαγεν αυτόν εις πανδοχείον και επεμελήθη αυτού
πανδοχεύς (host)
[edit]Luke 10:35
- KJV: And on the morrow when he departed he took out two pence and gave to the host and said unto him Take care of him and whatsoever thou spendest more when I come again I will repay thee
- GK: και επί την αύριον εξελθών εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ επιμελήθητι αυτού και ο τι αν προσδαπανήσης εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι
πανήγυρις (general assembly)
[edit]Hebrews 12:23
- KJV: To the general assembly and church of the firstborn which are written in heaven and to God the Judge of all and to the spirits of just men made perfect
- GK: πανηγύρει και εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμένων και κριτή θεώ πάντων και πνεύματι δικαίων τετελειωμένων
πανοικί (with all his house)
[edit]Acts 16:34
- KJV: And when he had brought them into his house he set meat before them and rejoiced believing in God with all his house
- GK: αναγαγών τε αυτούς εις τον οίκον αυτού παρέθηκε τράπεζαν και ηγαλλιάσατο πανοικί πεπιστευκώς τω θεώ
πανοπλία (all (whole) armour)
[edit]Luke 11:22
- KJV: But when a stronger than he shall come upon him and overcome him he taketh from him all his armour wherein he trusted and divideth his spoils
- GK: επάν δε ο ισχυρότερος αυτού επελθών νικήση αυτόν την πανοπλίαν αυτού αίρει εφ΄ η επεποίθει και τα σκύλα αυτού διαδίδωσιν
Ephesians 6:11
- KJV: Put on the whole armour of God that ye may be able to stand against the wiles of the devil
- GK: ενδύσασθε την πανοπλίαν του θεού προς το δύνασθαι υμάς στήναι προς τας μεθοδείας του διαβόλου
Ephesians 6:13
- KJV: Wherefore take unto you the whole armour of God that ye may be able to withstand in the evil day and having done all to stand
- GK: διά τούτο αναλάβετε την πανοπλίαν του θεού ίνα δυνηθήτε αντιστήναι εν τη ημέρα τη πονηρά και άπαντα κατεργασάμενοι στήναι
πανουργία ((cunning) craftiness)
[edit]Luke 20:23
- KJV: But he perceived their craftiness and said unto them Why tempt ye me
- GK: κατανοήσας δε αυτών την πανουργίαν είπε προς αυτούς τι με πειράζετε
1 Corinthians 3:19
- KJV: For the wisdom of this world is foolishness with God For it is written He taketh the wise in their own craftiness
- GK: η γαρ σοφία του κόσμου τούτου μωρία παρά τω θεώ εστι γέγραπται γαρ ο δρασσόμενος τους σοφούς εν τη πανουργία αυτών
2 Corinthians 4:2
- KJV: But have renounced the hidden things of dishonesty not walking in craftiness nor handling the word of God deceitfully but by manifestation of the truth commending ourselves to every man’s conscience in the sight of God
- GK: αλλ΄ απειπάμεθα τα κρυπτά της αισχύνης μη περιπατούντες εν πανουργία μηδέ δολούντες τον λόγον του θεού αλλά τη φανερώσει της αληθείας συνιστώντες εαυτούς προς πάσαν συνείδησιν ανθρώπων ενώπιον του θεού
2 Corinthians 11:3
- KJV: But I fear lest by any means as the serpent beguiled Eve through his subtilty so your minds should be corrupted from the simplicity that is in Christ
- GK: φοβούμαι δε μήπως ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον χριστόν
Ephesians 4:14
- KJV: That we be no more children tossed to and fro and carried about with every wind of doctrine by the sleight of men cunning craftiness whereby they lie in wait to deceive
- GK: ίνα μηκέτι ώμεν νήπιοι κλυδωνιζόμενοι και περιφερόμενοι παντί ανέμω της διδασκαλίας εν τη κυβεία των ανθρώπων εν πανουργία προς την μεθοδείαν της πλάνης
πανοῦργος (crafty)
[edit]2 Corinthians 12:16
- KJV: But be it so I did not burden you nevertheless being crafty I caught you with guile
- GK: έστω δε εγώ ου κατεβάρησα υμάς αλλ΄ υπάρχων πανούργος δόλω υμάς έλαβον
πανταχόθεν (from every quarter)
[edit]Mark 1:45
- KJV: But he went out and began to publish much and to blaze abroad the matter insomuch that Jesus could no more openly enter into the city but was without in desert places and they came to him from every quarter
- GK: ο δε εξελθών ήρξατο κηρύσσειν πολλά και διαφημίζειν τον λόγον ώστε μηκέτι αυτόν δύνασθαι φανερώς εις πόλιν εισελθείν αλλ΄ έξω εν ερήμοις τόποις ην και ήρχοντο προς αυτόν πανταχόθεν
πανταχοῦ (in all places)
[edit]Mark 16:20
- KJV: And they went forth and preached every where the Lord working with and confirming the word with signs following Amen
- GK: εκείνοι δε εξελθόντες εκήρυξαν πανταχού του κυρίου συνεργούντος και τον λόγον βεβαιούντος διά των επακολουθούντων σημείων αμην
Luke 9:6
- KJV: And they departed and went through the towns preaching the gospel and healing every where
- GK: εξερχόμενοι δε διήρχοντο κατά τας κώμας ευαγγελιζόμενοι και θεραπεύοντες πανταχού
Acts 17:30
- KJV: And the times of this ignorance God winked at but now commandeth all men every where to repent
- GK: τους μεν ούν χρόνους της αγνοίας υπεριδών ο θεός τανύν παραγγέλλει τοις ανθρώποις πάσι πανταχού μετανοείν
Acts 21:28
- KJV: Crying out Men of Israel help This is the man that teacheth all every where against the people and the law and this place and further brought Greeks also into the temple and hath polluted this holy place
- GK: κράζοντες άνδρες Ισραηλίται βοηθείτε ούτός εστιν ο άνθρωπος ο κατά του λαού και του νόμου και του τόπου τούτου πάντας πανταχού διδάσκων έτι τε και Έλληνας εισήγαγεν εις το ιερόν και κεκοίνωκε τον άγιον τόπον τούτον
Acts 24:3
- KJV: We accept always and in all places most noble Felix with all thankfulness
- GK: πάντη τε και πανταχού αποδεχόμεθα κράτιστε Φήλιξ μετά πασης ευχαριστίας
Acts 28:22
- KJV: But we desire to hear of thee what thou thinkest for as concerning this sect we know that every where it is spoken against
- GK: αξιούμεν δε παρά σου ακούσαι α φρονείς περί μεν γαρ της αιρέσεως ταύτης γνωστόν εστιν ημίν ότι πανταχού αντιλέγεται
1 Corinthians 4:17
- KJV: For this cause have I sent unto you Timotheus who is my beloved son and faithful in the Lord who shall bring you remembrance of my ways which be in Christ as I teach every where in every church
- GK: διά τούτο έπεμψα υμίν Τιμόθεον ος εστι τέκνον μου αγαπητόν και πιστόν εν κυρίω ος υμάς αναμνήσει τας οδούς μου τας εν χριστώ καθώς πανταχού εν πάση εκκλησία διδάσκω
παντελής (+ in (no) wise)
[edit]Luke 13:11
- KJV: And behold there was a woman which had a spirit of infirmity eighteen years and was bowed together and could in no wise lift up
- GK: και ιδού γυνή ην πνεύμα έχουσα ασθενείας έτη δέκα και οκτώ και ην συγκύπτουσα και μη δυναμένη ανακύψαι εις το παντελές
Hebrews 7:25
- KJV: Wherefore he is able also to save them to the uttermost that come unto God by him seeing he ever liveth to make intercession for them
- GK: όθεν και σώζειν εις το παντελές δύναται τους προσερχομένους δι΄ αυτού τω θεώ πάντοτε ζων εις το εντυγχάνειν υπέρ αυτών
πάντῃ (always)
[edit]Acts 24:3
- KJV: We accept always and in all places most noble Felix with all thankfulness
- GK: πάντη τε και πανταχού αποδεχόμεθα κράτιστε Φήλιξ μετά πασης ευχαριστίας
πάντοθεν (on every side)
[edit]Luke 19:43
- KJV: For the days shall come upon thee that thine enemies shall cast a trench about thee and compass thee round and keep thee in on every side
- GK: ότι ήξουσιν ημέραι επί σε και περιβαλούσιν οι εχθροί σου χάρακά σοι και περικυκλώσουσί σε και συνέξουσί σε πάντοθεν
Hebrews 9:4
- KJV: Which had the golden censer and the ark of the covenant overlaid round about with gold where in the golden pot that had manna and Aaron’s rod that budded and the tables of the covenant
- GK: χρυσούν έχουσα θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω εν η στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα και η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα και αι πλάκες της διαθήκης
παντοκράτωρ (Almighty)
[edit]2 Corinthians 6:18
- KJV: And will be a Father unto you and ye shall be my sons and daughters saith the Lord Almighty
- GK: και έσομαι υμίν εις πατέρα και υμείς έσεσθέ μοι εις υιούς και θυγατέρας λέγει κύριος παντοκράτωρ
Revelation 1:8
- KJV: I am Alpha and Omega the beginning and the ending saith the Lord which is and which was and which is to come the Almighty
- GK: εγώ ειμι και το Α και το Ω αρχή και τέλος λέγει κύριος ο θεός ο ων και ο ην και ο ερχόμενος ο παντοκράτωρ
Revelation 4:8
- KJV: And the four beasts had each of them six wings about and full of eyes within and they rest not day and night saying Holy holy holy Lord God Almighty which was and is and is to come
- GK: και τέσσαρα ζώα εν καθ΄ εν αυτών εχον ανά πτέρυγας εξ κυκλόθεν και έσωθεν γεμοντα οφθαλμών και ανάπαυσιν ουκ έχουσιν ημέρας και νυκτός λέγοντες άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος κύριος ο θεός ο παντοκράτωρ ο ην και ο ων και ο ερχόμενος
Revelation 11:17
- KJV: Saying We give thee thanks O Lord God Almighty which art and wast and art to come because thou hast taken to thee thy great power and hast reigned
- GK: λέγοντες ευχαριστούμέν σοι κύριε ο θεός ο παντοκράτωρ ο ων και ο ην και ο ερχόμενος ότι είληφας την δύναμίν σου την μεγάλην και εβασίλευσας
Revelation 15:3
- KJV: And they sing the song of Moses the servant of God and the song of the Lamb saying Great and marvellous thy works Lord God Almighty just and true thy ways King of saints
- GK: και άδουσι την ωδήν Μωυσέως του δούλου του θεού και την ωδήν του αρνίου λέγοντες μεγάλα και θαυμαστά τα έργα σου κύριε ο θεός ο παντοκράτωρ δίκαιαι και αληθιναί αι οδοί σου ο βασιλεύς των εθνων
Revelation 16:7
- KJV: And I heard another out of the altar say Even so Lord God Almighty true and righteous thy judgments
- GK: και ήκουσα εκ του θυσιαστηρίου λέγοντος ναι κύριε ο θεός ο παντοκράτωρ αληθιναί και δίκαιαι αι κρίσεις σου
Revelation 16:14
- KJV: For they are the spirits of devils working miracles go forth unto the kings of the earth and of the whole world to gather them to the battle of that great day of God Almighty
- GK: εισί γαρ πνεύματα δαιμόνων ποιούντα σημεία α εκπορεύεται επί τους βασιλείς της οικουμένης όλης συναγαγείν αυτούς εις πόλεμον της ημέρας εκείνης της μεγάλης του θεού του παντοκράτορος
Revelation 19:6
- KJV: And I heard as it were the voice of a great multitude and as the voice of many waters and as the voice of mighty thunderings saying Alleluia for the Lord God omnipotent reigneth
- GK: και ήκουσα ως φωνήν όχλου πολλού και ως φωνήν υδάτων πολλών και ως φωνήν βροντών ισχυρών λεγόντων αλληλούϊα ότι εβασίλευσε κύριος ο θεός ο παντοκράτωρ
Revelation 19:15
- KJV: And out of his mouth goeth a sharp sword that with it he should smite the nations and he shall rule them with a rod of iron and he treadeth the winepress of the fierceness and wrath of Almighty God
- GK: και εκ του στόματος αυτού εκπορεύεται ρομφαία διστομος οξεία ίνα εν αυτή πατάξη τα έθνη και αυτός ποιμανεί αυτούς εν ράβδω σιδηρά και αυτός πατεί την ληνόν του οίνου του θυμού της οργής του θεού του παντοκράτορος
πάντοτε (alway(-s))
[edit]Matthew 26:11
- KJV: For ye have the poor always with you but me ye have not always
- GK: πάντοτε γαρ τους πτωχούς έχετε μεθ΄ εαυτών εμέ δε ου πάντοτε έχετε
Mark 14:7
- KJV: For ye have the poor with you always and whensoever ye will ye may do them good but me ye have not always
- GK: πάντοτε γαρ τους πτωχούς έχετε μεθ΄ εαυτών και όταν θέλητε δύνασθε αυτούς ευ ποιήσαι εμέ δε ου πάντοτε έχετε
Luke 15:31
- KJV: And he said unto him Son thou art ever with me and all that I have is thine
- GK: ο δε είπεν αυτώ τέκνον συ πάντοτε μετ εμού ει και πάντα τα εμά σα εστιν
Luke 18:1
- KJV: And he spake a parable unto them that men ought always to pray and not to faint
- GK: έλεγε δε και παραβολήν αυτοίς προς το δειν πάντοτε προσεύχεσθαι και μη εκκακείν
John 6:34
- KJV: Then said they unto him Lord evermore give us this bread
- GK: είπον ούν προς αυτόν κύριε πάντοτε δος ημίν τον άρτον
John 7:6
- KJV: Then Jesus said unto them My time is not yet come but your time is alway ready
- GK: λέγει ουν αυτοίς ο Ιησούς ο καιρός ο εμός ούπω πάρεστιν ο δε καιρός ο υμέτερος πάντοτέ εστιν έτοιμος
John 8:29
- KJV: And he that sent me is with me the Father hath not left me alone for I do always those things that please him
- GK: και ο πέμψας με μετ΄ εμού εστιν ουκ αφήκέ με μόνον ο πατήρ ότι εγώ τα αρεστά αυτώ ποιώ πάντοτε
John 11:42
- KJV: And I knew that thou hearest me always but because of the people which stand by I said that they may believe that thou hast sent me
- GK: εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις αλλά διά τον όχλον τον περιεστώτα είπον ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας
John 12:8
- KJV: For the poor always ye have with you but me ye have not always
- GK: τους πτωχούς γαρ πάντοτε έχετε μεθ΄ εαυτών εμέ δε ου πάντοτε έχετε
πάντως (by all means)
[edit]Luke 4:23
- KJV: And he said unto them Ye will surely say unto me this proverb Physician heal thyself whatsoever we have heard done in Capernaum do also here in thy country
- GK: και είπε προς αυτούς πάντως ερείτέ μοι την παραβολήν ταύτην ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν όσα ηκούσαμεν γενόμενα εν τη Καπερναούμ ποίησον και ώδε εν τη πατρίδι σου
Acts 18:21
- KJV: But bade them farewell saying I must by all means keep this feast that cometh in Jerusalem but I will return again unto you if God will And he sailed from Ephesus
- GK: αλλά απετάξατο αυτοίς ειπών δει με πάντως την εορτήν την ερχομένην ποιήσαι εις Ιεροσόλυμα πάλιν δε ανακάμψω προς υμάς του θεού θέλοντος και ανήχθη από της Εφέσου
Acts 21:22
- KJV: What is it therefore the multitude must needs come together for they will hear that thou art come
- GK: τι ούν εστι πάντως δει πλήθος συνελθείν ακούσονται γαρ ότι ελήλυθας
Acts 28:4
- KJV: And when the barbarians saw the beast hang on his hand they said among themselves No doubt this man is a murderer whom though he hath escaped the sea yet vengeance suffereth not to live
- GK: ως δε είδον οι βάρβαροι κρεμάμενον το θηρίον εκ της χειρός αυτού έλεγον προς αλλήλους πάντως φονεύς εστιν ο άνθρωπος ούτος ον διασωθέντα εκ της θαλάσσης η δίκη ζην ουκ είασεν
Romans 3:9
- KJV: What then are we better No in no wise for we have before proved both Jews and Gentiles that they are all under sin
- GK: τι ούν προεχόμεθα ου πάντως προητιασάμεθα γαρ Ιουδαίους τε και Έλληνας πάντας υφ΄ αμαρτίαν είναι
1 Corinthians 5:10
- KJV: Yet not altogether with the fornicators of this world or with the covetous or extortioners or with idolaters for then must ye needs go out of the world
- GK: και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου η τοις πλεονέκταις η άρπαξιν η ειδωλολάτραις επεί οφείλετε άρα εκ του κόσμου εξελθείν
1 Corinthians 9:10
- KJV: Or saith he altogether for our sakes For our sakes no doubt is written that he that ploweth should plow in hope and that he that thresheth in hope should be partaker of his hope
- GK: η δι΄ ημάς πάντως λέγει δι΄ ημάς γαρ εγράφη ότι επ΄ ελπίδι οφείλει ο αροτριών αροτριάν και ο αλοών της ελπίδος αυτού μετέχειν επ΄ ελπίδι
1 Corinthians 9:22
- KJV: To the weak became I as weak that I might gain the weak I am made all things to all that I might by all means save some
- GK: εγενόμην τοις ασθενέσιν ως ασθενής ίνα τους ασθενείς κερδήσω τοις πάσι γέγονα τα πάντα ίνα πάντως τινάς σώσω
1 Corinthians 16:12
- KJV: As touching brother Apollos I greatly desired him to come unto you with the brethren but his will was not at all to come at this time but he will come when he shall have convenient time
- GK: περί δε Απολλώ του αδελφού πολλά παρεκάλεσα αυτόν ίνα έλθη προς υμάς μετά των αδελφών και πάντως ουκ ην θέλημα ίνα νυν έλθη ελεύσεται δε όταν ευκαιρήση
παρά (above)
[edit]Matthew 2:4
- KJV: And when he had gathered all the chief priests and scribes of the people together he demanded of them where Christ should be born
- GK: και συναγαγών πάντας τούς αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ΄ αυτών που ο Χριστός γεννάται
Matthew 2:7
- KJV: Then Herod when he had privily called the wise men enquired of them diligently what time the star appeared
- GK: τότε Ηρώδης λάθρα καλέσας τους μάγους ηκρίβωσε παρ΄ αυτών τον χρόνον του φαινομένου αστέρος
Matthew 2:16
- KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
- GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων
Matthew 4:18
- KJV: And Jesus walking by the sea of Galilee saw two brethren Simon called Peter and Andrew his brother casting a net into the sea for they were fishers
- GK: περιπατών δε ο Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δυο αδελφούς Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού βάλλοντας αμφίβληστρον εις την θάλασσαν ήσαν γαρ αλιείς
Matthew 6:1
- KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
- GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς
Matthew 13:1
- KJV: The same day went Jesus out of the house and sat by the sea side
- GK: εν δε τη ημέρα εκείνη εξελθών ο Ιησούς από της οικίας εκάθητο παρά την θάλασσαν
Matthew 13:4
- KJV: And when he sowed some fell by the way side and the fowls came and devoured them up
- GK: και εν τω σπείρειν αυτόν α μεν έπεσε παρά την οδόν και ήλθε τα πετεινά και κατέφαγεν αυτά
Matthew 13:19
- KJV: When any one heareth the word of the kingdom and understandeth not then cometh the wicked and catcheth away that which was sown in his heart This is he which received seed by the way side
- GK: παντός ακούοντος τον λόγον της βασιλείας και μη συνιέντος έρχεται ο πονηρός και αρπάζει το εσπαρμένον εν τη καρδία αυτού ούτός εστιν ο παρά την οδόν σπαρείς
Matthew 15:29
- KJV: And Jesus departed from thence and came nigh unto the sea of Galilee and went up into a mountain and sat down there
- GK: και μεταβάς εκείθεν ο Ιησούς ήλθε παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας και αναβάς εις το όρος εκάθητο εκεί
παραβαίνω ((by) transgress(-ion))
[edit]Matthew 15:2
- KJV: Why do thy disciples transgress the tradition of the elders for they wash not their hands when they eat bread
- GK: διατί οι μαθηταί σου παραβαίνουσιν την παράδοσιν των πρεσβυτέρων ου γαρ νίπτονται τας χείρας αυτών όταν άρτον εσθίωσιν
Matthew 15:3
- KJV: But he answered and said unto them Why do ye also transgress the commandment of God by your tradition
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς διατί και υμείς παραβαίνετε την εντολήν του θεού διά την παράδοσιν υμών
Acts 1:25
- KJV: That he may take part of this ministry and apostleship from which Judas by transgression fell, that he might go to his own place
- GK: λαβείν τον κλήρον της διακονίας ταύτης και αποστολής εξ ης παρέβη Ιούδας πορευθήναι εις τον τόπον τον ίδιον
2 John 1:9
- KJV: Whosoever transgresseth and abideth not in the doctrine of Christ hath not God He that abideth in the doctrine of Christ he hath both the Father and the Son
- GK: πας ο παραβαίνων και μη μένων εν τη διδαχή του χριστού θεόν ουκ έχει ο μένων εν τη διδαχή του χριστού ούτος και τον πατέρα και τον υιόν έχει
παραβάλλω (arrive)
[edit]Mark 4:30
- KJV: And he said Whereunto shall we liken the kingdom of God or with what comparison shall we compare it
- GK: και έλεγε τίνι ομοιώσωμεν την βασιλείαν του θεού η εν ποία παραβολή παραβάλωμεν αυτήν
Acts 20:15
- KJV: And we sailed thence and came the next over against Chios and the next we arrived at Samos and tarried at Trogyllium and the next we came to Miletus
- GK: κακείθεν αποπλεύσαντες τη επιούση κατηντήσαμεν αντικρύ Χίου τη δε ετέρα παρεβάλομεν εις Σάμον και μείναντες εν Τρωγυλλίω τη εχομένη ήλθομεν εις Μίλητον
παράβασις (breaking)
[edit]Romans 2:23
- KJV: Thou that makest thy boast of the law through breaking the law dishonourest thou God
- GK: ος εν νόμω καυχάσαι διά της παραβάσεως του νόμου τον θεόν ατιμάζεις
Romans 4:15
- KJV: Because the law worketh wrath for where no law is no transgression
- GK: ο γαρ νόμος οργήν κατεργάζεται ου γαρ ουκ έστι νόμος ουδέ παράβασις
Romans 5:14
- KJV: Nevertheless death reigned from Adam to Moses even over them that had not sinned after the similitude of Adam’s transgression who is the figure of him that was to come
- GK: αλλ΄ εβασίλευσεν ο θάνατος από Αδάμ μέχρι Μωσέως και επί τους μη αμαρτήσαντας επί τω ομοιώματι της παραβάσεως Αδάμ ος εστι τύπος του μέλλοντος
Galatians 3:19
- KJV: Wherefore then the law It was added because of transgressions till the seed should come to whom the promise was made ordained by angels in the hand of a mediator
- GK: τι ούν ο νόμος των παραβάσεων χάριν προσετέθη άχρις ου έλθη το σπέρμα ω επήγγελται διαταγείς δι΄ αγγέλων εν χειρί μεσίτου
1 Timothy 2:14
- KJV: And Adam was not deceived but the woman being deceived was in the transgression
- GK: και Αδάμ ουκ ηπατήθη η δε γυνή απατηθείσα εν παραβάσει γέγονε
Hebrews 2:2
- KJV: For if the word spoken by angels was stedfast and every transgression and disobedience received a just recompence of reward
- GK: ει γαρ ο δι΄ αγγέλων λαληθείς λόγος εγένετο βέβαιος και πάσα παράβασις και παρακοή έλαβεν ένδικον μισθαποδοσίαν
Hebrews 9:15
- KJV: And for this cause he is the mediator of the new testament that by means of death for the redemption of the transgressions under the first testament they which are called might receive the promise of eternal inheritance
- GK: και διά τούτο διαθήκης καινής μεσίτης εστίν όπως θανάτου γενομένου εις απολύτρωσιν των επί τη πρώτη διαθήκη παραβάσεων την επαγγελίαν λάβωσιν οι κεκλημένοι της αιωνίου κληρονομίας
παραβάτης (breaker)
[edit]Romans 2:25
- KJV: For circumcision verily profiteth if thou keep the law but if thou be a breaker of the law thy circumcision is made uncircumcision
- GK: περιτομή μεν γαρ ωφελεί εάν νόμον πράσσης εαν δε παραβάτης νόμου ης η περιτομή σου ακροβυστία γέγονεν
Romans 2:27
- KJV: And shall not uncircumcision by nature if it fulfil the law judge thee who by the letter and circumcision dost transgress the law
- GK: και κρινεί η εκ φύσεως ακροβυστία τον νόμον τελούσα σε τον διά γράμματος και περιτομής παραβάτην νόμου
Galatians 2:18
- KJV: For if I build again the things which I destroyed I make myself a transgressor
- GK: ει γαρ α κατέλυσα ταύτα πάλιν οικοδομώ παραβάτην εμαυτόν συνίστημι
James 2:9
- KJV: But if ye have respect to persons ye commit sin and are convinced of the law as transgressors
- GK: ει δε προσωποληπτείτε αμαρτίαν εργάζεσθε ελεγχόμενοι υπό του νόμου ως παραβάται
James 2:11
- KJV: For he that said Do not commit adultery said also Do not kill Now if thou commit no adultery yet if thou kill thou art become a transgressor of the law
- GK: ο γαρ ειπών μη μοιχεύσης είπε και μη φονεύσης ει δε ου μοιχεύσεις φονεύσεις δε γέγονας παραβάτης νόμου
παραβιάζομαι (constrain)
[edit]Luke 24:29
- KJV: But they constrained him saying Abide with us for it is toward evening and the day is far spent And he went in to tarry with them
- GK: και παρεβιάσαντο αυτόν λέγοντες μείνον μεθ΄ ημών ότι προς εσπέραν εστί και κέκλικεν η ημέρα και εισήλθε του μείναι συν αυτοίς
Acts 16:15
- KJV: And when she was baptized and her household she besought saying If ye have judged me to be faithful to the Lord come into my house and abide And she constrained us
- GK: ως δε εβαπτίσθη και ο οίκος αυτής παρεκάλεσε λέγουσα ει κεκρίκατέ με πιστήν τω κυρίω είναι εισελθόντες εις τον οίκόν μου μείνατε και παρεβιάσατο ημάς
παραβολή (comparison)
[edit]Matthew 13:3
- KJV: And he spake many things unto them in parables saying Behold a sower went forth to sow
- GK: και ελάλησεν αυτοίς πολλά εν παραβολαίς λέγων ιδού εξήλθεν ο σπείρων του σπειρείν
Matthew 13:10
- KJV: And the disciples came and said unto him Why speakest thou unto them in parables
- GK: και προσελθόντες οι μαθηταί είπον αυτώ διατί εν παραβολαίς λαλείς αυτοίς
Matthew 13:13
- KJV: Therefore speak I to them in parables because they seeing see not and hearing they hear not neither do they understand
- GK: διά τούτο εν παραβολαίς αυτοίς λαλώ ότι βλέποντες ου βλέπουσιν και ακούοντες ουκ ακούουσιν ουδέ συνιούσιν
Matthew 13:18
- KJV: Hear ye therefore the parable of the sower
- GK: υμείς ουν ακούσατε την παραβολήν του σπείροντος
Matthew 13:24
- KJV: Another parable put he forth unto them saying The kingdom of heaven is likened unto a man which sowed good seed in his field
- GK: άλλην παραβολήν παρέθηκεν αυτοίς λέγων ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω σπείροντι καλόν σπέρμα εν τω αγρώ αυτού
Matthew 13:31
- KJV: Another parable put he forth unto them saying The kingdom of heaven is like to a grain of mustard seed which a man took and sowed in his field
- GK: άλλην παραβολήν παρέθηκεν αυτοίς λέγων ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών κόκκω σινάπεως ον λαβών άνθρωπος έσπειρεν εν τω αγρώ αυτού
Matthew 13:33
- KJV: Another parable spake he unto them The kingdom of heaven is like unto leaven which a woman took and hid in three measures of meal till the whole was leavened
- GK: άλλην παραβολήν ελάλησεν αυτοίς ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών ζύμη ην λαβούσα γυνή ενέκρυψεν εις αλεύρου σάτα τρία εώς ου εζυμώθη όλον
Matthew 13:34
- KJV: All these things spake Jesus unto the multitude in parables and without a parable spake he not unto them
- GK: ταύτα πάντα ελάλησεν ο Ιησούς εν παραβολαίς τοις όχλοις και χωρίς παραβολής ουκ ελάλει αυτοίς
Matthew 13:35
- KJV: That it might be fulfilled which was spoken by the prophet saying I will open my mouth in parables I will utter things which have been kept secret from the foundation of the world
- GK: όπως πληρωθή το ρηθέν διά του προφήτου λέγοντος ανοίξω εν παραβολαίς το στόμα μου ερεύξομαι κεκρυμμένα από καταβολής κόσμου
παραβουλεύομαι (not (to) regard(-ing))
[edit]Philippians 2:30
- KJV: Because for the work of Christ he was nigh unto death not regarding his life to supply your lack of service toward me
- GK: ότι διά το έργον του χριστού μέχρι θανάτου ήγγισε παραβουλευσάμενος τη ψυχή ίνα αναπληρώση το υμών υστέρημα της προς με λειτουργίας
παραγγελία (charge)
[edit]Acts 5:28
- KJV: Saying not we straitly command you that ye should not teach in this name and behold ye have filled Jerusalem with your doctrine and intend to bring this man’s blood upon us
- GK: λέγων ου παραγγελία παρηγγείλαμεν υμίν μη διδάσκειν επί τω ονόματι τούτω και ιδού πεπληρώκατε την Ιερουσαλήμ της διδαχής υμών και βούλεσθε επαγαγείν εφ΄ ημάς το αίμα του ανθρώπου τούτου
Acts 16:24
- KJV: Who having received such a charge thrust them into the inner prison and made their feet fast in the stocks
- GK: ος παραγγελίαν τοιαύτην ειληφώς έβαλεν αυτούς εις την εσωτέραν φυλακήν και τους πόδας αυτών ησφαλίσατο εις το ξύλον
1 Thessalonians 4:2
- KJV: For ye know what commandments we gave you by the Lord Jesus
- GK: οίδατε γαρ τίνας παραγγελίας εδώκαμεν υμίν διά του κυρίου Ιησού
1 Timothy 1:5
- KJV: Now the end of the commandment is charity out of a pure heart and a good conscience and faith unfeigned
- GK: το δε τέλος της παραγγελίας εστίν αγάπη εκ καθαράς καρδίας και συνειδήσεως αγαθής και πίστεως ανυποκρίτου
1 Timothy 1:18
- KJV: This charge I commit unto thee son Timothy according to the prophecies which went before on thee that thou by them mightest war a good warfare
- GK: ταύτην την παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι τέκνον Τιμόθεε κατά τας προαγούσας επί σε προφητείας ίνα στρατεύη εν αυταίς την καλήν στρατείαν
παραγγέλλω ((give in) charge)
[edit]Matthew 10:5
- KJV: These twelve Jesus sent forth and commanded them saying Go not into the way of the Gentiles and into city of the Samaritans enter ye not
- GK: τούτους τους δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς παραγγείλας αυτοίς λέγων εις οδόν εθνών μη απέλθητε και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε
Mark 6:8
- KJV: And commanded them that they should take nothing for journey save a staff only no scrip no bread no money in purse
- GK: και παρήγγειλεν αυτοίς ίνα μηδέν αίρωσιν εις οδόν ει ράβδον μόνον μη πήραν μη άρτον μη εις την ζώνην χαλκόν
Mark 8:6
- KJV: And he commanded the people to sit down on the ground and he took the seven loaves and gave thanks and brake and gave to his disciples to set before and they did set before the people
- GK: και παρήγγειλεν τω όχλω αναπεσείν επί της γης και λαβών τους επτά άρτους ευχαριστήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσι και παρέθηκαν τω όχλω
Luke 5:14
- KJV: And he charged him to tell no man but go and shew thyself to the priest and offer for thy cleansing according as Moses commanded for a testimony unto them
- GK: και αυτός παρήγγειλεν αυτώ μηδενί ειπείν αλλά απελθών δείξον σεαυτόν τω ιερεί και προσένεγκε περί του καθαρισμού σου καθώς προσέταξε Μωσής εις μαρτύριον αυτοίς
Luke 8:29
- KJV: For he had commanded the unclean spirit to come out of the man For oftentimes it had caught him and he was kept bound with chains and in fetters and he brake the bands and was driven of the devil into the wilderness
- GK: παρήγγελλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους
Luke 8:56
- KJV: And her parents were astonished but he charged them that they should tell no man what was done
- GK: και εξέστησαν οι γονείς αυτής ο δε παρήγγειλεν αυτοίς μηδενί ειπείν το γεγονός
Luke 9:21
- KJV: And he straitly charged them and commanded to tell no man that thing
- GK: ο δε επιτιμήσας αυτοίς παρήγγειλε μηδενί ειπείν τούτο
Acts 1:4
- KJV: And being assembled together with commanded them that they should not depart from Jerusalem but wait for the promise of the Father which ye have heard of me
- GK: και συναλιζόμενος παρήγγειλεν αυτοίς από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι αλλά περιμένειν την επαγγελίαν του πατρός ην ηκούσατέ μου
Acts 4:18
- KJV: And they called them and commanded them not to speak at all nor teach in the name of Jesus
- GK: και καλέσαντες αυτούς παρήγγειλαν αυτοίς το καθόλου μη φθέγγεσθαι μηδέ διδάσκειν επί τω ονόματι του Ιησού
παραγίνομαι (come)
[edit]Matthew 2:1
- KJV: Now when Jesus was born in Bethlehem of Judaea in the days of Herod the king behold there came wise men from the east to Jerusalem
- GK: του δε Ιησού γεννηθέντος εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας εν ημέραις Ηρώδου του βασιλέως ιδού μάγοι από ανατολών παρεγένοντο εις Ιεροσόλυμα
Matthew 3:1
- KJV: In those days came John the Baptist preaching in the wilderness of Judaea
- GK: εν δε ταις ημέραις εκείναις παραγίνεται Ιωάννης ο Βαπτιστής κηρύσσων εν τη ερήμω της Ιουδαίας
Matthew 3:13
- KJV: Then cometh Jesus from Galilee to Jordan unto John to be baptized of him
- GK: τοτε παραγίνεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας επί τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννη του βαπτισθήναι υπ΄ αυτού
Mark 14:43
- KJV: And immediately while he yet spake cometh Judas one of the twelve and with him a great multitude with swords and staves from the chief priests and the scribes and the elders
- GK: και ευθέως έτι αυτού λαλούντος παραγίνεται Ιούδας εις ων των δώδεκα και μετ΄ αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων παρά των αρχιερέων και των γραμματέων και των πρεσβυτέρων
Luke 7:4
- KJV: And when they came to Jesus they besought him instantly saying That he was worthy for whom he should do this
- GK: οι δε παραγενόμενοι προς τον Ιησούν παρεκάλουν αυτόν σπουδαίως λέγοντες ότι άξιός εστιν ω παρέξει τούτο
Luke 7:20
- KJV: When the men were come unto him they said John Baptist hath sent us unto thee saying Art thou he that should come or look we for another
- GK: παραγενόμενοι δε προς αυτόν οι άνδρες είπον Ιωάννης ο βαπτιστής απέσταλκεν ημάς προς σε λέγων συ ει ο ερχόμενος η άλλον προσδοκώμεν
Luke 8:19
- KJV: Then came to him mother and his brethren and could not come at him for the press
- GK: παρεγένοντο δε προς αυτόν η μήτηρ και οι αδελφοί αυτού και ουκ εδύναντο συντυχείν αυτώ διά τον όχλον
Luke 11:6
- KJV: For a friend of mine in his journey is come to me and I have nothing to set before him
- GK: επειδή φίλος μου παρεγένετο εξ οδού προς με και ουκ έχω ο παραθήσω αυτώ
Luke 12:51
- KJV: Suppose ye that I am come to give peace on earth I tell you Nay but rather division
- GK: δοκείτε ότι ειρήνην παρεγενόμην δούναι εν τη γη ουχί λέγω υμίν αλλ΄ διαμερισμόν
παράγω (depart)
[edit]Matthew 9:9
- KJV: And as Jesus passed forth from thence he saw a man named Matthew sitting at the receipt of custom and he saith unto him Follow me And he arose, and followed him
- GK: και παράγων ο εκείθεν είδεν άνθρωπον καθήμενον επί το τελώνιον Ματθαίον λεγόμενον και λεγεί αυτώ ακολούθει μοι και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ
Matthew 9:27
- KJV: And when Jesus departed thence two blind men followed him crying and saying Son of David have mercy on us
- GK: και παράγοντι εκείθεν τω Ιησού ηκολούθησαν αυτώ δύο τυφλοί κράζοντες και λέγοντες ελέησον ημάς υιέ Δαβίδ
Matthew 20:30
- KJV: And behold two blind men sitting by the way side when they heard that Jesus passed by cried out saying Have mercy on us O Lord Son of David
- GK: και ιδού δύο τυφλοί καθήμενοι παρά την οδόν ακούσαντες ότι Ιησούς παράγει έκραξαν λέγοντες ελέησον ημάς κύριε υιός Δαβίδ
Mark 2:14
- KJV: And as he passed by he saw Levi the of Alphæus sitting at the receipt of custom and said unto him Follow me And he arose and followed him
- GK: και παράγων είδε Λευϊν τον του Αλφαίου καθήμενον επί το τελώνιον και λέγει αυτώ ακολούθει μοι και αναστάς ηκολούθησεν αυτώ
Mark 15:21
- KJV: And they compel one Simon a Cyrenian who passed by coming out of the country the father of Alexander and Rufus to bear his cross
- GK: και αγγαρεύουσι παράγοντά τινα Σίμωνα Κυρηναίον ερχόμενον απ΄ αγρού τον πατέρα Αλεξάνδρου και Ρούφου ίνα άρη τον σταυρόν αυτού
John 8:59
- KJV: Then took they up stones to cast at him but Jesus hid himself and went out of the temple going through the midst of them and so passed by
- GK: ήραν ουν λίθους ίνα βάλωσιν επ΄ αυτόν Ιησούς δε εκρύβη και εξήλθεν εκ του ιερού διελθών διά μέσου αυτών και παρήγεν ούτως
John 9:1
- KJV: And as passed by he saw a man which was blind from birth
- GK: και παράγων είδεν άνθρωπον τυφλόν εκ γενετής
1 Corinthians 7:31
- KJV: And they that use this world as not abusing for the fashion of this world passeth away
- GK: και οι χρώμενοι τω κόσμω τούτω ως μη καταχρώμενοι παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου
1 John 2:8
- KJV: Again a new commandment I write unto you which thing is true in him and in you because the darkness is past and the true light now shineth
- GK: πάλιν εντολήν καινήν γράφω υμίν ο εστιν αληθές εν αυτώ και εν υμίν ότι η σκοτία παράγεται και το φως το αληθινόν ήδη φαίνει
παραδειγματίζω (make a public example)
[edit]Matthew 1:19
- KJV: Then Joseph her husband being a just and not willing to make her a publick example was minded to put her away privily
- GK: Ιωσήφ δε ο ανήρ αυτής δίκαιος ων και μη θέλων αυτήν παραδειγματίσαι εβουλήθη λάθρα απολύσαι αυτήν
Hebrews 6:6
- KJV: If they shall fall away to renew them again unto repentance seeing they crucify to themselves the Son of God afresh and put to an open shame
- GK: και παραπεσόντας πάλιν ανακαινίζειν εις μετάνοιαν ανασταυρούντας εαυτοίς τον υιόν του θεού και παραδειγματίζοντας
παράδεισος (paradise)
[edit]Luke 23:43
- KJV: And Jesus said unto him Verily I say unto thee To day shalt thou be with me in paradise
- GK: και είπεν αυτώ ο Ιησούς αμήν λέγω σοι σήμερον μετ΄ εμού έση εν τω παραδείσω
2 Corinthians 12:4
- KJV: How that he was caught up into paradise and heard unspeakable words which it is not lawful for a man to utter
- GK: ότι ηρπάγη εις τον παράδεισον και ήκουσεν άρρητα ρήματα α ουκ εξόν ανθρώπω λαλήσαι
Revelation 2:7
- KJV: He that hath an ear let him hear what the Spirit saith unto the churches To him that overcometh will I give to eat of the tree of life which is in the midst of the paradise of God
- GK: ο έχων ους ακουσάτω τι το πνεύμα λέγει ταις εκκλησίαις τω νικώντι δώσω αυτώ φαγείν εκ του ξύλου της ζωής ο εστιν εν μέσω του παραδείσου του θεού μου
παραδέχομαι (receive)
[edit]Mark 4:20
- KJV: And these are they which are sown on good ground such as hear the word and receive and bring forth fruit some thirtyfold some sixty and some an hundred
- GK: και ούτοί εισιν οι επί την γην την καλήν σπαρέντες οίτινες ακούουσι τον λόγον και παραδέχονται και καρποφορούσιν εν τριάκοντα και εν εξήκοντα και εν εκατόν
Acts 16:21
- KJV: And teach customs which are not lawful for us to receive neither to observe being Romans
- GK: και καταγγέλλουσιν έθη α ουκ έξεστιν ημίν παραδέχεσθαι ουδέ ποιείν Ρωμαίοις ούσι
Acts 22:18
- KJV: And saw him saying unto me Make haste and get thee quickly out of Jerusalem for they will not receive thy testimony concerning me
- GK: και ιδείν αυτόν λέγοντά μοι σπεύσον και έξελθε εν τάχει εξ Ιερουσαλήμ διότι ου παραδέξονταί σου την μαρτυρίαν περί εμού
1 Timothy 5:19
- KJV: Against an elder receive not an accusation but before two or three witnesses
- GK: κατά πρεσβυτέρου κατηγορίαν μη παραδέχου εκτός ει επί δύο η τριών μαρτύρων
Hebrews 12:6
- KJV: For whom the Lord loveth he chasteneth and scourgeth every son whom he receiveth
- GK: ον γαρ αγαπά κύριος παιδεύει μαστιγοί δε πάντα υιόν ον παραδέχεται
παραδιατριβή (perverse disputing)
[edit]1 Timothy 6:5
- KJV: Perverse disputings of men of corrupt minds and destitute of the truth supposing that gain is godliness from such withdraw thyself
- GK: διαπαρατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν αφίστασο από των τοιούτων
παραδίδωμι (betray)
[edit]Matthew 4:12
- KJV: Now when Jesus had heard that John was cast into prison he departed into Galilee
- GK: ακούσας δε ο Ιησούς ότι Ιωάννης παρεδόθη ανεχώρησεν εις την Γαλιλαίαν
Matthew 5:25
- KJV: Agree with thine adversary quickly whiles thou art in the way with him lest at any time the adversary deliver thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and thou be cast into prison
- GK: ίσθι ευνοών τω αντιδίκω σου ταχύ έως ότου ει εν τη οδώ μετ΄ αυτού μήποτέ σε παραδώ ο αντίδικος τω κριτή και ο κριτής σε παραδώ τω υπηρέτη και εις φυλακήν βληθήση
Matthew 10:4
- KJV: Simon the Canaanite and Judas Iscariot who also betrayed him
- GK: Σίμων ο Κανανίτης και Ιούδας Ισκαριώτης ο και παραδούς αυτόν
Matthew 10:17
- KJV: But beware of men for they will deliver you up to the councils and they will scourge you in their synagogues
- GK: προσέχετε δε από των ανθρώπων παραδώσουσιν γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς
Matthew 10:19
- KJV: But when they deliver you up take no thought how or what ye shall speak for it shall be given you in that same hour what ye shall speak
- GK: όταν δε παραδιδώσιν υμάς μη μεριμνήσητε πως η τι λαλήσητε δοθήσεται γαρ υμιν εν εκείνη τη ώρα τι λαλήσετε
Matthew 10:21
- KJV: And the brother shall deliver up the brother to death and the father the child and the children shall rise up against parents and cause them to be put to death
- GK: παραδώσει δε αδελφός αδελφόν εις θάνατον και πατήρ τέκνον και επαναστήσονται τέκνα επί γονείς και θανατώσουσιν αυτούς
Matthew 11:27
- KJV: All things are delivered unto me of my Father and no man knoweth the Son but the Father neither knoweth any man the Father save the Son and to whom soever the Son will reveal
- GK: πάντα μοι παρεδόθη υπό του πατρός μου και ουδείς επιγινώσκει τον υιόν ει ο πατήρ ουδέ τον πατέρα τις επιγινώσκει ει ο υιός και ω εάν βούληται ο υιός αποκαλύψαι
Matthew 17:22
- KJV: And while they abode in Galilee Jesus said unto them The Son of man shall be betrayed into the hands of men
- GK: αναστρεφομένων δε αυτών εν τη Γαλιλαία είπεν αυτοίς ο Ιησούς μέλλει ο υιός του ανθρώπου παραδίδοσθαι εις χείρας ανθρώπων
Matthew 18:34
- KJV: And his lord was wroth and delivered him to the tormentors till he should pay all that was due unto him
- GK: και οργισθείς ο κύριος αυτού παρέδωκεν αυτόν τοις βασανισταίς εώς ου αποδώ παν το οφειλόμενον αυτώ
παράδοξος (strange)
[edit]Luke 5:26
- KJV: And they were all amazed and they glorified God and were filled with fear saying We have seen strange things to day
- GK: και έκστασις έλαβεν άπαντας και εδόξαζον τον θεόν και επλήσθησαν φόβου λέγοντες ότι είδομεν παράδοξα σήμερον
παράδοσις (ordinance)
[edit]Matthew 15:2
- KJV: Why do thy disciples transgress the tradition of the elders for they wash not their hands when they eat bread
- GK: διατί οι μαθηταί σου παραβαίνουσιν την παράδοσιν των πρεσβυτέρων ου γαρ νίπτονται τας χείρας αυτών όταν άρτον εσθίωσιν
Matthew 15:3
- KJV: But he answered and said unto them Why do ye also transgress the commandment of God by your tradition
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς διατί και υμείς παραβαίνετε την εντολήν του θεού διά την παράδοσιν υμών
Matthew 15:6
- KJV: And honour not his father or his mother Thus have ye made the commandment of God of none effect by your tradition
- GK: και ου τιμήση τον πατέρα αυτού η την μητέρα αυτού και ηκυρώσατε την εντολήν του θεού διά την παράδοσιν υμών
Mark 7:3
- KJV: For the Pharisees and all the Jews except they wash hands oft eat not holding the tradition of the elders
- GK: οι γαρ Φαρισαίοι και πάντες οι Ιουδαίοι εάν μη πυγμή νίψωνται τας χείρας ουκ εσθίουσι κρατούντες την παράδοσιν των πρεσβυτέρων
Mark 7:5
- KJV: Then the Pharisees and scribes asked him Why walk not thy disciples according to the tradition of the elders but eat bread with unwashen hands
- GK: έπειτα επερωτώσιν αυτόν οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς διατί οι μαθηταί σου ου περιπατούσι κατά την παράδοσιν των πρεσβυτέρων αλλά ανίπτοις χερσίν εσθίουσι τον άρτον
Mark 7:8
- KJV: For laying aside the commandment of God ye hold the tradition of men the washing of pots and cups and many other such like things ye do
- GK: αφέντες γαρ την εντολήν του θεού κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων βαπτισμούς ξεστών και ποτηρίων και άλλα παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε
Mark 7:9
- KJV: And he said unto them Full well ye reject the commandment of God that ye may keep your own tradition
- GK: και έλεγεν αυτοίς καλώς αθετείτε την εντολήν του θεού ίνα την παράδοσιν υμών τηρήσητε
Mark 7:13
- KJV: Making the word of God of none effect through your tradition which ye have delivered and many such like things do
- GK: ακυρούντες τον λόγον του θεού τη παραδόσει υμών η παρεδώκατε και παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε
1 Corinthians 11:2
- KJV: Now I praise you brethren that ye remember me in all things and keep the ordinances as I delivered to you
- GK: επαινώ δε υμάς αδελφοί ότι πάντα μου μέμνησθε και καθώς παρέδωκα υμίν τας παραδόσεις κατέχετε
παραζηλόω (provoke to emulation (jealousy))
[edit]Romans 10:19
- KJV: But I say Did not Israel know First Moses saith I will provoke you to jealousy by no people by a foolish nation I will anger you
- GK: αλλά λέγω μη έγνω Ισραήλ πρώτος Μωυσής λέγει εγώ παραζηλώσω υμάς επ΄ ουκ έθνει επί έθνει ασυνέτω παροργιώ υμάς
Romans 11:11
- KJV: I say then Have they stumbled that they should fall God forbid but through their fall salvation unto the Gentiles for to provoke them to jealousy
- GK: λέγω ούν μη έπταισαν ίνα πέσωσι μη γένοιτο αλλά τω αυτών παραπτώματι η σωτηρία τοις έθνεσιν εις το παραζηλώσαι αυτούς
Romans 11:14
- KJV: If by any means I may provoke to emulation my flesh and might save some of them
- GK: είπως παραζηλώσω μου την σάρκα και σώσω τινάς εξ αυτών
1 Corinthians 10:22
- KJV: Do we provoke the Lord to jealousy are we stronger than he
- GK: η παραζηλούμεν τον κύριον μη ισχυρότεροι αυτού εσμέν
παραθαλάσσιος (upon the sea coast)
[edit]Matthew 4:13
- KJV: And leaving Nazareth he came and dwelt in Capernaum which is upon the sea coast in the borders of Zabulon and Nephthalim
- GK: και καταλιπών την Ναζαρέθ ελθών κατώκησεν εις Καπερναούμ την παραθαλασσίαν εν ορίοις Ζαβουλών και Νεφθαλείμ
παραθεωρέω (neglect)
[edit]Acts 6:1
- KJV: And in those days when the number of the disciples was multiplied there arose a murmuring of the Grecians against the Hebrews because their widows were neglected in the daily ministration
- GK: εν δε ταις ημέραις ταύταις πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους ότι παρεθεωρούντο εν τη διακονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών
παραθήκη (committed unto)
[edit]2 Timothy 1:12
- KJV: For the which I also these things nevertheless I am not ashamed for I know whom I have believed and am persuaded that he is able to keep that which I have committed against that day
- GK: δι΄ ην αιτίαν και ταύτα πάσχω αλλ΄ ουκ επαισχύνομαι οίδα γαρ ω πεπίστευκα και πέπεισμαι ότι δυνατός εστι την παρακαταθήκην μου φυλάξαι εις εκείνην την ημέραν
παραινέω (admonish)
[edit]Acts 27:9
- KJV: Now when much time was spent and when sailing was now dangerous because the fast was now already past Paul admonished
- GK: ικανού δε χρόνου διαγενομένου και όντος ήδη επισφαλούς του πλοός διά το και την νηστείαν ήδη παρεληλυθέναι παρήνει ο Παύλος
Acts 27:22
- KJV: And now I exhort you to be of good cheer for there shall be no loss of life among you but of the ship
- GK: και τανύν παραινώ υμάς ευθυμείν αποβολή γαρ ψυχής ουδεμία έσται εξ υμών πλην του πλοίου
παραιτέομαι (avoid)
[edit]Luke 14:18
- KJV: And they all with one began to make excuse The first said unto him I have bought a piece of ground and I must needs go and see it I pray thee have me excused
- GK: και ήρξαντο από μιάς παραιτείσθαι πάντες ο πρώτος είπεν αυτώ αγρόν ηγόρασα και έχω ανάγκην εξελθείν και ιδείν αυτόν ερωτώ σε έχε με παρητημένον
Luke 14:19
- KJV: And another said I have bought five yoke of oxen and I go to prove them I pray thee have me excused
- GK: και έτερος είπε ζεύγη βοών ηγόρασα πέντε και πορεύομαι δοκιμάσαι αυτά ερωτώ σε έχε με παρητημένον
Acts 25:11
- KJV: For if I be an offender or have committed any thing worthy of death I refuse not to die but if there be none of these things whereof these accuse me no man may deliver me unto them I appeal unto Cæsar
- GK: ει μεν γαρ αδικώ και άξιον θανάτου πέπραχά τι ου παραιτούμαι το αποθανείν ει δε ουδέν εστιν ων ούτοι κατηγορούσι μου ουδείς με δύναται αυτοίς χαρίσασθαι Καίσαρα επικαλούμαι
1 Timothy 4:7
- KJV: But refuse profane and old wives’ fables and exercise thyself unto godliness
- GK: τους δε βεβήλους και γραώδεις μύθους παραιτού γύμναζε δε σεαυτόν προς ευσέβειαν
1 Timothy 5:11
- KJV: But the younger widows refuse for when they have begun to wax wanton against Christ they will marry
- GK: νεωτέρας δε χήρας παραιτού όταν γαρ καταστρηνιάσωσι του χριστού γαμείν θέλουσιν
2 Timothy 2:23
- KJV: But foolish and unlearned questions avoid knowing that they do gender strifes
- GK: τας δε μωράς και απαιδεύτους ζητήσεις παραιτού ειδώς ότι γεννώσι μάχας
Titus 3:10
- KJV: A man that is an heretick after the first and second admonition reject
- GK: αιρετικόν άνθρωπον μετά μίαν και δευτέραν νουθεσίαν παραιτού
Hebrews 12:19
- KJV: And the sound of a trumpet and the voice of words which they that heard intreated that the word should not be spoken to them
- GK: και σάλπιγγος ήχω και φωνή ρημάτων ης οι ακούσαντες παρητήσαντο μη προστεθήναι αυτοίς λόγον
Hebrews 12:25
- KJV: See that ye refuse not him that speaketh For if they escaped not who refused him that spake on earth much more we if we turn away from him that from heaven
- GK: βλέπετε μη παραιτήσησθε τον λαλούντα ει γαρ εκείνοι ουκ έφυγον τον επί γης παραιτησάμενοι χρηματίζοντα πολλώ μάλλον ημείς οι τον απ΄ ουρανών αποστρεφόμενοι
παρακαθίζω (sit)
[edit]Luke 10:39
- KJV: And she had a sister called Mary which also sat at Jesus’ feet and heard his word
- GK: και τήδε ην αδελφή καλουμένη Μαρία η και παρακαθίσασα παρά τους πόδας του Ιησού ήκουε τον λόγον αυτού
παρακαλέω (beseech)
[edit]Matthew 2:18
- KJV: In Rama was there a voice heard lamentation and weeping and great mourning Rachel weeping her children and would not be comforted because they are not
- GK: φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί
Matthew 5:4
- KJV: Blessed they that mourn for they shall be comforted
- GK: μακάριοι οι πενθούντες ότι αυτοί παρακληθήσονται
Matthew 8:5
- KJV: And when Jesus was entered into Capernaum there came unto him a centurion beseeching him
- GK: εισελθόντι δε τω Ιησού εις Καπερναούμ προσήλθεν αυτώ εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν
Matthew 8:31
- KJV: So the devils besought him saying If thou cast us out suffer us to go away into the herd of swine
- GK: οι δε δαίμονες παρεκάλουν αυτόν λέγοντες ει εκβάλλεις ημάς επίτρεψον ημίν απελθείν εις την αγέλην των χοίρων
Matthew 8:34
- KJV: And behold the whole city came out to meet Jesus and when they saw him they besought that he would depart out of their coasts
- GK: και ιδού πάσα η πόλις εξήλθεν εις συνάντησιν τω Ιησού και ιδόντες αυτόν παρεκάλεσαν όπως μεταβή από των ορίων αυτών
Matthew 14:36
- KJV: And besought him that they might only touch the hem of his garment and as many as touched were made perfectly whole
- GK: και παρεκάλουν αυτόν ίνα μόνον άψωνται του κρασπέδου του ιματίου αυτού και όσοι ήψαντο διεσώθησαν
Matthew 18:29
- KJV: And his fellowservant fell down at his feet and besought him saying Have patience with me and I will pay thee all
- GK: πεσών ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων μακροθύμησον επ΄ εμοί και αποδώσω σοι
Matthew 18:32
- KJV: Then his lord after that he had called him said unto him O thou wicked servant I forgave thee all that debt because thou desiredst me
- GK: τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ δούλε πονηρέ πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκά σοι επεί παρεκάλεσάς με
Matthew 26:53
- KJV: Thinkest thou that I can not now pray to my Father and he shall presently give me more than twelve legions of angels
- GK: η δοκείς ότι ου δύναμαι άρτι παρακαλέσαι τον πατέρα μου και παραστήσει μοι πλείους η δώδεκα λεγεώνας αγγέλων
παρακαλύπτω (hide)
[edit]Luke 9:45
- KJV: But they understood not this saying and it was hid from them that they perceived it not and they feared to ask him of that saying
- GK: οι δε ηγνόουν το ρήμα τούτο και ην παρακεκαλυμμένον απ΄ αυτών ίνα μη αίσθωνται αυτό και εφοβούντο ερωτήσαι αυτόν περί του ρήματος τούτου
παρακαταθήκη (that (thing) which is committed (un-)to (trust))
[edit]1 Timothy 6:20
- KJV: O Timothy keep that which is committed to thy trust avoiding profane vain babblings and oppositions of science falsely so called
- GK: ω Τιμόθεε την παρακαταθήκην φύλαξον εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως
2 Timothy 1:14
- KJV: That good thing which was committed unto thee keep by the Holy Ghost which dwelleth in us
- GK: την καλήν παραθήκην φύλαξον διά πνεύματος αγίου του ενοικούντος εν ημίν
παράκειμαι (be present)
[edit]Romans 7:18
- KJV: For I know that in me that is in my flesh dwelleth no good thing for to will is present with me but to perform that which is good I find not
- GK: οίδα γαρ ότι ουκ οικεί εν εμοί τουτ΄ εν τη σαρκί μου αγαθόν το γαρ θέλειν παράκειταί μοι το δε κατεργάζεσθαι το καλόν ουχ ευρίσκω
Romans 7:21
- KJV: I find then a law that when I would do good evil is present with me
- GK: ευρίσκω άρα τον νόμον τω θέλοντι εμοί ποιείν το καλόν ότι εμοί το κακόν παράκειται
παράκλησις (comfort)
[edit]Luke 2:25
- KJV: And behold there was a man in Jerusalem whose name Simeon and the same man just and devout waiting for the consolation of Israel and the Holy Ghost was upon him
- GK: και ιδού ην άνθρωπος εν Ιερουσαλήμ ω όνομα Συμεών και ο άνθρωπος ούτος δίκαιος και ευλαβής προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ και πνεύμα άγιον ην επ΄ αυτόν
Luke 6:24
- KJV: But woe unto you that are rich for ye have received your consolation
- GK: πλην ουαί υμίν τοις πλουσίοις ότι απέχετε την παράκλησιν υμών
Acts 4:36
- KJV: And Joses who by the apostles was surnamed Barnabas which is being interpreted The son of consolation a Levite of the country of Cyprus
- GK: Ιωσής δε ο επικληθείς Βαρναβάς υπό των αποστόλων ο εστι μεθερμηνευόμενον υιός παρακλήσεως Λευϊτης Κύπριος τω γένει
Acts 9:31
- KJV: Then had the churches rest throughout all Judæa and Galilee and Samaria and were edified and walking in the fear of the Lord and in the comfort of the Holy Ghost were multiplied
- GK: αι μεν ούν εκκλησίαι καθ΄ όλης της Ιουδαίας και Γαλιλαίας και Σαμαρείας είχον ειρήνην οικοδομούμεναι και πορευόμεναι τω φόβω του κυρίου και τη παρακλήσει του αγίου πνεύματος επληθύνοντο
Acts 13:15
- KJV: And after the reading of the law and the prophets the rulers of the synagogue sent unto them saying men brethren if ye have any word of exhortation for the people say on
- GK: μετά δε την ανάγνωσιν του νόμου και των προφητών απέστειλαν οι αρχισυνάγωγοι προς αυτούς λέγοντες άνδρες αδελφοί ει έστι λόγος εν υμίν παρακλήσεως προς τον λαόν λέγετε
Acts 15:31
- KJV: when they had read they rejoiced for the consolation
- GK: αναγνόντες δε εχάρησαν επί τη παρακλήσει
Romans 12:8
- KJV: Or he that exhorteth on exhortation he that giveth with simplicity he that ruleth with diligence he that sheweth mercy with cheerfulness
- GK: είτε ο παρακαλών εν τη παρακλήσει ο μεταδιδούς εν απλότητι ο προϊστάμενος εν σπουδή ο ελεών εν ιλαρότητι
Romans 15:4
- KJV: For whatsoever things were written aforetime were written for our learning that we through patience and comfort of the scriptures might have hope
- GK: όσα γαρ προεγράφη εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη ίνα διά της υπομονής και διά της παρακλήσεως των γραφών την ελπίδα έχωμεν
Romans 15:5
- KJV: Now the God of patience and consolation grant you to be likeminded one toward another according to Christ Jesus
- GK: ο δε θεός της υπομονής και της παρακλήσεως δώη υμίν το αυτό φρονείν εν αλλήλοις κατά χριστόν Ιησούν
παράκλητος (advocate)
[edit]John 14:16
- KJV: And I will pray the Father and he shall give you another Comforter that he may abide with you for ever
- GK: και εγώ ερωτήσω τον πατέρα και άλλον παράκλητον δώσει υμίν ίνα μένη μεθ΄ υμών εις τον αιώνα
John 14:26
- KJV: But the Comforter the Holy Ghost whom the Father will send in my name he shall teach you all things and bring all things to your remembrance whatsoever I have said unto you
- GK: ο δε παράκλητος το πνεύμα το άγιον ο πέμψει ο πατήρ εν τω ονόματί μου εκείνος υμάς διδάξει πάντα και υπομνήσει υμάς πάντα α είπον υμίν
John 15:26
- KJV: But when the Comforter is come whom I will send unto you from the Father the Spirit of truth which proceedeth from the Father he shall testify of me
- GK: όταν δε έλθη ο παράκλητος ον εγώ πέμψω υμίν παρά του πατρός το πνεύμα της αληθείας ο παρά του πατρός εκπορεύεται εκείνος μαρτυρήσει περί εμού
John 16:7
- KJV: Nevertheless I tell you the truth It is expedient for you that I go away for if I go not away the Comforter will not come unto you but if I depart I will send him unto you
- GK: αλλ΄ εγώ την αλήθειαν λέγω υμίν συμφέρει υμίν ίνα εγώ απέλθω εάν γαρ εγώ μη απέλθω ο παράκλητος ουκ ελεύσεται προς υμάς εάν δε πορευθώ πέμψω αυτόν προς υμάς
1 John 2:1
- KJV: My little children these things write I unto you that ye sin not And if any man sin we have an advocate with the Father Jesus Christ the righteous
- GK: τεκνία μου ταύτα γράφω υμίν ίνα μη αμάρτητε και εάν τις αμάρτη παράκλητον έχομεν προς τον πατέρα Ιησούν χριστόν δίκαιον
παρακοή (disobedience)
[edit]Romans 5:19
- KJV: For as by one man’s disobedience many were made sinners so by the obedience of one shall many be made righteous
- GK: ώσπερ γαρ διά της παρακοής του ενός ανθρώπου αμαρτωλοί κατεστάθησαν οι πολλοί ούτω και διά της υπακοής του ενός δίκαιοι κατασταθήσονται οι πολλοί
2 Corinthians 10:6
- KJV: And having in a readiness to revenge all disobedience when your obedience is fulfilled
- GK: και εν ετοίμω έχοντες εκδικήσαι πάσαν παρακοήν όταν πληρωθή υμών η υπακοή
Hebrews 2:2
- KJV: For if the word spoken by angels was stedfast and every transgression and disobedience received a just recompence of reward
- GK: ει γαρ ο δι΄ αγγέλων λαληθείς λόγος εγένετο βέβαιος και πάσα παράβασις και παρακοή έλαβεν ένδικον μισθαποδοσίαν
παρακολουθέω (attain)
[edit]Mark 16:17
- KJV: And these signs shall follow them that believe In my name shall they cast out devils they shall speak with new tongues
- GK: σημεία δε τοις πιστεύσασι ταύτα παρακολουθήσει εν τω ονόματί μου δαιμόνια εκβαλούσι γλώσσαις λαλήσουσι καιναίς
Luke 1:3
- KJV: It seemed good to me also having had perfect understanding of all things from the very first to write unto thee in order most excellent Theophilus
- GK: έδοξε κάμοι παρηκολουθηκότι άνωθεν πάσιν ακριβώς καθεξής σοι γράψαι κράτιστε Θεόφιλε
1 Timothy 4:6
- KJV: If thou put the brethren in remembrance of these things thou shalt be a good minister of Jesus Christ nourished up in the words of faith and of good doctrine whereunto thou hast attained
- GK: ταύτα υποτιθέμενος τοις αδελφοίς καλός έση διάκονος Ιησού χριστού εντρεφόμενος τοις λόγοις της πίστεως και της καλής διδασκαλίας η παρηκολούθηκας
2 Timothy 3:10
- KJV: But thou hast fully known my doctrine manner of life purpose faith longsuffering charity patience
- GK: συ δε παρηκολούθηκάς μου τη διδασκαλία τη αγωγή τη προθέσει τη πίστει τη μακροθυμία τη αγάπη τη υπομονή
παρακούω (neglect to hear)
[edit]Matthew 18:17
- KJV: And if he shall neglect to hear them tell unto the church but if he neglect to hear the church let him be unto thee as an heathen man and a publican
- GK: εάν δε παρακούση αυτών ειπέ τη εκκλησία εάν δε και της εκκλησίας παρακούση έστω σοι ώσπερ ο εθνικός και ο τελώνης
παρακύπτω (look (into))
[edit]Luke 24:12
- KJV: Then arose Peter and ran unto the sepulchre and stooping down he beheld the linen clothes laid by themselves and departed wondering in himself at that which was come to pass
- GK: ο δε Πέτρος αναστάς έδραμεν επί το μνημείον και παρακύψας βλέπει τα οθόνια κείμενα μόνα και απήλθε προς εαυτόν θαυμάζων το γεγονός
John 20:5
- KJV: And he stooping down saw the linen clothes lying yet went he not in
- GK: και παρακύψας βλέπει κείμενα τα οθόνια ου μέντοι εισήλθεν
John 20:11
- KJV: But Mary stood without at the sepulchre weeping and as she wept she stooped down into the sepulchre
- GK: Μαρία δε ειστήκει προς το μνημείον κλαίουσα έξω ως ούν έκλαιε παρέκυψεν εις το μνημείον
James 1:25
- KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
- GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται
1 Peter 1:12
- KJV: Unto whom it was revealed that not unto themselves but unto us they did minister the things which are now reported unto you by them that have preached the gospel unto you with the Holy Ghost sent down from heaven which things the angels desire to look into
- GK: οις απεκαλύφθη ότι ουχ εαυτοίς ημίν δε διηκόνουν αυτά α νυν ανηγγέλη υμίν διά των ευαγγελισαμένων υμάς εν πνεύματι αγίω αποσταλέντι απ΄ ουρανού εις α επιθυμούσιν άγγελοι παρακύψαι
παραλαμβάνω (receive)
[edit]Matthew 1:20
- KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
- GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου
Matthew 1:24
- KJV: Then Joseph being raised from sleep did as the angel of the Lord had bidden him and took unto him his wife
- GK: διεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα
Matthew 2:13
- KJV: And when they were departed behold the angel of the Lord appeareth to Joseph in a dream saying Arise and take the young child and his mother and flee into Egypt and be thou there until I bring thee word for Herod will seek the young child to destroy him
- GK: αναχωρησάντων δε αυτών ιδού άγγελος κυρίου φαίνεται κατ΄ όναρ τω Ιωσήφ λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και φεύγε εις Αίγυπτον και ίσθι εκεί έως αν είπω σοι μέλλει γαρ Ηρώδης ζητείν το παιδίον του απολέσαι αυτό
Matthew 2:14
- KJV: When he arose he took the young child and his mother by night and departed into Egypt
- GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού νυκτός και ανεχώρησεν εις Αίγυπτον
Matthew 2:20
- KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
- GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου
Matthew 2:21
- KJV: And he arose and took the young child and his mother and came into the land of Israel
- GK: ο δε εγερθείς παρέλαβεν το παιδίον και την μητέρα αυτού και ήλθεν εις γην Ισραήλ
Matthew 4:5
- KJV: Then the devil taketh him up into the holy city and setteth him on a pinnacle of the temple
- GK: τότε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις την αγίαν πόλιν και ίστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού
Matthew 4:8
- KJV: Again the devil taketh him up into an exceeding high mountain and sheweth him all the kingdoms of the world and the glory of them
- GK: πάλιν παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις όρος υψηλόν λίαν και δείκνυσιν αυτώ πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών
Matthew 12:45
- KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
- GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά
παραλέγομαι (pass)
[edit]Acts 27:8
- KJV: And hardly passing it came unto a place which is called The fair havens nigh whereunto was the city Lasea
- GK: μόλις τε παραλεγόμενοι αυτήν ήλθομεν εις τόπον τινά καλούμενον Καλούς Λιμένας ω εγγύς ην πόλις Λασαία
Acts 27:13
- KJV: And when the south wind blew softly supposing that they had obtained purpose loosing they sailed close by Crete
- GK: υποπνεύσαντος δε νότου δόξαντες της προθέσεως κεκρατηκέναι άραντες άσσον παρελέγοντο την Κρήτην
παράλιος (sea coast)
[edit]Luke 6:17
- KJV: And he came down with them and stood in the plain and the company of his disciples and a great multitude of people out of all Judæa and Jerusalem and from the sea coast of Tyre and Sidon which came to hear him and to be healed of their diseases
- GK: και καταβάς μετ΄ αυτών έστη επί τόπου πεδινού και όχλος μαθητών αυτού και πλήθος πολύ του λαού από πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος οι ήλθον ακούσαι αυτού και ιαθήναι από των νόσων αυτών
παραλλαγή (variableness)
[edit]James 1:17
- KJV: Every good gift and every perfect gift is from above and cometh down from the Father of lights with whom is no variableness neither shadow of turning
- GK: πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον άνωθέν εστι καταβαίνον από του πατρός των φώτων παρ΄ ω ουκ ένι παραλλαγή η τροπής αποσκίασμα
παραλογίζομαι (beguile)
[edit]Colossians 2:4
- KJV: And this I say lest any man should beguile you with enticing words
- GK: τούτο δε λέγω ίνα μη τις υμάς παραλογίζηται εν πιθανολογία
James 1:22
- KJV: But be ye doers of the word and not hearers only deceiving your own selves
- GK: γίνεσθε δε ποιηταί λόγου και μη μόνον ακροαταί παραλογιζόμενοι εαυτούς
παραλυτικός (that had (sick of) the palsy)
[edit]Matthew 4:24
- KJV: And his fame went throughout all Syria and they brought unto him all sick people that were taken with divers diseases and torments and those which were possessed with devils and those which were lunatick and those that had the palsy and he healed them
- GK: και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς
Matthew 8:6
- KJV: And saying Lord my servant lieth at home sick of the palsy grievously tormented
- GK: και λέγων κύριε ο παις μου βέβληται εν τη οικία παραλυτικός δεινώς βασανιζόμενος
Matthew 9:2
- KJV: And behold they brought to him a man sick of the palsy lying on a bed and Jesus seeing their faith said unto the sick of the palsy Son be of good cheer thy sins be forgiven thee
- GK: και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
Matthew 9:6
- KJV: But that ye may know that the Son of man hath power on earth to forgive sins then saith he to the sick of the palsy Arise take up thy bed and go unto thine house
- GK: ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας τότε λέγει τω παραλυτικώ εγερθείς άρόν σου την κλίνην και ύπαγε εις τον οίκόν σου
Mark 2:3
- KJV: And they come unto him bringing one sick of the palsy which was borne of four
- GK: και έρχονται προς αυτόν παραλυτικόν φέροντες αιρόμενον υπό τεσσάρων
Mark 2:4
- KJV: And when they could not come nigh unto him for the press they uncovered the roof where he was and when they had broken up they let down the bed wherein the sick of the palsy lay
- GK: και μη δυνάμενοι προσεγγίσαι αυτώ διά τον όχλον απεστέγασαν την στέγην όπου ην και εξορύξαντες χαλώσι τον κράββατον εφ΄ ω ο παραλυτικός κατέκειτο
Mark 2:5
- KJV: When Jesus saw their faith he said unto the sick of the palsy Son thy sins be forgiven thee
- GK: ιδών δε ο Ιησούς την πίστιν αυτών λέγει τω παραλυτικώ τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
Mark 2:9
- KJV: Whether is it easier to say to the sick of the palsy sins be forgiven thee or to say Arise and take up thy bed and walk
- GK: τι εστιν ευκοπώτερον ειπείν τω παραλυτικώ αφέωνταί σου αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και άρόν σου τον κράββατον και περιπάτει
Mark 2:10
- KJV: But that ye may know that the Son of man hath power on earth to forgive sins he saith to the sick of the palsy
- GK: ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου αφιέναι επί της γης αμαρτίας λέγει τω παραλυτικώ
παραλύω (feeble)
[edit]Luke 5:18
- KJV: And behold men brought in a bed a man which was taken with a palsy and they sought to bring him in and to lay before him
- GK: και ιδού άνδρες φέροντες επί κλίνης άνθρωπον ος ην παραλελυμένος και εζήτουν αυτόν εισενεγκείν και θείναι ενώπιον αυτού
Luke 5:24
- KJV: But that ye may know that the Son of man hath power upon earth to forgive sins he said unto the sick of the palsy I say unto thee Arise and take up thy couch and go into thine house
- GK: ίνα δε ειδήτε ότι εξουσίαν έχει ο υιός του ανθρώπου επί της γης αφιέναι αμαρτίας είπε τω παραλελυμένω σοι λέγω έγειραι και άρας το κλινίδιόν σου πορεύου εις τον οίκόν σου
Acts 8:7
- KJV: For unclean spirits crying with loud voice came out of many that were possessed and many taken with palsies and that were lame were healed
- GK: πολλών γαρ των εχόντων πνεύματα ακάθαρτα βοώντα φωνή μεγάλη εξήρχετο πολλοί δε παραλελυμένοι και χωλοί εθεραπεύθησαν
Acts 9:33
- KJV: And there he found a certain man named Æneas which had kept his bed eight years and was sick of the palsy
- GK: εύρε δε εκεί άνθρωπόν τινα Αινέαν ονόματι εξ ετών οκτώ κατακείμενον επί κραββάτω ος ην παραλελυμένος
Hebrews 12:12
- KJV: Wherefore lift up the hands which hang down and the feeble knees
- GK: διό τας παρειμένας χείρας και τα παραλελυμένα γόνατα ανορθώσατε
παραμένω (abide)
[edit]1 Corinthians 16:6
- KJV: And it may be that I will abide yea and winter with you that ye may bring me on my journey whithersoever I go
- GK: προς υμάς δε τυχόν παραμενώ η και παραχειμάσω ίνα υμείς με προπέμψητε ου εάν πορεύωμαι
Hebrews 7:23
- KJV: And they truly were many priests because they were not suffered to continue by reason of death
- GK: και οι μεν πλείονές εισι γεγονότες ιερείς διά το θανάτω κωλύεσθαι παραμένειν
James 1:25
- KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
- GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται
παραμυθέομαι (comfort)
[edit]John 11:19
- KJV: And many of the Jews came to Martha and Mary to comfort them concerning their brother
- GK: και πολλοί εκ των Ιουδαίων εληλύθεισαν προς τας περί Μάρθαν και Μαρίαν ίνα παραμυθήσωνται αυτάς περί του αδελφού αυτών
John 11:31
- KJV: The Jews then which were with her in the house and comforted her when they saw Mary that she rose up hastily and went out followed her saying She goeth unto the grave to weep there
- GK: οι ουν Ιουδαίοι οι όντες μετ΄ αυτής εν τη οικία και παραμυθούμενοι αυτήν ιδόντες την Μαρίαν ότι ταχέως ανέστη και εξήλθεν ηκολούθησαν αυτή λέγοντες ότι υπάγει εις το μνημείον ίνα κλαύση εκεί
1 Thessalonians 2:11
- KJV: As ye know how we exhorted and comforted and charged every one of you as a father his children
- GK: καθάπερ οίδατε ως ένα έκαστον υμών ως πατήρ τέκνα εαυτού παρακαλούντες υμάς και παραμυθούμενοι
1 Thessalonians 5:14
- KJV: Now we exhort you brethren warn them that are unruly comfort the feebleminded support the weak be patient toward all
- GK: παρακαλούμεν δε υμάς αδελφοί νουθετείτε τους ατάκτους παραμυθείσθε τους ολιγοψύχους αντέχεσθε των ασθενών μακροθυμείτε προς πάντας
παραμυθία (comfort)
[edit]1 Corinthians 14:3
- KJV: But he that prophesieth speaketh unto men edification and exhortation and comfort
- GK: ο δε προφητεύων ανθρώποις λαλεί οικοδομήν και παράκλησιν και παραμυθίαν
παραμύθιον (comfort)
[edit]Philippians 2:1
- KJV: If therefore any consolation in Christ if any comfort of love if any fellowship of the Spirit if any bowels and mercies
- GK: ει τις ουν παράκλησις εν χριστώ ει παραμύθιον αγάπης ει κοινωνία πνεύματος ει σπλάγχνα και οικτιρμοί
παρανομέω (contrary to law)
[edit]Acts 23:3
- KJV: Then said Paul unto him God shall smite thee whited wall for sittest thou to judge me after the law and commandest me to be smitten contrary to the law
- GK: τότε ο Παύλος προς αυτόν είπε τύπτειν σε μέλλει ο θεός τοίχε κεκονιαμένε και συ κάθη κρίνων με κατά τον νόμον και παρανομών κελεύεις με τύπτεσθαι
παρανομία (iniquity)
[edit]2 Peter 2:16
- KJV: But was rebuked for his iniquity the dumb ass speaking with man’s voice forbad the madness of the prophet
- GK: έλεγξιν δε έσχεν ιδίας παρανομίας υποζύγιον άφωνον εν ανθρώπου φωνή φθεγξάμενον εκώλυσε την του προφήτου παραφρονίαν
παραπικραίνω (provoke)
[edit]Hebrews 3:16
- KJV: For some when they had heard did provoke howbeit not all that came out of Egypt by Moses
- GK: τινές γαρ ακούσαντες παρεπίκραναν αλλ΄ ου πάντες οι εξελθόντες εξ Αιγύπτου διά Μωσέως
παραπικρασμός (provocation)
[edit]Hebrews 3:8
- KJV: Harden not your hearts as in the provocation in the day of temptation in the wilderness
- GK: μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ κατά την ημέραν του πειρασμόυ εν τη ερήμω
Hebrews 3:15
- KJV: While it is said To day if ye will hear his voice harden not your hearts as in the provocation
- GK: εν τω λέγεσθαι σήμερον εάν της φωνής αυτού ακούσητε μη σκληρύνητε τας καρδίας υμών ως εν τω παραπικρασμώ
παραπίπτω (fall away)
[edit]Hebrews 6:6
- KJV: If they shall fall away to renew them again unto repentance seeing they crucify to themselves the Son of God afresh and put to an open shame
- GK: και παραπεσόντας πάλιν ανακαινίζειν εις μετάνοιαν ανασταυρούντας εαυτοίς τον υιόν του θεού και παραδειγματίζοντας
παραπλέω (sail by)
[edit]Acts 20:16
- KJV: For Paul had determined to sail by Ephesus because he would not spend the time in Asia for he hasted if it were possible for him to be at Jerusalem the day of Pentecost
- GK: έκρινε γαρ ο Παύλος παραπλεύσαι την Έφεσον όπως μη γένηται αυτώ χρονοτριβήσαι εν τη Ασία έσπευδε γαρ ει δυνατόν ην αυτώ την ημέραν της πεντηκοστής γενέσθαι εις Ιεροσόλυμα
παραπλήσιον (nigh unto)
[edit]Philippians 2:27
- KJV: For indeed he was sick nigh unto death but God had mercy on him and not on him only but on me also lest I should have sorrow upon sorrow
- GK: και γαρ ησθένησε παραπλήσιον θανάτω αλλ΄ ο θεός αυτόν ηλέησεν ουκ αυτόν δε μόνον αλλά και εμέ ίνα μη λύπην επί λύπην σχώ
παραπλησίωσ (likewise)
[edit]Hebrews 2:14
- KJV: Forasmuch then as the children are partakers of flesh and blood he also himself likewise took part of the same that through death he might destroy him that had the power of death that is the devil
- GK: επεί ούν τα παιδία κεκοινώνηκε σαρκός και αίματος και αυτός παραπλησίως μετέσχε των αυτών ίνα διά του θανάτου καταργήση τον το κράτος έχοντα του θανάτου τουτ΄ τον διάβολον
παραπορεύομαι (go)
[edit]Matthew 27:39
- KJV: And they that passed by reviled him wagging their heads
- GK: οι δε παραπορευόμενοι εβλασφήμουν αυτόν κινούντες τας κεφαλάς αυτών
Mark 2:23
- KJV: And it came to pass that he went through the corn fields on the sabbath day and his disciples began as they went to pluck the ears of corn
- GK: και εγένετο παραπορεύεσθαι αυτόν εν τοις σάββασιν διά των σπορίμων και ήρξαντο οι μαθηταί αυτού οδόν ποιείν τίλλοντες τους στάχυας
Mark 9:30
- KJV: And they departed thence and passed through Galilee and he would not that any man should know
- GK: και εκείθεν εξελθόντες παρεπορεύοντο διά της Γαλιλαίας και ουκ ήθελεν ίνα τις γνώ
Mark 11:20
- KJV: And in the morning as they passed by they saw the fig tree dried up from the roots
- GK: και πρωϊ παραπορευόμενοι είδον την συκήν εξηραμμένην εκ ριζών
Mark 15:29
- KJV: And they that passed by railed on him wagging their heads and saying Ah thou that destroyest the temple and buildest in three days
- GK: και οι παραπορευόμενοι εβλασφήμουν αυτόν κινούντες τας κεφαλάς αυτών και λέγοντες ουά ο καταλύων τον ναόν και εν τρισίν ημέραις οικοδομών
παράπτωμα (fall)
[edit]Matthew 6:14
- KJV: For if ye forgive men their trespasses your heavenly Father will also forgive you
- GK: εάν γαρ αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών αφήσει και υμίν ο πατήρ υμών ο ουράνιος
Matthew 6:15
- KJV: But if ye forgive not men their trespasses neither will your Father forgive your trespasses
- GK: εάν δε μη αφήτε τοις ανθρώποις τα παραπτώματα αυτών ουδέ ο πατήρ υμών ο ουράνιος αφήσει τα παραπτώματα υμών
Matthew 18:35
- KJV: So likewise shall my heavenly Father do also unto you if ye from your hearts forgive not every one his brother their trespasses
- GK: ούτως και ο πατήρ μου ο επουρανίος ποιήσει υμίν εάν μη αφήτε έκαστος τω αδελφώ αυτού από των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυτών
Mark 11:25
- KJV: And when ye stand praying forgive if ye have ought against any that your Father also which is in heaven may forgive you your trespasses
- GK: και όταν στήκητε προσευχόμενοι αφίετε ει τι έχετε κατά τινος ίνα και ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς αφή υμίν τα παραπτώματα υμών
Mark 11:26
- KJV: But if ye do not forgive neither will your Father which is in heaven forgive your trespasses
- GK: ει δε υμείς ουκ αφίετε ουδέ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς αφήσει τα παραπτώματα υμών
Romans 4:25
- KJV: Who was delivered for our offences and was raised again for our justification
- GK: ος παρεδόθη διά τα παραπτώματα ημών και ηγέρθη διά την δικαίωσιν ημών
Romans 5:15
- KJV: But not as the offence so also the free gift For if through the offence of one many be dead much more the grace of God and the gift by grace by one man Jesus Christ hath abounded unto many
- GK: αλλ΄ ουχ ως το παράπτωμα ούτως και το χάρισμα ει γαρ τω του ενός παραπτώματι οι πολλοί απέθανον πολλώ μάλλον η χάρις του θεού και η δωρεά εν χάριτι τη του ενός ανθρώπου Ιησού χριστού εις τους πολλούς επερίσσευσε
Romans 5:16
- KJV: And not as by one that sinned the gift for the judgment by one to condemnation but the free gift of many offences unto justification
- GK: και ουχ ως δι΄ ενός αμαρτήσαντος το δώρημα το μεν γαρ κρίμα εξ ενός εις κατάκριμα το δε χάρισμα εκ πολλών παραπτωμάτων εις δικαίωμα
Romans 5:17
- KJV: For if by one man’s offence death reigned by one much more they which receive abundance of grace and of the gift of righteousness shall reign in life by one Jesus Christ
- GK: ει γαρ τω του ενός παραπτώματι ο θάνατος εβασίλευσε διά του ενός πολλώ μάλλον οι την περισσείαν της χάριτος και της δωρεάς της δικαιοσύνης λαμβάνοντες εν ζωή βασιλεύσουσι διά του ενός Ιησού χριστού
παραρρέω (let slip)
[edit]Hebrews 2:1
- KJV: Therefore we ought to give the more earnest heed to the things which we have heard lest at any time we should let slip
- GK: διά τούτο δει περισσοτέρως ημάς προσέχειν τοις ακουσθείσι μηποτέ παραρρυώμεν
παράσημος (sign)
[edit]Acts 28:11
- KJV: And after three months we departed in a ship of Alexandria which had wintered in the isle whose sign was Castor and Pollux
- GK: μετά δε τρεις μήνας ανήχθημεν εν πλοίω παρακεχειμακότι εν τη νήσω Αλεξανδρινώ παρασήμω Διοσκούροις
παρασκευάζω (prepare self)
[edit]Acts 10:10
- KJV: And he became very hungry and would have eaten but while they made ready he fell into a trance
- GK: εγένετο δε πρόσπεινος και ήθελε γεύσασθαι παρασκευαζόντων δε εκείνων επέπεσεν επ΄ αυτόν έκστασις
1 Corinthians 14:8
- KJV: For if the trumpet give an uncertain sound who shall prepare himself to the battle
- GK: και γαρ εάν άδηλον φωνήν σάλπιγξ δω τις παρασκευάσεται εις πόλεμον
2 Corinthians 9:2
- KJV: For I know the forwardness of your mind for which I boast of you to them of Macedonia that Achaia was ready a year ago and your zeal hath provoked very many
- GK: οίδα γαρ την προθυμίαν υμών ην υπέρ υμών καυχώμαι Μακεδόσιν ότι Αχαϊα παρεσκεύασται από πέρυσι και ο εξ υμών ζήλος ηρέθισε τους πλείονας
2 Corinthians 9:3
- KJV: Yet have I sent the brethren lest our boasting of you should be in vain in this behalf that as I said ye may be ready
- GK: έπεμψα δε τους αδελφούς ίνα μη το καύχημα ημών το υπέρ υμών κενωθή εν τω μέρει τούτω ίνα καθώς έλεγον παρεσκευασμένοι ήτε
παρασκευή (preparation)
[edit]Matthew 27:62
- KJV: Now the next day that followed the day of the preparation the chief priests and Pharisees came together unto Pilate
- GK: τη δε επαύριον ήτις εστί μετά την παρασκευήν συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς Πιλάτον
Mark 15:42
- KJV: And now when the even was come because it was the preparation that is the day before the sabbath
- GK: και ήδη οψίας γενομένης επεί ην παρασκευή ο εστι προσάββατον
Luke 23:54
- KJV: And that day was the preparation and the sabbath drew on
- GK: και ημέρα ην παρασκευή και σάββατον επέφωσκε
John 19:14
- KJV: And it was the preparation of the passover and about the sixth hour and he saith unto the Jews Behold your King
- GK: ην δε παρασκευή του πάσχα ώρα δε ωσεί έκτη και λέγει τοις Ιουδαίοις ίδε ο βασιλεύς υμών
John 19:31
- KJV: The Jews therefore because it was the preparation that the bodies should not remain upon the cross on the sabbath day for that sabbath day was an high day besought Pilate that their legs might be broken and they might be taken away
- GK: οι ουν Ιουδαίοι ίνα μη μείνη επί του σταυρού τα σώματα εν τω σαββάτω επεί παρασκευή ην ην γαρ μεγάλη η ημέρα εκείνου του σαββάτου ηρώτησαν τον Πιλάτον ίνα κατεαγώσιν αυτών τα σκέλη και αρθώσιν
John 19:42
- KJV: There laid they Jesus therefore because of the Jews’ preparation for the sepulchre was nigh at hand
- GK: εκεί ούν διά την παρασκευήν των Ιουδαίων ότι εγγύς ην το μνημείον έθηκαν τον Ιησούν
παρατείνω (continue)
[edit]Acts 20:7
- KJV: And upon the first of the week when the disciples came together to break bread Paul preached unto them ready to depart the morrow and continued his speech until midnight
- GK: εν δε τη μιά των σαββάτων συνηγμένων των μαθητών κλάσαι άρτον ο Παύλος διελέγετο αυτοίς μέλλων εξιέναι τη επαύριον παρέτεινέ τε τον λόγον μέχρι μεσονυκτίου
παρατηρέω (observe)
[edit]Mark 3:2
- KJV: And they watched him whether he would heal him on the sabbath day that they might accuse him
- GK: και παρετήρουν αυτόν ει τοις σάββασι θεραπεύσει αυτόν ίνα κατηγορήσωσιν αυτού
Luke 6:7
- KJV: And the scribes and Pharisees watched him whether he would heal on the sabbath day that they might find an accusation against him
- GK: παρετήρουν δε αυτόν οι γραμματείς και οι Φαραισαίοι ει εν τω σαββάτω θεραπεύσει αυτόν ίνα εύρωσι κατηγορίαν αυτού
Luke 14:1
- KJV: And it came to pass as he went into the house of one of the chief Pharisees to eat bread on the sabbath day that they watched him
- GK: και εγένετο εν τω έλθειν αυτόν εις οίκόν τινος των αρχόντων των Φαρισαίων σαββάτω φαγείν άρτον και αυτοί ήσαν παρατηρούμενοι αυτόν
Luke 20:20
- KJV: And they watched and sent forth spies which should feign themselves just men that they might take hold of his words that so they might deliver him unto the power and authority of the governor
- GK: και παρατηρήσαντες απέστειλαν εγκαθέτους υποκρινομένους εαυτούς δικαίους είναι ίνα επιλάβωνται αυτού λόγου εις το παραδούναι αυτόν τη αρχή και τη εξουσία του ηγεμόνος
Acts 9:24
- KJV: But their laying await was known of Saul And they watched the gates day and night to kill him
- GK: εγνώσθη δε τω Σαύλω η επιβουλή αυτών παρετήρουν τε τας πύλας ημέρας τε και νυκτός όπως αυτόν ανέλωσι
Galatians 4:10
- KJV: Ye observe days and months and times and years
- GK: ημέρας παρατηρείσθε και μήνας και καιρούς και ενιαυτούς
παρατήρησις (obervation)
[edit]Luke 17:20
- KJV: And when he was demanded of the Pharisees when the kingdom of God should come he answered them and said The kingdom of God cometh not with observation
- GK: επερωτηθείς δε υπό των Φαρισαίων πότε έρχεται η βασιλεία του θεού απεκρίθη αυτοίς και είπεν ουκ έρχεται η βασιλεία του θεού μετά παρατηρήσεως
παρατίθημι (allege)
[edit]Matthew 13:24
- KJV: Another parable put he forth unto them saying The kingdom of heaven is likened unto a man which sowed good seed in his field
- GK: άλλην παραβολήν παρέθηκεν αυτοίς λέγων ωμοιώθη η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω σπείροντι καλόν σπέρμα εν τω αγρώ αυτού
Matthew 13:31
- KJV: Another parable put he forth unto them saying The kingdom of heaven is like to a grain of mustard seed which a man took and sowed in his field
- GK: άλλην παραβολήν παρέθηκεν αυτοίς λέγων ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών κόκκω σινάπεως ον λαβών άνθρωπος έσπειρεν εν τω αγρώ αυτού
Mark 6:41
- KJV: And when he had taken the five loaves and the two fishes he looked up to heaven and blessed and brake the loaves and gave to his disciples to set before them and the two fishes divided he among them all
- GK: και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κατέκλασεν τους άρτους και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσιν αυτοίς και τους δύο ιχθύας εμέρισε πάσι
Mark 8:6
- KJV: And he commanded the people to sit down on the ground and he took the seven loaves and gave thanks and brake and gave to his disciples to set before and they did set before the people
- GK: και παρήγγειλεν τω όχλω αναπεσείν επί της γης και λαβών τους επτά άρτους ευχαριστήσας έκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσι και παρέθηκαν τω όχλω
Mark 8:7
- KJV: And they had a few small fishes and he blessed and commanded to set them also before
- GK: και είχον ιχθύδια ολίγα και ευλογήσας είπε παραθείναι και αυτά
Luke 9:16
- KJV: Then he took the five loaves and the two fishes and looking up to heaven he blessed them and brake and gave to the disciples to set before the multitude
- GK: λαβών δε τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησεν αυτούς και κατέκλασε και εδίδου τοις μαθηταίς παρατιθέναι τω όχλω
Luke 10:8
- KJV: And into whatsoever city ye enter and they receive you eat such things as are set before you
- GK: και εις δ΄ ην αν πόλιν εισέρχησθε και δέχωνται υμάς εσθίετε τα παρατιθέμενα υμίν
Luke 11:6
- KJV: For a friend of mine in his journey is come to me and I have nothing to set before him
- GK: επειδή φίλος μου παρεγένετο εξ οδού προς με και ουκ έχω ο παραθήσω αυτώ
Luke 12:48
- KJV: But he that knew not and did commit things worthy of stripes shall be beaten with few For unto whomsoever much is given of him shall be much required and to whom men have committed much of him they will ask the more
- GK: ο δε μη γνούς ποιήσας δε άξια πληγών δαρήσεται ολίγας παντί δε ω εδόθη πολύ πολύ ζητηθήσεται παρ΄ αυτού και ω παρέθεντο πολύ περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν
παρατυγχάνω (meet with)
[edit]Acts 17:17
- KJV: Therefore disputed he in the synagogue with the Jews and with the devout persons and in the market daily with them that met with him
- GK: διελέγετο μεν ούν εν τη συναγωγή τοις Ιουδαίοις και τοις σεβομένοις και εν τη αγορά κατά πάσαν ημέραν προς τους παρατυγχάνοντας
παραυτίκα (but for a moment)
[edit]2 Corinthians 4:17
- KJV: For our light affliction which is but for a moment worketh for us a far more exceeding eternal weight of glory
- GK: το γαρ παραυτίκα ελαφρόν της θλίψεως ημών καθ΄ υπερβολήν εις υπερβολήν αιώνιον βάρος δόξης κατεργάζεται ημίν
παραφέρω (remove)
[edit]Mark 14:36
- KJV: And he said Abba Father all things possible unto thee take away this cup from me nevertheless not what I will but what thou wilt
- GK: και έλεγεν Αββά ο πατήρ πάντα δυνατά σοι παρένεγκε το ποτήριον απ΄ εμού τούτο αλλ΄ ου τι εγώ θέλω αλλά τι συ
Luke 22:42
- KJV: Saying Father if thou be willing remove this cup from me nevertheless not my will but thine be done
- GK: λέγων πάτερ ει βούλει παρενεγκείν το ποτήριον τούτο απ΄ εμού πλήν μη το θέλημά μου αλλά το σον γινέσθω
παραφρονέω (as a fool)
[edit]2 Corinthians 11:23
- KJV: Are they ministers of Christ I speak as a fool I more in labours more abundant in stripes above measure in prisons more frequent in deaths oft
- GK: διάκονοι χριστού εισι παραφρονών λαλώ υπέρ εγώ εν κόποις περισσοτέρως εν πληγαίς υπερβαλλόντως εν φυλακαίς περισσοτέρως εν θανάτοις πολλάκις
παραφρονία (madness)
[edit]2 Peter 2:16
- KJV: But was rebuked for his iniquity the dumb ass speaking with man’s voice forbad the madness of the prophet
- GK: έλεγξιν δε έσχεν ιδίας παρανομίας υποζύγιον άφωνον εν ανθρώπου φωνή φθεγξάμενον εκώλυσε την του προφήτου παραφρονίαν
παραχειμάζω (winter)
[edit]Acts 27:12
- KJV: And because the haven was not commodious to winter in the more part advised to depart thence also if by any means they might attain to Phenice to winter an haven of Crete and lieth toward the south west and north west
- GK: ανευθέτου δε του λιμένος υπάρχοντος προς παραχειμασίαν οι πλείους έθεντο βουλήν αναχθήναι κακείθεν ει δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι λιμένα της Κρήτης βλέποντα κατά λίβα και κατά χώρον
Acts 28:11
- KJV: And after three months we departed in a ship of Alexandria which had wintered in the isle whose sign was Castor and Pollux
- GK: μετά δε τρεις μήνας ανήχθημεν εν πλοίω παρακεχειμακότι εν τη νήσω Αλεξανδρινώ παρασήμω Διοσκούροις
1 Corinthians 16:6
- KJV: And it may be that I will abide yea and winter with you that ye may bring me on my journey whithersoever I go
- GK: προς υμάς δε τυχόν παραμενώ η και παραχειμάσω ίνα υμείς με προπέμψητε ου εάν πορεύωμαι
Titus 3:12
- KJV: When I shall send Artemas unto thee or Tychicus be diligent to come unto me to Nicopolis for I have determined there to winter
- GK: όταν πέμψω Αρτεμάν προς σε η Τυχικόν σπούδασον ελθείν προς με εις Νικόπολιν εκεί γαρ κέκρικα παραχειμάσαι
παραχειμασία (winter in)
[edit]Acts 27:12
- KJV: And because the haven was not commodious to winter in the more part advised to depart thence also if by any means they might attain to Phenice to winter an haven of Crete and lieth toward the south west and north west
- GK: ανευθέτου δε του λιμένος υπάρχοντος προς παραχειμασίαν οι πλείους έθεντο βουλήν αναχθήναι κακείθεν ει δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι λιμένα της Κρήτης βλέποντα κατά λίβα και κατά χώρον
παραχρῆμα (forthwith)
[edit]Matthew 21:19
- KJV: And when he saw a fig tree in the way he came to it and found nothing thereon but leaves only and said unto it Let no fruit grow on thee henceforward for ever And presently the fig tree withered away
- GK: και ιδών συκήν μίαν επί της οδού ήλθεν επ΄ αυτήν και ουδέν εύρεν εν αυτή ει φύλλα μόνον και λέγει αυτή μηκέτι εκ σου καρπός γένηται εις τον αιώνα και εξηράνθη παραχρήμα η συκή
Matthew 21:20
- KJV: And when the disciples saw they marvelled saying How soon is the fig tree withered away
- GK: και ιδόντες οι μαθηταί εθαύμασαν λέγοντες πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή
Luke 1:64
- KJV: And his mouth was opened immediately and his tongue and he spake and praised God
- GK: ανεώχθη δε το στόμα παραχρήμα και η γλώσσα αυτού και ελάλει ευλογών τον θεόν
Luke 4:39
- KJV: And he stood over her and rebuked the fever and it left her and immediately she arose and ministered unto them
- GK: και επιστάς επάνω αυτής επετίμησε τω πυρετώ και αφήκεν αυτήν παραχρήμα δε αναστάσα διηκόνει αυτοίς
Luke 5:25
- KJV: And immediately he rose up before them and took up that whereon he lay and departed to his own house glorifying God
- GK: και παραχρήμα αναστάς ενώπιον αυτών άρας εφ΄ ω κατέκειτο απήλθεν εις τον οίκον αυτού δοξάζων τον θεόν
Luke 8:44
- KJV: Came behind and touched the border of his garment and immediately her issue of blood stanched
- GK: προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού και παραχρήμα έστη η ρύσις του αίματος αυτής
Luke 8:47
- KJV: And when the woman saw that she was not hid she came trembling and falling down before him she declared unto him before all the people for what cause she had touched him and how she was healed immediately
- GK: ιδούσα δε η γυνή ότι ουκ έλαθε τρέμουσα ήλθε και προσπεσούσα αυτώ δι΄ ην αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός του λαού και ως ιάθη παραχρήμα
Luke 8:55
- KJV: And her spirit came again and she arose straightway and he commanded to give her meat
- GK: και επέστρεψε το πνεύμα αυτής και ανέστη παραχρήμα και διέταξεν αυτή δοθήναι φαγείν
Luke 13:13
- KJV: And he laid hands on her and immediately she was made straight and glorified God
- GK: και έπεθηκεν αυτή τας χείρας και παραχρήμα ανωρθώθη και εδόξαζε τον θεόν
πάρδαλις (leopard)
[edit]Revelation 13:2
- KJV: And the beast which I saw was like unto a leopard and his feet were as of a bear and his mouth as the mouth of a lion and the dragon gave him his power and his seat and great authority
- GK: και το θηρίον ο είδον ην όμοιον παρδάλει και οι πόδες αυτού ως άρκτου και το στόμα αυτού ως στόμα λέοντος και έδωκεν αυτώ ο δράκων την δύναμιν αυτού και τον θρόνον αυτού και εξουσίαν μεγάλην
πάρειμι (come)
[edit]Matthew 26:50
- KJV: And Jesus said unto him Friend wherefore art thou come Then and laid hands on Jesus and took him
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτώ εταίρε εφ΄ ω πάρει τότε προσελθόντες επέβαλον τας χείρας επί τον Ιησούν και εκράτησαν αυτόν
Luke 13:1
- KJV: There were present at that season some that told him of the Galilæans whose blood Pilate had mingled with their sacrifices
- GK: παρήσαν δε τινες εν αυτώ τω καιρώ απαγγέλλοντες αυτώ περί των Γαλιλαίων ων το αίμα Πιλάτος έμιξε μετά των θυσιών αυτών
John 7:6
- KJV: Then Jesus said unto them My time is not yet come but your time is alway ready
- GK: λέγει ουν αυτοίς ο Ιησούς ο καιρός ο εμός ούπω πάρεστιν ο δε καιρός ο υμέτερος πάντοτέ εστιν έτοιμος
John 11:28
- KJV: And when she had so said she went her way and called Mary her sister secretly saying The Master is come and calleth for thee
- GK: και ταύτα ειπούσα απήλθε και εφώνησεν Μαρίαν την αδελφήν αυτής λάθρα ειπούσα ο διδάσκαλος πάρεστι και φωνεί σε
Acts 10:21
- KJV: Then Peter went down to the men which were sent unto him from Cornelius and said Behold I am he whom ye seek what the cause wherefore ye are come
- GK: καταβάς δε Πέτρος προς τους άνδρας είπεν ιδού εγώ ειμι ον ζητείτε τις η αιτία δι΄ ην πάρεστε
Acts 10:33
- KJV: Immediately therefore I sent to thee and thou hast well done that thou art come Now therefore are we all here present before God to hear all things that are commanded thee of God
- GK: εξαυτής ούν έπεμψα προς σε συ τε καλώς εποίησας παραγενόμενος νυν ούν πάντες ημείς ενώπιον του θεού πάρεσμεν ακούσαι πάντα τα προστεταγμένα σοι υπό του θεού
Acts 12:20
- KJV: And Herod was highly displeased with them of Tyre and Sidon but they came with one accord to him and having made Blastus the king’s chamberlain their friend desired peace because their country was nourished by the king’s
- GK: ην δε Ηρώδης θυμομαχών Τυρίοις και Σιδωνίοις ομοθυμαδόν δε παρήσαν προς αυτόν και πείσαντες Βλάστον τον επί του κοιτώνος του βασιλεώς ητούντο ειρήνην διά το τρέφεσθαι αυτών την χώραν από της βασιλικής
Acts 17:6
- KJV: And when they found them not they drew Jason and certain brethren unto the rulers of the city crying These that have turned the world upside down are come hither also
- GK: μη ευρόντες δε αυτούς έσυρον τον Ιάσονα και τινας αδελφούς επί τους πολιτάρχας βοώντες ότι οι την οικουμένην αναστατώσαντες ούτοι και ενθάδε πάρεισιν
Acts 24:19
- KJV: Who ought to have been here before thee and object if they had ought against me
- GK: ους δει επί σου παρείναι και κατηγορείν ει έχοιεν προς με
παρεισάγω (privily bring in)
[edit]2 Peter 2:1
- KJV: But there were false prophets also among the people even as there shall be false teachers among you who privily shall bring in damnable heresies even denying the Lord that bought them and bring upon themselves swift destruction
- GK: εγένοντο δε και ψευδοπροφήται εν τω λαώ ως και εν υμίν έσονται ψευδοδιδάσκαλοι οίτινες παρεισάξουσιν αιρέσεις απωλείας και τον αγοράσαντα αυτούς δεσπότην αρνούμενοι επάγοντες εν ευτοίς ταχινήν απώλειαν
παρείσακτος (unawares brought in)
[edit]Galatians 2:4
- KJV: And that because of false brethren unawares brought in who came in privily to spy out our liberty which we have in Christ Jesus that they might bring us into bondage
- GK: διά δε τους παρεισάκτους ψευδαδελφούς οίτινες παρεισήλθον κατασκοπήσαι την ελευθερίαν ημών ην έχομεν εν χριστώ Ιησού ίνα ημάς καταδουλώσωνται
παρεισδύω (creep in unawares)
[edit]Jude 1:4
- KJV: For there are certain men crept in unawares who were before of old ordained to this condemnation ungodly men turning the grace of our God into lasciviousness and denying the only Lord God and our Lord Jesus Christ
- GK: παρεισέδυσαν γαρ τινες άνθρωποι οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα ασεβείς την του θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην θεόν και κύριον ημών Ιησούν χριστόν αρνούμενοι
παρεισέρχομαι (come in privily)
[edit]Romans 5:20
- KJV: Moreover the law entered that the offence might abound But where sin abounded grace did much more abound
- GK: νόμος δε παρεισήλθεν ίνα πλεονάση το παράπτωμα ου δε επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις
Galatians 2:4
- KJV: And that because of false brethren unawares brought in who came in privily to spy out our liberty which we have in Christ Jesus that they might bring us into bondage
- GK: διά δε τους παρεισάκτους ψευδαδελφούς οίτινες παρεισήλθον κατασκοπήσαι την ελευθερίαν ημών ην έχομεν εν χριστώ Ιησού ίνα ημάς καταδουλώσωνται
παρεισφέρω (give)
[edit]2 Peter 1:5
- KJV: And beside this giving all diligence add to your faith virtue and to virtue knowledge
- GK: και αυτό τούτο δε σπουδήν πάσαν παρεισενέγκαντες επιχορηγήσατε εν τη πίστει υμών την αρετήν εν δε τη αρετή την γνώσιν
παρεκτός (except)
[edit]Matthew 5:32
- KJV: But I say unto you That whosoever shall put away his wife saving for the cause of fornication causeth her to commit adultery and whosoever shall marry her that is divorced committeth adultery
- GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας ποιεί αυτήν μοιχάσθαι και ος εάν απολελυμένην γαμήση μοιχάται
Acts 26:29
- KJV: And Paul said I would to God that not only thou but also all that hear me this day were both almost and altogether such as I am except these bonds
- GK: ο δε Παύλος είπεν ευξαίμην αν τω θεώ και εν ολίγω και εν πολλώ ου μόνον σε αλλά και πάντας τους ακούοντάς μου σήμερον γενέσθαι τοιούτους οποίος καγώ ειμι παρεκτός των δεσμών τούτων
2 Corinthians 11:28
- KJV: Beside those things that are without that which cometh upon me daily the care of all the churches
- GK: χωρίς των παρεκτός η επισύστασίς μου η καθ ημέραν η μέριμνα πασών των εκκλησιών
παρεμβολή (army)
[edit]Acts 21:34
- KJV: And some cried one thing another among the multitude and when he could not know the certainty for the tumult he commanded him to be carried into the castle
- GK: άλλοι δε άλλο τι εβόων εν τω όχλω μη δυνάμενος δε γνώναι το ασφαλές διά τον θόρυβον εκέλευσεν άγεσθαι αυτόν εις την παρεμβολήν
Acts 21:37
- KJV: And as Paul was to be led into the castle he said unto the chief captain May I speak unto thee Who said Canst thou speak Greek
- GK: μέλλων τε εισάγεσθαι εις την παρεμβολήν ο Παύλος λέγει τω χιλιάρχω ει έξεστί μοι ειπείν προς σε ο δε έφη Ελληνιστί γινώσκεις
Acts 22:24
- KJV: The chief captain commanded him to be brought into the castle and bade that he should be examined by scourging that he might know wherefore they cried so against him
- GK: εκέλευσεν αυτόν ο χιλίαρχος άγεσθαι εις την παρεμβολήν ειπών μάστιξιν ανετάζεσθαι αυτόν ίνα επιγνώ δι΄ ην αιτίαν ούτως επεφώνουν αυτώ
Acts 23:10
- KJV: And when there arose a great dissension the chief captain fearing lest Paul should have been pulled in pieces of them commanded the soldiers to go down and to take him by force from among them and to bring into the castle
- GK: πολλής δε γενομένης στάσεως ευλαβηθείς ο χιλίαρχος μη διασπασθή ο Παύλος υπ΄ αυτών εκέλευσε το στράτευμα καταβήναι και αρπάσαι αυτόν εκ μέσου αυτών άγειν τε εις την παρεμβολήν
Acts 23:16
- KJV: And when Paul’s sister’s son heard of their lying in wait he went and entered into the castle and told Paul
- GK: ακούσας δε ο υιός της αδελφής Παύλον το ένεδρον παραγενόμενος και εισελθών εις την παρεμβολήν απήγγειλε τω Παύλω
Acts 23:32
- KJV: On the morrow they left the horsemen to go with him and returned to the castle
- GK: τη δε επαύριον εάσαντες τους ιππείς πορεύεσθαι συν αυτώ υπέστρεψαν εις την παρεμβολήν
Hebrews 11:34
- KJV: Quenched the violence of fire escaped the edge of the sword out of weakness were made strong waxed valiant in fight turned to flight the armies of the aliens
- GK: έσβεσαν δύναμιν πυρός έφυγον στόματα μαχαίρας ενεδυναμώθησαν από ασθενείας εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων
Hebrews 13:11
- KJV: For the bodies of those beasts whose blood is brought into the sanctuary by the high priest for sin are burned without the camp
- GK: ων γαρ εισφέρεται ζώων το αίμα περί αμαρτίας εις τα άγια διά του αρχιερέως τούτών τα σώματα κατακαίεται έξω της παρεμβολής
Hebrews 13:13
- KJV: Let us go forth therefore unto him without the camp bearing his reproach
- GK: τοίνυν εξερχώμεθα προς αυτόν έξω της παρεμβολής τον ονειδισμόν αυτού φέροντες
παρενοχλέω (trouble)
[edit]Acts 15:19
- KJV: Wherefore my sentence is that we trouble not them, which from among the Gentiles are turned to God
- GK: διό εγώ κρίνω μη παρενοχλείν τοις από των εθνών επιστρέφουσιν επί τον θεόν
παρεπίδημος (pilgrim)
[edit]Hebrews 11:13
- KJV: These all died in faith not having received the promises but having seen them afar off and were persuaded of and embraced and confessed that they were strangers and pilgrims on the earth
- GK: κατά πίστιν απέθανον ούτοι πάντες μη λαβόντες τας επαγγελίας αλλά πόρρωθεν αυτάς ιδόντες και πεισθεντες και ασπασάμενοι και ομολογήσαντες ότι ξένοι και παρεπίδημοί εισιν επί της γης
1 Peter 1:1
- KJV: Peter an apostle of Jesus Christ to the strangers scattered throughout Pontus Galatia Cappadocia Asia and Bithynia
- GK: Πέτρος απόστολος Ιησού χριστού εκλεκτοίς παρεπιδήμοις διασποράς Πόντου Γαλατίας Καππαδοκίας Ασίας και Βιθυνίας
1 Peter 2:11
- KJV: Dearly beloved I beseech as strangers and pilgrims abstain from fleshly lusts which war against the soul
- GK: αγαπητοί παρακαλώ ως παροίκους και παρεπιδήμους απέχεσθε των σαρκικών επιθυμιών αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής
παρέρχομαι (come (forth))
[edit]Matthew 5:18
- KJV: For verily I say unto you Till heaven and earth pass one jot or one tittle shall in no wise pass from the law till all be fulfilled
- GK: αμήν γαρ λέγω υμίν έως αν παρέλθη ο ουρανός και η γη ιώτα εν η μία κεραία ου παρέλθη από του νόμου έως αν πάντα γένηται
Matthew 8:28
- KJV: And when he was come to the other side into the country of the Gergesenes there met him two possessed with devils coming out of the tombs exceeding fierce so that no man might pass by that way
- GK: και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι χαλεποί λίαν ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν διά της οδού εκείνης
Matthew 14:15
- KJV: And when it was evening his disciples came to him saying This is a desert place and the time is now past send the multitude away that they may go into the villages and buy themselves victuals
- GK: οψίας δε γενομένης προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού λέγοντες έρημός εστιν ο τόπος και η ώρα ήδη παρήλθεν απόλυσον τους όχλους ίνα απελθόντες εις τας κώμας αγοράσωσιν εαυτοίς βρώματα
Matthew 24:34
- KJV: Verily I say unto you This generation shall not pass till all these things be fulfilled
- GK: αμήν λέγω υμίν ου παρέλθη η γενεά αύτη έως αν πάντα ταύτα γένηται
Matthew 24:35
- KJV: Heaven and earth shall pass away but my words shall not pass away
- GK: ο ουρανός και η γη παρελεύσονται οι δε λόγοι μου ου παρέλθωσι
Matthew 26:39
- KJV: And he went a little further and fell on his face and prayed saying O my Father if it be possible let this cup pass from me nevertheless not as I will but as thou
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος και λέγων πάτερ μου ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ ως συ
Matthew 26:42
- KJV: He went away again the second time and prayed saying O my Father if this cup may not pass away from me except I drink it thy will be done
- GK: πάλιν εκ δευτέρου απελθών προσήυξατο λέγων πάτερ μου ει ου δύναται τούτο το ποτήριον παρελθείν απ΄ εμού εάν μη αυτό πίω γενηθήτω το θέλημά σου
Mark 6:48
- KJV: And he saw them toiling in rowing for the wind was contrary unto them and about the fourth watch of the night he cometh unto them walking upon the sea and would have passed by them
- GK: και είδεν αυτούς βασανιζομένους εν τω ελαύνειν ην γαρ ο άνεμος εναντίος αυτοίς και περί τετάρτην φυλακήν της νυκτός έρχεται προς αυτούς περιπατών επί της θαλάσσης και ήθελε παρελθείν αυτούς
Mark 13:30
- KJV: Verily I say unto you that this generation shall not pass till all these things be done
- GK: αμήν λέγω υμίν ότι ου παρέλθη η γενεά αύτη μέχρις ου πάντα ταύτα γένηται
πάρεσις (remission)
[edit]Romans 3:25
- KJV: Whom God hath set forth a propitiation through faith in his blood to declare his righteousness for the remission of sins that are past
- GK: ον προέθετο ο θεός ιλαστήριον διά της πίστεως εν τω αυτού αίματι εις ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού διά την πάρεσιν των προγεγονότων αμαρτημάτων
παρέχω (bring)
[edit]Matthew 26:10
- KJV: When Jesus understood he said unto them Why trouble ye the woman for she hath wrought a good work upon me
- GK: γνους δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς τι κόπους παρέχετε τη γυναικί έργον γαρ καλόν ειργάσατο εις εμέ
Mark 14:6
- KJV: And Jesus said Let her alone why trouble ye her she hath wrought a good work on me
- GK: ο δε Ιησούς είπεν άφετε αυτήν τι αυτή κόπους παρέχετε καλόν έργον ειργάσατο εις εμέ
Luke 6:29
- KJV: And unto him that smiteth thee on the cheek offer also the other and him that taketh away thy cloke forbid not coat also
- GK: τω τύπτοντί σε επί την σιαγόνα πάρεχε και την άλλην και από του αίροντός σου το ιμάτιον και τον χιτώνα μη κωλύσης
Luke 7:4
- KJV: And when they came to Jesus they besought him instantly saying That he was worthy for whom he should do this
- GK: οι δε παραγενόμενοι προς τον Ιησούν παρεκάλουν αυτόν σπουδαίως λέγοντες ότι άξιός εστιν ω παρέξει τούτο
Luke 11:7
- KJV: And he from within shall answer and say Trouble me not the door is now shut and my children are with me in bed I can not rise and give thee
- GK: κακείνος έσωθεν αποκριθείς είπη μη μοι κόπους πάρεχε ήδη η θύρα κέκλεισται και τα παιδία μου μετ΄ εμού εις την κοίτην εισίν ου δύναμαι αναστάς δούναί σοι
Luke 18:5
- KJV: Yet because this widow troubleth me I will avenge her lest by her continual coming she weary me
- GK: διά γε το παρέχειν μοι κόπον την χήραν ταύτην εκδικήσω αυτήν ίνα μη εις τέλος ερχομένη υποπιάζη με
Acts 16:16
- KJV: And it came to pass as we went to prayer a certain damsel possessed with a spirit of divination met us which brought her masters much gain by soothsaying
- GK: εγένετο δε πορευομένων ημών εις προσευχήν παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος απαντήσαι ημίν ήτις εργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αυτής μαντευομένη
Acts 17:31
- KJV: Because he hath appointed a day in the which he will judge the world in righteousness by man whom he hath ordained he hath given assurance unto all in that he hath raised him from the dead
- GK: διότι έστησεν ημέραν εν η μέλλει κρίνειν την οικουμένην εν δικαιοσύνη εν ανδρί ω ώρισε πίστιν παρασχών πάσιν αναστήσας αυτόν εκ νεκρών
Acts 19:24
- KJV: For a certain named Demetrius a silversmith which made silver shrines for Diana brought no small gain unto the craftsmen
- GK: Δημήτριος γαρ τις ονόματι αργυροκόπος ποιών ναούς αργυρούς Αρτέμιδος παρείχετο τοις τεχνίταις εργασίαν ουκ ολίγην
παρηγορία (comfort)
[edit]Colossians 4:11
- KJV: And Jesus which is called Justus who are of the circumcision These only fellowworkers unto the kingdom of God which have been a comfort unto me
- GK: και Ιησούς ο λεγόμενος Ιούστος οι όντες εκ περιτομής ούτοι μόνοι συνεργοί εις την βασιλείαν του θεού οίτινες εγενήθησάν μοι παρηγορία
παρθενία (virginity)
[edit]Luke 2:36
- KJV: And there was one Anna a prophetess the daughter of Phanuel of the tribe of Aser she was of a great age and had lived with an husband seven years from her virginity
- GK: και ην Άννα προφήτις θυγάτηρ Φανουήλ εκ φυλής Ασήρ αύτη προβεβηκυία εν ημέραις πολλαίς ζήσασα έτη μετά ανδρός επτά από της παρθενίας αυτής
παρθένος (virgin)
[edit]Matthew 1:23
- KJV: Behold a virgin shall be with child and shall bring forth a son and they shall call his name Emmanuel which being interpreted is God with us
- GK: ιδού η παρθένος εν γαστρί έξει και τέξεται υιόν και καλέσουσι το όνομα αυτού Εμμανουήλ ο εστι μεθερμηνευόμενον μεθ΄ ημών ο θεός
Matthew 25:1
- KJV: Then the kingdom of heaven be likened unto ten virgins which took their lamps and went forth to meet the bridegroom
- GK: τότε ομοιωθήσεται η βασιλεία των ουρανών δέκα παρθένοις αίτινες λαβούσαι τας λαμπάδας αυτών εξήλθον εις απάντησιν του νυμφίου
Matthew 25:7
- KJV: Then all those virgins arose and trimmed their lamps
- GK: τότε ηγέρθησαν πάσαι αι παρθένοι εκείναι και εκόσμησαν τας λαμπάδας αυτών
Matthew 25:11
- KJV: Afterward came also the other virgins saying Lord Lord open to us
- GK: ύστερον δε έρχονται και αι λοιπαί παρθένοι λέγουσαι κύριε κύριε άνοιξον ημίν
Luke 1:27
- KJV: To a virgin espoused to a man whose name was Joseph of the house of David and the virgin’s name Mary
- GK: προς παρθένον μεμνηστευμένην ανδρί ω όνομα Ιωσήφ εξ οίκου Δαβίδ και το όνομα της παρθένου Μαριάμ
Acts 21:9
- KJV: And the same man had four daughters virgins which did prophesy
- GK: τούτω δε ήσαν θυγατέρες παρθένοι τέσσαρες προφητεύουσαι
1 Corinthians 7:25
- KJV: Now concerning virgins I have no commandment of the Lord yet I give my judgment as one that hath obtained mercy of the Lord to be faithful
- GK: περί δε των παρθένων επιταγήν κυρίου ουκ έχω γνώμην δε δίδωμι ως ηλεημένος υπό κυρίου πιστός είναι
1 Corinthians 7:28
- KJV: But and if thou marry thou hast not sinned and if a virgin marry she hath not sinned Nevertheless such shall have trouble in the flesh but I spare you
- GK: εάν δε και γήμης ουχ ήμαρτες και εάν γήμη η παρθένος ουχ ήμαρτε θλίψιν δε τη σαρκί έξουσιν οι τοιούτοι εγώ δε υμών φείδομαι
1 Corinthians 7:34
- KJV: There is difference between a wife and a virgin The unmarried careth for the things of the Lord that she may be holy both in body and in spirit but she that is married careth for the things of the world how she may please husband
- GK: μεμέρισται και η γυνή και η παρθένος η άγαμος μερίμνα τα του κυρίου ίνα η αγία και σώματι και πνεύματι η δε γαμήσασα μεριμνά τα του κόσμου πως αρέσει τω ανδρί
Πάρθος (Parthian)
[edit]Acts 2:9
- KJV: Parthians and Medes and Elamites and the dwellers in Mesopotamia and in Judæa and Cappadocia in Pontus and Asia
- GK: Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν Ιουδαίαν τε και Καππαδοκίαν Πόντον και την Ασίαν
παρίημι (hang down)
[edit]Hebrews 12:12
- KJV: Wherefore lift up the hands which hang down and the feeble knees
- GK: διό τας παρειμένας χείρας και τα παραλελυμένα γόνατα ανορθώσατε
παρίστημι (assist)
[edit]Matthew 26:53
- KJV: Thinkest thou that I can not now pray to my Father and he shall presently give me more than twelve legions of angels
- GK: η δοκείς ότι ου δύναμαι άρτι παρακαλέσαι τον πατέρα μου και παραστήσει μοι πλείους η δώδεκα λεγεώνας αγγέλων
Mark 4:29
- KJV: But when the fruit is brought forth immediately he putteth in the sickle because the harvest is come
- GK: όταν δε παραδώ ο καρπός ευθέως αποστέλλει το δρέπανον ότι παρέστηκεν ο θερισμός
Mark 14:47
- KJV: And one of them that stood by drew a sword and smote a servant of the high priest and cut off his ear
- GK: εις δε τις των παρεστηκότων σπασάμενος την μάχαιραν έπαισεν τον δούλον του αρχιερέως και αφείλεν αυτού το ωτίον
Mark 14:69
- KJV: And a maid saw him again and began to say to them that stood by This is of them
- GK: και η παιδίσκη ιδούσα αυτόν πάλιν ήρξατο λέγειν τοις παρεστηκόσιν ότι ούτος εξ αυτών εστιν
Mark 14:70
- KJV: And he denied it again And a little after they that stood by said again to Peter Surely thou art of them for thou art a Galilaean and thy speech agreeth
- GK: ο δε πάλιν ηρνείτο και μετά μικρόν πάλιν οι παρεστώτες έλεγον τω Πέτρω αληθώς εξ αυτών ει και γαρ Γαλιλαίος ει και η λαλιά σου ομοιάζει
Mark 15:35
- KJV: And some of them that stood by when they heard said Behold he calleth Elias
- GK: και τινες των παρεστηκότων ακούσαντες έλεγον ιδού Ηλίαν φωνεί
Mark 15:39
- KJV: And when the centurion which stood over against him saw that he so cried out and gave up the ghost he said Truly this man was the Son of God
- GK: ιδών δε ο κεντυρίων ο παρεστηκώς εξ εναντίας αυτού ότι ούτω κράξας εξέπνευσεν είπεν αληθώς ο άνθρωπος ούτος υιός ην θεού
Luke 1:19
- KJV: And the angel answering said unto him I am Gabriel that stand in the presence of God and am sent to speak unto thee and to shew thee these glad tidings
- GK: και αποκριθείς ο άγγελος είπεν αυτώ εγώ ειμι Γαβριήλ ο παρεστηκώς ενώπιον του θεού και απεστάλην λαλήσαι προς σε και ευαγγελίσασθαί σοι ταύτα
Luke 2:22
- KJV: And when the days of her purification according to the law of Moses were accomplished they brought him to Jerusalem to present to the Lord
- GK: και ότε επλήσθησαν αι ημέραι του καθαρισμού αυτής κατά τον νόμον Μωσέως ανήγαγον αυτόν εις Ιεροσόλυμα παραστήσαι τω κυρίω
Παρμενᾶς (Parmenas)
[edit]Acts 6:5
- KJV: And the saying pleased the whole multitude and they chose Stephen a man full of faith and of the Holy Ghost and Philip and Prochorus and Nicanor and Timon and Parmenas and Nicolas a proselyte of Antioch
- GK: και ήρεσεν ο λόγος ενώπιον παντός του πλήθους και εξελέξαντο Στέφανον άνδρα πλήρη πίστεως και πνεύματος αγίου και Φίλιππον και Πρόχορον και Νικάνορα και Τίμωνα και Παρμενάν και Νικόλαον προσήλυτον Αντιοχέα
πάροδος (way)
[edit]1 Corinthians 16:7
- KJV: For I will not see you now by the way but I trust to tarry a while with you if the Lord permit
- GK: ου θέλω γαρ υμάς άρτι εν παρόδω ιδείν ελπίζω δε χρόνον τινά επιμείναι προς υμάς εάν ο κύριος επιτρέπη
παροικέω (sojourn in)
[edit]Luke 24:18
- KJV: And the one of them whose name was Cleopas answering said unto him Art thou only a stranger in Jerusalem and hast not known the things which are come to pass there in these days
- GK: αποκριθείς δε ο εις ω όνομα Κλεοπάς είπεν προς αυτόν συ μόνος παροικείς Ιερουσαλήμ και ουκ έγνως τα γενόμενα εν αυτή εν ταις ημέραις ταύταις
Hebrews 11:9
- KJV: By faith he sojourned in the land of promise as a strange country dwelling in tabernacles with Isaac and Jacob the heirs with him of the same promise
- GK: πίστει παρώκησεν εις την γην της επαγγελίας ως αλλοτρίαν εν σκηναίς κατοικήσας μετά Ισαάκ και Ιακώβ των συγκληρονόμων της επαγγελίας της αυτής
παροικία (sojourning)
[edit]Acts 13:17
- KJV: The God of this people of Israel chose our fathers and exalted the people when they dwelt as strangers in the land of Egypt and with an high arm brought he them out of it
- GK: ο θεός του λαού τούτου Ισραήλ εξελέξατο τους πατέρας ημών και τον λαόν ύψωσεν εν τη παροικία εν γη Αιγύπτω και μετά βραχίονος υψηλού εξήγαγεν αυτούς εξ αυτής
1 Peter 1:17
- KJV: And if ye call on the Father who without respect of persons judgeth according to every man’s work pass the time of your sojourning in fear
- GK: και ει πατέρα επικαλείσθε τον απροσωπολήπτως κρίνοντα κατά το εκάστου έργον εν φόβω τον της παροικίας υμών χρόνον αναστράφητε
πάροικος (foreigner)
[edit]Acts 7:6
- KJV: And God spake on this wise That his seed should sojourn in a strange land and that they should bring them into bondage and entreat evil four hundred years
- GK: ελάλησε δε ούτως ο θεός ότι έσται το σπέρμα αυτού πάροικον εν γη αλλοτρία και δουλώσουσιν αυτό και κακώσουσιν έτη τετρακόσια
Acts 7:29
- KJV: Then fled Moses at this saying and was a stranger in the land of Madian where he begat two sons
- GK: έφυγε δε Μωυσής εν τω λόγω τούτω και εγένετο πάροικος εν γη Μαδιάμ ου εγέννησεν υιούς δύο
Ephesians 2:19
- KJV: Now therefore ye are no more strangers and foreigners but fellowcitizens with the saints and of the household of God
- GK: άρα ούν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του θεού
1 Peter 2:11
- KJV: Dearly beloved I beseech as strangers and pilgrims abstain from fleshly lusts which war against the soul
- GK: αγαπητοί παρακαλώ ως παροίκους και παρεπιδήμους απέχεσθε των σαρκικών επιθυμιών αίτινες στρατεύονται κατά της ψυχής
παροιμία (parable)
[edit]John 10:6
- KJV: This parable spake Jesus unto them but they understood not what things they were which he spake unto them
- GK: ταύτην την παροιμίαν είπεν αυτοίς ο Ιησούς εκείνοι δε ουκ έγνωσαν τίνα ην α ελάλει αυτοίς
John 16:25
- KJV: These things have I spoken unto you in proverbs but the time cometh when I shall no more speak unto you in proverbs but I shall shew you plainly of the Father
- GK: ταύτα εν παροιμίαις λελάληκα υμίν έρχεται ώρα ότε ουκέτι εν παροιμίαις λαλήσω υμίν αλλά παρρησία περί του πατρός αναγγελώ υμίν
John 16:29
- KJV: His disciples said unto him Lo now speakest thou plainly and speakest no proverb
- GK: λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού ίδε νυν παρρησία λαλείς και παροιμίαν ουδεμίαν λέγεις
2 Peter 2:22
- KJV: But it is happened unto them according to the true proverb The dog turned to his own vomit again and the sow that was washed to her wallowing in the mire
- GK: συμβέβηκε δε αυτοίς το της αληθούς παροιμίας κύων επιστρέψας επί το ίδιον εξέραμα και υς λουσαμένη εις κύλισμα βορβόρου
πάροινος (given to wine)
[edit]1 Timothy 3:3
- KJV: Not given to wine no striker not greedy of filthy lucre but patient not a brawler not covetous
- GK: μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή αλλ΄ επιεική άμαχον αφιλάργυρον
Titus 1:7
- KJV: For a bishop must be blameless as the steward of God not selfwilled not soon angry not given to wine no striker not given to filthy lucre
- GK: δει γαρ τον επίσκοπον ανέγκλητον είναι ως θεού οικονόμον μη αυθάδη μη οργίλον μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή
παροίχομαι (past)
[edit]Acts 14:16
- KJV: Who in times past suffered all nations to walk in their own ways
- GK: ος εν ταις παρωχημέναις γενεαίς είασε πάντα τα έθνη πορεύεσθαι ταις οδοίς αυτών
παρομοιάζω (be like unto)
[edit]Matthew 23:27
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye are like unto whited sepulchres which indeed appear beautiful outward but are within full of dead bones and of all uncleanness
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι παρομοιάζετε τάφοις κεκονιαμένοις οίτινες έξωθεν μεν φαίνονται ωραίοι έσωθεν δε γέμουσιν οστέων νεκρών και πάσης ακαθαρσίας
παρόμοιος (like)
[edit]Mark 7:8
- KJV: For laying aside the commandment of God ye hold the tradition of men the washing of pots and cups and many other such like things ye do
- GK: αφέντες γαρ την εντολήν του θεού κρατείτε την παράδοσιν των ανθρώπων βαπτισμούς ξεστών και ποτηρίων και άλλα παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε
Mark 7:13
- KJV: Making the word of God of none effect through your tradition which ye have delivered and many such like things do
- GK: ακυρούντες τον λόγον του θεού τη παραδόσει υμών η παρεδώκατε και παρόμοια τοιαύτα πολλά ποιείτε
παροξύνω (easily provoke)
[edit]Acts 17:16
- KJV: Now while Paul waited for them at Athens his spirit was stirred in him when he saw the city wholly given to idolatry
- GK: εν δε ταις Αθήναις εκδεχομένου αυτούς του Παύλου παρωξύνετο το πνεύμα αυτού εν αυτώ θεωρούντι κατείδωλον ούσαν την πόλιν
1 Corinthians 13:5
- KJV: Doth not behave itself unseemly seeketh not her own is not easily provoked thinketh no evil
- GK: ουκ ασχημονεί ου ζητεί τα εαυτής ου παροξύνεται ου λογίζεται το κακόν
παροξυσμός (contention)
[edit]Acts 15:39
- KJV: And the contention was so sharp between them that they departed asunder one from the other and so Barnabas took Mark and sailed unto Cyprus
- GK: εγένετο ούν παροξυσμός ώστε αποχωρισθήναι αυτούς απ΄ αλλήλων τον τε Βαρνάβαν παραλαβόντα τον Μάρκον εκπλεύσαι εις Κύπρον
Hebrews 10:24
- KJV: And let us consider one another to provoke unto love and to good works
- GK: και κατανοώμεν αλλήλους εις παροξυσμόν αγάπης και καλών έργων
παροργίζω (anger)
[edit]Romans 10:19
- KJV: But I say Did not Israel know First Moses saith I will provoke you to jealousy by no people by a foolish nation I will anger you
- GK: αλλά λέγω μη έγνω Ισραήλ πρώτος Μωυσής λέγει εγώ παραζηλώσω υμάς επ΄ ουκ έθνει επί έθνει ασυνέτω παροργιώ υμάς
Ephesians 6:4
- KJV: And ye fathers provoke not your children to wrath but bring them up in the nurture and admonition of the Lord
- GK: και οι πατέρες μη παροργίζετε τα τέκνα υμών αλλ΄ εκτρέφετε αυτά εν παιδεία και νουθεσία κυρίου
παροργισμός (wrath)
[edit]Ephesians 4:26
- KJV: Be ye angry and sin not let not the sun go down upon your wrath
- GK: οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε ο ήλιος μη επιδυέτω επί τω παροργισμώ υμών
παροτρύνω (stir up)
[edit]Acts 13:50
- KJV: But the Jews stirred up the devout and honourable women and the chief men of the city and raised persecution against Paul and Barnabas and expelled them out of their coasts
- GK: οι δε Ιουδαίοι παρώτρυναν τας σεβομένας γυναίκας και τας ευσχήμονας και τους πρώτους της πόλεως και επήγειραν διωγμόν επί τον Παύλον και τον Βαρνάβαν και εξέβαλον αυτούς από των ορίων αυτών
παρουσία (coming)
[edit]Matthew 24:3
- KJV: And as he sat upon the mount of Olives the disciples came unto him privately saying Tell us when shall these things be and what the sign of thy coming and of the end of the world
- GK: καθημένου δε αυτού επί του όρους των ελαιών προσήλθον αυτώ οι μαθηταί κατ΄ ιδίαν λέγοντες ειπέ ημίν πότε ταύτα έσται και τι το σημείον της σης παρουσίας και της συντελείας του αιώνος
Matthew 24:27
- KJV: For as the lightning cometh out of the east and shineth even unto the west so shall also the coming of the Son of man be
- GK: ώσπερ γαρ η αστραπή εξέρχεται από ανατολών και φαίνεται έως δυσμών ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου
Matthew 24:37
- KJV: But as the days of Noe so shall also the coming of the Son of man be
- GK: ώσπερ δε αι ημέραι του Νώε ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου
Matthew 24:39
- KJV: And knew not until the flood came and took them all away so shall also the coming of the Son of man be
- GK: και ουκ έγνωσαν έως ήλθεν ο κατακλυσμός και ήρεν άπαντας ούτως έσται και η παρουσία του υιού του ανθρώπου
1 Corinthians 15:23
- KJV: But every man in his own order Christ the firstfruits afterward they that are Christ’s at his coming
- GK: έκαστος δε εν τω ιδίω τάγματι απαρχή χριστός έπειτα οι του χριστού εν τη παρουσία αυτού
1 Corinthians 16:17
- KJV: I am glad of the coming of Stephanas and Fortunatus and Achaicus for that which was lacking on your part they have supplied
- GK: χαίρω δε επί τη παρουσία Στεφανά και Φουρτουνάτου και Αχαϊκου ότι το υμών υστέρημα ούτοι ανεπλήρωσαν
2 Corinthians 7:6
- KJV: Nevertheless God that comforteth those that are cast down comforted us by the coming of Titus
- GK: αλλ΄ ο παρακαλών τους ταπεινούς παρεκάλεσεν ημάς ο θεος εν τη παρουσία Τίτου
2 Corinthians 7:7
- KJV: And not by his coming only but by the consolation wherewith he was comforted in you when he told us your earnest desire your mourning your fervent mind toward me so that I rejoiced the more
- GK: ου μόνον δε εν τη παρουσία αυτού αλλά και εν τη παρακλήσει η παρεκλήθη εφ΄ υμίν αναγγέλλων ημίν την υμών επιπόθησιν τον υμών οδυρμόν τον υμών ζήλον υπέρ εμού ώστε με μάλλον χαρήναι
2 Corinthians 10:10
- KJV: For letters say they weighty and powerful but bodily presence weak and speech contemptible
- GK: ότι αι μεν επιστολαί φησί βαρείαι και ισχυραί η δε παρουσία του σώματος ασθενής και ο λόγος εξουθενημένος
παροψίς (platter)
[edit]Matthew 23:25
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye make clean the outside of the cup and of the platter but within they are full of extortion and excess
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος έσωθεν δε γέμουσιν εξ αρπαγής και ακρασίας
Matthew 23:26
- KJV: blind Pharisee cleanse first that within the cup and platter that the outside of them may be clean also
- GK: Φαρισαίε τυφλέ καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηρίου και της παροψίδος ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν
παρρησία (bold (X -ly)
[edit]Mark 8:32
- KJV: And he spake that saying openly And Peter took him and began to rebuke him
- GK: και παρρησία τον λόγον ελάλει και προσλαβόμενος αυτόν ο Πέτρος ήρξατο επιτιμάν αυτώ
John 7:4
- KJV: For no man doeth any thing in secret and he himself seeketh to be known openly If thou do these things shew thyself to the world
- GK: ουδείς γαρ εν κρυπτώ τι ποιεί και ζητεί αυτός εν παρρησία είναι ει ταύτα ποιείς φανέρωσον σεαυτόν τω κόσμω
John 7:13
- KJV: Howbeit no man spake openly of him for fear of the Jews
- GK: ουδείς μέντοι παρρησία ελάλει περί αυτού διά τον φόβον των Ιουδαίων
John 7:26
- KJV: But lo he speaketh boldly and they say nothing unto him Do the rulers know indeed that this is the very Christ
- GK: και ίδε παρρησία λαλεί και ουδέν αυτώ λέγουσι μήποτε αληθώς έγνωσαν οι άρχοντες ότι ούτός εστιν αληθώς ο Χριστός
John 10:24
- KJV: Then came the Jews round about him and said unto him How long dost thou make us to doubt If thou be the Christ tell us plainly
- GK: εκύκλωσαν ούν αυτόν οι Ιουδαίοι και έλεγον αυτώ έως πότε την ψυχήν ημών αίρεις ει συ ει ο Χριστός είπε ημίν παρρησία
John 11:14
- KJV: Then said Jesus unto them plainly Lazarus is dead
- GK: τότε ούν είπεν αυτοίς ο Ιησούς παρρησία Λάζαρος απέθανε
John 11:54
- KJV: Jesus therefore walked no more openly among the Jews but went thence unto a country near to the wilderness into a city called Ephraim and there continued with his disciples
- GK: Ιησούς ούν ουκέτι παρρησία περιεπάτει εν τοις Ιουδαίοις αλλά απήλθεν εκείθεν εις την χώραν εγγύς της ερήμου εις Εφραϊμ λεγομένην πόλιν κακεί διέτριβε μετά των μαθηών αυτού
John 16:25
- KJV: These things have I spoken unto you in proverbs but the time cometh when I shall no more speak unto you in proverbs but I shall shew you plainly of the Father
- GK: ταύτα εν παροιμίαις λελάληκα υμίν έρχεται ώρα ότε ουκέτι εν παροιμίαις λαλήσω υμίν αλλά παρρησία περί του πατρός αναγγελώ υμίν
John 16:29
- KJV: His disciples said unto him Lo now speakest thou plainly and speakest no proverb
- GK: λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού ίδε νυν παρρησία λαλείς και παροιμίαν ουδεμίαν λέγεις
παρρησιάζομαι (be (wax) bold)
[edit]Acts 9:27
- KJV: But Barnabas took him and brought to the apostles and declared unto them how he had seen the Lord in the way and that he had spoken to him and how he had preached boldly at Damascus in the name of Jesus
- GK: Βαρναβάς δε επιλαβόμενος αυτόν ήγαγε προς τους αποστόλους και διηγήσατο αυτοίς πως εν τη οδώ είδε τον κύριον και ότι ελάλησεν αυτώ και πως εν Δαμασκώ επαρρησιάσατο εν τω ονόματι του Ιησού
Acts 9:29
- KJV: And he spake boldly in the name of the Lord Jesus and disputed against the Grecians but they went about to slay him
- GK: και παρρησιαζόμενος εν τω ονόματι του κυρίου Ιησού ελάλει τε και συνεζήτει προς τους Ελληνιστάς οι δε επεχείρουν αυτόν ανελείν
Acts 13:46
- KJV: Then Paul and Barnabas waxed bold and said It was necessary that the word of God should first have been spoken to you but seeing ye put it from you and judge yourselves unworthy of everlasting life lo we turn to the Gentiles
- GK: παρρησιασάμενοι δε ο Παύλος και ο Βαρνάβας είπον υμίν ην αναγκαίον πρώτον λαληθήναι τον λόγον του θεού επειδή απωθείσθε αυτόν και ουκ αξίους κρίνετε εαυτούς της αιωνίου ζωής ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη
Acts 14:3
- KJV: Long time therefore abode they speaking boldly in the Lord which gave testimony unto the word of his grace and granted signs and wonders to be done by their hands
- GK: ικανόν μεν ουν χρόνον διέτριψαν παρρησιαζόμενοι επί τω κυρίω τω μαρτυρούντι τω λόγω της χάριτος αυτού διδόντι σημεία και τέρατα γίνεσθαι διά των χειρών αυτών
Acts 18:26
- KJV: And he began to speak boldly in the synagogue whom when Aquila and Priscilla had heard they took him unto and expounded unto him the way of God more perfectly
- GK: ούτός τε ήρξατο παρρησιάζεσθαι εν τη συναγωγή ακούσαντες δε αυτού Ακύλας και Πρίσκιλλα προσελάβοντο αυτόν και ακριβέστερον αυτώ εξέθεντο την του θεού οδόν
Acts 19:8
- KJV: And he went into the synagogue and spake boldly for the space of three months disputing and persuading the things concerning the kingdom of God
- GK: εισελθών δε εις την συναγωγήν επαρρησιάζετο επί μήνας τρεις διαλεγόμενος και πείθων τα περί της βασιλείας του θεού
Acts 26:26
- KJV: For the king knoweth of these things before whom also I speak freely for I am persuaded that none of these things are hidden from him for this thing was not done in a corner
- GK: επίσταται γαρ περί τούτων ο βασιλεύς προς ον και παρρησιαζόμενος λαλώ λανθάνειν γαρ αυτόν τι τούτων ου πείθομαι ουδέν ου γαρ εν γωνία πεπραγμένον τούτο
Ephesians 6:20
- KJV: For which I am an ambassador in bonds that therein I may speak boldly as I ought to speak
- GK: υπέρ ου πρεσβεύω εν αλύσει ίνα εν αυτώ παρρησιάσωμαι ως δει με λαλήσαι
1 Thessalonians 2:2
- KJV: But even after that we had suffered before and were shamefully entreated as ye know at Philippi we were bold in our God to speak unto you the gospel of God with much contention
- GK: αλλά και προπαθόντες και υβρισθέντες καθώς οίδατε εν Φιλίπποις επαρρησιασάμεθα εν τω θεώ ημών λαλήσαι προς υμάς το ευαγγέλιον του θεού εν πολλώ αγώνι
πᾶς (all (manner of)
[edit]Matthew 1:17
- KJV: So all the generations from Abraham to David fourteen generations and from David until the carrying away into Babylon fourteen generations and from the carrying away into Babylon unto Christ fourteen generations
- GK: πάσαι ουν αι γενεαί από Αβραάμ έως Δαβίδ γενεαί δεκατέσσαρες και από Δαβίδ έως της μετοικεσίας Βαβυλώνος γενεαί δεκατέσσαρες και από της μετοικεσίας Βαβυλώνος έως του Χριστού γενεαί δεκατέσσαρες
Matthew 2:3
- KJV: When Herod the king had heard he was troubled and all Jerusalem with him
- GK: ακούσας δε Ηρώδης ο βασιλεύς εταράχθη και πάσα Ιεροσόλυμα μετ΄ αυτού
Matthew 2:4
- KJV: And when he had gathered all the chief priests and scribes of the people together he demanded of them where Christ should be born
- GK: και συναγαγών πάντας τούς αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ΄ αυτών που ο Χριστός γεννάται
Matthew 2:16
- KJV: Then Herod when he saw that he was mocked of the wise men was exceeding wroth and sent forth and slew all the children that were in Bethlehem and in all the coasts thereof from two years old and under according to the time which he had diligently enquired of the wise men
- GK: τότε Ηρώδης ιδών ότι ενεπαίχθη υπό των μάγων εθυμώθη λίαν και αποστείλας ανείλε πάντας τους παίδας τους εν Βηθλεέμ και εν πάσι τοις ορίοις αυτής από διετούς και κατωτέρω κατά τον χρόνον ον ηκρίβωσε παρά των μάγων
Matthew 3:5
- KJV: Then went out to him Jerusalem and all Judaea and all the region round about Jordan
- GK: τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα η Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου
Matthew 3:10
- KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees therefore every tree which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
- GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται
Matthew 3:15
- KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν
Matthew 4:4
- KJV: But he answered and said It is written Man shall not live by bread alone but by every word that proceedeth out of the mouth of God
- GK: ο δε αποκριθείς είπε γέγραπται ουκ επ΄ άρτω μόνω ζήσεται άνθρωπος αλλ΄ επί παντί ρήματι εκπορευομένω διά στόματος θεού
Matthew 4:8
- KJV: Again the devil taketh him up into an exceeding high mountain and sheweth him all the kingdoms of the world and the glory of them
- GK: πάλιν παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις όρος υψηλόν λίαν και δείκνυσιν αυτώ πάσας τας βασιλείας του κόσμου και την δόξαν αυτών
πάσχα (Easter)
[edit]Matthew 26:2
- KJV: Ye know that after two days is the passover and the Son of man is betrayed to be crucified
- GK: οίδατε ότι μετά δύο ημέρας το πάσχα γίνεται και ο υιός του ανθρώπου παραδίδοται εις το σταυρωθήναι
Matthew 26:17
- KJV: Now the first of the feast of unleavened bread the disciples came to Jesus saying unto him Where wilt thou that we prepare for thee to eat the passover
- GK: τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί τω Ιησού λέγοντες αυτώ που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα
Matthew 26:18
- KJV: And he said Go into the city to such a man and say unto him The Master saith My time is at hand I will keep the passover at thy house with my disciples
- GK: ο δε είπεν υπάγετε εις την πόλιν προς τον δείνα και είπατε αυτώ ο διδάσκαλος λέγει ο καιρός μου εγγύς εστι προς σε ποιώ το πάσχα μετά των μαθητών μου
Matthew 26:19
- KJV: And the disciples did as Jesus had appointed them and they made ready the passover
- GK: και εποίησαν οι μαθηταί ως συνέταξεν αυτοίς ο Ιησούς και ητοίμασαν το πάσχα
Mark 14:1
- KJV: After two days was the passover and of unleavened bread and the chief priests and the scribes sought how they might take him by craft and put to death
- GK: ην δε το πάσχα και τα άζυμα μετά δύο ημέρας και εζήτουν οι αρχιερείς και οι γραμματείς πως αυτόν εν δόλω κρατήσαντες αποκτείνωσιν
Mark 14:12
- KJV: And the first day of unleavened bread when they killed the passover his disciples said unto him Where wilt thou that we go and prepare that thou mayest eat the passover
- GK: και τη πρώτη ημέρα των αζύμων ότε το πάσχα έθυον λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού που θέλεις απελθόντες ετοιμάσομεν ίνα φάγης το πάσχα
Mark 14:14
- KJV: And wheresoever he shall go in say ye to the goodman of the house The Master saith Where is the guestchamber where I shall eat the passover with my disciples
- GK: και όπου εάν εισέλθη είπατε τω οικοδεσπότη ότι ο διδάσκαλος λέγει που εστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά των μαθητών μου φάγω
Mark 14:16
- KJV: And his disciples went forth and came into the city and found as he had said unto them and they made ready the passover
- GK: και εξήλθον οι μαθηταί αυτού και ήλθον εις την πόλιν και εύρον καθώς είπεν αυτοίς και ητοίμασαν το πάσχα
Luke 2:41
- KJV: Now his parents went to Jerusalem every year at the feast of the passover
- GK: και επορεύοντο οι γονείς κατ΄ έτος εις Ιερουσαλήμ τη εορτή του πάσχα
πάσχω (feel)
[edit]Matthew 16:21
- KJV: From that time forth began Jesus to shew unto his disciples how that he must go unto Jerusalem and suffer many things of the elders and chief priests and scribes and be killed and be raised again the third day
- GK: από τότε ήρξατο ο Ιησούς δεικνύειν τοις μαθηταίς αυτού ότι δει αυτόν απελθείν εις Ιεροσόλυμα και πολλά παθείν από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων και αποκτανθήναι και τη τρίτη ημέρα εγερθήναι
Matthew 17:12
- KJV: But I say unto you That Elias is come already and they knew him not but have done unto him whatsoever they listed Likewise shall also the Son of man suffer of them
- GK: λέγω δε υμίν ότι Ηλίας ήδη ήλθε και ουκ επέγνωσαν αυτόν αλλ΄ εποίησαν εν αυτώ οσα ηθέλησαν ούτω και ο υιός του ανθρώπου μέλλει πάσχειν υπ΄ αυτών
Matthew 17:15
- KJV: Lord have mercy on my son for he is lunatick and sore vexed for ofttimes he falleth into the fire and oft into the water
- GK: κύριε ελέησόν μου τον υιόν ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ
Matthew 27:19
- KJV: When he was set down on the judgment seat his wife sent unto him saying Have thou nothing to do with that just man for I have suffered many things this day in a dream because of him
- GK: καθημένου δε αυτού επί του βήματος απέστειλε προς αυτόν η γυνή αυτού λέγουσα μηδέν σοι και τω δικαίω εκείνω πολλά γαρ έπαθον σήμερον κατ΄ όναρ δι΄ αυτόν
Mark 5:26
- KJV: And had suffered many things of many physicians and had spent all that she had and was nothing bettered but rather grew worse
- GK: και πολλά παθούσα υπό πολλών ιατρών και δαπανήσασα τα παρ΄ εαυτής πάντα και μηδέν ωφεληθείσα αλλά μάλλον εις το χείρον ελθούσα
Mark 8:31
- KJV: And he began to teach them that the Son of man must suffer many things and be rejected of the elders and the chief priests and scribes and be killed and after three days rise again
- GK: και ήρξατο διδάσκειν αυτούς ότι δει τον υιόν του ανθρώπου πολλά παθείν και αποδοκιμασθήναι από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων και αποκτανθήναι και μετά τρεις ημέρας αναστήναι
Mark 9:12
- KJV: And he answered and told them Elias verily cometh first and restoreth all things and how it is written of the Son of man that he must suffer many things and be set at nought
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς Ηλίας μεν ελθών πρώτον αποκαθιστά πάντα και πως γέγραπται επί τον υιόν του ανθρώπου ίνα πολλά πάθη και εξουδενωθή
Luke 9:22
- KJV: Saying The Son of man must suffer many things and be rejected of the elders and chief priests and scribes and be slain and be raised the third day
- GK: ειπών ότι δει τον υιόν του ανθρώπου πολλά παθείν και αποδοκιμασθήναι από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων και αποκτανθήναι και τη τρίτη ημέρα εγερθήναι
Luke 13:2
- KJV: And Jesus answering said unto them Suppose ye that these Galilæans were sinners above all the Galilæans because they suffered such things
- GK: και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς δοκείτε ότι οι Γαλιλαίοι ούτοι αμαρτωλοί παρά πάντας τους Γαλιλαίους εγένοντο ότι τοιαύτα πεπόνθασιν
Πάταρα (Patara)
[edit]Acts 21:1
- KJV: And it came to pass that after we were gotten from them and had launched we came with a straight course unto Coos and the following unto Rhodes and from thence unto Patara
- GK: ως δε εγένετο αναχθήναι ημάς αποσπασθέντας απ΄ αυτών ευθυδρομήσαντες ήλθομεν εις την Κων τη δε εξής εις την Ρόδον κακείθεν εις Πάταρα
πατάσσω (smite)
[edit]Matthew 26:31
- KJV: Then saith Jesus unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep of the flock shall be scattered abroad
- GK: τότε λέγει αυτός ο Ιησούς πάντες υμείς σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη γέγραπται γαρ πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα της ποίμνης
Matthew 26:51
- KJV: And behold one of them which were with Jesus stretched out hand and drew his sword and struck a servant of the high priest’s and smote off his ear
- GK: και ιδού εις των μετά Ιησού εκτείνας την χείρα απέσπασεν την μάχαιραν αυτού και πατάξας τον δούλον του αρχιερέως αφείλεν αυτού το ωτίον
Mark 14:27
- KJV: And Jesus saith unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep shall be scattered
- GK: και λέγει αυτοίς ο Ιησούς ότι πάντες σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη ότι γέγραπται πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα
Luke 22:49
- KJV: When they which were about him saw what would follow they said unto him Lord shall we smite with the sword
- GK: ιδόντες δε οι περί αυτόν το εσόμενον είπον αυτώ κύριε ει πατάξομεν εν μαχαίρα
Luke 22:50
- KJV: And one of them smote the servant of the high priest and cut off his right ear
- GK: και επάταξεν εις τις εξ αυτών τον δούλον του αρχιερέως και αφείλεν αυτού το ους το δεξιόν
Acts 7:24
- KJV: And seeing one suffer wrong he defended and avenged him that was oppressed and smote the Egyptian
- GK: και ιδών τινα αδικούμενον ημύνατο και εποίησεν εκδίκησιν τω καταπονουμένω πατάξας τον Αιγύπτιον
Acts 12:7
- KJV: And behold the angel of the Lord came upon and a light shined in the prison and he smote Peter on the side and raised him up saying Arise up quickly And his chains fell off from hands
- GK: και ιδού άγγελος κυρίου επέστη και φως έλαμψεν εν τω οικήματι πατάξας δε την πλευράν του Πέτρου ήγειρεν αυτόν λέγων ανάστα εν τάχει και εξέπεσον αυτού αι αλύσεις εκ των χειρών
Acts 12:23
- KJV: And immediately the angel of the Lord smote him because he gave not God the glory and he was eaten of worms and gave up the ghost
- GK: παραχρήμα δε επάταξεν αυτόν άγγελος κυρίου ανθ΄ ουκ έδωκε την δόξαν τω θεώ και γενόμενος σκωληκόβρωτος εξέψυξεν
Revelation 11:6
- KJV: These have power to shut heaven that it rain not in the days of their prophecy and have power over waters to turn them to blood and to smite the earth with all plagues as often as they will
- GK: ούτοι έχουσιν εξουσίαν κλείσαι τον ουρανόν ίνα μη υετός βρέχη τας ημέρας της προφητείας αυτών και εξουσίαν έχουσιν επί των υδάτων στρέφειν αυτά εις αίμα και πατάξαι την γην εν πάση πληγή οσάκις εάν θελήσωσιν
πατέω (tread (down)
[edit]Luke 10:19
- KJV: Behold I give unto you power to tread on serpents and scorpions and over all the power of the enemy and nothing shall by any means hurt you
- GK: ιδού δίδωμι υμίν την εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων και επί πάσαν την δύναμιν του εχθρού και ουδέν υμάς ου αδικήσει
Luke 21:24
- KJV: And they shall fall by the edge of the sword and shall be led away captive into all nations and Jerusalem shall be trodden down of the Gentiles until the times of the Gentiles be fulfilled
- GK: και πεσούνται στόματι μαχαίρας και αιχμαλωτισθήσονται εις πάντα τα έθνη και Ιερουσαλήμ έσται πατουμένη υπό εθνών άχρι πληρωθώσι καιροί εθνών
Revelation 11:2
- KJV: But the court without the temple leave out and measure it not for it is given unto the Gentiles and the holy city shall they tread under foot forty two months
- GK: και την αυλήν την έξωθεν του ναού έκβαλε έξω και μη αυτήν μετρήσης ότι εδόθη τοις έθνεσι και την πόλιν την αγίαν πατήσουσι μήνας τεσσαράκοντα δύο
Revelation 14:20
- KJV: And the winepress was trodden without the city and blood came out of the winepress even unto the horse bridles by the space of a thousand six hundred furlongs
- GK: και επατήθη η ληνός έξωθεν της πόλεως και εξήλθεν αίμα εκ της ληνού άχρι των χαλινών των ίππων από σταδίων χιλίων εξακοσίων
Revelation 19:15
- KJV: And out of his mouth goeth a sharp sword that with it he should smite the nations and he shall rule them with a rod of iron and he treadeth the winepress of the fierceness and wrath of Almighty God
- GK: και εκ του στόματος αυτού εκπορεύεται ρομφαία διστομος οξεία ίνα εν αυτή πατάξη τα έθνη και αυτός ποιμανεί αυτούς εν ράβδω σιδηρά και αυτός πατεί την ληνόν του οίνου του θυμού της οργής του θεού του παντοκράτορος
πατήρ (father)
[edit]Matthew 2:22
- KJV: But when he heard that Archelaus did reign in Judaea in the room of his father Herod he was afraid to go thither notwithstanding being warned of God in a dream he turned aside into the parts of Galilee
- GK: ακούσας δε ότι Αρχέλαος βασιλεύει επί της Ιουδαίας αντί Ηρώδου του πατρός αυτου εφοβήθη εκεί απελθείν χρηματισθείς δε κατ΄ όναρ ανεχώρησεν εις τα μέρη της Γαλιλαίας
Matthew 3:9
- KJV: And think not to say within yourselves We have Abraham to father for I say unto you that God is able of these stones to raise up children unto Abraham
- GK: και μη δόξητε λέγειν εν εαυτοίς πατέρα έχομεν τον Αβραάμ λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο θεός εκ των λίθων τούτων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ
Matthew 4:21
- KJV: And going on from thence he saw other two brethren James of Zebedee and John his brother in a ship with Zebedee their father mending their nets and he called them
- GK: και προβάς εκείθεν είδεν άλλους δύο αδελφούς Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών καταρτίζοντας τα δίκτυα αυτών και εκάλεσεν αυτούς
Matthew 4:22
- KJV: And they immediately left the ship and their father and followed him
- GK: οι δε ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών ηκολούθησαν αυτώ
Matthew 5:16
- KJV: your light so shine before men that they may see your good works and glorify your Father which is in heaven
- GK: ούτω λαμψάτω το φως υμών έμπροσθεν των ανθρώπων όπως ίδωσιν υμών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον πατέρα υμών τον εν τοις ουρανοίς
Matthew 5:45
- KJV: That ye may be the children of your Father which is in heaven for he maketh his sun to rise on the evil and on the good and sendeth rain on the just and on the unjust
- GK: όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους
Matthew 5:48
- KJV: Be ye therefore perfect even as your Father which is in heaven is perfect
- GK: έσεσθε ουν υμείς τέλειοι ώσπερ ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς τέλειός εστι
Matthew 6:1
- KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
- GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς
Matthew 6:4
- KJV: That thine alms may be in secret and thy Father which seeth in secret himself shall reward thee openly
- GK: όπως η σου η ελεημοσύνη εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αυτός αποδώσει σοι εν τω φανερώ
Πάτμος (Patmos)
[edit]Revelation 1:9
- KJV: I John also your brother and companion in tribulation and in the kingdom and patience of Jesus Christ was in the isle that is called Patmos for the word of God and for the testimony of Jesus Christ
- GK: εγώ Ιωάννης ο αδελφός υμών και κοινωνός εν τη θλίψει και βασιλεία και υπομονή χριστώ Ιησού εγενόμην εν τη νήσω τη καλουμένη Πάτμω διά τον λόγον του θεού και διά την μαρτυρίαν Ιησού χριστού
πατρολῴας (murderer of fathers)
[edit]1 Timothy 1:9
- KJV: Knowing this that the law is not made for a righteous man but for the lawless and disobedient for the ungodly and for sinners for unholy and profane for murderers of fathers and murderers of mothers for manslayers
- GK: ειδώς τούτο ότι δικαίω νόμος ου κείται ανόμοις δε και ανυποτάκτοις ασεβέσι και αμαρτωλοίς ανοσίοις και βεβήλοις πατραλώαις και μητραλώαις ανδροφόνοις
πατριά (family)
[edit]Luke 2:4
- KJV: And Joseph also went up from Galilee out of the city of Nazareth into Judæa unto the city of David which is called Bethlehem because he was of the house and lineage of David
- GK: ανέβη δε και Ιωσήφ από της Γαλιλαίας εκ πόλεως Ναζαρέθ εις την Ιουδαίαν εις πόλιν Δαβίδ ήτις καλείται Βηθλεέμ διά το είναι αυτόν εξ οίκου και πατριάς Δαβίδ
Acts 3:25
- KJV: Ye are the children of the prophets and of the covenant which God made with our fathers saying unto Abraham And in thy seed shall all the kindreds of the earth be blessed
- GK: υμείς εστε υιοί των προφητών και της διαθήκης ης διέθετο ο θεός προς τους πατέρας ημών λέγων προς Αβραάμ και εν τω σπέρματί σου ενευλογηθήσονται πάσαι αι πατριαί της γης
Ephesians 3:15
- KJV: Of whom the whole family in heaven and earth is named
- GK: εξ ου πάσα πατριά εν ουρανοίς και επί γης ονομάζεται
πατριάρχης (patriarch)
[edit]Acts 2:29
- KJV: Men brethren let me freely speak unto you of the patriarch David that he is both dead and buried and his sepulchre is with us unto this day
- GK: άνδρες αδελφοί εξόν ειπείν μετά παρρησίας προς υμάς περί του πατριάρχου Δαβίδ ότι και ετελεύτησε και ετάφη και το μνήμα αυτού εστιν εν ημίν άχρι της ημέρας ταύτης
Acts 7:8
- KJV: And he gave him the covenant of circumcision and so begat Isaac and circumcised him the eighth day and Isaac Jacob and Jacob the twelve patriarchs
- GK: και έδωκεν αυτώ διαθήκην περιτομής και ούτως εγέννησε τον Ισαάκ και περιέτεμεν αυτόν τη ημέρα τη ογδόη και ο Ισαάκ τον Ιακώβ και ο Ιακώβ τους δώδεκα πατριάρχας
Acts 7:9
- KJV: And the patriarchs moved with envy sold Joseph into Egypt but God was with him
- GK: και οι πατριάρχαι ζηλώσαντες τον Ιωσήφ απέδοντο εις Αίγυπτον και ην ο θεός μετ΄ αυτού
Hebrews 7:4
- KJV: Now consider how great this man unto whom even the patriarch Abraham gave the tenth of the spoils
- GK: θεωρείτε δε πηλίκος ούτος ω και δεκάτην Αβραάμ έδωκεν εκ των ακροθινίων ο πατριάρχης
πατρικός (of fathers)
[edit]Galatians 1:14
- KJV: And profited in the Jews’ religion above many my equals in mine own nation being more exceedingly zealous of the traditions of my fathers
- GK: και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων
πατρίς ((own) country)
[edit]Matthew 13:54
- KJV: And when he was come into his own country he taught them in their synagogue insomuch that they were astonished and said Whence hath this this wisdom and mighty works
- GK: και ελθών εις την πατρίδα αυτού εδίδασκεν αυτούς εν τη συναγωγή αυτών ώστε εκπλήττεσθαι αυτούς και λέγειν πόθεν τούτω η σοφία αύτη και αι δυνάμεις
Matthew 13:57
- KJV: And they were offended in him But Jesus said unto them A prophet is not without honour save in his own country and in his own house
- GK: και εσκανδαλίζοντο εν αυτώ ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς ουκ έστι προφήτης άτιμος ει εν τη πατρίδι αυτού και εν τη οικία αυτού
Mark 6:1
- KJV: And he went out from thence and came into his own country and his disciples follow him
- GK: και εξήλθεν εκείθεν και ήλθεν εις την πατρίδα αυτού και ακολουθούσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού
Mark 6:4
- KJV: But Jesus said unto them A prophet is not without honour but in his own country and among his own kin and in his own house
- GK: έλεγε δε αυτοίς ο Ιησούς ότι ουκ έστι προφήτης άτιμος ει εν τη πατρίδι αυτού και εν τοις συγγενέσι και εν τη οικία αυτού
Luke 4:23
- KJV: And he said unto them Ye will surely say unto me this proverb Physician heal thyself whatsoever we have heard done in Capernaum do also here in thy country
- GK: και είπε προς αυτούς πάντως ερείτέ μοι την παραβολήν ταύτην ιατρέ θεράπευσον σεαυτόν όσα ηκούσαμεν γενόμενα εν τη Καπερναούμ ποίησον και ώδε εν τη πατρίδι σου
Luke 4:24
- KJV: And he said Verily I say unto you No prophet is accepted in his own country
- GK: είπε δε αμήν λέγω υμίν ότι ουδείς προφήτης δεκτός εστιν εν τη πατρίδι αυτού
John 4:44
- KJV: For Jesus himself testified that a prophet hath no honour in his own country
- GK: αυτός γαρ ο Ιησούς εμαρτύρησεν ότι προφήτης εν τη ιδία πατρίδι τιμήν ουκ έχει
Hebrews 11:14
- KJV: For they that say such things declare plainly that they seek a country
- GK: οι γαρ τοιαύτα λέγοντες εμφανίζουσιν ότι πατρίδα επιζητούσι
Πατρόβας (Patrobas)
[edit]Romans 16:14
- KJV: Salute Asyncritus Phlegon Hermas Patrobas Hermes and the brethren which are with them
- GK: ασπάσασθε Ασύγκριτον Φλέγοντα Ερμάν Πατρόβαν Ερμήν και τους συν αυτοίς αδελφούς
πατροπαράδοτος (received by tradition from fathers)
[edit]1 Peter 1:18
- KJV: Forasmuch as ye know that ye were not redeemed with corruptible things silver and gold from your vain conversation by tradition from your fathers
- GK: ειδότες ότι ου φθαρτοίς αργυρίω η χρυσίω ελυτρώθητε εκ της ματαίας υμών αναστροφής πατροπαραδότου
πατρῷος (of fathers)
[edit]Acts 22:3
- KJV: I am verily a man a Jew born in Tarsus in Cilicia yet brought up in this city at the feet of Gamaliel taught according to the perfect manner of the law of the fathers and was zealous toward God as ye all are this day
- GK: και φησίν εγώ μεν ειμι ανήρ Ιουδαίος γεγεννημένος εν Ταρσώ της Κιλικίας ανατεθραμμένος δε εν τη πόλει ταύτη παρά τους πόδας Γαμαλιήλ πεπαιδευμένος κατά ακρίβειαν του πατρώου νόμου ζηλωτής υπάρχων του θεού καθώς πάντες υμείς εστε σήμερον
Acts 24:14
- KJV: But this I confess unto thee that after the way which they call heresy so worship I the God of my fathers believing all things which are written in the law and in the prophets
- GK: ομολογώ τούτό σοι ότι κατά την οδόν ην λέγουσιν αίρεσιν ούτω λατρεύω τω πατρώω θεώ πιστεύων πάσι τοις κατά τον νόμον και τοις προφήταις γεγραμμένοις
Acts 28:17
- KJV: And it came to pass that after three days Paul called the chief of the Jews together and when they were come together he said unto them Men brethren though I have committed nothing against the people or customs of our fathers yet was I delivered prisoner from Jerusalem into the hands of the Romans
- GK: εγένετο δε μετά ημέρας τρεις συγκαλέσασθαι τον Παύλον τους όντας των Ιουδαίων πρώτους συνελθόντων δε αυτών έλεγε προς αυτούς άνδρες αδελφοί εγώ ουδέν εναντίον ποιήσας τω λαω η τοις έθεσι τοις πατρώοις δέσμιος εξ Ιεροσολύμων παρεδόθην εις τας χείρας των Ρωμαίων
Παῦλος (Paul)
[edit]Acts 13:7
- KJV: Which was with the deputy of the country Sergius Paulus a prudent man who called for Barnabas and Saul and desired to hear the word of God
- GK: ος ην συν τω ανθυπάτω Σεργίω Παύλω ανδρί συνετώ ούτος προσκαλεσάμενος Βαρνάβαν και Σαύλον επεζήτησεν ακούσαι τον λόγον του θεού
Acts 13:9
- KJV: Then Saul who also Paul filled with the Holy Ghost set his eyes on him
- GK: Σαύλος δε ο και Παύλος πλησθείς πνεύματος αγίου και ατενίσας εις αυτόν
Acts 13:13
- KJV: Now when Paul and his company loosed from Paphos they came to Perga in Pamphylia and John departing from them returned to Jerusalem
- GK: αναχθέντες δε από της Πάφου οι περί τον Παύλον ήλθον εις Πέργην της Παμφυλίας Ιωάννης δε αποχωρήσας απ΄ αυτών υπέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα
Acts 13:16
- KJV: Then Paul stood up and beckoning with hand said Men of Israel and ye that fear God give audience
- GK: αναστάς δε Παύλος και κατασείσας τη χειρί είπεν άνδρες Ισραηλίται και οι φοβούμενοι τον θεόν ακούσατε
Acts 13:43
- KJV: Now when the congregation was broken up many of the Jews and religious proselytes followed Paul and Barnabas who speaking to them persuaded them to continue in the grace of God
- GK: λυθείσης δε της συναγωγής ηκολούθησαν πολλοί των Ιουδαίων και των σεβομένων προσηλύτων τω Παύλω και τω Βαρνάβα οίτινες προσλαλούντες έπειθον αυτούς επιμένειν τη χάριτι του θεού
Acts 13:45
- KJV: But when the Jews saw the multitudes they were filled with envy and spake against those things which were spoken by Paul contradicting and blaspheming
- GK: ιδόντες δε οι Ιουδαίοι τους όχλους επλήσθησαν ζήλου και αντέλεγον τοις υπό του Παύλου λεγομένοις αντιλέγοντες και βλασφημούντες
Acts 13:46
- KJV: Then Paul and Barnabas waxed bold and said It was necessary that the word of God should first have been spoken to you but seeing ye put it from you and judge yourselves unworthy of everlasting life lo we turn to the Gentiles
- GK: παρρησιασάμενοι δε ο Παύλος και ο Βαρνάβας είπον υμίν ην αναγκαίον πρώτον λαληθήναι τον λόγον του θεού επειδή απωθείσθε αυτόν και ουκ αξίους κρίνετε εαυτούς της αιωνίου ζωής ιδού στρεφόμεθα εις τα έθνη
Acts 13:50
- KJV: But the Jews stirred up the devout and honourable women and the chief men of the city and raised persecution against Paul and Barnabas and expelled them out of their coasts
- GK: οι δε Ιουδαίοι παρώτρυναν τας σεβομένας γυναίκας και τας ευσχήμονας και τους πρώτους της πόλεως και επήγειραν διωγμόν επί τον Παύλον και τον Βαρνάβαν και εξέβαλον αυτούς από των ορίων αυτών
Acts 14:9
- KJV: The same heard Paul speak who stedfastly beholding him and perceiving that he had faith to be healed
- GK: ούτος ήκουσε του Παύλου λαλούντος ος ατενίσας αυτώ και ιδών ότι πίστιν έχει του σωθήναι
παύω (cease)
[edit]Luke 5:4
- KJV: Now when he had left speaking he said unto Simon Launch out into the deep and let down your nets for a draught
- GK: ως δε επαύσατο λαλών είπε προς τον Σίμωνα επανάγαγε εις το βάθος και χαλάσατε τα δίκτυα υμών εις άγραν
Luke 8:24
- KJV: And they came to him and awoke him saying Master master we perish Then he arose and rebuked the wind and the raging of the water and they ceased and there was a calm
- GK: προσελθόντες δε διήγειραν αυτόν λέγοντες επιστάτα επιστάτα απολλύμεθα ο δε εγερθείς επετίμησε τω ανέμω και τω κλύδωνι του ύδατος και επαύσαντο και εγένετο γαλήνη
Luke 11:1
- KJV: And it came to pass, that as he was praying in a certain place when he ceased one of his disciples said unto him Lord teach us to pray as John also taught his disciples
- GK: και εγένετο εν τω είναι αυτόν εν τόπω τινί προσευχόμενον ως επαύσατο είπέ τις των μαθητών αυτού προς αυτόν κύριε δίδαξον ημάς προσεύχεσθαι καθώς και Ιωάννης εδίδαξε τους μαθητάς αυτού
Acts 5:42
- KJV: And daily in the temple and in every house they ceased not to teach and preach Jesus Christ
- GK: πάσάν τε ημέραν εν τω ιερώ και κατ΄ οίκον ουκ επαύοντο διδάσκοντες και ευαγγελιζόμενοι Ιησούν τον χριστόν
Acts 6:13
- KJV: And set up false witnesses which said This man ceaseth not to speak blasphemous words against this holy place and the law
- GK: έστησάν τε μάρτυρας ψευδείς λέγοντας ο άνθρωπος ούτος ου παύεται ρήματα βλάσφημα λαλών κατά του τόπου του αγίου τούτου και του νόμου
Acts 13:10
- KJV: said O full of all subtilty and all mischief child of the devil enemy of all righteousness wilt thou not cease to pervert the right ways of the Lord
- GK: είπεν ω πλήρης παντός δόλου και πάσης ραδιουργίας υιέ διαβόλου εχθρέ πάσης δικαιοσύνης ου παύση διαστρέφων τας οδούς κυρίου τας ευθείας
Acts 20:1
- KJV: And after the uproar was ceased Paul called unto the disciples and embraced and departed for to go into Macedonia
- GK: μετά δε το παύσασθαι τον θόρυβον προσκαλεσάμενος ο Παύλος τους μαθητάς και ασπασάμενος εξήλθε πορευθήναι εις την Μακεδονίαν
Acts 20:31
- KJV: Therefore watch and remember that by the space of three years I ceased not to warn every one night and day with tears
- GK: διό γρηγορείτε μνημονεύοντες ότι τριετίαν νύκτα και ημέραν ουκ επαυσάμην μετά δακρύων νουθετών ένα έκαστον
Acts 21:32
- KJV: Who immediately took soldiers and centurions and ran down unto them and when they saw the chief captain and the soldiers they left beating of Paul
- GK: ος εξαυτής παραλαβών στρατιώτας και εκατοντάρχους κατέδραμεν επ΄ αυτούς οι δε ιδόντες τον χιλίαρχον και τους στρατιώτας επαύσαντο τύπτοντες τον Παύλον
Πάφος (Paphos)
[edit]Acts 13:6
- KJV: And when they had gone through the isle unto Paphos they found a certain sorcerer a false prophet a Jew whose name Bar-jesus
- GK: διελθόντες την νήσον άχρι Πάφου εύρόν τινα μάγον ψευδοπροφήτην Ιουδαίον ω όνομα Βαρϊησούς
Acts 13:13
- KJV: Now when Paul and his company loosed from Paphos they came to Perga in Pamphylia and John departing from them returned to Jerusalem
- GK: αναχθέντες δε από της Πάφου οι περί τον Παύλον ήλθον εις Πέργην της Παμφυλίας Ιωάννης δε αποχωρήσας απ΄ αυτών υπέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα
παχύνω (wax gross)
[edit]Matthew 13:15
- KJV: For this people’s heart is waxed gross and ears are dull of hearing and their eyes they have closed lest at any time they should see with eyes and hear with ears and should understand with heart and should be converted and I should heal them
- GK: επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσιν και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι και ιάσομαι αυτούς
Acts 28:27
- KJV: For the heart of this people is waxed gross and their ears are dull of hearing and their eyes have they closed lest they should see with eyes and hear with ears and understand with heart and should be converted and I should heal them
- GK: επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι και ιάσωμαι αυτούς
πέδη (fetter)
[edit]Mark 5:4
- KJV: Because that he had been often bound with fetters and chains and the chains had been plucked asunder by him and the fetters broken in pieces neither could any tame him
- GK: διά το αυτόν πολλάκις πέδαις και αλύσεσι δεδέσθαι και διεσπάσθαι υπ΄ αυτού τας αλύσεις και τας πέδας συντετρίφθαι και ουδείς αυτόν ίσχυε δαμάσαι
Luke 8:29
- KJV: For he had commanded the unclean spirit to come out of the man For oftentimes it had caught him and he was kept bound with chains and in fetters and he brake the bands and was driven of the devil into the wilderness
- GK: παρήγγελλε γαρ τω πνεύματι τω ακαθάρτω εξελθείν από του ανθρώπου πολλοίς γαρ χρόνοις συνηρπάκει αυτόν και εδεσμείτο αλύσεσι και πέδαις φυλασσόμενος και διαρρήσσων τα δεσμά ηλαύνετο υπό του δαίμονος εις τας ερήμους
πεδινός (plain)
[edit]Luke 6:17
- KJV: And he came down with them and stood in the plain and the company of his disciples and a great multitude of people out of all Judæa and Jerusalem and from the sea coast of Tyre and Sidon which came to hear him and to be healed of their diseases
- GK: και καταβάς μετ΄ αυτών έστη επί τόπου πεδινού και όχλος μαθητών αυτού και πλήθος πολύ του λαού από πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος οι ήλθον ακούσαι αυτού και ιαθήναι από των νόσων αυτών
πεζεύω (go afoot)
[edit]Acts 20:13
- KJV: And we went before to ship and sailed unto Assos there intending to take in Paul for so had he appointed minding himself to go afoot
- GK: ημείς δε προελθόντες επί το πλοίον ανήχθημεν εις την Άσσον εκείθεν μέλλοντες αναλαμβάνειν τον Παύλον ούτω γαρ ην διατεταγμένος μέλλων αυτός πεζεύειν
πεζῇ (a- (on) foot)
[edit]Matthew 14:13
- KJV: When Jesus heard he departed thence by ship into a desert place apart and when the people had heard they followed him on foot out of the cities
- GK: και ακούσας ο Ιησούς ανεχώρησεν εκείθεν εν πλοίω εις έρημον τόπον κατ΄ ιδίαν και ακούσαντες οι όχλοι ηκολούθησαν αυτώ πεζή από των πόλεων
Mark 6:33
- KJV: And the people saw them departing and many knew him and ran afoot thither out of all cities and outwent them and came together unto him
- GK: και είδον αυτούς υπάγοντας και επέγνωσαν αυτόν πολλοί και πεζή από πασών των πόλεων συνέδραμον εκεί και προήλθον αυτούς και συνήλθον προς αυτόν
πειθαρχέω (hearken)
[edit]Acts 5:29
- KJV: Then Peter and the apostles answered and said We ought to obey God rather than men
- GK: αποκριθείς δε Πέτρος και οι απόστολοι είπον πειθαρχείν δει θεώ μάλλον η ανθρώποις
Acts 5:32
- KJV: And we are his witnesses of these things and also the Holy Ghost whom God hath given to them that obey him
- GK: και ημείς εσμεν αυτού μάρτυρες των ρημάτων τούτων και το πνεύμα δε το άγιον ο έδωκεν ο θεός τοις πειθαρχούσιν αυτώ
Acts 27:21
- KJV: But after long abstinence Paul stood forth in the midst of them and said Sirs ye should have hearkened unto me and not have loosed from Crete and to have gained this harm and loss
- GK: πολλής δε ασιτίας υπαρχούσης τότε σταθείς ο Παύλος εν μέσω αυτών είπεν έδει μεν ω άνδρες πειθαρχήσαντάς μοι μη ανάγεσθαι από της Κρήτης κερδήσαί τε την ύβριν ταύτην και την ζημίαν
Titus 3:1
- KJV: Put them in mind to be subject to principalities and powers to obey magistrates to be ready to every good work
- GK: υπομίμνησκε αυτούς αρχαίς και εξουσίαις υποτάσσεσθαι πειθαρχείν προς παν έργον αγαθόν ετοίμους είναι
πειθός (enticing)
[edit]1 Corinthians 2:4
- KJV: And my speech and my preaching not with enticing words of man’s wisdom but in demonstration of the Spirit and of power
- GK: και ο λόγος μου και το κήρυγμά μου ουκ εν πειθοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις αλλ΄ εν αποδείξει πνεύματος και δυνάμεως
πείθω (agree)
[edit]Matthew 27:20
- KJV: But the chief priests and elders persuaded the multitude that they should ask Barabbas and destroy Jesus
- GK: οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι έπεισαν τους όχλους ίνα αιτήσωνται τον Βαραββάν τον δε Ιησούν απολέσωσιν
Matthew 27:43
- KJV: He trusted in God let him deliver him now if he will have him for he said I am the Son of God
- GK: πέποιθεν επί τον θεόν ρυσάσθω νυν αυτόν ει θέλει αυτόν είπε γαρ ότι θεού ειμι υιός
Matthew 28:14
- KJV: And if this come to the governor’s ears we will persuade him and secure you
- GK: και εάν ακουσθή τούτο επί του ηγεμόνος ημείς πείσομεν αυτόν και υμάς αμερίμνους ποιήσομεν
Mark 10:24
- KJV: And the disciples were astonished at his words But Jesus answereth again and saith unto them Children how hard is it for them that trust in riches to enter into the kingdom of God
- GK: οι δε μαθηταί εθαμβούντο επί τοις λόγοις αύτου ο δε Ιησούς πάλιν αποκριθείς λέγει αυτοίς τέκνα πως δύσκολόν εστι τους πεποιθότας επί τοις χρήμασιν εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν
Luke 11:22
- KJV: But when a stronger than he shall come upon him and overcome him he taketh from him all his armour wherein he trusted and divideth his spoils
- GK: επάν δε ο ισχυρότερος αυτού επελθών νικήση αυτόν την πανοπλίαν αυτού αίρει εφ΄ η επεποίθει και τα σκύλα αυτού διαδίδωσιν
Luke 16:31
- KJV: And he said unto him If they hear not Moses and the prophets neither will they be persuaded though one rose from the dead
- GK: είπε δε αυτώ ει Μωσέως και των προφητών ουκ ακούουσιν ουδέ εάν τις εκ νεκρών αναστή πεισθήσονται
Luke 18:9
- KJV: And he spake this parable unto certain which trusted in themselves that they were righteous and despised others
- GK: είπε δε και προς τινας τους πεποιθότας εφ΄ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι και εξουθενούντας τους λοιπούς την παραβολήν ταύτην
Luke 20:6
- KJV: But and if we say Of men all the people will stone us for they be persuaded that John was a prophet
- GK: εαν δε είπωμεν εξ ανθρώπων πας ο λαός καταλιθάσει ημάς πεπεισμένος γαρ εστιν Ιωάννην προφήτην είναι
Acts 5:36
- KJV: For before these days rose up Theudas boasting himself to be somebody to whom a number of men about four hundred joined themselves who was slain and all as many as obeyed him were scattered and brought to nought
- GK: προ γαρ τούτων των ημερών ανέστη Θευδάς λέγων είναί τινα εαυτόν ω προσεκλήθη αριθμός ανδρών ωσεί τετρακοσίων ος ανηρέθη και πάντες όσοι επείθοντο αυτώ διελύθησαν και εγένοντο εις ουδέν
πεινάω (be an hungered)
[edit]Matthew 4:2
- KJV: And when he had fasted forty days and forty nights he was afterward an hungred
- GK: και νηστεύσας ημέρας τεσσαράκοντα και νύκτας τεσσαράκοντα ύστερον επείνασε
Matthew 5:6
- KJV: Blessed they which do hunger and thirst after righteousness for they shall be filled
- GK: μακάριοι οι πεινώντες και διψώντες την δικαιοσύνην ότι αυτοί χορτασθήσονται
Matthew 12:1
- KJV: At that time Jesus went on the sabbath day through the corn and his disciples were an hungred and began to pluck the ears of corn and to eat
- GK: εν εκείνω τω καιρώ επορεύθη ο Ιησούς τοις σάββασι διά των σπορίμων οι δε μαθηταί αυτού επείνασαν και ήρξαντο τίλλειν στάχυας και εσθίειν
Matthew 12:3
- KJV: But he said unto them Have ye not read what David did when he was an hungred and they that were with him
- GK: ο δε είπεν αυτοίς ουκ ανέγνωτε τι εποίησε Δαβίδ ότε επείνασεν αυτός και οι μετ΄ αυτού
Matthew 21:18
- KJV: Now in the morning as he returned into the city he hungered
- GK: πρωϊας δε επανάγων εις την πόλιν επείνασε
Matthew 25:35
- KJV: For I was an hungred and ye gave me meat I was thirsty and ye gave me drink I was a stranger and ye took me in
- GK: επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν εδίψησα και εποτίσατέ με ξένος ήμην και συνηγάγετέ με
Matthew 25:37
- KJV: Then shall the righteous answer him saying Lord when saw we thee an hungred and fed or thirsty and gave thee drink
- GK: τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν η διψώντα και εποτίσαμεν
Matthew 25:42
- KJV: For I was an hungred and ye gave me no meat I was thirsty and ye gave me no drink
- GK: επείνασα γαρ και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν εδίψησα και ουκ εποτίσατέ με
Matthew 25:44
- KJV: Then shall they also answer him saying Lord when saw we thee an hungred or athirst or a stranger or naked or sick or in prison and did not minister unto thee
- GK: τότε αποκριθήσονται αυτώ και αυτοί λέγοντες κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα η διψώντα η ξένον η γυμνόν η ασθενή η εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι
πεῖρα (assaying)
[edit]Hebrews 11:29
- KJV: By faith they passed through the Red sea as by dry which the Egyptians assaying to do were drowned
- GK: πίστει διέβησαν την ερυθράν θάλασσαν ως διά ξηράς ης πείραν λαβόντες οι Αιγύπτιοι κατεπόθησαν
Hebrews 11:36
- KJV: And others had trial of mockings and scourgings yea moreover of bonds and imprisonment
- GK: έτεροι δε εμπαιγμών και μαστίγων πείραν έλαβον έτι δε δεσμών και φυλακής
πειράζω (assay)
[edit]Matthew 4:1
- KJV: Then was Jesus led up of the Spirit into the wilderness to be tempted of the devil
- GK: τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου
Matthew 4:3
- KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
- GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται
Matthew 16:1
- KJV: The Pharisees also with the Sadducees came and tempting desired him that he would shew them a sign from heaven
- GK: και προσελθόντες οι Φαρισαίοι και Σαδδουκαίοι πειράζοντες επηρώτησαν αυτόν σημείον εκ του ουρανού επιδείξαι αυτοίς
Matthew 19:3
- KJV: The Pharisees also came unto him tempting him and saying unto him Is it lawful for a man to put away his wife for every cause
- GK: και προσήλθον αυτώ οι Φαρισαίοι πειράζοντες αυτόν και λέγοντες αυτώ ει έξεστιν ανθρώπω απολύσαι την γυναίκα αυτού κατά πάσαν αιτίαν
Matthew 22:18
- KJV: But Jesus perceived their wickedness and said Why tempt ye me hypocrites
- GK: γνους δε ο Ιησούς την πονηρίαν αυτών είπε τι με πειράζετε υποκριταί
Matthew 22:35
- KJV: Then one of them a lawyer asked tempting him and saying
- GK: και επηρώτησεν εις εξ αυτών νομικός πειράζων αυτόν και λέγων
Mark 1:13
- KJV: And he was there in the wilderness forty days tempted of Satan and was with the wild beasts and the angels ministered unto him
- GK: και ην εκεί εν τη ερήμω ημέρας τεσσαράκοντα πειραζόμενος υπό του σατανά και ην μετά των θηρίων και οι άγγελοι διηκόνουν αυτώ
Mark 8:11
- KJV: And the Pharisees came forth and began to question with him seeking of him a sign from heaven tempting him
- GK: και εξήλθον οι Φαρισαίοι και ήρξαντο συζητείν αυτώ ζητούντες παρ΄ αυτού σημείον από του ουρανού πειράζοντες αυτόν
Mark 10:2
- KJV: And the Pharisees came to him and asked him Is it lawful for a man to put away wife tempting him
- GK: και προσελθόντες Φαρισαίοι επηρώτησαν αυτόν ει έξεστιν ανδρί γυναίκα απολύσαι πειράζοντες αυτόν
πειρασμός (temptation)
[edit]Matthew 6:13
- KJV: And lead us not into temptation but deliver us from evil For thine is the kingdom and the power and the glory for ever Amen
- GK: και μη εσενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας αμήν
Matthew 26:41
- KJV: Watch and pray that ye enter not into temptation the spirit indeed willing but the flesh weak
- GK: γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής
Mark 14:38
- KJV: Watch ye and pray lest ye enter into temptation The spirit truly ready but the flesh weak
- GK: γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής
Luke 4:13
- KJV: And when the devil had ended all the temptation he departed from him for a season
- GK: και συντελέσας πάντα πειρασμόν ο διάβολος απέστη απ΄ αυτού άχρι καιρού
Luke 8:13
- KJV: They on the rock which when they hear receive the word with joy and these have no root which for a while believe and in time of temptation fall away
- GK: οι δε επί της πέτρας οι όταν ακούσωσι μετά χαράς δέχονται τον λόγον και ούτοι ρίζαν ουκ έχουσιν οι προς καιρόν πιστεύουσι και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται
Luke 11:4
- KJV: And forgive us our sins for we also forgive every one that is indebted to us And lead us not into temptation but deliver us from evil
- GK: και άφες ημίν τας αμαρτίας ημών και γαρ αυτοί αφίεμεν παντί οφείλοντι ημίν και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού
Luke 22:28
- KJV: Ye are they which have continued with me in my temptations
- GK: υμείς δε εστε οι διαμεμενηκότες μετ΄ εμού εν τοις πειρασμοίς μου
Luke 22:40
- KJV: And when he was at the place he said unto them Pray that ye enter not into temptation
- GK: γενόμενος δε επί του τόπου είπεν αυτοίς προσεύχεσθε μη εισελθείν εις πειρασμόν
Luke 22:46
- KJV: And said unto them Why sleep ye rise and pray lest ye enter into temptation
- GK: και είπεν αυτοίς τι καθεύδετε αναστάντες προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν
πειράω (assay)
[edit]Acts 9:26
- KJV: And when Saul was come to Jerusalem he assayed to join himself to the disciples but they were all afraid of him and believed not that he was a disciple
- GK: παραγενόμενος δε ο Σαύλος εν Ιερουσαλήμ επειράτο κολλάσθαι τοις μαθηταίς και πάντες εφοβούντο αυτόν μη πιστεύοντες ότι εστί μαθητής
Acts 26:21
- KJV: For these causes the Jews caught me in the temple and went about to kill
- GK: ένεκα τούτων με οι Ιουδαίοι συλλαβόμενοι εν τω ιερώ επειρώντο διαχειρίσασθαι
Hebrews 4:15
- KJV: For we have not an high priest which can not be touched with the feeling of our infirmities but was in all points tempted like as without sin
- GK: ου γαρ έχομεν αρχιερέα μη δυνάμενον συμπαθήσαι ταις ασθενείαις ημών πεπειραμένον δε κατά πάντα καθ΄ ομοιότητα χωρίς αμαρτίας
πεισμονή (persuasion)
[edit]Galatians 5:8
- KJV: This persuasion not of him that calleth you
- GK: η πεισμονή ουκ εκ του καλούντος υμάς
πέλαγος (depth)
[edit]Matthew 18:6
- KJV: But whoso shall offend one of these little ones which believe in me it were better for him that a millstone were hanged about his neck and he were drowned in the depth of the sea
- GK: ος δ΄ αν σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ συμφέρει αυτώ ίνα κρεμασθή μύλος ονικός επί τον τράχηλον αυτού και καταποντισθή εν τω πελάγει της θαλάσσης
Acts 27:5
- KJV: And when we had sailed over the sea of Cilicia and Pamphylia we came to Myra of Lycia
- GK: το τε πέλαγος το κατά την Κιλικίαν και Παμφυλίαν διαπλεύσαντες κατήλθομεν εις Μύρα της Λυκίας
πελεκίζω (behead)
[edit]Revelation 20:4
- KJV: And I saw thrones and they sat upon them and judgment was given unto them and the souls of them that were beheaded for the witness of Jesus and for the word of God and which had not worshipped the beast neither his image neither had received mark upon their foreheads or in their hands and they lived and reigned with Christ a thousand years
- GK: και είδον θρόνους και εκάθισαν επ΄ αυτούς και κρίμα εδόθη αυτοίς και τας ψυχάς των πεπελεκισμένων διά την μαρτυρίαν Ιησού και διά τον λόγον του θεού και οίτινες ου προσεκύνησαν τω θηρίω ούτε τη εικονι αυτού και ουκ έλαβον το χάραγμα επί το μέτωπον αυτών και επί την χείρα αυτών και έζησαν και εβασίλευσαν μετά του χριστού χίλια έτη
πέμπτος (fifth)
[edit]Revelation 6:9
- KJV: And when he had opened the fifth seal I saw under the altar the souls of them that were slain for the word of God and for the testimony which they held
- GK: και ότε ήνοιξε την πέμπτην σφραγίδα είδον υποκάτω του θυσιαστηρίου τας ψυχάς των ανθρώπων των εσφαγμένων διά τον λόγον του θεού και διά την μαρτυρίαν του αρνίου ην είχον
Revelation 9:1
- KJV: And the fifth angel sounded and I saw a star fall from heaven unto the earth and to him was given the key of the bottomless pit
- GK: και ο πέμπτος άγγελος εσάλπισε και είδον αστέρα εκ του ουρανού πεπτωκότα εις την γην και εδόθη αυτώ η κλείς του φρέατος της αβύσσου
Revelation 16:10
- KJV: And the fifth angel poured out his vial upon the seat of the beast and his kingdom was full of darkness and they gnawed their tongues for pain
- GK: και ο πέμπτος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού επί τον θρόνον του θηρίου και εγένετο η βασιλεία αυτού εσκοτωμένη και εμασσώντο τας γλώσσας αυτών εκ του πόνου
Revelation 21:20
- KJV: The fifth sardonyx the sixth sardius the seventh chrysolite the eighth beryl the ninth a topaz the tenth a chrysoprasus the eleventh a jacinth the twelfth an amethyst
- GK: ο πέμπτος σαρδόνυξ ο έκτος σάρδιος ο έβδομος χρυσόλιθος ο όγδοος βήρυλλος ο ένατος τοπάζιον ο δέκατος χρυσόπρασος ο ενδέκατος υάκινθος ο δωδέκατος αμέθυστος
πέμπω (send)
[edit]Matthew 2:8
- KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
- GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ
Matthew 11:2
- KJV: Now when John had heard in the prison the works of Christ he sent two of his disciples
- GK: ο δε Ιωάννης ακούσας εν τω δεσμωτηρίω τα έργα του Χριστού πέμψας δύο των μαθητών αυτού
Matthew 14:10
- KJV: And he sent and beheaded John in the prison
- GK: και πέμψας απεκεφάλισε τον Ιωάννην εν τη φυλακή
Matthew 22:7
- KJV: But when the king heard he was wroth and he sent forth his armies and destroyed those murderers and burned up their city
- GK: και ακούσας ο βασιλεύς εκείνος ωργίσθη και πέμψας τα στρατεύματα απώλεσεν τους φονείς εκείνους και την πόλιν αυτών ενέπρησε
Mark 5:12
- KJV: And all the devils besought him saying Send us into the swine that we may enter into them
- GK: και παρεκάλεσαν αυτόν πάντες οι δαίμονες λέγοντες πέμψον ημάς εις τους χοίρους ίνα εις αυτούς εισέλθωμεν
Luke 4:26
- KJV: But unto none of them was Elias sent save unto Sarepta of Sidon unto a woman a widow
- GK: και προς ουδεμίαν αυτών επέμφθη Ηλίας ει εις Σάρεπτα της Σιδώνος προς γυναίκα χήραν
Luke 7:6
- KJV: Then Jesus went with them And when he was now not far from the house the centurion sent friends to him saying unto him Lord trouble not thyself for I am not worthy that thou shouldest enter under my roof
- GK: ο δε Ιησούς επορεύετο συν αυτοίς ήδη δε αυτού ου μακράν απέχοντος από της οικίας έπεμψε προς αυτόν ο εκατόνταρχος φίλους λέγων αυτώ κύριε μη σκύλλου ου γαρ ειμι ικανός ίνα υπό την στέγην μου εισέλθης
Luke 7:10
- KJV: And they that were sent returning to the house found the servant whole that had been sick
- GK: και υποστρέψαντες οι πεμφθέντες εις τον οίκον εύρον τον ασθενούντα δούλον υγιαίνοντα
Luke 7:19
- KJV: And John calling two of his disciples sent to Jesus saying Art thou he that should come or look we for another
- GK: και προσκαλεσάμενος δύο τινάς των μαθητών αυτού ο Ιωάννης έπεμψε προς τον Ιησούν λέγων συ ει ο ερχόμενος η άλλον προσδοκώμεν
πένης (poor)
[edit]2 Corinthians 9:9
- KJV: As it is written He hath dispersed abroad he hath given to the poor his righteousness remaineth for ever
- GK: καθώς γέγραπται εσκόρπισεν έδωκε τοις πένησιν η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα
πενθερά (mother in law)
[edit]Matthew 8:14
- KJV: And when Jesus was come into Peter’s house he saw his wife’s mother laid and sick of a fever
- GK: και ελθών ο Ιησούς εις την οικίαν Πέτρου είδε την πενθεράν αυτού βεβλημένην και πυρέσσσουσαν
Matthew 10:35
- KJV: For I am come to set a man at variance against his father and the daughter against her mother and the daughter in law against her mother in law
- GK: ήλθον γαρ διχάσαι άνθρωπον κατά του πατρός αυτού και θυγατέρα κατά της μητρός αυτής και νύμφην κατά της πενθεράς αυτής
Mark 1:30
- KJV: But Simon’s wife’s mother lay sick of a fever and anon they tell him of her
- GK: η δε πενθερά Σίμωνος κατέκειτο πυρέσσουσα και ευθέως λέγουσιν αυτώ περί αυτής
Luke 4:38
- KJV: And he arose out of the synagogue and entered into Simon’s house And Simon’s wife’s mother was taken with a great fever and they besought him for her
- GK: αναστάς δε εκ της συναγωγής εισήλθεν εις την οικίαν Σίμωνος η πενθερά δε του Σίμωνος ην συνεχομένη πυρετώ μεγάλω και ηρώτησαν αυτόν περί αυτής
Luke 12:53
- KJV: The father shall be divided against the son and the son against the father the mother against the daughter and the daughter against the mother the mother in law against her daughter in law and the daughter in law against her mother in law
- GK: διαμερισθήσεται πατήρ εφ΄ υιώ και υιός επί πατρί μήτηρ επί θυγατρί και θυγάτηρ επί μητρί πενθερά επί την νύμφην αυτής και νύμφη επί την πενθεράν αυτης
πενθερός (father in law)
[edit]John 18:13
- KJV: And led him away to Annas first for he was father in law to Caiaphas which was the high priest that same year
- GK: και απήγαγον αυτόν προς Άνναν πρώτον ην γαρ πενθερός του Καϊάφα ος ην αρχιερεύς του ενιαυτού εκείνου
πενθέω (mourn)
[edit]Matthew 5:4
- KJV: Blessed they that mourn for they shall be comforted
- GK: μακάριοι οι πενθούντες ότι αυτοί παρακληθήσονται
Matthew 9:15
- KJV: And Jesus said unto them Can the children of the bridechamber mourn as long as the bridegroom is with them but the days will come when the bridegroom shall be taken from them and then shall they fast
- GK: και είπεν αυτοίς ο Ιησούς μη δύνανται οι υιοί του νυμφώνος πενθείν εφ΄ όσον μετ΄ αυτών εστιν ο νυμφίος ελεύσονται δε ημέραι όταν απαρθή απ΄ αυτών ο νυμφίος και τότε νηστεύσουσιν
Mark 16:10
- KJV: she went and told them that had been with him as they mourned and wept
- GK: εκείνη πορευθείσα απήγγειλε τοις μετ΄ αυτού γενομένοις πενθούσι και κλαίουσι
Luke 6:25
- KJV: Woe unto you that are full for ye shall hunger Woe unto you that laugh now for ye shall mourn and weep
- GK: ουαί υμίν οι εμπεπλησμένοι ότι πεινάσετε ουαί υμίν οι γελώντες νυν ότι πενθήσετε και κλαύσετε
1 Corinthians 5:2
- KJV: And ye are puffed up and have not rather mourned that he that hath done this deed might be taken away from among you
- GK: και υμείς πεφυσιωμένοι εστέ και ουχί μάλλον επενθήσατε ίνα εξαρθή εκ μέσου υμών ο το έργον τούτο ποιήσας
2 Corinthians 12:21
- KJV: lest when I come again my God will humble me among you and I shall bewail many which have sinned already and have not repented of the uncleanness and fornication and lasciviousness which they have committed
- GK: μη πάλιν ελθόντα με ταπεινώση ο θεός μου προς υμάς και πενθήσω πολλούς των προημαρτηκότων και μη μετανοησάντων επί τη ακαθαρσία και πορνεία και ασελγεία η έπραξαν
James 4:9
- KJV: Be afflicted and mourn and weep let your laughter be turned to mourning and joy to heaviness
- GK: ταλαιπωρήσατε και πενθήσατε και κλαύσατε ο γέλως υμών εις πένθος μεταστραφήτω και η χαρά εις κατήφειαν
Revelation 18:11
- KJV: And the merchants of the earth shall weep and mourn over her for no man buyeth their merchandise any more
- GK: και οι έμποροι της γης κλαίουσι και πενθούσιν επ΄ αυήν ότι τον γόμον αυτών ουδείς αγοράζει ουκέτι
Revelation 18:15
- KJV: The merchants of these things which were made rich by her shall stand afar off for the fear of her torment weeping and wailing
- GK: οι έμποροι τούτων οι πλουτήσαντες απ΄ αυτής από μακρόθεν στήσονται διά τον φόβον του βασανισμού αυτής κλαίοντες και πενθούντες
πένθος (mourning)
[edit]James 4:9
- KJV: Be afflicted and mourn and weep let your laughter be turned to mourning and joy to heaviness
- GK: ταλαιπωρήσατε και πενθήσατε και κλαύσατε ο γέλως υμών εις πένθος μεταστραφήτω και η χαρά εις κατήφειαν
Revelation 18:7
- KJV: How much she hath glorified herself and lived deliciously so much torment and sorrow give her for she saith in her heart I sit a queen and am no widow and shall see no sorrow
- GK: όσα εδόξασεν εαυτήν και εστρηνίασε τοσούτον δότε αυτή βασανισμόν και πένθος ότι εν τη καρδία αυτής λέγει ότι κάθημαι βασίλισσα και χήρα ουκ ειμί και πένθος ου ίδω
Revelation 18:8
- KJV: Therefore shall her plagues come in one day death and mourning and famine and she shall be utterly burned with fire for strong the Lord God who judgeth her
- GK: διά τούτο εν μιά ημέρα ήξουσιν αι πληγαί αυτής θάνατος και πένθος και λιμός και εν πυρί κατακαυθήσεται ότι ισχυρός κύριος ο θεός ο κρίνας αυτήν
Revelation 21:4
- KJV: And God shall wipe away all tears from their eyes and there shall be no more death neither sorrow nor crying neither shall there be any more pain for the former things are passed away
- GK: και εξαλείψει παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών και ο θάνατος ουκ έσται έτι ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ουκ έσται έτι ότι τα πρώτα απήλθον
πενιχρός (poor)
[edit]Luke 21:2
- KJV: And he saw also a certain poor widow casting in thither two mites
- GK: είδε δε τινα και χήραν πενιχράν βάλλουσαν εκεί δύο λεπτά
πεντάκις (five times)
[edit]2 Corinthians 11:24
- KJV: Of the Jews five times received I forty save one
- GK: υπό Ιουδαίων πεντάκις τεσσαράκοντα παρά μίαν έλαβον
πεντακισχίλιοι (five thousand)
[edit]Matthew 14:21
- KJV: And they that had eaten were about five thousand men beside women and children
- GK: οι δε εσθίοντες ήσαν άνδρες ωσεί πεντακισχίλιοι χωρίς γυναικών και παιδίων
Matthew 16:9
- KJV: Do ye not yet understand neither remember the five loaves of the five thousand and how many baskets ye took up
- GK: ούπω νοείτε ουδέ μνημονεύετε τους πέντε άρτους των πεντακισχιλίων και πόσους κοφίνους ελάβετε
Mark 6:44
- KJV: And they that did eat of the loaves were about five thousand men
- GK: και ήσαν οι φαγόντες τους άρτους ωσεί πεντακισχίλιοι άνδρες
Mark 8:19
- KJV: When I brake the five loaves among five thousand how many baskets full of fragments took ye up They say unto him Twelve
- GK: ότε τους πέντε άρτους έκλασα εις τους πεντακισχιλίους πόσους κοφίνους πλήρεις κλασμάτων ήρατε λέγουσιν αυτώ δώδεκα
Luke 9:14
- KJV: For they were about five thousand men And he said to his disciples Make them sit down by fifties in a company
- GK: ήσαν γαρ ωσεί άνδρες πεντακισχίλιοι είπε δε προς τους μαθητάς αυτού κατακλίνατε αυτούς κλισίας ανά πεντήκοντα
John 6:10
- KJV: And Jesus said Make the men sit down Now there was much grass in the place So the men sat down in number about five thousand
- GK: είπε δε ο Ιησούς ποιήσατε τους ανθρώπους αναπεσείν ην δε χόρτος πολύς εν τω τόπω ανέπεσον ούν οι άνδρες τον αριθμόν ωσεί πεντακισχίλιοι
πεντακόσιοι (five hundred)
[edit]Luke 7:41
- KJV: There was a certain creditor which had two debtors the one owed five hundred pence and the other fifty
- GK: δύο χρεωφειλέται ήσαν δανειστή τινί ο εις ώφειλε δηνάρια πεντακόσια ο δε έτερος πεντήκοντα
1 Corinthians 15:6
- KJV: After that he was seen of above five hundred brethren at once of whom the greater part remain unto this present but some are fallen asleep
- GK: έπειτα ώφθη επάνω πεντακοσίοις αδελφοίς εφάπαξ εξ ων οι πλείους μένουσιν έως άρτι τινές δε και εκοιμήθησαν
πέντε (five)
[edit]Matthew 14:17
- KJV: And they say unto him We have here but five loaves and two fishes
- GK: οι δε λέγουσιν αυτώ ουκ έχομεν ώδε ει πέντε άρτους και δύο ιχθύας
Matthew 14:19
- KJV: And he commanded the multitude to sit down on the grass and took the five loaves and the two fishes and looking up to heaven he blessed and brake and gave the loaves to disciples and the disciples to the multitude
- GK: και κελεύσας τους όχλους ανακλιθήναι επί τους χόρτους και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κλάσας έδωκε τοις μαθηταίς τους άρτους ο δε μαθηταί τοις όχλοις
Matthew 16:9
- KJV: Do ye not yet understand neither remember the five loaves of the five thousand and how many baskets ye took up
- GK: ούπω νοείτε ουδέ μνημονεύετε τους πέντε άρτους των πεντακισχιλίων και πόσους κοφίνους ελάβετε
Matthew 25:2
- KJV: And five of them were wise and five foolish
- GK: πέντε δε ήσαν εξ αυτών φρόνιμοι και αι πέντε μωραί
Matthew 25:15
- KJV: And unto one he gave five talents to another two and to another one to every man according to his several ability and straightway took his journey
- GK: και ω μεν έδωκε πέντε τάλαντα ω δε δύο ω δε εν εκάστω κατά την ιδίαν δύναμιν και απεδήμησεν ευθέως
Matthew 25:16
- KJV: Then he that had received the five talents went and traded with the same and made other five talents
- GK: πορευθείς δε ο τα πέντε τάλαντα λαβών ειργάσατο εν αυτοίς και εποίησεν αλλά πέντε τάλαντα
Matthew 25:20
- KJV: And so he that had received five talents came and brought other five talents saying Lord thou deliveredst unto me five talents behold I have gained beside them five talents more
- GK: και προσελθών ο τα πέντε τάλαντα λαβών προσήνεγκεν άλλα πέντε τάλαντα λέγων κύριε πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας ίδε άλλα πέντε τάλαντα εκέρδησα επ΄ αυτοίς
Mark 6:38
- KJV: He saith unto them How many loaves have ye go and see And when they knew they say Five and two fishes
- GK: ο δε λέγει αυτοίς πόσους άρτους έχετε υπάγετε και ίδετε και γνόντες λέγουσι πέντε και δύο ιχθύας
Mark 6:41
- KJV: And when he had taken the five loaves and the two fishes he looked up to heaven and blessed and brake the loaves and gave to his disciples to set before them and the two fishes divided he among them all
- GK: και λαβών τους πέντε άρτους και τους δύο ιχθύας αναβλέψας εις τον ουρανόν ευλόγησε και κατέκλασεν τους άρτους και εδίδου τοις μαθηταίς αυτού ίνα παραθώσιν αυτοίς και τους δύο ιχθύας εμέρισε πάσι
πεντεκαιδέκατος (fifteenth)
[edit]Luke 3:1
- KJV: Now in the fifteenth year of the reign of Tiberius Cæsar Pontius Pilate being governor of Judæa and Herod being tetrarch of Galilee and his brother Philip tetrarch of Ituraea and of the region of Trachonitis and Lysanias the tetrarch of Abilene
- GK: εν έτει δε πεντεκαιδεκάτω της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και τετραρχούντος της Γαλιλαίας Ηρώδου Φιλίππου δε του αδελφού αυτού τετραρχούντος της Ιτουραίας και Τραχωνίτιδος χώρας και Λυσανίου της Αβιληνής τετραρχούντος
πεντήκοντα (fifty)
[edit]Mark 6:40
- KJV: And they sat down in ranks by hundreds and by fifties
- GK: και ανέπεσον πρασιαί πρασιαί ανά εκατόν και ανά πεντήκοντα
Luke 7:41
- KJV: There was a certain creditor which had two debtors the one owed five hundred pence and the other fifty
- GK: δύο χρεωφειλέται ήσαν δανειστή τινί ο εις ώφειλε δηνάρια πεντακόσια ο δε έτερος πεντήκοντα
Luke 9:14
- KJV: For they were about five thousand men And he said to his disciples Make them sit down by fifties in a company
- GK: ήσαν γαρ ωσεί άνδρες πεντακισχίλιοι είπε δε προς τους μαθητάς αυτού κατακλίνατε αυτούς κλισίας ανά πεντήκοντα
Luke 16:6
- KJV: And he said An hundred measures of oil And he said unto him Take thy bill and sit down quickly and write fifty
- GK: ο δε είπεν εκατόν βάτους ελαίου και είπεν αυτώ δέξαι σου το γράμμα και καθίσας ταχέως γράψον πεντήκοντα
John 8:57
- KJV: Then said the Jews unto him Thou art not yet fifty years old and hast thou seen Abraham
- GK: είπον ουν οι Ιουδαίοι προς αυτόν πεντήκοντα έτη ούπω έχεις και Αβραάμ εώρακας
John 21:11
- KJV: Simon Peter went up and drew the net to land full of great fishes an hundred and fifty and three and for all there were so many yet was not the net broken
- GK: ανέβη Σίμων Πέτρος και είλκυσεν το δίκτυον επί της γης μεστόν ιχθύων μεγάλων εκατόν πεντηκοντατριών και τοσούτων όντων ουκ εσχίσθη το δίκτυον
Acts 13:20
- KJV: And after that he gave judges about the space of four hundred and fifty years until Samuel the prophet
- GK: και μετά ταύτα ως έτεσι τετρακοσίοις και πεντήκοντα έδωκε κριτάς έως Σαμουήλ του προφήτου
πεντηκοστή (Pentecost)
[edit]Acts 2:1
- KJV: And when the day of Pentecost was fully come they were all with one accord in one place
- GK: και εν τω συμπληρούσθαι την ημέραν της πεντηκοστής ήσαν άπαντες ομοθυμαδόν επί το αυτό
Acts 20:16
- KJV: For Paul had determined to sail by Ephesus because he would not spend the time in Asia for he hasted if it were possible for him to be at Jerusalem the day of Pentecost
- GK: έκρινε γαρ ο Παύλος παραπλεύσαι την Έφεσον όπως μη γένηται αυτώ χρονοτριβήσαι εν τη Ασία έσπευδε γαρ ει δυνατόν ην αυτώ την ημέραν της πεντηκοστής γενέσθαι εις Ιεροσόλυμα
1 Corinthians 16:8
- KJV: But I will tarry at Ephesus until Pentecost
- GK: επιμενώ δε εν Εφέσω έως της πεντηκοστής
πεποίθησις (confidence)
[edit]2 Corinthians 1:15
- KJV: And in this confidence I was minded to come unto you before that ye might have a second benefit
- GK: και ταύτη τη πεποιθήσει εβουλόμην ελθείν προς υμάς πρότερον ίνα δευτέραν χάριν έχητε
2 Corinthians 3:4
- KJV: And such trust have we through Christ to God-ward
- GK: πεποίθησιν δε τοιαύτην έχομεν διά του χριστού προς τον θεόν
2 Corinthians 8:22
- KJV: And we have sent with them our brother whom we have oftentimes proved diligent in many things but now much more diligent upon the great confidence which in you
- GK: συνεπέμψαμεν δε αυτοίς τον αδελφόν ημών ον εδοκιμάσαμεν εν πολλοίς πολλάκις σπουδαίον όντα νυνί δε πολύ σπουδαιότερον πεποιθήσει πολλή τη εις υμάς
2 Corinthians 10:2
- KJV: But I beseech that I may not be bold when I am present with that confidence wherewith I think to be bold against some which think of us as if we walked according to the flesh
- GK: δέομαι δε το μη παρών θαρρήσαι τη πεποιθήσει η λογίζομαι τολμήσαι επί τινας τους λογιζομένους ημάς ως κατά σάρκα περιπατούντας
Ephesians 3:12
- KJV: In whom we have boldness and access with confidence by the faith of him
- GK: εν ω έχομεν την παρρησίαν και την προσαγωγήν εν πεποιθήσει διά της πίστεως αυτού
Philippians 3:4
- KJV: Though I might also have confidence in the flesh If any other man thinketh that he hath whereof he might trust in the flesh I more
- GK: καίπερ εγώ έχων πεποίθησιν και εν σαρκί ει δοκεί άλλος πεποιθέναι εν σαρκί εγώ μάλλον
περ ((whom-)soever)
[edit]Hebrews 3:6
- KJV: But Christ as a son over his own house whose house are we if we hold fast the confidence and the rejoicing of the hope firm unto the end
- GK: χριστός δε ως υιός επί τον οίκον αυτού ου οίκός εσμεν ημείς εάνπερ την παρρησίαν και το καύχημα της ελπίδος μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν
Hebrews 3:14
- KJV: For we are made partakers of Christ if we hold the beginning of our confidence stedfast unto the end
- GK: μέτοχοι γαρ γεγόναμεν του χριστού εάνπερ την αρχήν της υποστάσεως μέχρι τέλους βεβαίαν κατάσχωμεν
Hebrews 6:3
- KJV: And this will we do if God permit
- GK: και τούτο ποιήσομεν εάνπερ επιτρέπη ο θεός
πέραν (beyond)
[edit]Matthew 4:15
- KJV: The land of Zabulon and the land of Nephthalim the way of the sea beyond Jordan Galilee of the Gentiles
- GK: γη Ζαβουλών και γη Νεφθαλείμ οδόν θαλάσσης πέραν του Ιορδάνου Γαλιλαία των εθνών
Matthew 4:25
- KJV: And there followed him great multitudes of people from Galilee and Decapolis and Jerusalem and Judaea and beyond Jordan
- GK: και ηκολούθησαν αυτώ όχλοι πολλοί από της Γαλιλαίας και Δεκαπόλεως και Ιεροσολύμων και Ιουδαίας και πέραν του Ιορδάνου
Matthew 8:18
- KJV: Now when Jesus saw great multitudes about him he gave commandment to depart unto the other side
- GK: ιδών δε ο Ιησούς πολλούς όχλους περί αυτόν εκέλευσεν απελθείν εις το πέραν
Matthew 8:28
- KJV: And when he was come to the other side into the country of the Gergesenes there met him two possessed with devils coming out of the tombs exceeding fierce so that no man might pass by that way
- GK: και ελθόντι αυτώ εις το πέραν εις την χώραν των Γεργεσηνών υπήντησαν αυτώ δύο δαιμονιζόμενοι εκ των μνημείων εξερχόμενοι χαλεποί λίαν ώστε μη ισχύειν τινά παρελθείν διά της οδού εκείνης
Matthew 14:22
- KJV: And straightway Jesus constrained his disciples to get into a ship and to go before him unto the other side while he sent the multitudes away
- GK: και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν εώς ου απολύση τους όχλους
Matthew 16:5
- KJV: And when his disciples were come to the other side they had forgotten to take bread
- GK: και ελθόντες οι μαθηταί αυτού εις το πέραν επελάθοντο άρτους λαβείν
Matthew 19:1
- KJV: And it came to pass when Jesus had finished these sayings he departed from Galilee and came into the coasts of Judaea beyond Jordan
- GK: και εγένετο ότε ετέλεσεν ο Ιησούς τους λόγους τούτους μετήρεν από της Γαλιλαίας και ήλθεν εις τα όρια της Ιουδαίας πέραν του Ιορδάνου
Mark 3:8
- KJV: And from Jerusalem and from Idumaea and beyond Jordan and they about Tyre and Sidon a great multitude when they had heard what great things he did came unto him
- GK: και από Ιεροσολύμων και από της Ιδουμαίας και πέραν του Ιορδάνου και οι περί Τύρον και Σιδώνα πλήθος πολύ ακούσαντες όσα εποίει ήλθον προς αυτόν
Mark 4:35
- KJV: And the same day when the even was come he saith unto them Let us pass over unto the other side
- GK: και λέγει αυτοίς εν εκείνη τη ημέρα οψίας γενομένης διέλθωμεν εις το πέραν
πέρας (end)
[edit]Matthew 12:42
- KJV: The queen of the south shall rise up in the judgment with this generation and shall condemn it for she came from the uttermost parts of the earth to hear the wisdom of Solomon and behold a greater than Solomon here
- GK: βασίλισσα νότου εγερθήσεται εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης και κατακρινεί αυτήν ότι ήλθεν εκ των περάτων της γης ακούσαι την σοφίαν Σολομώντος και ιδού πλείον Σολομώντος ώδε
Luke 11:31
- KJV: The queen of the south shall rise up in the judgment with the men of this generation and condemn them for she came from the utmost parts of the earth to hear the wisdom of Solomon and behold a greater than Solomon here
- GK: βασίλισσα νότου εγερθήσεται εν τη κρίσει μετά των ανδρών της γενεάς ταύτης και κατακρινεί αυτούς ότι ήλθεν εκ των περάτων της γης ακούσαι την σοφίαν Σολομώντος και ιδού πλείον Σολομώντος ώδε
Romans 10:18
- KJV: But I say Have they not heard Yes verily their sound went into all the earth and their words unto the ends of the world
- GK: αλλά λέγω μη ήκουσαν μενούνγε εις πάσαν την γην εξήλθεν ο φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών
Hebrews 6:16
- KJV: For men verily swear by the greater and an oath for confirmation to them an end of all strife
- GK: άνθρωποι μεν γαρ κατά του μείζονος ομνύουσι και πάσης αυτοίς αντιλογίας πέρας εις βεβαίωσιν ο όρκος
Πέργαμος (Pergamos)
[edit]Revelation 1:11
- KJV: Saying I am Alpha and Omega the first and the last and What thou seest write in a book and send unto the seven churches which are in Asia unto Ephesus and unto Smyrna and unto Pergamos and unto Thyatira and unto Sardis and unto Philadelphia and unto Laodicea
- GK: λεγούσης ο βλέπεις γράψον εις βιβλίον και πέμψον ταις επτά εκκλησίαις εις Εφεσον και εις Σμύρναν και εις Πέργαμον και εις Θυάτειρα και εις Σάρδεις και εις Φιλαδέλφειαν και εις Λαοδίκειαν
Revelation 2:12
- KJV: And to the angel of the church in Pergamos write These things saith he which hath the sharp sword with two edges
- GK: και τω αγγέλω της εν Περγάμω εκκλησίας γράψον τάδε λέγει ο έχων την ρομφαίαν την δίστομον την οξείαν
Πέργη (Perga)
[edit]Acts 13:13
- KJV: Now when Paul and his company loosed from Paphos they came to Perga in Pamphylia and John departing from them returned to Jerusalem
- GK: αναχθέντες δε από της Πάφου οι περί τον Παύλον ήλθον εις Πέργην της Παμφυλίας Ιωάννης δε αποχωρήσας απ΄ αυτών υπέστρεψεν εις Ιεροσόλυμα
Acts 13:14
- KJV: But when they departed from Perga they came to Antioch in Pisidia and went into the synagogue on the sabbath day and sat down
- GK: αυτοί δε διελθόντες από της Πέργης παρεγένοντο εις Αντιόχειαν της Πισιδίας και εισελθόντες εις την συναγωγήν τη ημέρα των σαββάτων εκάθισαν
Acts 14:25
- KJV: And when they had preached the word in Perga they went down into Attalia
- GK: και λαλήσαντες εν Πέργη τον λόγον κατέβησαν εις Αττάλειαν
περί ((there-)about)
[edit]Matthew 2:8
- KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
- GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ
Matthew 3:4
- KJV: And the same John had his raiment of camel’s hair and a leathern girdle about his loins and his meat was locusts and wild honey
- GK: αυτός δε ο Ιωάννης είχε το ένδυμα αυτού από τριχών καμήλου και ζώνην δερματίνην περί την οσφύν αυτού η δε τροφή αυτού ην ακρίδες και μέλι άγριον
Matthew 4:6
- KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
Matthew 6:28
- KJV: And why take ye thought for raiment Consider the lilies of the field how they grow they toil not neither do they spin
- GK: και περί ενδύματος τι μεριμνάτε καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνει ου κοπιά ουδέ νήθει
Matthew 8:18
- KJV: Now when Jesus saw great multitudes about him he gave commandment to depart unto the other side
- GK: ιδών δε ο Ιησούς πολλούς όχλους περί αυτόν εκέλευσεν απελθείν εις το πέραν
Matthew 9:36
- KJV: But when he saw the multitudes he was moved with compassion on them because they fainted and were scattered abroad as sheep having no shepherd
- GK: ιδών δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμμένοι ωσεί πρόβατα μη έχοντα ποιμένα
Matthew 11:7
- KJV: And as they departed Jesus began to say unto the multitudes concerning John What went ye out into the wilderness to see A reed shaken with the wind
- GK: τούτων δε πορευομένων ήρξατο ο Ιησούς λέγειν τοις όχλοις περί Ιωάννου τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον
Matthew 11:10
- KJV: For this is of whom it is written Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
- GK: ούτος γαρ εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου
Matthew 12:36
- KJV: But I say unto you That every idle word that men shall speak they shall give account thereof in the day of judgment
- GK: λέγω δε υμίν ότι παν ρήμα αργόν ο εάν λαλήσωσιν οι άνθρωποι αποδώσουσιν περι αυτού λόγον εν ημέρα κρίσεως
περιάγω (compass)
[edit]Matthew 4:23
- KJV: And Jesus went about all Galilee teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing all manner of sickness and all manner of disease among the people
- GK: και περιήγεν όλην την Γαλιλαίαν ο Ιησούς διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν εν τω λαώ
Matthew 9:35
- KJV: And Jesus went about all the cities and villages teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing every sickness and every disease among the people
- GK: και περιήγεν ο Ισηούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 23:15
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye compass sea and land to make one proselyte and when he is made ye make him twofold more the child of hell than yourselves
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί οτι περιάγετε την θάλασσαν και την ξηράν ποιήσαι ένα προσήλυτον και όταν γένηται ποιείτε αυτόν υιόν γεέννης διπλότερον υμών
Mark 6:6
- KJV: And he marvelled because of their unbelief And he went round about the villages teaching
- GK: και εθαύμαζε διά την απιστίαν αυτών και περιήγε τας κώμας κύκλω διδάσκων
Acts 13:11
- KJV: And now behold the hand of the Lord upon thee and thou shalt be blind not seeing the sun for a season And immediately there fell on him a mist and a darkness and he went about seeking some to lead him by the hand
- GK: και νυν ιδού χειρ κυρίου επί σε και έση τυφλός μη βλέπων τον ήλιον άχρι καιρού παραχρήμα δε επέπεσεν επ΄ αυτόν αχλύς και σκότος και περιάγων εζήτει χειραγωγούς
1 Corinthians 9:5
- KJV: Have we not power to lead about a sister a wife as well as other apostles and the brethren of the Lord and Cephas
- GK: μη έχομεν εξουσίαν αδελφήν γυναίκα περιάγειν ως και οι λοιποί απόστολοι και οι αδελφοί του κυρίου και Κηφάς
περιαιρέω (take away (up))
[edit]Acts 27:20
- KJV: And when neither sun nor stars in many days appeared and no small tempest lay on all hope that we should be saved was then taken away
- GK: μήτε δε ηλίου μήτε άστρων επιφαινόντων επί πλείονας ημέρας χείμωνός τε ουκ ολίγου επικειμένου λοιπόν περιηρείτο πάσα ελπίς του σώζεσθαι ημάς
Acts 27:40
- KJV: And when they had taken up the anchors they committed unto the sea and loosed the rudder bands and hoised up the mainsail to the wind and made toward shore
- GK: και τας αγκύρας περιελόντες είων εις την θάλασσαν άμα ανέντες τας ζευκτηρίας των πηδαλίων και επάραντες τον αρτεμώνα τη πνεούση κατείχον εις τον αιγιαλόν
2 Corinthians 3:16
- KJV: Nevertheless when it shall turn to the Lord the vail shall be taken away
- GK: ηνίκα δ΄ αν επιστρέψη προς κύριον περιαιρείται το κάλυμμα
Hebrews 10:11
- KJV: And every priest standeth daily ministering and offering oftentimes the same sacrifices which can never take away sins
- GK: και πας μεν ιερεύς έστηκε καθ΄ ημέραν λειτουργών και τας αυτάς πολλάκις προσφέρων θυσίας αίτινες ουδέποτε δύνανται περιελείν αμαρτίας
περιαστράπτω (shine round (about))
[edit]Acts 9:3
- KJV: And as he journeyed he came near Damascus and suddenly there shined round about him a light from heaven
- GK: εν δε τω πορεύεσθαι εγένετο αυτόν εγγίζειν τη Δαμασκώ και εξαίφνης περιήστραψεν αυτόν φως από του ουρανού
Acts 22:6
- KJV: And it came to pass, that as I made my journey and was come nigh unto Damascus about noon suddenly there shone from heaven a great light round about me
- GK: εγένετο δε μοι πορευομένω και εγγίζοντι τη Δαμασκώ περί μεσημβρίαν εξαίφνης εκ του ουρανού περιαστράψαι φως ικανόν περί εμέ
περιβάλλω (array)
[edit]Matthew 6:29
- KJV: And yet I say unto you That even Solomon in all his glory was not arrayed like one of these
- GK: λέγω δε υμίν ότι ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως εν τούτων
Matthew 6:31
- KJV: Therefore take no thought saying What shall we eat or What shall we drink or Wherewithal shall we be clothed
- GK: μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες τι φάγωμεν η τι πίωμεν η τι περιβαλώμεθα
Matthew 25:36
- KJV: Naked and ye clothed me I was sick and ye visited me I was in prison and ye came unto me
- GK: γυμνός και περιεβάλετέ με ησθένησα και επεσκέψασθέ με εν φυλακή ήμην και ήλθετε προς με
Matthew 25:38
- KJV: When saw we thee a stranger and took thee in or naked and clothed
- GK: πότε δε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν η γυμνόν και περιεβάλομεν
Matthew 25:43
- KJV: I was a stranger and ye took me not in naked and ye clothed me not sick and in prison and ye visited me not
- GK: ξενός ήμην και ου συνηγάγετέ με γυμνός και ου περιεβάλετέ με ασθενής και εν φυλακή και ουκ επεσκέψασθέ με
Mark 14:51
- KJV: And there followed him a certain young man having a linen cloth cast about naked and the young men laid hold on him
- GK: και εις τις νεανίσκος ηκολούθει αυτώ περιβεβλημένος σινδόνα επί γυμνού και κρατούσιν αυτόν οι νεανίσκοι
Mark 16:5
- KJV: And entering into the sepulchre they saw a young man sitting on the right side clothed in a long white garment and they were affrighted
- GK: και εισελθούσαι εις το μνημείον είδον νεανίσκον καθήμενον εν τοις δεξιοίς περιβεβλημένον στολήν λευκήν και εξεθαμβήθησαν
Luke 12:27
- KJV: Consider the lilies how they grow they toil not they spin not and yet I say unto you that Solomon in all his glory was not arrayed like one of these
- GK: κατανοήσατε τα κρίνα πως αυξάνει ου κοπιά ουδέ νήθει λέγω δε υμίν ουδέ Σολομών εν πάση τη δόξη αυτού περιεβάλετο ως εν τούτων
Luke 19:43
- KJV: For the days shall come upon thee that thine enemies shall cast a trench about thee and compass thee round and keep thee in on every side
- GK: ότι ήξουσιν ημέραι επί σε και περιβαλούσιν οι εχθροί σου χάρακά σοι και περικυκλώσουσί σε και συνέξουσί σε πάντοθεν
περιβλέπω (look (round) about (on))
[edit]Mark 3:5
- KJV: And when he had looked round about on them with anger being grieved for the hardness of their hearts he saith unto the man Stretch forth thine hand And he stretched out and his hand was restored whole as the other
- GK: και περιβλεψάμενος αυτούς μετ΄ οργής συλλυπούμενος επί τη πωρώσει της καρδίας αυτών λέγει τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου και εξέτεινε και αποκατεστάθη η χειρ αυτού υγιής ως η άλλη
Mark 3:34
- KJV: And he looked round about on them which sat about him and said Behold my mother and my brethren
- GK: και περιβλεψάμενος κύκλω τους περί αυτόν καθημένους λέγει ίδε η μήτηρ μου και οι αδελφοί μου
Mark 5:32
- KJV: And he looked round about to see her that had done this thing
- GK: και περιεβλέπετο ιδείν την τούτο ποιήσασαν
Mark 9:8
- KJV: And suddenly when they had looked round about they saw no man any more save Jesus only with themselves
- GK: και εξάπινα περιβλεψάμενοι ουκέτι ουδένα είδον αλλά τον Ιησούν μόνον μεθ΄ εαυτών
Mark 10:23
- KJV: And Jesus looked round about and saith unto his disciples How hardly shall they that have riches enter into the kingdom of God
- GK: και περιβλεψάμενος ο Ιησούς λέγει τοις μαθηταίς αυτού πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εις την βασιλείαν του θεού εισελεύσονται
Mark 11:11
- KJV: And Jesus entered into Jerusalem and into the temple and when he had looked round about upon all things and now the eventide was come he went out unto Bethany with the twelve
- GK: και εισήλθεν εις Ιεροσόλυμα ο Ιησούς και εις το ιερόν και περιβλεψάμενος πάντα οψίας ήδη ούσης της ώρας εξήλθεν εις Βηθανίαν μετά των δώδεκα
Luke 6:10
- KJV: And looking round about upon them all he said unto the man Stretch forth thy hand And he did so and his hand was restored whole as the other
- GK: και περιβλεψάμενος πάντας αυτούς είπεν τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου ο δε εποίησεν ούτως και αποκατεστάθη η χειρ αυτού υγιής ως η άλλη
περιβόλαιον (covering)
[edit]1 Corinthians 11:15
- KJV: But if a woman have long hair it is a glory to her for hair is given her for a covering
- GK: γυνή δε εάν κομά δόξα αυτή εστίν ότι η κόμη αντί περιβολαίου δέδοται αυτή
Hebrews 1:12
- KJV: And as a vesture shalt thou fold them up and they shall be changed but thou art the same and thy years shall not fail
- GK: και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς και αλλαγήσονται συ δε ο αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι
περιδέω (bind about)
[edit]John 11:44
- KJV: And he that was dead came forth bound hand and foot with graveclothes and his face was bound about with a napkin Jesus saith unto them Loose him and let him go
- GK: και εξήλθεν ο τεθνηκώς δεδεμένος τους πόδας και τας χείρας κειρίαις και η όψις σουδαρίω περιεδέδετο λέγει αυτοίς ο Ιησούς λύσατε αυτόν και άφετε υπάγειν
περιεργάζομαι (be a busybody)
[edit]2 Thessalonians 3:11
- KJV: For we hear that there are some which walk among you disorderly working not at all but are busybodies
- GK: ακούομεν γαρ τινας περιπατούντας εν υμίν ατάκτως μηδέν εργαζομένους αλλά περιεργαζομένους
περίεργος (busybody)
[edit]Acts 19:19
- KJV: Many of them also which used curious arts brought their books together and burned them before all and they counted the price of them and found fifty thousand of silver
- GK: ικανοί δε των τα περίεργα πραξάντων συνενέγκαντες τας βίβλους κατέκαιον ενώπιον πάντων και συνεψήφισαν τας τιμάς αυτών και εύρον αργυρίου μυριάδας πέντε
1 Timothy 5:13
- KJV: And withal they learn idle wandering about from house to house and not only idle but tattlers also and busybodies speaking things which they ought not
- GK: άμα δε και αργαί μανθάνουσι περιερχόμεναι τας οικιάς ου μόνον δε αργαί αλλά και φλύαροι και περίεργοι λαλούσαι τα μη δέοντα
περιέρχομαι (fetch a compass)
[edit]Acts 19:13
- KJV: Then certain of the vagabond Jews exorcists took upon them to call over them which had evil spirits the name of the Lord Jesus saying We adjure you by Jesus whom Paul preacheth
- GK: επεχείρησαν δε τινες από των περιερχομένων Ιουδαίων εξορκιστών ονομάζειν επί τους έχοντας τα πνεύματα τα πονηρά το όνομα του κυρίου Ιησού λέγοντες ορκίζομεν υμάς τον Ιησούν ον ο Παύλος κηρύσσει
Acts 28:13
- KJV: And from thence we fetched a compass and came to Rhegium and after one day the south wind blew and we came the next day to Puteoli
- GK: όθεν περιελθόντες κατηντήσαμεν εις Ρήγιον και μετά μίαν ημέραν επιγενομένου νότου δευτεραίοι ήλθομεν εις Ποτιόλους
1 Timothy 5:13
- KJV: And withal they learn idle wandering about from house to house and not only idle but tattlers also and busybodies speaking things which they ought not
- GK: άμα δε και αργαί μανθάνουσι περιερχόμεναι τας οικιάς ου μόνον δε αργαί αλλά και φλύαροι και περίεργοι λαλούσαι τα μη δέοντα
Hebrews 11:37
- KJV: They were stoned they were sawn asunder were tempted were slain with the sword they wandered about in sheepskins and goat skins being destitute afflicted tormented
- GK: ελιθάσθησαν επρίσθησαν επειράσθησαν εν φόνω μαχαίρας απέθανον περιήλθον εν μηλωταίς εν αιγείοις δέρμασιν υστερούμενοι θλιβόμενοι κακουχούμενοι
περιέχω (+ astonished)
[edit]Luke 5:9
- KJV: For he was astonished and all that were with him at the draught of the fishes which they had taken
- GK: θάμβος γαρ περιέσχεν αυτόν και πάντας τους συν αυτώ επί τη άγρα των ιχθύων η συνέλαβον
Acts 23:25
- KJV: And he wrote a letter after this manner
- GK: γράψας επιστολήν περιέχουσαν τον τύπον τούτον
1 Peter 2:6
- KJV: Wherefore also it is contained in the scripture Behold I lay in Sion a chief corner stone elect precious and he that believeth on him shall not be confounded
- GK: διότι περιέχει εν τη γραφή ιδού τίθημι εν Σιών λίθον ακρογωνιαίον εκλεκτόν έντιμον και ο πιστεύων επ΄ αυτώ ου καταισχυνθη
περιζώννυμι (gird (about)
[edit]Luke 12:35
- KJV: Let your loins be girded about and lights burning
- GK: έστωσαν υμών αι οσφύες περιεζωσμέναι και οι λύχνοι καιόμενοι
Luke 12:37
- KJV: Blessed those servants whom the lord when he cometh shall find watching verily I say unto you that he shall gird himself and make them to sit down to meat and will come forth and serve them
- GK: μακάριοι οι δούλοι εκείνοι ους ελθών ο κύριος ευρήσει γρηγορούντας αμήν λέγω υμίν ότι περιζώσεται και ανακλινεί αυτούς και παρελθών διακονήσει αυτοίς
Luke 17:8
- KJV: And will not rather say unto him Make ready wherewith I may sup and gird thyself and serve me till I have eaten and drunken and afterward thou shalt eat and drink
- GK: αλλ΄ ουχί ερεί αυτώ ετοίμασον τι δειπνήσω και περιζωσάμενος διακόνει μοι έως φάγω και πίω και μετά ταύτα φάγεσαι και πίεσαι συ
Acts 12:8
- KJV: And the angel said unto him Gird thyself and bind on thy sandals And so he did And he saith unto him Cast thy garment about thee and follow me
- GK: είπέ τε ο άγγελος προς αυτόν περίζωσαι και υπόδησαι τα σανδάλιά σου εποίησε δε ούτως και λέγει αυτώ περιβαλού το ιμάτιόν σου και ακολούθει μοι
Ephesians 6:14
- KJV: Stand therefore having your loins girt about with truth and having on the breastplate of righteousness
- GK: στήτε ούν περιζωσάμενοι την οσφύν υμών εν αληθεία και ενδυσάμενοι τον θώρακα της δικαιοσύνης
Revelation 1:13
- KJV: And in the midst of the seven candlesticks like unto the Son of man clothed with a garment down to the foot and girt about the paps with a golden girdle
- GK: και εν μέσω των επτά λυχνιών όμοιον υιώ ανθρώπου ενδεδυμένον ποδήρη και περιεζωσμένον προς τοις μαστοίς ζώνην χρυσήν
Revelation 15:6
- KJV: And the seven angels came out of the temple having the seven plagues clothed in pure and white linen and having their breasts girded with golden girdles
- GK: και εξήλθον οι επτά άγγελοι οι έχοντες τας επτά πληγάς οι ήσαν ενδεδυμένοι λίνον καθαρον και λαμπρόν και περιεζωσμένοι περί τα στήθη ζώνας χρυσάς
περίθεσις (wearing)
[edit]1 Peter 3:3
- KJV: Whose adorning let it not be that outward of plaiting the hair and of wearing of gold or of putting on of apparel
- GK: ων έστω ουχ ο έξωθεν εμπλοκής τριχών και περιθέσεως χρυσίων η ενδύσεως ιματίων κόσμος
περιΐστημι (avoid)
[edit]John 11:42
- KJV: And I knew that thou hearest me always but because of the people which stand by I said that they may believe that thou hast sent me
- GK: εγώ δε ήδειν ότι πάντοτέ μου ακούεις αλλά διά τον όχλον τον περιεστώτα είπον ίνα πιστεύσωσιν ότι συ με απέστειλας
Acts 25:7
- KJV: And when he was come the Jews which came down from Jerusalem stood round about and laid many and grievous complaints against Paul which they could not prove
- GK: παραγενομένου δε αυτού περιέστησαν οι από Ιεροσολύμων καταβεβηκότες Ιουδαίοι πολλά και βαρέα αιτιώματα φέροντες κατά του Παύλου α ουκ ίσχυον αποδείξαι
2 Timothy 2:16
- KJV: But shun profane vain babblings for they will increase unto more ungodliness
- GK: τας δε βεβήλους κενοφωνίας περιϊστασο επί πλείον γαρ προκόψουσιν ασεβείας
Titus 3:9
- KJV: But avoid foolish questions and genealogies and contentions and strivings about the law for they are unprofitable and vain
- GK: μωράς δε ζητήσεις και γενεαλογίας και έρεις και μάχας νομικάς περιϊστασο εισί γαρ ανωφελείς και μάταιοι
περικάθαρμα (filth)
[edit]1 Corinthians 4:13
- KJV: Being defamed we intreat we are made as the filth of the world the offscouring of all things unto this day
- GK: βλασφημούμενοι παρακαλούμεν ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν πάντων περίψημα έως άρτι
περικαλύπτω (blindfold)
[edit]Mark 14:65
- KJV: And some began to spit on him and to cover his face and to buffet him and to say unto him Prophesy and the servants did strike him with the palms of their hands
- GK: και ήρξαντό τινες εμπτύειν αυτώ και περικαλύπτειν το πρόσωπον αυτού και κολαφίζειν αυτόν και λέγειν αυτώ προφήτευσον και οι υπηρέται ραπίσμασιν αυτόν έβαλλον
Luke 22:64
- KJV: And when they had blindfolded him they struck him on the face and asked him saying Prophesy who is it that smote thee
- GK: και περικαλύψαντες αυτόν έτυπτον αυτού το πρόσωπον και επηρώτων αυτόν λέγοντες προφήτευσον τις εστιν ο παίσας σε
Hebrews 9:4
- KJV: Which had the golden censer and the ark of the covenant overlaid round about with gold where in the golden pot that had manna and Aaron’s rod that budded and the tables of the covenant
- GK: χρυσούν έχουσα θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω εν η στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα και η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα και αι πλάκες της διαθήκης
περίκειμαι (be bound (compassed) with)
[edit]Mark 9:42
- KJV: And whosoever shall offend one of little ones that believe in me it is better for him that a millstone were hanged about his neck and he were cast into the sea
- GK: και ος αν σκανδαλίση ένα των μικρών των πιστεύοντων εις εμέ καλόν εστιν αυτώ μάλλον ει περίκειται λίθος μυλικός περί τον τράχηλον αυτού και βέβληται εις την θάλασσαν
Luke 17:2
- KJV: It were better for him that a millstone were hanged about his neck and he cast into the sea than that he should offend one of these little ones
- GK: λυσιτελεί αυτώ ει μύλος ονικός περίκειται περί τον τράχηλον αυτού και έρριπται εις την θάλασσαν η ίνα σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων
Acts 28:20
- KJV: For this cause therefore have I called for you to see and to speak with because that for the hope of Israel I am bound with this chain
- GK: διά ταύτην ουν την αιτίαν παρεκάλεσα υμάς ιδείν και προσλαλήσαι ένεκεν γαρ της ελπίδος του Ισραήλ την άλυσιν ταύτην περίκειμαι
Hebrews 5:2
- KJV: Who can have compassion on the ignorant and on them that are out of the way for that he himself also is compassed with infirmity
- GK: μετριοπαθείν δυνάμενος τοις αγνοούσι και πλανωμένοις επεί και αυτός περίκειται ασθένειαν
Hebrews 12:1
- KJV: Wherefore seeing we also are compassed about with so great a cloud of witnesses let us lay aside every weight and the sin which doth so easily beset let us run with patience the race that is set before us
- GK: τοιγαρούν και ημείς τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν δι΄ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα
περικεφαλαία (helmet)
[edit]Ephesians 6:17
- KJV: And take the helmet of salvation and the sword of the Spirit which is the word of God
- GK: και την περικεφαλαίαν του σωτηρίου δέξασθε και την μάχαιραν του πνεύματος ο εστι ρήμα θεού
1 Thessalonians 5:8
- KJV: But let us who are of the day be sober putting on the breastplate of faith and love and for an helmet the hope of salvation
- GK: ημείς δε ημέρας όντες νήφωμεν ενδυσάμενοι θώρακα πίστεως και αγάπης και περικεφαλαίαν ελπίδα σωτηρίας
περικρατής (+ come by)
[edit]Acts 27:16
- KJV: And running under a certain island which is called Clauda we had much work to come by the boat
- GK: νησίον δε τι υποδραμόντες καλούμενον Κλαύδην μόλις ισχύσαμεν περικρατείς γενέσθαι της σκάφης
περικρύπτω (hide)
[edit]Luke 1:24
- KJV: And after those days his wife Elisabeth conceived and hid herself five months saying
- GK: μετά δε ταύτας τας ημέρας συνέλαβεν Ελισάβετ η γυνή αυτού και περιέκρυβεν εαυτήν μήνας πέντε λέγουσα ότι
περικυκλόω (compass round)
[edit]Luke 19:43
- KJV: For the days shall come upon thee that thine enemies shall cast a trench about thee and compass thee round and keep thee in on every side
- GK: ότι ήξουσιν ημέραι επί σε και περιβαλούσιν οι εχθροί σου χάρακά σοι και περικυκλώσουσί σε και συνέξουσί σε πάντοθεν
περιλάμπω (shine round about)
[edit]Luke 2:9
- KJV: And lo the angel of the Lord came upon them and the glory of the Lord shone round about them and they were sore afraid
- GK: και ιδού άγγελος κυρίου επέστη αυτοίς και δόξα κυρίου περιέλαμψεν αυτούς και εφοβήθησαν φόβον μέγαν
Acts 26:13
- KJV: At midday O king I saw in the way a light from heaven above the brightness of the sun shining round about me and them which journeyed with me
- GK: ημέρας μέσης κατά την οδόν είδον βασιλεύ ουρανόθεν υπέρ την λαμπρότητα του ηλίου περιλάμψαν με φως και τους συν εμοί πορευομένους
περιλείπω (remain)
[edit]1 Thessalonians 4:15
- KJV: For this we say unto you by the word of the Lord that we which are alive remain unto the coming of the Lord shall not prevent them which are asleep
- GK: τούτο γαρ υμίν λέγομεν εν λόγω κυρίου ότι ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι εις την παρουσίαν του κυρίου ου φθάσωμεν τους κοιμηθέντας
1 Thessalonians 4:17
- KJV: Then we which are alive remain shall be caught up together with them in the clouds to meet the Lord in the air and so shall we ever be with the Lord
- GK: έπειτα ημείς οι ζώντες οι περιλειπόμενοι άμα συν αυτοίς αρπαγησόμεθα εν νεφέλαις εις απάντησιν του κυρίου εις αέρα και ούτω πάντοτε συν κυρίω εσόμεθα
περίλυπος (exceeding (very) sorry(-owful))
[edit]Matthew 26:38
- KJV: Then saith he unto them My soul is exceeding sorrowful even unto death tarry ye here and watch with me
- GK: τότε λέγει αυτοίς περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου μείνατε ώδε και γρηγορείτε μετ΄ εμού
Mark 6:26
- KJV: And the king was exceeding sorry for his oath’s sake and for their sakes which sat with him he would not reject her
- GK: και περίλυπος γενόμενος ο βασιλεύς διά τους όρκους και τους συνανακειμένους ουκ ηθέλησεν αυτήν αθετήσαι
Mark 14:34
- KJV: And saith unto them My soul is exceeding sorrowful unto death tarry ye here and watch
- GK: και λέγει αυτοίς περίλυπός εστιν η ψυχή μου έως θανάτου μείνατε ώδε και γρηγορείτε
Luke 18:23
- KJV: And when he heard this he was very sorrowful for he was very rich
- GK: ο δε ακούσας ταύτα περίλυπος εγένετο ην γαρ πλούσιος σφόδρα
Luke 18:24
- KJV: And when Jesus saw that he was very sorrowful he said How hardly shall they that have riches enter into the kingdom of God
- GK: ιδών δε αυτόν ο Ιησούς περίλυπον γενόμενον είπε πως δυσκόλως οι τα χρήματα έχοντες εισελεύσονται εις την βασιλείαν του θεού
περιμένω (wait for)
[edit]Acts 1:4
- KJV: And being assembled together with commanded them that they should not depart from Jerusalem but wait for the promise of the Father which ye have heard of me
- GK: και συναλιζόμενος παρήγγειλεν αυτοίς από Ιεροσολύμων μη χωρίζεσθαι αλλά περιμένειν την επαγγελίαν του πατρός ην ηκούσατέ μου
πέριξ (round about)
[edit]Acts 5:16
- KJV: There came also a multitude of the cities round about unto Jerusalem bringing sick folks and them which were vexed with unclean spirits they were healed every one
- GK: συνήρχετο δε και τα πλήθος των πέριξ πόλεων εις Ιερουσαλήμ φέροντες ασθενείς και οχλουμένους υπό πνευμάτων ακαθάρτων οίτινες εθεραπεύοντο άπαντες
περιοικέω (dwell round about)
[edit]Luke 1:65
- KJV: And fear came on all that dwelt round about them and all these sayings were noised abroad throughout all the hill country of Judæa
- GK: και εγένετο επί πάντας φόβος τους περιοκούντας αυτούς και εν όλη τη ορεινή της Ιουδαίας διελαλείτο πάντα τα ρήματα ταύτα
περίοικος (neighbour)
[edit]Luke 1:58
- KJV: And her neighbours and her cousins heard how the Lord had shewed great mercy upon her and they rejoiced with her
- GK: και ήκουσαν οι περίοικοι και οι συγγενείς αυτής ότι εμεγάλυνε κύριος το έλεος αυτού μετ΄ αυτής και συνέχαιρον αυτή
περιούσιος (peculiar)
[edit]Titus 2:14
- KJV: Who gave himself for us that he might redeem us from all iniquity and purify unto himself a peculiar people zealous of good works
- GK: ος έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας και καθαρίση εαυτώ λαόν περιούσιον ζηλωτήν καλών έργων
περιοχή (place)
[edit]Acts 8:32
- KJV: The place of the scripture which he read was this He was led as a sheep to the slaughter and like a lamb dumb before his shearer so opened he not his mouth
- GK: η δε περιοχή της γραφής ην ανεγίνωσκεν ην αύτη ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη και ως αμνός εναντίον του κείροντος αυτόν άφωνος ούτως ουκ ανοίγει το στόμα αυτού
περιπατέω (go)
[edit]Matthew 4:18
- KJV: And Jesus walking by the sea of Galilee saw two brethren Simon called Peter and Andrew his brother casting a net into the sea for they were fishers
- GK: περιπατών δε ο Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δυο αδελφούς Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού βάλλοντας αμφίβληστρον εις την θάλασσαν ήσαν γαρ αλιείς
Matthew 9:5
- KJV: For whether is easier to say sins be forgiven thee or to say Arise and walk
- GK: τι γαρ εστιν ευκοπώτερον ειπείν αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και περιπάτει
Matthew 11:5
- KJV: The blind receive their sight and the lame walk the lepers are cleansed and the deaf hear the dead are raised up and the poor have the gospel preached to them
- GK: τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται
Matthew 14:25
- KJV: And in the fourth watch of the night Jesus went unto them walking on the sea
- GK: τετάρτη δε φυλακή της νυκτός απήλθε προς αυτούς ο Ιησούς περιπατών επί της θαλάσσης
Matthew 14:26
- KJV: And when the disciples saw him walking on the sea they were troubled saying It is a spirit and they cried out for fear
- GK: και ιδόντες αυτόν οι μαθηταί επί την θάλασσαν περιπατούντα εταράχθησαν λέγοντες ότι φάντασμά εστι και από του φόβου έκραξαν
Matthew 14:29
- KJV: And he said Come And when Peter was come down out of the ship he walked on the water to go to Jesus
- GK: ο δε είπεν ελθέ και καταβάς από του πλοίου ο Πέτρος περιεπάτησεν επί τα ύδατα ελθείν προς τον Ιησούν
Matthew 15:31
- KJV: Insomuch that the multitude wondered when they saw the dumb to speak the maimed to be whole the lame to walk and the blind to see and they glorified the God of Israel
- GK: ώστε τους όχλους θαυμάσαι βλέποντας κωφούς λαλούντας κυλλούς υγιείς χωλούς περιπατούντας και τυφλούς βλέποντας και εδόξασαν τον θεόν Ισραήλ
Mark 1:16
- KJV: Now as he walked by the sea of Galilee he saw Simon and Andrew his brother casting a net into the sea for they were fishers
- GK: περιπατών δε παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε Σίμωνα και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού βάλλοντας αμφίβληστρον εν τη θαλάσση ήσαν γαρ αλιείς
Mark 2:9
- KJV: Whether is it easier to say to the sick of the palsy sins be forgiven thee or to say Arise and take up thy bed and walk
- GK: τι εστιν ευκοπώτερον ειπείν τω παραλυτικώ αφέωνταί σου αι αμαρτίαι η ειπείν έγειραι και άρόν σου τον κράββατον και περιπάτει
περιπείρω (pierce through)
[edit]1 Timothy 6:10
- KJV: For the love of money is the root of all evil which while some coveted after they have erred from the faith and pierced themselves through with many sorrows
- GK: ρίζα γαρ πάντων των κακών εστίν η φιλαργυρία ης τινές ορεγόμενοι απεπλανήθησαν από της πίστεως και εαυτούς περιέπειραν οδύναις πολλαίς
περιπίπτω (fall among (into))
[edit]Luke 10:30
- KJV: And Jesus answering said A certain man went down from Jerusalem to Jericho and fell among thieves which stripped him of his raiment and wounded and departed leaving half dead
- GK: υπολαβών δε ο Ιησούς είπεν άνθρωπός τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ και λησταίς περιέπεσεν οι και εκδύσαντες αυτόν και πληγάς επιθέντες απήλθον αφέντες ημιθανή τυγχάνοντα
Acts 27:41
- KJV: And falling into a place where two seas met they ran the ship aground and the forepart stuck fast and remained unmoveable but the hinder part was broken with the violence of the waves
- GK: περιπεσόντες δε εις τόπον διθάλασσον επώκειλαν την ναύν και η μεν πρώρα ερείσασα έμεινεν ασάλευτος η δε πρύμνα ελύετο υπό της βίας των κυμάτων
James 1:2
- KJV: My brethren count it all joy when ye fall into divers temptations
- GK: πάσαν χαράν ηγήσασθε αδελφοί μου όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις
περιποιέω (purchase)
[edit]Acts 20:28
- KJV: Take heed therefore unto yourselves and to all the flock over the which the Holy Ghost hath made you overseers to feed the church of God which he hath purchased with his own blood
- GK: προσέχετε ούν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την εκκλησίαν του θεού ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος
1 Timothy 3:13
- KJV: For they that have used the office of a deacon well purchase to themselves a good degree and great boldness in the faith which is in Christ Jesus
- GK: οι γαρ καλώς διακονήσαντες βαθμόν εαυτοίς καλόν περιποιούνται και πολλήν παρρησίαν εν πίστει τη εν χριστώ Ιησού
περιποίησις (obtain(-ing))
[edit]Ephesians 1:14
- KJV: Which is the earnest of our inheritance until the redemption of the purchased possession unto the praise of his glory
- GK: ος εστιν αρραβών της κληρονομίας ημών εις απολύτρωσιν της περιποιήσεως εις έπαινον της δόξης αυτού
1 Thessalonians 5:9
- KJV: For God hath not appointed us to wrath but to obtain salvation by our Lord Jesus Christ
- GK: ότι ουκ έθετο ημάς ο θεός εις οργήν αλλ΄ εις περιποίησιν σωτηρίας διά του κυρίου ημών Ιησού χριστού
2 Thessalonians 2:14
- KJV: Whereunto he called you by our gospel to the obtaining of the glory of our Lord Jesus Christ
- GK: εις ο εκάλεσεν υμάς διά του ευαγγελίου ημών εις περιποίησιν δόξης του κυρίου ημών Ιησού χριστού
Hebrews 10:39
- KJV: But we are not of them who draw back unto perdition but of them that believe to the saving of the soul
- GK: ημείς δε ουκ εσμέν υποστολής εις απώλειαν αλλά πίστεως εις περιποίησιν ψυχής
1 Peter 2:9
- KJV: But ye a chosen generation a royal priesthood an holy nation a peculiar people that ye should shew forth the praises of him who hath called you out of darkness into his marvellous light
- GK: υμείς δε γένος εκλεκτόν βασίλειον ιεράτευμα έθνος άγιον λαός εις περιποίησιν όπως τας αρετάς εξαγγείλητε του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως
περιρρήγνυμι (rend off)
[edit]Acts 16:22
- KJV: And the multitude rose up together against them and the magistrates rent off their clothes and commanded to beat
- GK: και συνεπέστη ο όχλος κατ΄ αυτών και οι στρατηγοί περιρρήξαντες τα ιμάτια αυτών εκέλευον ραβδίζειν
περισπάω (cumber)
[edit]Luke 10:40
- KJV: But Martha was cumbered about much serving and came to him and said Lord dost thou not care that my sister hath left me to serve alone bid her therefore that she help me
- GK: η δε Μάρθα περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν επιστάσα δε είπε κύριε ου μέλει σοι ότι η αδελφή μου μόνην με κατέλιπε διακονείν είπε ούν αυτή ίνα μοι συναντιλάβηται
περισσεία (abundance(-ant)
[edit]Romans 5:17
- KJV: For if by one man’s offence death reigned by one much more they which receive abundance of grace and of the gift of righteousness shall reign in life by one Jesus Christ
- GK: ει γαρ τω του ενός παραπτώματι ο θάνατος εβασίλευσε διά του ενός πολλώ μάλλον οι την περισσείαν της χάριτος και της δωρεάς της δικαιοσύνης λαμβάνοντες εν ζωή βασιλεύσουσι διά του ενός Ιησού χριστού
2 Corinthians 8:2
- KJV: How that in a great trial of affliction the abundance of their joy and their deep poverty abounded unto the riches of their liberality
- GK: ότι εν πολλή δοκιμή θλίψεως η περισσεία της χαράς αυτών και η κατά βάθους πτωχεία αυτών επερίσσευσεν εις τον πλούτον της απλότητος αυτών
2 Corinthians 10:15
- KJV: Not boasting of things without measure of other men’s labours but having hope your faith is increased that we shall be enlarged by you according to our rule abundantly
- GK: ουκ εις τα άμετρα καυχώμενοι εν αλλοτρίοις κόποις ελπίδα δε έχοντες αυξανομένης της πίστεως υμών εν υμίν μεγαλυνθήναι κατά τον κανόνα ημών εις περισσείαν
James 1:21
- KJV: Wherefore lay apart all filthiness and superfluity of naughtiness and receive with meekness the engrafted word which is able to save your souls
- GK: διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραϋτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών
περίσσευμα (abundance)
[edit]Matthew 12:34
- KJV: O generation of vipers how can ye being evil speak good things for out of the abundance of the heart the mouth speaketh
- GK: γεννήματα εχιδνών πως δύνασθε αγαθά λαλείν πονηροί όντες εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας το στόμα λαλεί
Mark 8:8
- KJV: So they did eat and were filled and they took up of the broken that was left seven baskets
- GK: έφαγον δε και εχορτάσθησαν και ήραν περισσεύματα κλασμάτων επτά σπυρίδας
Luke 6:45
- KJV: A good man out of the good treasure of his heart bringeth forth that which is good and an evil man out of the evil treasure of his heart bringeth forth that which is evil for of the abundance of the heart his mouth speaketh
- GK: ο αγαθός άνθρωπος εκ του αγαθού θησαυρού της καρδίας αυτού προφέρει το αγαθόν και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού της καρδίας αυτού προφέρει το πονηρόν εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα αυτού
2 Corinthians 8:14
- KJV: that their abundance also may be for your want that there may be equality
- GK: αλλ΄ εξ ισότητος εν τω νυν καιρώ το υμών περίσσευμα εις το εκείνων υστέρημα ίνα και το εκείνων περίσσευμα γένηται εις το υμών υστέρημα όπως γένηται ισότης
περισσεύω ((make)
[edit]Matthew 5:20
- KJV: For I say unto you That except your righteousness shall exceed of the scribes and Pharisees ye shall in no case enter into the kingdom of heaven
- GK: λέγω γαρ υμίν ότι εάν μη περιοσσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και Φαρισαίων ου εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών
Matthew 13:12
- KJV: For whosoever hath to him shall be given and he shall have more abundance but whosoever hath not from him shall be taken away even that he hath
- GK: όστις γαρ έχει δοθήσεται αυτώ και περισσευθήσεται όστις δε ουκ έχει και ο έχει αρθήσεται απ΄ αυτού
Matthew 14:20
- KJV: And they did all eat and were filled and they took up of the fragments that remained twelve baskets full
- GK: και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις
Matthew 15:37
- KJV: And they did all eat and were filled and they took up of the broken that was left seven baskets full
- GK: και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων επτά σπυρίδας πλήρεις
Matthew 25:29
- KJV: For unto every one that hath shall be given and he shall have abundance but from him that hath not shall be taken away even that which he hath
- GK: τω γαρ έχοντι παντί δοθήσεται και περισσευθήσεται από δε του μη έχοντος και ο έχει αρθήσεται απ΄ αυτού
Mark 12:44
- KJV: For all did cast in of their abundance but she of her want did cast in all that she had all her living
- GK: πάντες γαρ εκ του περισσεύοντος αυτοίς έβαλον αύτη δε εκ της υστερήσεως αυτής πάντα όσα είχεν έβαλεν όλον τον βίον αυτής
Luke 9:17
- KJV: And they did eat and were all filled and there was taken up of fragments that remained to them twelve baskets
- GK: και έφαγον και εχορτάσθησαν πάντες και ήρθη το περισσεύσαν αυτοίς κλασμάτων κόφινοι δώδεκα
Luke 12:15
- KJV: And he said unto them Take heed and beware of covetousness for a man’s life consisteth not in the abundance of the things which he possesseth
- GK: είπε δε προς αυτούς οράτε και φυλάσσεσθε από της πλεονεξίας ότι ουκ εν τω περισσεύειν τινί η ζωή αυτού εστιν εκ των υπαρχόντων αυτού
Luke 15:17
- KJV: And when he came to himself he said How many hired servants of my father’s have bread enough and to spare and I perish with hunger
- GK: εις εαυτόν δε ελθών είπεν πόσοι μίσθιοι του πατρός μου περισσεύουσιν άρτων εγώ δε λίμω απόλλυμαι
περισσός (exceeding abundantly above)
[edit]Matthew 5:37
- KJV: But let your communication be Yea yea Nay nay for whatsoever is more than these cometh of evil
- GK: έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι ου ου το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν
Matthew 5:47
- KJV: And if ye salute your brethren only what do more do not even the publicans so
- GK: και εάν ασπάσησθε τους αδελφούς υμών μόνον τι περισσόν ποιείτε ουχί και οι τελώναι το αυτό ποιούσιν
Mark 6:51
- KJV: And he went up unto them into the ship and the wind ceased and they were sore amazed in themselves beyond measure and wondered
- GK: και ανέβη προς αυτούς εις το πλοίον και εκόπασεν ο άνεμος και λίαν εκ περισσού εν εαυτοίς εξίσταντο και εθαύμαζον
Mark 14:31
- KJV: But he spake the more vehemently If I should die with thee I will not deny thee in any wise Likewise also said they all
- GK: ο δε εκ περισσού έλεγε μάλλον εάν με δέη συναποθανείν σοι ου σε απαρνήσομαι ωσαύτως δε και πάντες έλεγον
John 10:10
- KJV: The thief cometh not but for to steal and to kill and to destroy I am come that they might have life and that they might have more abundantly
- GK: ο κλέπτης ουκ έρχεται ει ίνα κλέψη και θύση και απολέση εγώ ήλθον ίνα ζωήν έχωσι και περισσόν έχωσιν
Romans 3:1
- KJV: What advantage then hath the Jew or what profit of circumcision
- GK: τι ουν το περισσόν του Ιουδαίου η τις η ωφέλεια της περιτομής
2 Corinthians 9:1
- KJV: For as touching the ministering to the saints it is superfluous for me to write to you
- GK: περί μεν γαρ της διακονίας της εις τους αγίους περισσόν μοι εστι το γράφειν υμίν
Ephesians 3:20
- KJV: Now unto him that is able to do exceeding abundantly above all that we ask or think according to the power that worketh in us
- GK: τω δε δυναμένω υπέρ πάντα ποιήσαι υπερεκπερισσού ων αιτούμεθα η νοούμεν κατά την δύναμιν την ενεργουμένην εν ημίν
1 Thessalonians 3:10
- KJV: Night and day praying exceedingly that we might see your face and might perfect that which is lacking in your faith
- GK: νυκτός και ημέρας υπερεκπερισσού δεόμενοι εις το ιδείν υμών το πρόσωπον και καταρτίσαι τα υστερήματα της πίστεως υμών
περισσότερον (more abundantly)
[edit]Mark 7:36
- KJV: And he charged them that they should tell no man but the more he charged them so much the more a great deal they published
- GK: και διεστείλατο αυτοίς ίνα μηδενί είπωσιν όσον δε αυτός αυτοίς διεστέλλετο μάλλον περισσότερον εκήρυσσον
1 Corinthians 15:10
- KJV: But by the grace of God I am what I am and his grace upon me was not in vain but I laboured more abundantly than they all yet not I but the grace of God which was with me
- GK: χάριτι δε θεού ειμί ο ειμι και η χάρις αυτού η εις εμέ ου κενή εγενήθη αλλά περισσότερον αυτών πάντων εκοπίασα ουκ εγώ δε αλλ΄ χάρις του θεού η συν εμοί
Hebrews 6:17
- KJV: Where in God willing more abundantly to shew unto the heirs of promise the immutability of his counsel confirmed by an oath
- GK: εν ω περισσότερον βουλόμενος ο θεός επιδείξαι τοις κληρονόμοις της επαγγελίας το αμετάθετον της βουλής αυτού εμεσίτευσεν όρκω
Hebrews 7:15
- KJV: And it is yet far more evident for that after the similitude of Melchisedec there ariseth another priest
- GK: και περισσότερον έτι κατάδηλόν εστιν ει κατά την ομοιότητα Μελχισεδέκ ανίσταται ιερεύς έτερος
περισσότερος (more abundant)
[edit]Matthew 11:9
- KJV: But what went ye out for to see A prophet yea I say unto you and more than a prophet
- GK: αλλά τι εξήλθετε ιδείν προφήτην ναι λέγω υμίν και περισσότερον προφήτου
Matthew 23:14
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye devour widows’ houses and for a pretence make long prayer therefore ye shall receive the greater damnation
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν
Mark 12:40
- KJV: Which devour widows’ houses and for a pretence make long prayers these shall receive greater damnation
- GK: οι κατεσθίοντες τας οικίας των χηρών και προφάσει μακρά προσευχόμενοι ούτοι λήψονται περισσότερον κρίμα
Luke 7:26
- KJV: But what went ye out for to see A prophet Yea I say unto you and much more than a prophet
- GK: αλλά τι εξεληλύθατε ιδείν προφήτην ναι λέγω υμίν και περισσότερον προφήτου
Luke 12:4
- KJV: And I say unto you my friends Be not afraid of them that kill the body and after that have no more that they can do
- GK: λέγω δε υμίν τοις φίλοις μου μη φοβηθήτε από των αποκτεινόντων το σώμα και μετά ταύτα μη εχόντων περισσότερόν τι ποιήσαι
Luke 12:48
- KJV: But he that knew not and did commit things worthy of stripes shall be beaten with few For unto whomsoever much is given of him shall be much required and to whom men have committed much of him they will ask the more
- GK: ο δε μη γνούς ποιήσας δε άξια πληγών δαρήσεται ολίγας παντί δε ω εδόθη πολύ πολύ ζητηθήσεται παρ΄ αυτού και ω παρέθεντο πολύ περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν
Luke 20:47
- KJV: Which devour widows’ houses and for a shew make long prayers the same shall receive greater damnation
- GK: οι κατεσθίουσι τας οικίας των χηρών και προφάσει μακρά προσεύχονται ούτοι λήψονται περισσότερον κρίμα
1 Corinthians 12:23
- KJV: And those of the body which we think to be less honourable upon these we bestow more abundant honour and our uncomely have more abundant comeliness
- GK: και α δοκούμεν ατιμότερα είναι του σώματος τούτοις τιμήν περισσοτέραν περιτίθεμεν και τα ασχήμονα ημών ευσχημοσύνην περισσοτέραν έχει
1 Corinthians 12:24
- KJV: For our comely have no need but God hath tempered the body together having given more abundant honour to that which lacked
- GK: τα δε ευσχήμονα ημών ου χρείαν έχει αλλ΄ ο θεός συνεκέρασε το σώμα τω υστερούντι περισσοτέραν δους τιμήν
περισσοτέρως (more abundant(-ly))
[edit]Mark 15:14
- KJV: Then Pilate said unto them Why what evil hath he done And they cried out the more exceedingly Crucify him
- GK: ο δε Πιλάτος έλεγεν αυτοίς τι γαρ κακόν εποίησεν οι δε περισσοτέρως έκραξαν σταύρωσον αυτόν
2 Corinthians 1:12
- KJV: For our rejoicing is this the testimony of our conscience that in simplicity and godly sincerity not with fleshly wisdom but by the grace of God we have had our conversation in the world and more abundantly to you-ward
- GK: η γαρ καύχησις ημών αύτη εστί το μαρτύριον της συνειδήσεως ημών ότι εν απλότητι και ειλικρινεία θεού ουκ εν σοφία σαρκική αλλ΄ εν χάριτι θεού ανεστράφημεν εν τω κόσμω περισσοτέρως δε προς υμάς
2 Corinthians 2:4
- KJV: For out of much affliction and anguish of heart I wrote unto you with many tears not that ye should be grieved but that ye might know the love which I have more abundantly unto you
- GK: εκ γαρ πολλής θλίψεως και συνοχής καρδίας έγραψα υμίν διά πολλών δακρύων ουχ ίνα λυπηθήτε αλλά την αγάπην ίνα γνώτε ην έχω περισσοτέρως εις υμάς
2 Corinthians 7:13
- KJV: Therefore we were comforted in your comfort yea, and exceedingly the more joyed we for the joy of Titus because his spirit was refreshed by you all
- GK: διά τούτο παρακεκλήμεθα επί τη παρακλήσει υμών περισσοτέρως δε μάλλον εχάρημεν επί τη χαρά Τίτου ότι αναπέπαυται το πνεύμα αυτού από πάντων υμών
2 Corinthians 7:15
- KJV: And his inward affection is more abundant toward you whilst he remembereth the obedience of you all how with fear and trembling ye received him
- GK: και τα σπλάγχνα αυτού περισσοτέρως εις υμάς εστιν αναμιμνησκομένου την πάντων υμών υπακοήν ως μετά φόβου και τρόμου εδέξασθε αυτόν
2 Corinthians 11:23
- KJV: Are they ministers of Christ I speak as a fool I more in labours more abundant in stripes above measure in prisons more frequent in deaths oft
- GK: διάκονοι χριστού εισι παραφρονών λαλώ υπέρ εγώ εν κόποις περισσοτέρως εν πληγαίς υπερβαλλόντως εν φυλακαίς περισσοτέρως εν θανάτοις πολλάκις
2 Corinthians 12:15
- KJV: And I will very gladly spend and be spent for you though the more abundantly I love you the less I be loved
- GK: εγώ δε ήδιστα δαπανήσω και εκδαπανηθήσομαι υπέρ των ψυχών υμών ει περισσοτέρως υμάς αγαπών ήττον αγαπώμαι
Galatians 1:14
- KJV: And profited in the Jews’ religion above many my equals in mine own nation being more exceedingly zealous of the traditions of my fathers
- GK: και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων
Philippians 1:14
- KJV: And many of the brethren in the Lord waxing confident by my bonds are much more bold to speak the word without fear
- GK: και τους πλείονας των αδελφών εν κυρίω πεποιθότας τοις δεσμοίς μου περισσοτέρως τολμάν αφόβως τον λόγον λαλείν
περισσῶσ (exceedingly)
[edit]Matthew 27:23
- KJV: And the governor said Why what evil hath he done But they cried out the more saying Let him be crucified
- GK: ο δε ηγεμών έφη τι γαρ κακόν εποίησεν οι δε περισσώς έκραζον λέγοντες σταυρωθήτω
Mark 10:26
- KJV: And they were astonished out of measure saying among themselves Who then can be saved
- GK: οι δε περισσώς εξεπλήσσοντο λέγοντες προς εαυτούς και τις δύναται σωθήναι
Acts 26:11
- KJV: And I punished them oft in every synagogue and compelled to blaspheme and being exceedingly mad against them I persecuted even unto strange cities
- GK: και κατά πάσας τας συναγωγάς πολλάκις τιμωρών αυτούς ηνάγκαζον βλασφημείν περισσώς τε εμμαινόμενος αυτοίς εδίωκον έως και εις τας έξω πόλεις
περιστερά (dove)
[edit]Matthew 3:16
- KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
- GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν
Matthew 10:16
- KJV: Behold I send you forth as sheep in the midst of wolves be ye therefore wise as serpents and harmless as doves
- GK: ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί
Matthew 21:12
- KJV: And Jesus went into the temple of God and cast out all them that sold and bought in the temple and overthrew the tables of the moneychangers and the seats of them that sold doves
- GK: και εισήλθεν ο Ιησούς εις το ιερόν του θεού και εξέβαλε πάντας τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ και τας τραπέζας των κολλυβιστών κατέστρεψε και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς
Mark 1:10
- KJV: And straightway coming up out of the water he saw the heavens opened and the Spirit like a dove descending upon him
- GK: και ευθέως αναβαίνων από του ύδατος είδε σχιζομένους τους ουρανούς και το πνεύμα ωσεί περιστεράν καταβαίνον επ΄ αυτόν
Mark 11:15
- KJV: And they come to Jerusalem and Jesus went into the temple and began to cast out them that sold and bought in the temple and overthrew the tables of the moneychangers and the seats of them that sold doves
- GK: και έρχονται εις Ιεροσόλυμα και εισελθών ο Ιησούς εις το ιερόν ήρξατο εκβάλλειν τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ και τας τραπέζας των κολλυβιστών και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς κατέστρεψε
Luke 2:24
- KJV: And to offer a sacrifice according to that which is said in the law of the Lord A pair of turtledoves or two young pigeons
- GK: και του δούναι θυσίαν κατά το ειρημένον εν νόμω κυρίου ζεύγος τρυγόνων η δύο νεοσσούς περιστερών
Luke 3:22
- KJV: And the Holy Ghost descended in a bodily shape like a dove upon him and a voice came from heaven which said Thou art my beloved Son in thee I am well pleased
- GK: και καταβήναι το πνεύμα το άγιον σωματικώ είδει ωσεί περιστεράν επ΄ αυτόν και φωνήν εξ ουρανού γενέσθαι λέγουσαν συ ει ο υιός μου ο αγαπητός εν σοι ευδόκησα
John 1:32
- KJV: And John bare record saying I saw the Spirit descending from heaven like a dove and it abode upon him
- GK: και εμαρτύρησεν Ιωάννης λέγων ότι τεθέαμαι το πνεύμα καταβαίνον ωσεί περιστεράν εξ ουρανού και έμεινεν επ΄ αυτόν
John 2:14
- KJV: And found in the temple those that sold oxen and sheep and doves and the changers of money sitting
- GK: και εύρεν εν τω ιερώ τους πωλούντας βόας και πρόβατα και περιστεράς και τους κερματιστάς καθημένους
περιτέμνω (circumcise)
[edit]Luke 1:59
- KJV: And it came to pass, that on the eighth day they came to circumcise the child and they called him Zacharias after the name of his father
- GK: και εγένετο εν τη ογδόη ημέρα ήλθον περιτεμείν το παιδίον και εκάλουν αυτό επί τω ονόματι του πατρός αυτού Ζαχαρίαν
Luke 2:21
- KJV: And when eight days were accomplished for the circumcising of the child his name was called JESUS which was so named of the angel before he was conceived in the womb
- GK: και ότε επλήσθησαν ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι εν τη κοιλία
John 7:22
- KJV: Moses therefore gave unto you circumcision not because it is of Moses but of the fathers and ye on the sabbath day circumcise a man
- GK: διά τούτο Μωσής δέδωκεν υμίν την περιτομήν ουχ ότι εκ του Μωσέως εστίν αλλ΄ εκ των πατέρων και εν σαββάτω περιτέμνετε άνθρωπον
Acts 7:8
- KJV: And he gave him the covenant of circumcision and so begat Isaac and circumcised him the eighth day and Isaac Jacob and Jacob the twelve patriarchs
- GK: και έδωκεν αυτώ διαθήκην περιτομής και ούτως εγέννησε τον Ισαάκ και περιέτεμεν αυτόν τη ημέρα τη ογδόη και ο Ισαάκ τον Ιακώβ και ο Ιακώβ τους δώδεκα πατριάρχας
Acts 15:1
- KJV: And certain men which came down from Judæa taught the brethren Except ye be circumcised after the manner of Moses ye cannot be saved
- GK: και τινες κατελθόντες από της Ιουδαίας εδίδασκον τους αδελφούς ότι εάν μη περιτέμνησθε τω έθει Μωϋσέως ου δύνασθε σωθήναι
Acts 15:5
- KJV: But there rose up certain of the sect of the Pharisees which believed saying That it was needful to circumcise them and to command to keep the law of Moses
- GK: εξανέστησαν δε τινες των από της αιρέσεως των Φαρισαίων πεπιστευκότες λέγοντες ότι δει περιτέμνειν αυτούς παραγγέλλειν τε τηρείν τον νόμον Μωϋσέως
Acts 15:24
- KJV: Forasmuch as we have heard that certain which went out from us have troubled you with words subverting your souls saying be circumcised and keep the law to whom we gave no commandment
- GK: επειδή ηκούσαμεν ότι τινές εξ ημών εξελθόντες ετάραξαν υμάς λόγοις ανασκευάζοντες τας ψυχάς υμών λέγοντες περιτέμνεσθαι και τηρείν τον νόμον οις ου διεστείλαμεθα
Acts 16:3
- KJV: Him would Paul have to go forth with him and took and circumcised him because of the Jews which were in those quarters for they knew all that his father was a Greek
- GK: τούτον ηθέλησεν ο Παύλος συν αυτώ εξελθείν και λαβών περιέτεμεν αυτόν διά τους Ιουδαίους τους όντας εν τοις τόποις εκείνοις ήδεισαν γαρ άπαντες τον πατέρα αυτού ότι Έλλην υπήρχεν
Acts 21:21
- KJV: And they are informed of thee that thou teachest all the Jews which are among the Gentiles to forsake Moses saying that they ought not to circumcise children neither to walk after the customs
- GK: κατηχήθησαν δε περί σου ότι αποστασίαν διδάσκεις από Μωυσέως τους κατά τα έθνη πάντας Ιουδαίους λέγων μη περιτέμνειν αυτούς τα τέκνα μηδέ τοις έθεσι περιπατείν
περιτίθημι (bestow upon)
[edit]Matthew 21:33
- KJV: Hear another parable There was a certain householder which planted a vineyard and hedged it round about and digged a winepress in it and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
- GK: άλλην παραβολήν ακούσατε άνθρωπός τις ην οικοδεσπότης όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν
Matthew 27:28
- KJV: And they stripped him and put on him a scarlet robe
- GK: και εκδύσαντες αυτόν περιέθηκαν αυτώ χλαμύδα κοκκίνην
Matthew 27:48
- KJV: And straightway one of them ran and took a spunge and filled with vinegar and put on a reed and gave him to drink
- GK: και ευθέως δραμών εις εξ αυτών και λαβών σπόγγον πλήσας τε όξους και περιθείς καλάμω επότιζεν αυτόν
Mark 12:1
- KJV: And he began to speak unto them by parables man planted a vineyard and set an hedge about and digged the winefat and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
- GK: και ήρξατο αυτοίς εν παραβολαίς λέγειν αμπελώνα εφύτευσεν άνθρωπος και περιέθηκε φραγμόν και ώρυξεν υπολήνιον και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν
Mark 15:17
- KJV: And they clothed him with purple and platted a crown of thorns and put it about his
- GK: και ενδύουσιν αυτόν πορφύραν και περιτιθέασιν αυτώ πλέξαντες ακάνθινον στέφανον
Mark 15:36
- KJV: And one ran and filled a spunge full of vinegar and put on a reed and gave him to drink saying Let alone let us see whether Elias will come to take him down
- GK: δραμών δε εις και γεμίσας σπόγγον όξους και περιθείς τε καλάμω επότιζεν αυτόν λέγων άφετε ίδωμεν ει έρχεται Ηλίας καθελείν αυτόν
John 19:29
- KJV: Now there was set a vessel full of vinegar and they filled a spunge with vinegar and put upon hyssop and put to his mouth
- GK: σκεύος ούν έκειτο όξους μεστόν οι δε πλήσαντες σπόγγον όξους και υσσώπω περιθέντες προσήνεγκαν αυτού τω στόματι
1 Corinthians 12:23
- KJV: And those of the body which we think to be less honourable upon these we bestow more abundant honour and our uncomely have more abundant comeliness
- GK: και α δοκούμεν ατιμότερα είναι του σώματος τούτοις τιμήν περισσοτέραν περιτίθεμεν και τα ασχήμονα ημών ευσχημοσύνην περισσοτέραν έχει
περιτομή (X circumcised)
[edit]John 7:22
- KJV: Moses therefore gave unto you circumcision not because it is of Moses but of the fathers and ye on the sabbath day circumcise a man
- GK: διά τούτο Μωσής δέδωκεν υμίν την περιτομήν ουχ ότι εκ του Μωσέως εστίν αλλ΄ εκ των πατέρων και εν σαββάτω περιτέμνετε άνθρωπον
John 7:23
- KJV: If a man on the sabbath day receive circumcision that the law of Moses should not be broken are ye angry at me because I have made a man every whit whole on the sabbath day
- GK: ει περιτομήν λαμβάνει άνθρωπος εν σαββάτω ίνα μη λυθή ο νόμος Μωσέως εμοί χολάτε ότι όλον άνθρωπον υγιή εποίησα εν σαββάτω
Acts 7:8
- KJV: And he gave him the covenant of circumcision and so begat Isaac and circumcised him the eighth day and Isaac Jacob and Jacob the twelve patriarchs
- GK: και έδωκεν αυτώ διαθήκην περιτομής και ούτως εγέννησε τον Ισαάκ και περιέτεμεν αυτόν τη ημέρα τη ογδόη και ο Ισαάκ τον Ιακώβ και ο Ιακώβ τους δώδεκα πατριάρχας
Acts 10:45
- KJV: And they of the circumcision which believed were astonished as many as came with Peter because that on the Gentiles also was poured out the gift of the Holy Ghost
- GK: και εξέστησαν οι εκ περιτομής πιστοί όσοι συνήλθον τω Πέτρω ότι και επί τα έθνη η δωρεά του αγίου πνεύματος εκκέχυται
Acts 11:2
- KJV: And when Peter was come up to Jerusalem they that were of the circumcision contended with him
- GK: και ότε ανέβη Πέτρος εις Ιεροσόλυμα διεκρίνοντο προς αυτόν οι εκ περιτομής
Romans 2:25
- KJV: For circumcision verily profiteth if thou keep the law but if thou be a breaker of the law thy circumcision is made uncircumcision
- GK: περιτομή μεν γαρ ωφελεί εάν νόμον πράσσης εαν δε παραβάτης νόμου ης η περιτομή σου ακροβυστία γέγονεν
Romans 2:26
- KJV: Therefore if the uncircumcision keep the righteousness of the law shall not his uncircumcision be counted for circumcision
- GK: εάν ούν η ακροβυστία τα δικαιώματα του νόμου φυλάσση ουχί η ακροβυστία αυτού εις περιτομήν λογισθήσεται
Romans 2:27
- KJV: And shall not uncircumcision by nature if it fulfil the law judge thee who by the letter and circumcision dost transgress the law
- GK: και κρινεί η εκ φύσεως ακροβυστία τον νόμον τελούσα σε τον διά γράμματος και περιτομής παραβάτην νόμου
Romans 2:28
- KJV: For he is not a Jew which is one outwardly neither circumcision which is outward in the flesh
- GK: ου γαρ ο εν τω φανερώ Ιουδαίός εστιν ουδέ η εν τω φανερώ εν σαρκί περιτομή
περιτρέπω (+ make mad)
[edit]Acts 26:24
- KJV: And as he thus spake for himself Festus said with a loud voice Paul thou art beside thyself much learning doth make thee mad
- GK: ταύτα δε αυτού απολογουμένου ο Φήστος μεγάλη τη φωνή έφη μαίνη Παύλε τα πολλά σε γράμματα εις μανίαν περιτρέπει
περιτρέχω (run through)
[edit]Mark 6:55
- KJV: And ran through that whole region round about and began to carry about in beds those that were sick where they heard he was
- GK: περιδραμόντες όλην την περίχωρον εκείνην ήρξαντο επί τοις κραββάτοις τους κακώς έχοντας περιφέρειν όπου ήκουον ότι εκεί εστι
περιφέρω (bear (carry) about)
[edit]Mark 6:55
- KJV: And ran through that whole region round about and began to carry about in beds those that were sick where they heard he was
- GK: περιδραμόντες όλην την περίχωρον εκείνην ήρξαντο επί τοις κραββάτοις τους κακώς έχοντας περιφέρειν όπου ήκουον ότι εκεί εστι
2 Corinthians 4:10
- KJV: Always bearing about in the body the dying of the Lord Jesus that the life also of Jesus might be made manifest in our body
- GK: πάντοτε την νέκρωσιν του κυρίου Ιησού εν τω σώματι περιφέροντες ίνα και η ζωή του Ιησού εν τω σώματι ημών φανερωθή
Ephesians 4:14
- KJV: That we be no more children tossed to and fro and carried about with every wind of doctrine by the sleight of men cunning craftiness whereby they lie in wait to deceive
- GK: ίνα μηκέτι ώμεν νήπιοι κλυδωνιζόμενοι και περιφερόμενοι παντί ανέμω της διδασκαλίας εν τη κυβεία των ανθρώπων εν πανουργία προς την μεθοδείαν της πλάνης
Hebrews 13:9
- KJV: Be not carried about with divers and strange doctrines For a good thing that the heart be established with grace not with meats which have not profited them that have been occupied therein
- GK: διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις μη περιφέρεσθε καλόν γαρ χάριτι βεβαιούσθαι την καρδίαν ου βρώμασιν εν οις ουκ ωφελήθησαν οι περιπατήσαντες
Jude 1:12
- KJV: These are spots in your feasts of charity when they feast with you feeding themselves without fear clouds without water carried about of winds trees whose fruit withereth without fruit twice dead plucked up by the roots
- GK: ούτοί εισιν εν ταις αγάπαις υμών σπιλάδες συνευωχούμενοι υμίν αφόβως εαυτούς ποιμαίνοντες νεφέλαι άνυδροι υπό ανέμων παραφερόμεναι δένδρα φθινοπώρινα άκαρπα δις αποθανόντα εκριζωθέντα
περιφρονέω (despise)
[edit]Titus 2:15
- KJV: These things speak and exhort and rebuke with all authority Let no man despise thee
- GK: ταύτα λάλει και παρακάλει και έλεγχε μετά πάσης επιταγής μηδείς σου περιφρονείτω
περίχωρος (country (round) about)
[edit]Matthew 3:5
- KJV: Then went out to him Jerusalem and all Judaea and all the region round about Jordan
- GK: τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα η Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου
Matthew 14:35
- KJV: And when the men of that place had knowledge of him they sent out into all that country round about and brought unto him all that were diseased
- GK: και επιγνόντες αυτόν οι άνδρες του τόπου εκείνου απέστειλαν εις όλην την περίχωρον εκείνην και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας
Mark 1:28
- KJV: And immediately his fame spread abroad throughout all the region round about Galilee
- GK: εξήλθε δε η ακοή αυτού ευθύς εις όλην την περίχωρον της Γαλιλαίας
Mark 6:55
- KJV: And ran through that whole region round about and began to carry about in beds those that were sick where they heard he was
- GK: περιδραμόντες όλην την περίχωρον εκείνην ήρξαντο επί τοις κραββάτοις τους κακώς έχοντας περιφέρειν όπου ήκουον ότι εκεί εστι
Luke 3:3
- KJV: And he came into all the country about Jordan preaching the baptism of repentance for the remission of sins
- GK: και ήλθεν εις πάσαν την περίχωρον του Ιορδάνου κηρύσσων βάπτισμα μετανοίας εις άφεσιν αμαρτιών
Luke 4:14
- KJV: And Jesus returned in the power of the Spirit into Galilee and there went out a fame of him through all the region round about
- GK: και υπέστρεψεν ο Ιησούς εν τη δυνάμει του πνεύματος εις την Γαλιλαίαν και φήμη εξήλθε καθ΄ όλης της περιχώρου περί αυτού
Luke 4:37
- KJV: And the fame of him went out into every place of the country round about
- GK: και εξεπορεύετο ήχος περί αυτού εις πάντα τόπον της περιχώρου
Luke 7:17
- KJV: And this rumour of him went forth throughout all Judæa and throughout all the region round about
- GK: και εξήλθεν ο λόγος ούτος εν όλη τη Ιουδαία περί αυτού και εν πάση τη περιχώρω
Luke 8:37
- KJV: Then the whole multitude of the country of the Gadarenes round about besought him to depart from them for they were taken with great fear and he went up into the ship and returned back again
- GK: και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ΄ αυτών ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν
περίψημα (offscouring)
[edit]1 Corinthians 4:13
- KJV: Being defamed we intreat we are made as the filth of the world the offscouring of all things unto this day
- GK: βλασφημούμενοι παρακαλούμεν ως περικαθάρματα του κόσμου εγενήθημεν πάντων περίψημα έως άρτι
περπερεύομαι (vaunt itself)
[edit]1 Corinthians 13:4
- KJV: Charity suffereth long is kind charity envieth not charity vaunteth not itself is not puffed up
- GK: η αγάπη μακροθυμεί χρηστεύεται η αγάπη ου ζηλοί η αγάπη ου περπερεύεται ου φυσιούται
Περσίς (Persis)
[edit]Romans 16:12
- KJV: Salute Tryphena and Tryphosa who labour in the Lord Salute the beloved Persis which laboured much in the Lord
- GK: ασπάσασθε Τρύφαιναν και Τρυφώσαν τας κοπιώσας εν κυρίω ασπάσασθε Περσίδα την αγαπητήν ήτις πολλά εκοπίασεν εν κυρίω
πέρυσι (+ a year ago)
[edit]2 Corinthians 8:10
- KJV: And herein I give advice for this is expedient for you who have begun before not only to do but also to be forward a year ago
- GK: και γνώμην εν τούτω δίδωμι τούτο γαρ υμίν συμφέρει οίτινες ου μόνον το ποιήσαι αλλά και το θέλειν προενήρξασθε από πέρυσι
2 Corinthians 9:2
- KJV: For I know the forwardness of your mind for which I boast of you to them of Macedonia that Achaia was ready a year ago and your zeal hath provoked very many
- GK: οίδα γαρ την προθυμίαν υμών ην υπέρ υμών καυχώμαι Μακεδόσιν ότι Αχαϊα παρεσκεύασται από πέρυσι και ο εξ υμών ζήλος ηρέθισε τους πλείονας
πετεινόν (bird)
[edit]Matthew 6:26
- KJV: Behold the fowls of the air for they sow not neither do they reap nor gather into barns yet your heavenly Father feedeth them Are ye not much better than they
- GK: εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά ουχ υμείς μάλλον διαφέρετε αυτών
Matthew 8:20
- KJV: And Jesus saith unto him The foxes have holes and the birds of the air nests but the Son of man hath not where to lay head
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς αι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη
Matthew 13:4
- KJV: And when he sowed some fell by the way side and the fowls came and devoured them up
- GK: και εν τω σπείρειν αυτόν α μεν έπεσε παρά την οδόν και ήλθε τα πετεινά και κατέφαγεν αυτά
Matthew 13:32
- KJV: Which indeed is the least of all seeds but when it is grown it is the greatest among herbs and becometh a tree so that the birds of the air come and lodge in the branches thereof
- GK: ο μικρότερον μεν εστι πάντων των σπερμάτων όταν δε αυξηθή μείζον των λαχάνων εστί και γίνεται δένδρον ώστε ελθείν τα πετεινά του ουρανού και κατασκηνούν εν τοις κλάδοις αυτού
Mark 4:4
- KJV: And it came to pass as he sowed some fell by the way side and the fowls of the air came and it up
- GK: και εγένετο εν τω σπείρειν ο μεν έπεσε παρά την οδόν και ήλθε τα πετεινά του ουρανού και κατέφαγεν αυτό
Mark 4:32
- KJV: But when it is sown it groweth up and becometh greater than all herbs and shooteth out great branches so that the fowls of the air may lodge under the shadow of it
- GK: και όταν σπαρή αναβαίνει και γίνεται πάντων των λαχάνων μείζων και ποιεί κλάδους μεγάλους ώστε δύνασθαι υπό την σκιάν αυτού τα πετεινά του ουρανού κατασκηνούν
Luke 8:5
- KJV: A sower went out to sow his seed and as he sowed some fell by the way side and it was trodden down and the fowls of the air devoured it
- GK: εξήλθεν ο σπείρων του σπείραι τον σπόρον εαυτού και εν τω σπείρειν αυτόν ο μεν έπεσε παρά την οδόν και κατεπατήθη και τα πετεινά του ουρανού κατέφαγεν αυτό
Luke 9:58
- KJV: And Jesus said unto him Foxes have holes and birds of the air nests but the Son of man hath not where to lay head
- GK: και είπεν αυτώ ο Ιησούς αι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη
Luke 12:24
- KJV: Consider the ravens for they neither sow nor reap which neither have storehouse nor barn and God feedeth them how much more are ye better than the fowls
- GK: κατανοήσατε τους κόρακας ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν οις ουκ έστι ταμείον ουδέ αποθήκη και ο θεός τρέφει αυτούς πόσω μάλλον υμείς διαφέρετε των πετεινών
πέτομαι (fly(-ing))
[edit]Revelation 4:7
- KJV: And the first beast like a lion and the second beast like a calf and the third beast had a face as a man and the fourth beast like a flying eagle
- GK: και το ζώον το πρώτον όμοιον λέοντι και το δεύτερον ζώον όμοιον μόσχω και το τρίτον ζώον έχον το πρόσωπον ως άνθρωπος και το τέταρτον ζώον όμοιον αετώ πετωμένω
Revelation 8:13
- KJV: And I beheld and heard an angel flying through the midst of heaven saying with a loud voice Woe woe woe to the inhabiters of the earth by reason of the other voices of the trumpet of the three angels are yet to sound
- GK: και είδον και ήκουσα ενός αετου πετομένου εν μεσουρανήματι λέγοντος φωνή μεγάλη ουαί ουαί ουαί τοις κατοικούσιν επί της γης εκ των λοιπών φωνών της σάλπιγγος των τρίων αγγέλων των μελλόντων σαλπίζειν
Revelation 12:14
- KJV: And to the woman were given two wings of a great eagle that she might fly into the wilderness into her place where she is nourished for a time and times and half a time from the face of the serpent
- GK: και εδόθησαν τη γυναικί δύο πτέρυγες του αετού του μεγάλου ίνα πέτηται εις την έρημον εις τον τόπον αυτής όπως τρεφηται εκεί καιρόν και καιρούς και ημισύ καιρού από προσώπου του όφεως
Revelation 14:6
- KJV: And I saw another angel fly in the midst of heaven having the everlasting gospel to preach unto them that dwell on the earth and to every nation and kindred and tongue and people
- GK: και είδον άλλον άγγελον πετόμενον εν μεσουρανήματι έχοντα ευαγγέλιον αιώνιον ευαγγελίσαι τους καθημένους επί της γης και επί παν έθνος και φυλήν και γλώσσαν και λαόν
Revelation 19:17
- KJV: And I saw an angel standing in the sun and he cried with a loud voice saying to all the fowls that fly in the midst of heaven Come and gather yourselves together unto the supper of the great God
- GK: και είδον ένα άγγελον εστώτα εν τω ηλίω και έκραξε φωνή μεγάλη λέγων πάσι τοις ορνέοις τοις πετομένοις εν μεσουρανήματι δεύτε και συνάχθητε εις το δείπνον το μέγα του θεού
πέτρα (rock)
[edit]Matthew 7:24
- KJV: Therefore whosoever heareth these sayings of mine and doeth them I will liken him unto a wise man which built his house upon a rock
- GK: πας ουν όστις ακούει μου τους λόγους τούτους και ποιεί αυτούς ομοιώσω αυτόν ανδρί φρονίμω όστις ωκοδόμησε την οικίαν αυτού επί την πέτραν
Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Matthew 16:18
- KJV: And I say also unto thee That thou art Peter and upon this rock I will build my church and the gates of hell shall not prevail against it
- GK: καγώ δε σοι λέγω οτι συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής
Matthew 27:51
- KJV: And behold the veil of the temple was rent in twain from the top to the bottom and the earth did quake and the rocks rent
- GK: και ιδού το καταπέτασμα του ναού εσχίσθη εις δύο από άνωθεν έως κάτω και η γη εσείσθη και αι πέτραι εσχίσθησαν
Matthew 27:60
- KJV: And laid it in his own new tomb which he had hewn out in the rock and he rolled a great stone to the door of the sepulchre and departed
- GK: και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν
Mark 15:46
- KJV: And he bought fine linen and took him down and wrapped him in the linen and laid him in a sepulchre which was hewn out of a rock and rolled a stone unto the door of the sepulchre
- GK: και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω ο ην λελατομημένον εκ πέτρας και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου
Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Luke 8:6
- KJV: And some fell upon a rock and as soon as it was sprung up it withered away because it lacked moisture
- GK: και έτερον έπεσεν επί την πέτραν και φυέν εξηράνθη διά το μη έχειν ικμάδα
Luke 8:13
- KJV: They on the rock which when they hear receive the word with joy and these have no root which for a while believe and in time of temptation fall away
- GK: οι δε επί της πέτρας οι όταν ακούσωσι μετά χαράς δέχονται τον λόγον και ούτοι ρίζαν ουκ έχουσιν οι προς καιρόν πιστεύουσι και εν καιρώ πειρασμού αφίστανται
Πέτρος (Peter)
[edit]Matthew 4:18
- KJV: And Jesus walking by the sea of Galilee saw two brethren Simon called Peter and Andrew his brother casting a net into the sea for they were fishers
- GK: περιπατών δε ο Ιησούς παρά την θάλασσαν της Γαλιλαίας είδε δυο αδελφούς Σίμωνα τον λεγόμενον Πέτρον και Ανδρέαν τον αδελφόν αυτού βάλλοντας αμφίβληστρον εις την θάλασσαν ήσαν γαρ αλιείς
Matthew 8:14
- KJV: And when Jesus was come into Peter’s house he saw his wife’s mother laid and sick of a fever
- GK: και ελθών ο Ιησούς εις την οικίαν Πέτρου είδε την πενθεράν αυτού βεβλημένην και πυρέσσσουσαν
Matthew 10:2
- KJV: Now the names of the twelve apostles are these The first Simon who is called Peter and Andrew his brother James of Zebedee and John his brother
- GK: των δώδεκα αποστόλων τα ονόματά εισι ταύτα πρώτος Σίμων ο λεγόμενος Πέτρος και Ανδρέας ο αδελφός αυτού Ιάκωβος ο του Ζεβεδαίου και Ιωάννης ο αδελφός αυτού
Matthew 14:28
- KJV: And Peter answered him and said Lord if it be thou bid me come unto thee on the water
- GK: αποκριθείς δε αυτώ ο Πέτρος είπε κύριε ει συ ει κέλευσόν με προς σε ελθείν επί τα ύδατα
Matthew 14:29
- KJV: And he said Come And when Peter was come down out of the ship he walked on the water to go to Jesus
- GK: ο δε είπεν ελθέ και καταβάς από του πλοίου ο Πέτρος περιεπάτησεν επί τα ύδατα ελθείν προς τον Ιησούν
Matthew 15:15
- KJV: Then answered Peter and said unto him Declare unto us this parable
- GK: αποκριθείς δε ο Πέτρος είπεν αυτώ φράσον ημίν την παραβολήν ταύτην
Matthew 16:16
- KJV: And Simon Peter answered and said Thou art the Christ the Son of the living God
- GK: αποκριθείς δε Σίμων Πέτρος είπε συ ει ο Χριστός ο υιός του θεού του ζώντος
Matthew 16:18
- KJV: And I say also unto thee That thou art Peter and upon this rock I will build my church and the gates of hell shall not prevail against it
- GK: καγώ δε σοι λέγω οτι συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής
Matthew 16:22
- KJV: Then Peter took him and began to rebuke him saying Be it far from thee Lord this shall not be unto thee
- GK: και προσλαβόμενος αυτόν ο Πέτρος ήρξατο επιτιμάν αυτώ λέγων ίλεώς σοι κύριε ου έσται σοι τούτο
πετρώδης (stony)
[edit]Matthew 13:5
- KJV: Some fell upon stony places where they had not much earth and forthwith they sprung up because they had no deepness of earth
- GK: αλλά δε έπεσεν επί τα πετρώδη όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης
Matthew 13:20
- KJV: But he that received the seed into stony places the same is he that heareth the word and anon with joy receiveth it
- GK: ο δε επί τα πετρώδη σπαρείς ούτός εστιν ο τον λόγον ακούων και ευθύς μετά χαράς λαμβάνων αυτόν
Mark 4:5
- KJV: And some fell on stony ground where it had not much earth and immediately it sprang up because it had no depth of earth
- GK: άλλο δε έπεσεν επί το πετρώδες όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης
Mark 4:16
- KJV: And these are they likewise which are sown on stony ground who when they have heard the word immediately receive it with gladness
- GK: και ούτοί εισιν ομοίως οι επί τα πετρώδη σπειρόμενοι οι όταν ακούσωσι τον λόγον ευθέως μετά χαράς λαμβάνουσιν αυτόν
πήγανον (rue)
[edit]Luke 11:42
- KJV: But woe unto you Pharisees for ye tithe mint and rue and all manner of herbs and pass over judgment and the love of God these ought ye to have done and not to leave the other undone
- GK: αλλ΄ ουαί υμίν τοις Φαρισαίος ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το πήγανον και παν λάχανον και παρέρχεσθε την κρίσιν και την αγάπην του θεού ταύτα έδει ποιήσαι κακείνα μη αφιέναι
πηγή (fountain)
[edit]Mark 5:29
- KJV: And straightway the fountain of her blood was dried up and she felt in her body that she was healed of that plague
- GK: και ευθέως εξηράνθη η πηγή του αίματος αυτής και έγνω τω σώματι ότι ίαται από της μάστιγος
John 4:6
- KJV: Now Jacob’s well was there Jesus therefore being wearied with journey sat thus on the well it was about the sixth hour
- GK: ην δε εκεί πηγή του Ιακώβ ο ούν Ιησούς κεκοπιακώς εκ της οδοιπορίας εκαθέζετο ούτως επί τη πηγή ώρα ην ωσεί έκτη
John 4:14
- KJV: But whosoever drinketh of the water that I shall give him never thirst but the water that I shall give him shall be in him a well of water springing up into everlasting life
- GK: ος δ αν πίη εκ του ύδατος ου εγώ δώσω αυτώ ου διψήση εις τον αιώνα αλλά το ύδωρ ο δώσω αυτώ γενήσεται εν αυτώ πηγή ύδατος αλλομένου εις ζωήν αιώνιον
James 3:11
- KJV: Doth a fountain send forth at the same place sweet and bitter
- GK: μήτι η πηγή εκ της αυτής οπής βρύει το γλυκύ και το πικρόν
James 3:12
- KJV: Can the fig tree my brethren bear olive berries either a vine figs so no fountain both yield salt water and fresh
- GK: μη δύναται αδελφοί μου συκή ελαίας ποιήσαι η άμπελος σύκα ούτως ουδεμία πηγή αλυκόν και γλυκύ ποιήσαι ύδωρ
2 Peter 2:17
- KJV: These are wells without water clouds that are carried with a tempest to whom the mist of darkness is reserved for ever
- GK: ούτοί εισι πηγαί άνυδροι νεφέλαι υπό λαίλαπος ελαυνόμεναι οις ο ζόφος του σκότους εις αιώνα τετήρηται
Revelation 7:17
- KJV: For the Lamb which is in the midst of the throne shall feed them and shall lead them unto living fountains of waters and God shall wipe away all tears from their eyes
- GK: ότι το αρνίον το αναμέσον του θρόνου ποιμαινεί αυτούς και οδηγήσει αυτούς επί ζωης πηγάς υδάτων και εξαλείψει ο θεός παν δάκρυον εκ των οφθαλμών αυτών
Revelation 8:10
- KJV: And the third angel sounded and there fell a great star from heaven burning as it were a lamp and it fell upon the third part of the rivers and upon the fountains of waters
- GK: και ο τρίτος άγγελος εσάλπισε και έπεσεν εκ του ουρανού αστήρ μέγας καιόμενος ως λαμπάς και έπεσεν επί το τρίτον των ποταμών και επί τας πηγάς των υδάτων
Revelation 14:7
- KJV: Saying with a loud voice Fear God and give glory to him for the hour of his judgment is come and worship him that made heaven and earth and the sea and the fountains of waters
- GK: λέγων εν φωνή μεγάλη φοβήθητε τον θεόν και δότε αυτώ δόξαν ότι ήλθεν η ώρα της κρίσεως αυτού και προσκυνήσατε τω ποιήσαντι τον ουρανόν και την γην και την θάλασσαν και πηγάς υδάτων
πήγνυμι (pitch)
[edit]Hebrews 8:2
- KJV: A minister of the sanctuary and of the true tabernacle which the Lord pitched and not man
- GK: των αγίων λειτουργός και της σκηνής της αληθινής ην έπηξεν ο κύριος και ουκ άνθρωπος
πηδάλιον (rudder)
[edit]Acts 27:40
- KJV: And when they had taken up the anchors they committed unto the sea and loosed the rudder bands and hoised up the mainsail to the wind and made toward shore
- GK: και τας αγκύρας περιελόντες είων εις την θάλασσαν άμα ανέντες τας ζευκτηρίας των πηδαλίων και επάραντες τον αρτεμώνα τη πνεούση κατείχον εις τον αιγιαλόν
James 3:4
- KJV: Behold also the ships which though so great and driven of fierce winds yet are they turned about with a very small helm whithersoever the governor listeth
- GK: ιδού και τα πλοία τηλικαύτα όντα και υπό σκληρών ανέμων ελαυνόμενα μετάγεται υπό ελαχίστου πηδαλίου όπου αν η ορμή του ευθύνοντος βούληται
πηλίκος (how great (large))
[edit]Galatians 6:11
- KJV: Ye see how large a letter I have written unto you with mine own hand
- GK: ίδετε πηλίκοις υμίν γράμμασιν έγραψα τη εμή χειρί
Hebrews 7:4
- KJV: Now consider how great this man unto whom even the patriarch Abraham gave the tenth of the spoils
- GK: θεωρείτε δε πηλίκος ούτος ω και δεκάτην Αβραάμ έδωκεν εκ των ακροθινίων ο πατριάρχης
πηλός (clay)
[edit]John 9:6
- KJV: When he had thus spoken he spat on the ground and made clay of the spittle and he anointed the eyes of the blind man with the clay
- GK: ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού
John 9:11
- KJV: He answered and said A man that is called Jesus made clay and anointed mine eyes and said unto me Go to the pool of Siloam and wash and I went and washed and I received sight
- GK: απεκρίθη εκείνος και είπεν άνθρωπος λεγόμενος Ιησούς πηλόν εποίησε και επέχρισέ μου τους οφθαλμούς και είπέ μοι ύπαγε εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ και νίψαι απελθών δε και νιψάμενος ανέβλεψα
John 9:14
- KJV: And it was the sabbath day when Jesus made the clay and opened his eyes
- GK: ην δε σάββατον ότε τον πηλόν εποίησεν ο Ιησούς και ανέωξεν αυτού τους οφθαλμούς
John 9:15
- KJV: Then again the Pharisees also asked him how he had received his sight He said unto them He put clay upon mine eyes and I washed and do see
- GK: πάλιν ουν ηρώτων αυτόν και οι Φαρισαίοι πως ανέβλεψεν ο δε είπεν αυτοίς πηλόν επέθηκέ μοι επί τους οφθαλμούς και ενιψάμην και βλέπω
Romans 9:21
- KJV: Hath not the potter power over the clay of the same lump to make one vessel unto honour and another unto dishonour
- GK: η ουκ έχει εξουσίαν ο κεραμεύς του πηλού εκ του αυτού φυράματος ποιήσαι ο μεν εις τιμήν σκεύος ο δε εις ατιμίαν
πήρα (scrip)
[edit]Matthew 10:10
- KJV: Nor scrip for journey neither two coats neither shoes nor yet staves for the workman is worthy of his meat
- GK: μη πήραν εις οδόν μηδέ δύο χιτώνας μηδέ υποδήματα μηδέ ράβδους άξιος γαρ ο εργάτης της τροφής αυτού εστιν
Mark 6:8
- KJV: And commanded them that they should take nothing for journey save a staff only no scrip no bread no money in purse
- GK: και παρήγγειλεν αυτοίς ίνα μηδέν αίρωσιν εις οδόν ει ράβδον μόνον μη πήραν μη άρτον μη εις την ζώνην χαλκόν
Luke 9:3
- KJV: And he said unto them Take nothing for journey neither staves nor scrip neither bread neither money neither have two coats apiece
- GK: και είπε προς αυτούς μηδέν αίρετε εις την οδόν μήτε ράβδους μήτε πήραν μήτε άρτον μήτε αργύριον μήτε ανά δύο χιτώνας έχειν
Luke 10:4
- KJV: Carry neither purse nor scrip nor shoes and salute no man by the way
- GK: μη βαστάζετε βαλάντιον μη πήραν μηδέ υποδήματα και μηδένα κατά την οδόν ασπάσησθε
Luke 22:35
- KJV: And he said unto them When I sent you without purse and scrip and shoes lacked ye any thing And they said Nothing
- GK: και είπεν αυτοίς ότε απέστειλα υμάς άτερ βαλαντίου και πήρας και υποδημάτων μη τινος υστερήσατε οι δε είπον ουθενός
Luke 22:36
- KJV: Then said he unto them But now he that hath a purse let him take and likewise scrip and he that hath no sword let him sell his garment and buy one
- GK: είπεν ούν αυτοίς αλλά νυν ο έχων βαλάντιον αράτω ομοίως και πήραν και ο μη έχων πωλήσει το ιμάτιον αυτού και αγοράσει μάχαιραν
πῆχυς (cubit)
[edit]Matthew 6:27
- KJV: Which of you by taking thought can add one cubit unto his stature
- GK: τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα
Luke 12:25
- KJV: And which of you with taking thought can add to his stature one cubit
- GK: τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα
John 21:8
- KJV: And the other disciples came in a little ship for they were not far from land but as it were two hundred cubits dragging the net with fishes
- GK: οι δε άλλοι μαθηταί τω πλοιαρίω ήλθον ου γαρ ήσαν μακράν από της γης αλλ΄ ως από πηχών διακοσίων σύροντες το δίκτυον των ιχθύων
Revelation 21:17
- KJV: And he measured the wall thereof an hundred forty four cubits the measure of a man that is of the angel
- GK: και εμέτρησε το τείχος αυτής εκατόν τεσσαράκοντα τεσσάρων πηχών μέτρον ανθρώπου ο εστιν αγγέλου
πιάζω (apprehend)
[edit]John 7:30
- KJV: Then they sought to take him but no man laid hands on him because his hour was not yet come
- GK: εζήτουν ούν αυτόν πιάσαι και ουδείς επέβαλεν επ΄ αυτόν την χείρα ότι ούπω εληλύθει η ώρα αυτού
John 7:32
- KJV: The Pharisees heard that the people murmured such things concerning him and the Pharisees and the chief priests sent officers to take him
- GK: ήκουσαν οι Φαρισαίοι του όχλου γογγύζοντος περί αυτού ταύτα και απέστειλαν υπηρέτας οι Φαρισαίοι και οι αρχιερείς ίνα πιάσωσιν αυτόν
John 7:44
- KJV: And some of them would have taken him but no man laid hands on him
- GK: τινές δε ήθελον εξ αυτών πιάσαι αυτόν αλλ΄ ουδείς επέβαλεν επ΄ αυτόν τας χείρας
John 8:20
- KJV: These words spake Jesus in the treasury as he taught in the temple and no man laid hands on him for his hour was not yet come
- GK: ταύτα τα ρήματα ελάλησεν ο Ιησούς εν τω γαζοφυλακίω διδάσκων εν τω ιερώ και ουδείς επίασεν αυτόν ότι ούπω εληλύθει η ώρα αυτού
John 10:39
- KJV: Therefore they sought again to take him but he escaped out of their hand
- GK: εζήτουν ούν πάλιν αυτόν πιάσαι και εξήλθεν εκ της χειρός αυτών
John 11:57
- KJV: Now both the chief priests and the Pharisees had given a commandment that if any man knew where he were he should shew that they might take him
- GK: δεδώκεισαν δε και οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι εντολήν ίνα εάν τις γνω που εστι μηνύση όπως πιάσωσιν αυτόν
John 21:3
- KJV: Simon Peter saith unto them I go a fishing They say unto him We also go with thee They went forth and entered into a ship immediately and that night they caught nothing
- GK: λέγει αυτοίς Σίμων Πέτρος υπάγω αλιεύειν λέγουσιν αυτώ ερχόμεθα και ημείς συν σοι εξήλθον και ανέβησαν εις το πλοίον ευθύς και εν εκείνη τη νυκτί επίασαν ουδέν
John 21:10
- KJV: Jesus saith unto them Bring of the fish which ye have now caught
- GK: λέγει αυτοίς ο Ιησούς ενέγκατε από των οψαρίων ων επιάσατε νυν
Acts 3:7
- KJV: And he took him by the right hand and lifted up and immediately his feet and ankle bones received strength
- GK: και πιάσας αυτόν της δεξιάς χειρός ήγειρε παραχρήμα δε εστερεώθησαν αυτού αι βάσεις και τα σφυρά
πιέζω (press down)
[edit]Luke 6:38
- KJV: Give and it shall be given unto you good measure pressed down and shaken together and running over shall men give into your bosom For with the same measure that ye mete withal it shall be measured to you again
- GK: δίδοτε και δοθήσεται υμίν μέτρον καλόν πεπιεσμένον και σεσαλευμένον και υπερεκχυνόμενον δώσουσιν εις τον κόλπον υμών τω γαρ αυτώ μέτρω ω μετρείτε αντιμετρηθήσεται υμίν
πιθανολογία (enticing words)
[edit]Colossians 2:4
- KJV: And this I say lest any man should beguile you with enticing words
- GK: τούτο δε λέγω ίνα μη τις υμάς παραλογίζηται εν πιθανολογία
πικραίνω (be (make) bitter)
[edit]Colossians 3:19
- KJV: Husbands love wives and be not bitter against them
- GK: οι άνδρες αγαπάτε τας γυναίκας και μη πικραίνεσθε προς αυτάς
Revelation 8:11
- KJV: And the name of the star is called Wormwood and the third of the waters became wormwood and many men died of because they were made bitter
- GK: και το όνομα του αστέρος λέγεται ο άψινθος και εγένετο το τρίτον των υδάτων εις άψινθον και πολλοί των ανθρώπων απέθανον εκ των υδάτων ότι επικράνθησαν
Revelation 10:9
- KJV: And I went unto the angel and said unto him Give me the little book And he said unto me Take and eat it up and it shall make thy belly bitter but it shall be in thy mouth sweet as honey
- GK: και απήλθον προς τον άγγελον λέγων αυτώ δος μοι το βιβλιδάριον και λέγει μοι λάβε και κατάφαγε αυτό και πικρανεί σου την κοιλίαν αλλ΄ εν τω στόματί σου έσται γλυκύ ως μέλι
Revelation 10:10
- KJV: And I took the little book out of the angel’s hand and ate it up and it was in my mouth sweet as honey and as soon as I had eaten it my belly was bitter
- GK: και έλαβον το βιβλιδάριον εκ της χειρός του αγγέλου και κατέφαγον αυτό και ην εν τω στόματί μου ως μέλι γλυκύ και ότε έφαγον αυτό επικράνθη η κοιλία μου
πικρία (bitterness)
[edit]Acts 8:23
- KJV: For I perceive that thou art in the gall of bitterness and the bond of iniquity
- GK: εις γαρ χολήν πικρίας και σύνδεσμον αδικίας ορώ σε όντα
Romans 3:14
- KJV: Whose mouth full of cursing and bitterness
- GK: ων το στόμα αράς και πικρίας γέμει
Ephesians 4:31
- KJV: Let all bitterness and wrath and anger and clamour and evil speaking be put away from you with all malice
- GK: πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία αρθήτω αφ΄ υμών συν πάση κακία
Hebrews 12:15
- KJV: Looking diligently lest any man fail of the grace of God lest any root of bitterness springing up trouble and there by many be defiled
- GK: επισκοπούντες μη τις υστερών από της χάριτος του θεού μη τις ρίζα πικρίας άνω φύουσα ενοχλή και διά ταύτης μιανθώσι πολλοί
πικρός (bitter)
[edit]James 3:11
- KJV: Doth a fountain send forth at the same place sweet and bitter
- GK: μήτι η πηγή εκ της αυτής οπής βρύει το γλυκύ και το πικρόν
James 3:14
- KJV: But if ye have bitter envying and strife in your hearts glory not and lie not against the truth
- GK: ει δε ζήλον πικρόν έχετε και ερίθειαν εν τη καρδία μη κατακαυχάσθε και ψεύδεσθε κατά της αληθείας
πικρῶσ (bitterly)
[edit]Matthew 26:75
- KJV: And Peter remembered the word of Jesus which said unto him Before the cock crow thou shalt deny me thrice And he went out and wept bitterly
- GK: και εμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος Ιησού ειρηκότος αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς
Luke 22:62
- KJV: And Peter went out and wept bitterly
- GK: και εξελθών έξω ο Πέτρος έκλαυσε πικρώς
Πιλᾶτος (Pilate)
[edit]Matthew 27:2
- KJV: And when they had bound him they led away and delivered him to Pontius Pilate the governor
- GK: και δήσαντες αυτόν απήγαγον και παρέδωκαν αυτόν Ποντίω Πιλάτω τω ηγεμόνι
Matthew 27:13
- KJV: Then said Pilate unto him Hearest thou not how many things they witness against thee
- GK: τότε λέγει αυτώ ο Πιλάτος ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσιν
Matthew 27:17
- KJV: Therefore when they were gathered together Pilate said unto them Whom will ye that I release unto you Barabbas or Jesus which is called Christ
- GK: συνηγμένων ουν αυτών είπεν αυτοίς ο Πιλάτος τίνα θέλετε απολύσω υμίν Βαραββάν η Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν
Matthew 27:22
- KJV: Pilate saith unto them What shall I do then with Jesus which is called Christ all say unto him Let him be crucified
- GK: λέγει αυτοίς ο Πιλάτος τι ουν ποιήσω Ιησούν τον λεγόμενον Χριστόν λέγουσιν αυτώ πάντες σταυρωθήτω
Matthew 27:24
- KJV: When Pilate saw that he could prevail nothing but rather a tumult was made he took water and washed hands before the multitude saying I am innocent of the blood of this just person see ye
- GK: ιδών δε ο Πιλάτος ότι ουδέν ωφελεί αλλά μάλλον θόρυβος γίνεται λαβών ύδωρ απενίψατο τας χείρας απέναντι του όχλου λέγων αθώός ειμι από του αίματος του δικαίου τούτου υμείς όψεσθε
Matthew 27:58
- KJV: He went to Pilate and begged the body of Jesus Then Pilate commanded the body to be delivered
- GK: ούτος προσελθών τω Πιλάτω ητήσατο το σώμα του Ιησού τότε ο Πιλάτος εκέλευσεν αποδοθήναι το σώμα
Matthew 27:62
- KJV: Now the next day that followed the day of the preparation the chief priests and Pharisees came together unto Pilate
- GK: τη δε επαύριον ήτις εστί μετά την παρασκευήν συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι Φαρισαίοι προς Πιλάτον
Matthew 27:65
- KJV: Pilate said unto them Ye have a watch go your way make as sure as ye can
- GK: έφη δε αυτοίς ο Πιλάτος έχετε κουστωδίαν υπάγετε ασφαλίσασθε ως οίδατε
Mark 15:1
- KJV: And straightway in the morning the chief priests held a consultation with the elders and scribes and the whole council and bound Jesus and carried away and delivered to Pilate
- GK: και ευθέως επί το πρωϊι συμβούλιον ποιήσαντες οι αρχιερείς μετά των πρεσβυτέρων και γραμματέων και όλον το συνέδριον δήσαντες τον Ιησούν απήνεγκαν και παρέδωκαν τω Πιλάτω
πίμπρημι (be (X should have) swollen)
[edit]Acts 28:6
- KJV: Howbeit they looked when he should have swollen or fallen down dead suddenly but after they had looked a great while and saw no harm come to him they changed their minds and said that he was a god
- GK: οι δε προσεδόκων αυτόν μέλλειν πίμπρασθαι η καταπίπτειν άφνω νεκρόν επί πολύ δε αυτών προσδοκώντων και θεωρούντων μηδέν άτοπον εις αυτόν γινόμενον μεταβαλλόμενοι έλεγον θεόν αυτόν είναι
πινακίδιον (writing table)
[edit]Luke 1:63
- KJV: And he asked a writing table and wrote saying His name is John And they marvelled all
- GK: και αιτήσας πινακίδιον έγραψε λέγων Ιωάννης εστί το όνομα αυτού και εθαύμασαν πάντες
πίναξ (charger)
[edit]Matthew 14:8
- KJV: And she, being before instructed of her mother said Give me here John Baptist’s head in a charger
- GK: η δε προβιβασθείσα υπό της μητρός αυτής δος μοι φησίν ώδε επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού
Matthew 14:11
- KJV: And his head was brought in a charger and given to the damsel and she brought to her mother
- GK: και η κεφαλή ηνέχθη επί πίνακι και εδόθη τω κορασίω και ήνεγκε τη μητρί αυτής
Mark 6:25
- KJV: And she came in straightway with haste unto the king and asked saying I will that thou give me by and by in a charger the head of John the Baptist
- GK: και εισελθούσα ευθέως μετά σπουδής προς τον βασιλέα ητήσατο λέγουσα θέλω ίνα μοι δως εξαυτής επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού
Mark 6:28
- KJV: And brought his head in a charger and gave it to the damsel and the damsel gave it to her mother
- GK: και ήνεγκε την κεφαλήν αυτού επί πίνακι και έδωκεν αυτήν τω κορασίω και το κοράσιον έδωκεν αυτήν τη μητρί αυτής
Luke 11:39
- KJV: And the Lord said unto him Now do ye Pharisees make clean the outside of the cup and the platter but your inward part is full of ravening and wickedness
- GK: είπε δε ο κύριος προς αυτόν νυν υμείς οι Φαρισαίοι το έξωθεν του ποτηρίου και του πίνακος καθαρίζετε το δε έσωθεν υμών γέμει αρπαγής και πονηρίας
πίνω (drink)
[edit]Matthew 6:25
- KJV: Therefore I say unto you Take no thought for your life what ye shall eat or what ye shall drink nor yet for your body what ye shall put on Is not the life more than meat and the body than raiment
- GK: διά τούτο λέγω υμίν μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος
Matthew 6:31
- KJV: Therefore take no thought saying What shall we eat or What shall we drink or Wherewithal shall we be clothed
- GK: μη ουν μεριμνήσητε λέγοντες τι φάγωμεν η τι πίωμεν η τι περιβαλώμεθα
Matthew 11:18
- KJV: For John came neither eating nor drinking and they say He hath a devil
- GK: ήλθεν γαρ Ιωάννης μήτε εσθίων μήτε πίνων και λέγουσι δαιμόνιον έχει
Matthew 11:19
- KJV: The Son of man came eating and drinking and they say Behold a man gluttonous and a winebibber a friend of publicans and sinners But wisdom is justified of her children
- GK: ήλθεν ο υιός του ανθρώπου εσθίων και πίνων και λέγουσιν ιδού άνθρωπος φάγος και οινοπότης τελωνών φίλος και αμαρτωλών και εδικαιώθη η σοφία από των τέκνων αυτής
Matthew 20:22
- KJV: But Jesus answered and said Ye know not what ye ask Are ye able to drink of the cup that I shall drink of and to be baptized with the baptism that I am baptized with They say unto him We are able
- GK: αποκρίθεις δε ο Ιησούς είπεν ουκ οίδατε τι αιτείσθε δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ μέλλω πίνειν και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι λέγουσιν αυτώ δυνάμεθα
Matthew 20:23
- KJV: And he saith unto them Ye shall drink indeed of my cup and be baptized with the baptism that I am baptized with but to sit on my right hand and on my left is not mine to give but for whom it is prepared of my Father
- GK: και λέγει αυτοίς το μεν ποτήριόν μου πίεσθε και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται υπο του πατρός μου
Matthew 24:38
- KJV: For as in the days that were before the flood they were eating and drinking marrying and giving in marriage until the day that Noe entered into the ark
- GK: ώσπερ γαρ ήσαν εν ταις ημέραις ταις προ του κατακλυσμού τρώγοντες και πίνοντες γαμούντες και εκγαμίζοντες άχρι ης ημέρας εισήλθε Νώε εις την κιβωτόν
Matthew 24:49
- KJV: And shall begin to smite fellowservants and to eat and drink with the drunken
- GK: και άρξηται τύπτειν τους συνδούλους εσθίειν δε και πίνειν μετά των μεθυόντων
Matthew 26:27
- KJV: And he took the cup and gave thanks and gave to them saying Drink ye all of it
- GK: και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων πίετε εξ αυτού πάντες
πιότης (fatness)
[edit]Romans 11:17
- KJV: And if some of the branches be broken off and thou being a wild olive tree wert graffed in among them and with them partakest of the root and fatness of the olive tree
- GK: ει δε τινες των κλάδων εξεκλάσθησαν συ δε αγριέλαιος ων ενεκεντρίσθης εν αυτοίς και συγκοινωνός της ρίζης και της πιότητος της ελαίας εγένου
πιπράσκω (sell)
[edit]Matthew 13:46
- KJV: Who when he had found one pearl of great price went and sold all that he had and bought it
- GK: ος ευρών ένα πολύτιμον μαργαρίτην απελθών πέπρακε πάντα όσα είχε και ηγόρασεν αυτόν
Matthew 18:25
- KJV: But forasmuch as he had not to pay his lord commanded him to be sold and his wife and children and all that he had and payment to be made
- GK: μη έχοντος δε αυτού αποδούναι εκέλευσεν αυτόν ο κύριος αυτού πραθήναι και την γυναίκα αυτού και τα τέκνα και πάντα όσα είχε και αποδοθήναι
Matthew 26:9
- KJV: For this ointment might have been sold for much and given to the poor
- GK: ηδύνατο γαρ τούτο το μύρον πραθήναι πολλού και δοθήναι τοις πτωχοίς
Mark 14:5
- KJV: For it might have been sold for more than three hundred pence and have been given to the poor And they murmured against her
- GK: ηδύνατο γαρ τούτο πραθήναι επάνω τριακοσίων δηναρίων και δοθήναι τοις πτωχοίς και ενεβριμώντο αυτή
John 12:5
- KJV: Why was not this ointment sold for three hundred pence and given to the poor
- GK: διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς
Acts 2:45
- KJV: And sold their possessions and goods and parted them to all as every man had need
- GK: και τα κτήματα και τας υπάρξεις επίπρασκον και διεμέριζον αυτά πάσι καθότι αν τις χρείαν είχε
Acts 4:34
- KJV: Neither was there any among them that lacked for as many as were possessors of lands or houses sold them brought the prices of the things that were sold
- GK: ουδέ γαρ ενδεής τις υπήρχεν εν αυτοίς όσοι γαρ κτήτορες χωρίων η οικιών υπήρχον πωλούντες έφερον τας τιμάς των πιπρασκομένων
Acts 5:4
- KJV: Whiles it remained was it not thine own and after it was sold was it not in thine own power why hast thou conceived this thing in thine heart thou hast not lied unto men but unto God
- GK: ουχί μένον σοι έμενε και πραθέν εν τη ση εξουσία υπήρχε τι ότι έθου εν τη καρδία σου το πράγμα τούτο ουκ εψεύσω ανθρώποις αλλά τω θεώ
Romans 7:14
- KJV: For we know that the law is spiritual but I am carnal sold under sin
- GK: οίδαμεν γαρ ότι ο νόμος πνευματικός εστιν εγώ δε σαρκικός ειμι πεπραμένος υπό την αμαρτίαν
πίπτω (fail)
[edit]Matthew 2:11
- KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
- GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν
Matthew 4:9
- KJV: And saith unto him All these things will I give thee if thou wilt fall down and worship me
- GK: και λέγει αυτώ ταύτα πάντα σοι δώσω εάν πεσών προσκυνήσης μοι
Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Matthew 7:27
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη
Matthew 10:29
- KJV: Are not two sparrows sold for a farthing and one of them shall not fall on the ground without your Father
- GK: ουχί δύο στρουθία ασσαρίου πωλείται και εν εξ αυτών ου πεσείται επί την γην άνευ του πατρός υμών
Matthew 13:4
- KJV: And when he sowed some fell by the way side and the fowls came and devoured them up
- GK: και εν τω σπείρειν αυτόν α μεν έπεσε παρά την οδόν και ήλθε τα πετεινά και κατέφαγεν αυτά
Matthew 13:5
- KJV: Some fell upon stony places where they had not much earth and forthwith they sprung up because they had no deepness of earth
- GK: αλλά δε έπεσεν επί τα πετρώδη όπου ουκ είχε γην πολλήν και ευθέως εξανέτειλε διά το μη έχειν βάθος γης
Matthew 13:7
- KJV: And some fell among thorns and the thorns sprung up and choked them
- GK: άλλα δε έπεσεν επί τας ακάνθας και ανέβησαν αι άκανθαι και απέπνιξαν αυτά
Matthew 13:8
- KJV: But other fell into good ground and brought forth fruit some an hundredfold some sixtyfold some thirtyfold
- GK: αλλά δε έπεσεν επί την γην την καλήν και εδίδου καρπόν ο μεν εκατόν ο δε εξήκοντα ο δε τριάκοντα
Πισιδία (Pisidia)
[edit]Acts 13:14
- KJV: But when they departed from Perga they came to Antioch in Pisidia and went into the synagogue on the sabbath day and sat down
- GK: αυτοί δε διελθόντες από της Πέργης παρεγένοντο εις Αντιόχειαν της Πισιδίας και εισελθόντες εις την συναγωγήν τη ημέρα των σαββάτων εκάθισαν
Acts 14:24
- KJV: And after they had passed throughout Pisidia they came to Pamphylia
- GK: και διελθόντες την Πισιδίαν ήλθον εις Παμφυλίαν
πιστεύω (believe(-r))
[edit]Matthew 8:13
- KJV: And Jesus said unto the centurion Go thy way and as thou hast believed be it done unto thee And his servant was healed in the selfsame hour
- GK: και είπεν ο Ιησούς τω εκατοντάρχη ύπαγε και ως επίστευσας γενηθήτω σοι και ιάθη ο παις αυτού εν τη ώρα εκείνη
Matthew 9:28
- KJV: And when he was come into the house the blind men came to him and Jesus saith unto them Believe ye that I am able to do this They said unto him Yea Lord
- GK: ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί και λέγει αυτοίς ο Ιησούς πιστέυετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι λέγουσιν αυτώ ναι κύριε
Matthew 18:6
- KJV: But whoso shall offend one of these little ones which believe in me it were better for him that a millstone were hanged about his neck and he were drowned in the depth of the sea
- GK: ος δ΄ αν σκανδαλίση ένα των μικρών τούτων των πιστευόντων εις εμέ συμφέρει αυτώ ίνα κρεμασθή μύλος ονικός επί τον τράχηλον αυτού και καταποντισθή εν τω πελάγει της θαλάσσης
Matthew 21:22
- KJV: And all things whatsoever ye shall ask in prayer believing ye shall receive
- GK: και πάντα όσα αν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε
Matthew 21:25
- KJV: The baptism of John whence was it from heaven or of men And they reasoned with themselves saying If we shall say From heaven he will say unto us Why did ye not then believe him
- GK: το βάπτισμα Ιωάννου πόθεν ην εξ ουρανού η εξ ανθρώπων οι δε διελογίζοντο παρ΄ εαυτοίς λέγοντες εάν είπωμεν εξ ουρανού ερεί ημίν διάτι ουν ουκ επιστεύσατε αυτώ
Matthew 21:32
- KJV: For John came unto you in the way of righteousness and ye believed him not but the publicans and the harlots believed him and ye when ye had seen repented not afterward that ye might believe him
- GK: ηλθέ γαρ προς υμάς Ιωάννης εν οδώ δικαιοσύνης και ουκ επιστεύσατε αυτώ οι δε τελώναι και αι πόρναι επίστευσαν αυτώ υμείς δε ιδόντες ου μετεμελήθητε ύστερον του πιστεύσαι αυτώ
Matthew 24:23
- KJV: Then if any man shall say unto you Lo here Christ or there believe not
- GK: τότε εάν τις υμίν είπη ιδού ώδε ο Χριστός η ώδε μη πιστεύσητε
Matthew 24:26
- KJV: Wherefore if they shall say unto you Behold he is in the desert go not forth behold in the secret chambers believe not
- GK: εάν ουν είπωσιν υμίν ιδού εν τη ερήμω εστί μη εξέλθητε ιδού εν τοις ταμείοις μη πιστεύσητε
Matthew 27:42
- KJV: He saved others himself he cannot save If he be the King of Israel let him now come down from the cross and we will believe him
- GK: άλλους έσωσεν εαυτόν ου δύναται σώσαι ει βασιλεύς Ισραήλ εστι καταβάτω νυν από του σταυρού και πιστεύσομεν επ΄ αυτώ
πιστικός (spike-(nard))
[edit]Mark 14:3
- KJV: And being in Bethany in the house of Simon the leper as he sat at meat there came a woman having an alabaster box of ointment of spikenard very precious and she brake the box and poured on his head
- GK: και όντος αυτού εν Βηθανία εν τη οικία Σίμωνος του λεπρού κατακειμένου αυτού ήλθε γυνή έχουσα αλάβαστρον μύρου νάρδου πιστικής πολυτελούς και συντρίψασα το αλάβαστρον κατέχεεν αυτού κατά της κεφαλής
John 12:3
- KJV: Then took Mary a pound of ointment of spikenard very costly and anointed the feet of Jesus and wiped his feet with her hair and the house was filled with the odour of the ointment
- GK: η ούν Μαρία λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου
πίστις (assurance)
[edit]Matthew 8:10
- KJV: When Jesus heard he marvelled and said to them that followed Verily I say unto you I have not found so great faith no, not in Israel
- GK: ακούσας δε ο Ιησούς εθαύμασε και είπε τοις ακολουθούσιν αμήν λέγω υμίν ουδέ εν τω Ισραήλ τοσαύτην πίστιν εύρον
Matthew 9:2
- KJV: And behold they brought to him a man sick of the palsy lying on a bed and Jesus seeing their faith said unto the sick of the palsy Son be of good cheer thy sins be forgiven thee
- GK: και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
Matthew 9:22
- KJV: But Jesus turned him about and when he saw her he said Daughter be of good comfort thy faith hath made thee whole And the woman was made whole from that hour
- GK: ο δε Ιησούς επιστραφείς και ιδών αυτήν είπε θάρσει θύγατερ η πίστις σου σέσωκέ σε και εσώθη η γυνή από της ώρας εκείνης
Matthew 9:29
- KJV: Then touched he their eyes saying According to your faith be it unto you
- GK: τότε ήψατο των οφθαλμών αυτών λέγων κατά την πίστιν υμών γενηθήτω υμίν
Matthew 15:28
- KJV: Then Jesus answered and said unto her O woman great thy faith be it unto thee even as thou wilt And her daughter was made whole from that very hour
- GK: τότε αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτή ω γύναι μεγάλη σου η πίστις γενηθήτω σοι ως θέλεις και ιάθη η θυγάτηρ αυτής από της ώρας εκείνης
Matthew 17:20
- KJV: And Jesus said unto them Because of your unbelief for verily I say unto you If ye have faith as a grain of mustard seed ye shall say unto this mountain Remove hence to yonder place and it shall remove and nothing shall be impossible unto you
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς διά την απιστίαν υμών αμήν γαρ λέγω υμίν εάν έχητε πίστιν ως κόκκον σινάπεως ερείτε τω όρει τούτω μετάβηθι εντεύθεν εκεί και μεταβήσεται και ουδέν αδυνατήσει υμίν
Matthew 21:21
- KJV: Jesus answered and said unto them Verily I say unto you If ye have faith and doubt not ye shall not only do this to the fig tree but also if ye shall say unto this mountain Be thou removed and be thou cast into the sea it shall be done
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς αμήν λέγω υμίν εάν έχητε πίστιν και μη διακριθήτε ου μόνον το της συκής ποιήσετε αλλά καν τω όρει τούτω είπητε άρθητι και βλήθητι εις την θάλασσαν γενήσεται
Matthew 23:23
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye pay tithe of mint and anise and cummin and have omitted the weightier of the law judgment mercy and faith these ought ye to have done and not to leave the other undone
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι αποδεκατούτε το ηδύοσμον και το άνηθον και το κύμινον και αφήκατε τα βαρύτερα του νόμου την κρίσιν και τον έλεον και την πίστιν ταύτα έδει ποιήσαι κακείνα μη αφίεναι
Mark 2:5
- KJV: When Jesus saw their faith he said unto the sick of the palsy Son thy sins be forgiven thee
- GK: ιδών δε ο Ιησούς την πίστιν αυτών λέγει τω παραλυτικώ τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
πιστός (believe(-ing)
[edit]Matthew 24:45
- KJV: Who then is a faithful and wise servant whom his lord hath made ruler over his household to give them meat in due season
- GK: τις άρα εστίν ο πιστός δούλος και φρόνιμος ον κατέστησεν ο κύριος αυτού επί της θεραπείας αυτού του διδόναι αυτοίς την τροφήν εν καιρώ
Matthew 25:21
- KJV: His lord said unto him Well done good and faithful servant thou hast been faithful over a few things I will make thee ruler over many things enter thou into the joy of thy lord
- GK: έφη δε αυτώ ο κύριος αυτού ευ δούλε αγαθέ και πιστέ επί ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου
Matthew 25:23
- KJV: His lord said unto him Well done good and faithful servant thou hast been faithful over a few things I will make thee ruler over many things enter thou into the joy of thy lord
- GK: έφη αυτώ ο κύριος αυτού ευ δούλε αγαθέ και πιστέ επί ολίγα ης πιστός επί πολλών σε καταστήσω είσελθε εις την χαράν του κυρίου σου
Luke 12:42
- KJV: And the Lord said Who then is that faithful and wise steward whom lord shall make ruler over his household to give portion of meat in due season
- GK: είπε δε ο κύριος τις άρα εστίν ο πιστός οικονόμος και φρόνιμος ον καταστήσει ο κύριος επί της θεραπείας αυτού του διδόναι εν καιρώ το σιτομέτριον
Luke 16:10
- KJV: He that is faithful in that which is least is faithful also in much and he that is unjust in the least is unjust also in much
- GK: ο πιστός εν ελαχίστω και εν πολλώ πιστός εστι και ο εν ελαχίστω άδικος και εν πολλώ άδικός εστιν
Luke 16:11
- KJV: If therefore ye have not been faithful in the unrighteous mammon who will commit to your trust the true
- GK: ει ούν εν τω αδίκω μαμωνά πιστοί ουκ εγένεσθε το αληθινόν τις υμίν πιστεύσει
Luke 16:12
- KJV: And if ye have not been faithful in that which is another man’s who shall give you that which is your own
- GK: και ει εν τω αλλοτρίω πιστοί ουκ εγένεσθε το υμέτερον τις υμίν δώσει
Luke 19:17
- KJV: And he said unto him Well thou good servant because thou hast been faithful in a very little have thou authority over ten cities
- GK: και είπεν αυτώ ευ αγαθέ δούλε ότι εν ελαχίστω πιστός εγένου ίσθι εξουσίαν έχων επάνω δέκα πόλεων
John 20:27
- KJV: Then saith he to Thomas Reach hither thy finger and behold my hands and reach hither thy hand and thrust into my side and be not faithless but believing
- GK: είτα λέγει τω Θωμά φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείράς μου και φέρε την χείρά σου και βάλε εις την πλευράν μου και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός
πιστόω (assure of)
[edit]2 Timothy 3:14
- KJV: But continue thou in the things which thou hast learned and hast been assured of knowing of whom thou hast learned
- GK: συ δε μένε εν οις έμαθες και επιστώθης ειδώς παρά τίνος έμαθες
πλανάω (go astray)
[edit]Matthew 18:12
- KJV: How think ye if a man have an hundred sheep and one of them be gone astray doth he not leave the ninety and nine and goeth into the mountains and seeketh that which is gone astray
- GK: τι υμίν δοκεί εάν γένηταί τινι ανθρώπω εκατόν πρόβατα και πλανηθή εν εξ αυτών ουχί αφείς τα ενενήκοντα εννέα επί τα όρη πορευθείς ζητεί το πλανώμενον
Matthew 18:13
- KJV: And if so be that he find it verily I say unto you he rejoiceth more of that than of the ninety and nine which went not astray
- GK: και εάν γένηται ευρείν αυτό αμήν λέγω υμίν ότι χαίρει επ΄ αυτώ μάλλον η επί τοις ενενήκοντα εννέα τοις μη πεπλανημένοις
Matthew 22:29
- KJV: Jesus answered and said unto them Ye do err not knowing the scriptures nor the power of God
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς πλανάσθε μη ειδότες τας γραφάς μηδέ την δύναμιν του θεού
Matthew 24:4
- KJV: And Jesus answered and said unto them Take heed that no man deceive you
- GK: και αποκριθείς ο Ιησους είπεν αυτοίς βλέπετε μη τις υμάς πλανήση
Matthew 24:5
- KJV: For many shall come in my name saying I am Christ and shall deceive many
- GK: πολλοί γαρ ελεύσονται επί τω ονόματί μου λέγοντες εγώ ειμι ο Χριστός και πολλούς πλανήσουσιν
Matthew 24:11
- KJV: And many false prophets shall rise and shall deceive many
- GK: και πολλοί ψευδοπροφήται εγερθήσονται και πλανήσουσι πολλούς
Matthew 24:24
- KJV: For there shall arise false Christs and false prophets and shall shew great signs and wonders insomuch that if possible they shall deceive the very elect
- GK: εγερθήσονται γαρ ψευδόχριστοι και ψευδοπροφήται και δώσουσιν σημεία μεγάλα και τέρατα ώστε πλανήσαι ει δυνατόν και τους εκλεκτούς
Mark 12:24
- KJV: And Jesus answering said unto them Do ye not therefore err because ye know not the scriptures neither the power of God
- GK: και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς ου διά τούτο πλανάσθε μη ειδότες τας γραφάς μηδέ την δύναμιν του θεού
Mark 12:27
- KJV: He is not the God of the dead but the God of the living ye therefore do greatly err
- GK: ουκ έστιν ο θεός νεκρών αλλά θεός ζώντων υμείς ούν πολύ πλανάσθε
πλάνη (deceit)
[edit]Matthew 27:64
- KJV: Command therefore that the sepulchre be made sure until the third day lest his disciples come by night and steal him away and say unto the people He is risen from the dead so the last error shall be worse than the first
- GK: κέλευσον ουν ασφαλισθήναι τον τάφον έως της τρίτης ημέρας μήποτε ελθόντες οι μαθηταί αυτού νυκτός κλέψωσιν αυτόν και είπωσι τω λαώ ηγέρθη από των νεκρών και έσται η εσχάτη πλάνη χείρων της πρώτης
Romans 1:27
- KJV: And likewise also the men leaving the natural use of the woman burned in their lust one toward another men with men working that which is unseemly and receiving in themselves that recompence of their error which was meet
- GK: ομοίως τε και οι άρρενες αφέντες την φυσικήν χρήσιν της θηλείας εξεκαύθησαν εν τη ορέξει αυτών εις αλλήλους άρσενες εν άρσεσι την ασχημοσύνην κατεργαζόμενοι και την αντιμισθίαν ην έδει της πλάνης αυτών εν εαυτοίς απολαμβάνοντες
Ephesians 4:14
- KJV: That we be no more children tossed to and fro and carried about with every wind of doctrine by the sleight of men cunning craftiness whereby they lie in wait to deceive
- GK: ίνα μηκέτι ώμεν νήπιοι κλυδωνιζόμενοι και περιφερόμενοι παντί ανέμω της διδασκαλίας εν τη κυβεία των ανθρώπων εν πανουργία προς την μεθοδείαν της πλάνης
1 Thessalonians 2:3
- KJV: For our exhortation not of deceit nor of uncleanness nor in guile
- GK: η γαρ παράκλησις ημών ουκ εκ πλάνης ουδέ εξ ακαθαρσίας ούτε εν δόλω
2 Thessalonians 2:11
- KJV: And for this cause God shall send them strong delusion that they should believe a lie
- GK: και διά τούτο πέμψει αυτοίς ο θεός ενέργειαν πλάνης εις το πιστεύσαι αυτούς τω ψεύδει
James 5:20
- KJV: Let him know that he which converteth the sinner from the error of his way save a soul from death and shall hide a multitude of sins
- GK: γινωσκέτω ότι ο επιστρέψας αμαρτωλόν εκ πλάνης οδού αυτού σώσει ψυχήν εκ θανάτου και καλύψει πλήθος αμαρτιών
2 Peter 2:18
- KJV: For when they speak great swelling of vanity they allure through the lusts of the flesh wantonness those that were clean escaped from them who live in error
- GK: υπέρογκα γαρ ματαιότητος φθεγγόμενοι δελεάζουσιν εν επιθυμίαις σαρκός ασελγείαις τους όντως αποφυγόντας τους εν πλάνη αναστρεφομένους
2 Peter 3:17
- KJV: Ye therefore beloved seeing ye know before beware lest ye also being led away with the error of the wicked fall from your own stedfastness
- GK: υμείς ούν αγαπητοί προγινώσκοντες φυλάσσεσθε ίνα μη τη των αθέσμων πλάνη συναπαχθέντες εκπέσητε του ιδίου στηριγμού
1 John 4:6
- KJV: We are of God he that knoweth God heareth us he that is not of God heareth not us Hereby know we the spirit of truth and the spirit of error
- GK: ημείς εκ του θεού εσμέν ο γινώσκων τον θεόν ακούει ημών ος ουκ έστιν εκ του θεού ουκ ακούει ημών εκ τούτου γινώσκομεν το πνεύμα της αληθείας και το πνεύμα της πλάνης
πλανήτης (wandering)
[edit]Jude 1:13
- KJV: Raging waves of the sea foaming out their own shame wandering stars to whom is reserved blackness of darkness for ever
- GK: κύματα άγρια θαλάσσης επαφρίζοντα τας εαυτών αισχύνας αστέρες πλανήται οις ο ζόφος του σκότους εις τον αιώνα τετήρηται
πλάνος (deceiver)
[edit]Matthew 27:63
- KJV: Saying Sir we remember that that deceiver said while he was yet alive After three days I will rise again
- GK: λέγοντες κύριε εμνήσθημεν ότι εκείνος ο πλάνος είπεν έτι ζων μετά τρεις ημέρας εγείρομαι
2 Corinthians 6:8
- KJV: By honour and dishonour by evil report and good report as deceivers and true
- GK: διά δόξης και ατιμίας διά δυσφημίας και ευφημίας ως πλάνοι και αληθείς
1 Timothy 4:1
- KJV: Now the Spirit speaketh expressly that in the latter times some shall depart from the faith giving heed to seducing spirits and doctrines of devils
- GK: το δε πνεύμα ρητώς λέγει ότι εν υστέροις καιροίς αποστήσονταί τινες της πίστεως προσέχοντες πνεύμασι πλάνης και διδασκαλίαις δαιμονίων
2 John 1:7
- KJV: For many deceivers are entered into the world who confess not that Jesus Christ is come in the flesh This is a deceiver and an antichrist
- GK: ότι πολλοί πλάνοι εισήλθον εις τον κόσμον οι μη ομολογούντες Ιησούν χριστόν ερχόμενον εν σαρκί ούτός εστιν ο πλάνος και ο αντίχριστος
πλάξ (table)
[edit]2 Corinthians 3:3
- KJV: manifestly declared to be the epistle of Christ ministered by us written not with ink but with the Spirit of the living God not in tables of stone but in fleshy tables of the heart
- GK: φανερούμενοι ότι εστέ επιστολή χριστού διακονηθείσα υφ΄ ημών εγγεγραμμένη ου μέλανι αλλά πνεύματι θεού ζώντος ουκ εν πλαξί λιθίναις αλλ΄ εν πλαξί καρδίας σαρκιναίς
Hebrews 9:4
- KJV: Which had the golden censer and the ark of the covenant overlaid round about with gold where in the golden pot that had manna and Aaron’s rod that budded and the tables of the covenant
- GK: χρυσούν έχουσα θυμιατήριον και την κιβωτόν της διαθήκης περικεκαλυμμένην πάντοθεν χρυσίω εν η στάμνος χρυσή έχουσα το μάννα και η ράβδος Ααρών η βλαστήσασα και αι πλάκες της διαθήκης
πλάσμα (thing formed)
[edit]Romans 9:20
- KJV: Nay but O man who art thou that repliest against God Shall the thing formed say to him that formed Why hast thou made me thus
- GK: μενούνγε ω άνθρωπε συ τις ει ο ανταποκρινόμενος τω θεώ μη ερεί το πλάσμα τω πλάσαντι τι με εποίησας ούτως
πλάσσω (form)
[edit]Romans 9:20
- KJV: Nay but O man who art thou that repliest against God Shall the thing formed say to him that formed Why hast thou made me thus
- GK: μενούνγε ω άνθρωπε συ τις ει ο ανταποκρινόμενος τω θεώ μη ερεί το πλάσμα τω πλάσαντι τι με εποίησας ούτως
1 Timothy 2:13
- KJV: For Adam was first formed then Eve
- GK: Αδάμ γαρ πρώτος επλάσθη είτα Εύα
πλαστός (feigned)
[edit]2 Peter 2:3
- KJV: And through covetousness shall they with feigned words make merchandise of you whose judgment now of a long time lingereth not and their damnation slumbereth not
- GK: και εν πλεονεξία πλαστοίς λόγοις υμάς εμπορεύσονται οις το κρίμα έκπαλαι ουκ αργεί και η απώλεια αυτών ου νυστάζει
πλατεῖα (street)
[edit]Matthew 6:5
- KJV: And when thou prayest thou shalt not be as the hypocrites for they love to pray standing in the synagogues and in the corners of the streets that they may be seen of men Verily I say unto you They have their reward
- GK: και όταν προσεύχη ουκ έση ώσπερ οι υποκριταί ότι φιλούσιν εν ταις συναγωγαίς και εν ταις γωνίαις των πλατειών εστώτες προσεύχεσθαι όπως αν φανώσι τοις ανθρώποις αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών
Matthew 12:19
- KJV: He shall not strive nor cry neither shall any man hear his voice in the streets
- GK: ουκ ερίσει ουδέ κραυγάσει ουδέ ακούσει τις εν ταις πλατείαις την φωνήν αυτού
Luke 10:10
- KJV: But into whatsoever city ye enter and they receive you not go your ways out into the streets of the same and say
- GK: εις ην δ΄ αν πόλιν εισέρχησθε και μη δέχωνται υμάς εξελθόντες εις τας πλατείας αυτής είπατε
Luke 13:26
- KJV: Then shall ye begin to say We have eaten and drunk in thy presence and thou hast taught in our streets
- GK: τότε άρξεσθε λέγειν εφάγομεν ενώπιόν σου και επίομεν και εν ταις πλατείαις ημών εδίδαξας
Luke 14:21
- KJV: So that servant came and shewed his lord these things Then the master of the house being angry said to his servant Go out quickly into the streets and lanes of the city and bring in hither the poor and the maimed and the halt and the blind
- GK: και παραγενόμενος ο δούλος εκείνος απήγγειλε τω κυρίω αυτού ταύτα τότε οργισθείς ο οικοδεσπότης είπε τω δούλω αυτού έξελθε ταχέως εις τας πλατείας και ρύμας της πόλεως και τους πτωχούς και αναπήρους και χωλούς και τυφλούς εισάγαγε ώδε
Acts 5:15
- KJV: Insomuch that they brought forth the sick into the streets and laid on beds and couches that at the least the shadow of Peter passing by might overshadow some of them
- GK: ώστε κατά τας πλατείας εκφέρειν τους ασθενείς και τιθέναι επί κλινών και κραββάτων ίνα ερχομένου Πέτρου καν η σκιά επισκιάση τινί αυτών
Revelation 11:8
- KJV: And their dead bodies in the street of the great city which spiritually is called Sodom and Egypt where also our Lord was crucified
- GK: και τα πτώματα αυτών επί της πλατείας της πόλεως της μεγάλης ήτις καλείται πνευματικώς Σόδομα και Αίγυπτος όπου και ο κύριος αυτών εσταυρώθη
Revelation 21:21
- KJV: And the twelve gates twelve pearls every several gate was of one pearl and the street of the city pure gold as it were transparent glass
- GK: και οι δώδεκα πυλώνες δώδεκα μαργαρίται ανά εις έκαστος των πυλώνων ην εξ ενός μαργαρίτου και η πλατεία της πόλεως χρυσίον καθαρόν ως ύελος διαυγης
Revelation 22:2
- KJV: In the midst of the street of it and on either side of the river the tree of life which bare twelve fruits yielded her fruit every month and the leaves of the tree for the healing of the nations
- GK: εν μέσω της πλατείας αυτής και του ποταμού εντεύθεν και εντεύθεν ξύλον ζωής ποιούν καρπούς δώδεκα κατά μήνα έκαστον αποδιδούς τον καρπόν αυτού και τα φύλλα του ξύλου εις θεραπείαν των εθνών
πλάτος (breadth)
[edit]Ephesians 3:18
- KJV: May be able to comprehend with all saints what the breadth and length and depth and height
- GK: ίνα εξισχύσητε καταλαβέσθαι συν πάσι τοις αγίοις τι το πλάτος και μήκος και βάθος και ύψος
Revelation 20:9
- KJV: And they went up on the breadth of the earth and compassed the camp of the saints about and the beloved city and fire came down from God out of heaven and devoured them
- GK: και ανέβησαν επί το πλάτος της γης και εκύκλευσαν την παρεμβολήν των αγίων και την πόλιν την ηγαπημένην και κατέβη πυρ εκ του ουρανού από του θεού και κατέφαγεν αυτούς
Revelation 21:16
- KJV: And the city lieth foursquare and the length is as large as the breadth and he measured the city with the reed twelve thousand furlongs The length and the breadth and the height of it are equal
- GK: και η πόλις τετράγωνος κείται και το μήκος αυτής όσον το πλάτος και εμέτρησε την πόλιν τω καλάμω επί σταδίους δώδεκα χιλίαδων το μήκος και το πλάτος και το ύψος αυτής ίσα εστί
πλατύνω (make broad)
[edit]Matthew 23:5
- KJV: But all their works they do for to be seen of men they make broad their phylacteries and enlarge the borders of their garments
- GK: πάντα δε τα έργα αυτών ποιούσι προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις πλατύνουσι δε τα φυλακτήρια αυτών και μεγαλύνουσιν τα κράσπεδα των ιματίων αυτών
2 Corinthians 6:11
- KJV: Corinthians our mouth is open unto you our heart is enlarged
- GK: το στόμα ημών ανέωγε προς υμάς Κορίνθιοι η καρδία ημών πεπλάτυνται
2 Corinthians 6:13
- KJV: Now for a recompence in the same I speak as unto children be ye also enlarged
- GK: την δε αυτήν αντιμισθίαν ως τέκνοις λέγω πλατύνθητε και υμείς
πλατύς (wide)
[edit]Matthew 7:13
- KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
- GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής
πλέγμα (broidered hair)
[edit]1 Timothy 2:9
- KJV: In like manner also that women adorn themselves in modest apparel with shamefacedness and sobriety not with broided hair or gold or pearls or costly array
- GK: ωσαύτως και τας γυναίκας εν καταστολή κοσμίω μετά αιδούς και σωφροσύνης κοσμείν εαυτάς μη εν πλέγμασιν η χρυσώ η μαργαρίταις η ιματισμώ πολυτελεί
πλεῖστος (very great)
[edit]Matthew 11:20
- KJV: Then began he to upbraid the cities where in most of his mighty works were done because they repented not
- GK: τότε ήρξατο ονειδίζειν τας πόλεις εν αις εγένοντο αι πλείσται δυνάμεις αυτού ότι ου μετενόησαν
Matthew 21:8
- KJV: And a very great multitude spread their garments in the way others cut down branches from the trees and strawed in the way
- GK: ο δε πλείστος όχλος έστρωσαν εαυτών τα ιμάτια εν τη οδώ άλλοι δε έκοπτον κλάδους από των δένδρων και εστρώννυον εν τη οδώ
1 Corinthians 14:27
- KJV: If any man speak in an tongue by two or at the most three and by course and let one interpret
- GK: είτε γλώσση τις λαλεί κατά δύο η το πλείστον τρεις και ανά μέρος και εις διερμηνευέτω
πλείων (X above)
[edit]Matthew 5:20
- KJV: For I say unto you That except your righteousness shall exceed of the scribes and Pharisees ye shall in no case enter into the kingdom of heaven
- GK: λέγω γαρ υμίν ότι εάν μη περιοσσεύση η δικαιοσύνη υμών πλείον των γραμματέων και Φαρισαίων ου εισέλθητε εις την βασιλείαν των ουρανών
Matthew 6:25
- KJV: Therefore I say unto you Take no thought for your life what ye shall eat or what ye shall drink nor yet for your body what ye shall put on Is not the life more than meat and the body than raiment
- GK: διά τούτο λέγω υμίν μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε ουχί η ψυχή πλείόν εστι της τροφής και το σώμα του ενδύματος
Matthew 12:41
- KJV: The men of Nineveh shall rise in judgment with this generation and shall condemn it because they repented at the preaching of Jonas and behold a greater than Jonas here
- GK: άνδρες Νινευϊται αναστήσονται εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης και κατακρινούσιν αυτήν ότι μετενόησαν εις το κήρυγμα Ιωνά και ιδού πλείον Ιωνά ώδε
Matthew 12:42
- KJV: The queen of the south shall rise up in the judgment with this generation and shall condemn it for she came from the uttermost parts of the earth to hear the wisdom of Solomon and behold a greater than Solomon here
- GK: βασίλισσα νότου εγερθήσεται εν τη κρίσει μετά της γενεάς ταύτης και κατακρινεί αυτήν ότι ήλθεν εκ των περάτων της γης ακούσαι την σοφίαν Σολομώντος και ιδού πλείον Σολομώντος ώδε
Matthew 20:10
- KJV: But when the first came they supposed that they should have received more and they likewise received every man a penny
- GK: ελθόντες δε οι πρώτοι ενόμισαν ότι πλείονα λήψονται και έλαβον και αυτοί ανά δηνάριον
Matthew 21:36
- KJV: Again he sent other servants more than the first and they did unto them likewise
- GK: πάλιν απέστειλεν άλλους δούλους πλείονας των πρώτων και εποίησαν αυτοίς ωσαύτως
Matthew 26:53
- KJV: Thinkest thou that I can not now pray to my Father and he shall presently give me more than twelve legions of angels
- GK: η δοκείς ότι ου δύναμαι άρτι παρακαλέσαι τον πατέρα μου και παραστήσει μοι πλείους η δώδεκα λεγεώνας αγγέλων
Mark 12:33
- KJV: And to love him with all the heart and with all the understanding and with all the soul and with all the strength and to love neighbour as himself is more than all whole burnt offerings and sacrifices
- GK: και το αγαπάν αυτόν εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της συνέσεως και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της ισχύος και το αγαπάν τον πλησίον ως εαυτόν πλείόν εστι πάντων των ολοκαυτωμάτων και των θυσίων
Mark 12:43
- KJV: And he called his disciples and saith unto them Verily I say unto you That this poor widow hath cast more in than all they which have cast into the treasury
- GK: και προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού λέγει αυτοίς αμήν λέγω υμίν ότι η χήρα αύτη η πτωχή πλείον πάντων βέβληκε των βαλόντων εις το γαζοφυλάκιον
πλέκω (plait)
[edit]Matthew 27:29
- KJV: And when they had platted a crown of thorns they put upon his head and a reed in his right hand and they bowed the knee before him and mocked him saying Hail King of the Jews
- GK: και πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν επί την κεφαλήν αυτού και κάλαμον επί την δεξιάν αυτού και γονυπετήσαντες έμπροσθεν αυτού ενέπαιζον αυτώ λέγοντες χαίρε ο βασιλεύς των Ιουδαίων
Mark 15:17
- KJV: And they clothed him with purple and platted a crown of thorns and put it about his
- GK: και ενδύουσιν αυτόν πορφύραν και περιτιθέασιν αυτώ πλέξαντες ακάνθινον στέφανον
John 19:2
- KJV: And the soldiers platted a crown of thorns and put on his head and they put on him a purple robe
- GK: και οι στρατιώται πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν αυτού τη κεφαλή και ιμάτιον πορφυρούν περιέβαλον αυτόν
πλεονάζω (abound)
[edit]Romans 5:20
- KJV: Moreover the law entered that the offence might abound But where sin abounded grace did much more abound
- GK: νόμος δε παρεισήλθεν ίνα πλεονάση το παράπτωμα ου δε επλεόνασεν η αμαρτία υπερεπερίσσευσεν η χάρις
Romans 6:1
- KJV: What shall we say then Shall we continue in sin that grace may abound
- GK: τι ούν ερούμεν επιμενούμεν τη αμαρτία ίνα η χάρις πλεονάση
2 Corinthians 4:15
- KJV: For all things for your sakes that the abundant grace might through the thanksgiving of many redound to the glory of God
- GK: τα γαρ πάντα δι΄ υμάς ίνα η χάρις πλεονάσασα διά των πλειόνων την ευχαριστίαν περισσεύση εις την δόξαν του θεού
2 Corinthians 8:15
- KJV: As it is written He that much had nothing over and he that little had no lack
- GK: καθώς γέγραπται ο το πολύ ουκ επλεόνασε και ο το ολίγον ουκ ηλαττόνησε
Philippians 4:17
- KJV: Not because I desire a gift but I desire fruit that may abound to your account
- GK: ουχ ότι επιζητώ το δόμα αλλ΄ επιζητώ τον καρπόν τον πλεονάζοντα εις λόγον υμών
1 Thessalonians 3:12
- KJV: And the Lord make you to increase and abound in love one toward another and toward all even as we toward you
- GK: υμάς δε ο κύριος πλεονάσαι και περισσεύσαι τη αγάπη εις αλλήλους και εις πάντας καθάπερ και ημείς εις υμάς
2 Thessalonians 1:3
- KJV: We are bound to thank God always for you brethren as it is meet because that your faith groweth exceedingly and the charity of every one of you all toward each other aboundeth
- GK: ευχαριστείν οφείλομεν τω θεώ πάντοτε περί υμών αδελφοί καθώς άξιόν εστιν ότι υπεραυξάνει η πίστις υμών και πλεονάζει η αγάπη ενός εκάστου πάντων υμών εις αλλήλους
2 Peter 1:8
- KJV: For if these things be in you and abound they make neither barren nor unfruitful in the knowledge of our Lord Jesus Christ
- GK: ταύτα γαρ υμίν υπάρχοντα και πλεονάζοντα ουκ αργούς ουδέ ακάρπους καθίστησιν εις την του κυρίου ημών Ιησού χριστού επίγνωσιν
πλεονεκτέω (get an advantage)
[edit]2 Corinthians 2:11
- KJV: Lest Satan should get an advantage of for we are not ignorant of his devices
- GK: ίνα μη πλεονεκτηθώμεν υπό του σατανά ου γαρ αυτού τα νοήματα αγνοούμεν
2 Corinthians 7:2
- KJV: Receive us we have wronged no man we have corrupted no man we have defrauded no man
- GK: χωρήσατε ημάς ουδένα ηδικήσαμεν ουδένα εφθείραμεν ουδένα επλεονεκτήσαμεν
2 Corinthians 12:17
- KJV: Did I make a gain of you by any of them whom I sent unto you
- GK: μη τινα ων απέσταλκα προς υμάς δι΄ αυτού επλεονέκτησα υμάς
2 Corinthians 12:18
- KJV: I desired Titus and with I sent a brother Did Titus make a gain of you walked we not in the same spirit not in the same steps
- GK: παρεκάλεσα Τίτον και συναπέστειλα τον αδελφόν μη επλεονέκτησεν υμάς Τίτος ου τω αυτώ πνεύματι περιεπατήσαμεν ου τοις αυτοίς ίχνεσι
1 Thessalonians 4:6
- KJV: That no go beyond and defraud his brother in matter because that the Lord the avenger of all such as we also have forewarned you and testified
- GK: το μη υπερβαίνειν και πλεονεκτείν εν τω πράγματι τον αδελφόν αυτού διότι έκδικος ο κύριος περί πάντων τούτων καθώς και προείπαμεν υμίν και διεμαρτυράμεθα
πλεονέκτης (covetous)
[edit]1 Corinthians 5:10
- KJV: Yet not altogether with the fornicators of this world or with the covetous or extortioners or with idolaters for then must ye needs go out of the world
- GK: και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου η τοις πλεονέκταις η άρπαξιν η ειδωλολάτραις επεί οφείλετε άρα εκ του κόσμου εξελθείν
1 Corinthians 5:11
- KJV: But now I have written unto you not to keep company if any man that is called a brother be a fornicator or covetous or an idolater or a railer or a drunkard or an extortioner with such an one no not to eat
- GK: νυνί δε έγραψα υμίν μη συναναμίγνυσθαι εάν τις αδελφός ονομαζόμενος η πόρνος η πλεονέκτης η ειδωλολάτρης η λοίδορος η μέθυσος η άρπαξ τω τοιούτω μηδέ συνεσθίειν
1 Corinthians 6:10
- KJV: Nor thieves nor covetous nor drunkards nor revilers nor extortioners shall inherit the kingdom of God
- GK: ούτε κλέπται ούτε πλεονέκται ούτε μέθυσοι ου λοίδοροι ουχ άρπαγες βασιλείαν θεού κληρονομήσουσιν
Ephesians 5:5
- KJV: For this ye know that no whoremonger nor unclean person nor covetous man who is an idolater hath any inheritance in the kingdom of Christ and of God
- GK: τούτο γαρ εστε γινώσκοντες ότι πας πόρνος η ακάθαρτος η πλεονέκτης ος εστιν ειδωλολάτρης ουκ έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του χριστού και θεού
πλεονεξία (covetous(-ness) practices)
[edit]Mark 7:22
- KJV: Thefts covetousness wickedness deceit lasciviousness an evil eye blasphemy pride foolishness
- GK: κλοπαί πλεονεξίαι πονηρίαι δόλος ασέλγεια οφθαλμός πονηρός βλασφημία υπερηφανία αφροσύνη
Luke 12:15
- KJV: And he said unto them Take heed and beware of covetousness for a man’s life consisteth not in the abundance of the things which he possesseth
- GK: είπε δε προς αυτούς οράτε και φυλάσσεσθε από της πλεονεξίας ότι ουκ εν τω περισσεύειν τινί η ζωή αυτού εστιν εκ των υπαρχόντων αυτού
Romans 1:29
- KJV: Being filled with all unrighteousness fornication wickedness covetousness maliciousness full of envy murder debate deceit malignity whisperers
- GK: πεπληρωμένους πάση αδικία πορνεία πονηρία πλεονεξία κακία μεστούς φθόνου φόνου έριδος δόλου κακοηθείας ψιθυριστάς
2 Corinthians 9:5
- KJV: Therefore I thought it necessary to exhort the brethren that they would go before unto you and make up beforehand your bounty whereof ye had notice before that the same might be ready as bounty and not as covetousness
- GK: αναγκαίον ούν ηγησάμην παρακαλέσαι τους αδελφούς ίνα προέλθωσιν εις υμάς και προκαταρτίσωσι την προκατηγγελμένην ευλογίαν υμών ταύτην ετοίμην είναι ούτως ως ευλογίαν και μη ώσπερ πλεονεξίαν
Ephesians 4:19
- KJV: Who being past feeling have given themselves over unto lasciviousness to work all uncleanness with greediness
- GK: οίτινες απηλγηκότες εαυτούς παρέδωκαν τη ασελγεία εις εργασίαν ακαθαρσίας πάσης εν πλεονεξία
Ephesians 5:3
- KJV: But fornication and all uncleanness or covetousness let it not be once named among you as becometh saints
- GK: πορνεία δε και πάσα ακαθαρσία η πλεονεξία μηδέ ονομαζέσθω εν υμίν καθώς πρέπει αγίοις
Colossians 3:5
- KJV: Mortify therefore your members which upon the earth fornication uncleanness inordinate affection evil concupiscence and covetousness which is idolatry
- GK: νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης πορνείαν ακαθαρσίαν πάθος επιθυμίαν κακήν και την πλεονεξίαν ήτις εστίν ειδωλολατρεία
1 Thessalonians 2:5
- KJV: For neither at any time used we flattering words as ye know nor a cloke of covetousness God witness
- GK: ούτε γαρ ποτε εν λόγω κολακείας εγενήθημεν καθώς οίδατε ούτε εν προφάσει πλεονεξίας θεός μάρτυς
2 Peter 2:3
- KJV: And through covetousness shall they with feigned words make merchandise of you whose judgment now of a long time lingereth not and their damnation slumbereth not
- GK: και εν πλεονεξία πλαστοίς λόγοις υμάς εμπορεύσονται οις το κρίμα έκπαλαι ουκ αργεί και η απώλεια αυτών ου νυστάζει
πλευρά (side)
[edit]John 19:34
- KJV: But one of the soldiers with a spear pierced his side and forthwith came there out blood and water
- GK: αλλ΄ εις των στρατιωτών λόγχη αυτού την πλευράν ένυξε και ευθέως εξήλθεν αίμα και ύδωρ
John 20:20
- KJV: And when he had so said he shewed unto them hands and his side Then were the disciples glad when they saw the Lord
- GK: και τούτο ειπών έδειξεν αυτοίς τας χείρας και την πλευράν αυτού εχάρησαν ούν οι μαθηταί ιδόντες τον κύριον
John 20:25
- KJV: The other disciples therefore said unto him We have seen the Lord But he said unto them Except I shall see in his hands the print of the nails and put my finger into the print of the nails and thrust my hand into his side I will not believe
- GK: έλεγον ούν αυτώ οι άλλοι μαθηταί εωράκαμεν τον κύριον ο δε είπεν αυτοίς εάν μη ίδω εν ταις χερσίν αυτού τον τύπον των ήλων και βάλω τον δάκτυλόν μου εις τον τύπον των ήλων και βάλω την χείρά μου εις την πλευράν αυτού ου πιστεύσω
John 20:27
- KJV: Then saith he to Thomas Reach hither thy finger and behold my hands and reach hither thy hand and thrust into my side and be not faithless but believing
- GK: είτα λέγει τω Θωμά φέρε τον δάκτυλόν σου ώδε και ίδε τας χείράς μου και φέρε την χείρά σου και βάλε εις την πλευράν μου και μη γίνου άπιστος αλλά πιστός
Acts 12:7
- KJV: And behold the angel of the Lord came upon and a light shined in the prison and he smote Peter on the side and raised him up saying Arise up quickly And his chains fell off from hands
- GK: και ιδού άγγελος κυρίου επέστη και φως έλαμψεν εν τω οικήματι πατάξας δε την πλευράν του Πέτρου ήγειρεν αυτόν λέγων ανάστα εν τάχει και εξέπεσον αυτού αι αλύσεις εκ των χειρών
πλέω (sail)
[edit]Luke 8:23
- KJV: But as they sailed he fell asleep and there came down a storm of wind on the lake and they were filled and were in jeopardy
- GK: πλεόντων δε αυτών αφύπνωσε και κατέβη λαίλαψ ανέμου εις την λίμνην και συνεπληρούντο και εκινδύνευον
Acts 21:3
- KJV: Now when we had discovered Cyprus we left it on the left hand and sailed into Syria and landed at Tyre for there the ship was to unlade her burden
- GK: αναφανέντες δε την Κύπρον και καταλιπόντες αυτήν ευώνυμον επλέομεν εις Συρίαν και κατήχθημεν εις Τύρον εκείσε γαρ ην το πλοίον αποφορτιζόμενον τον γόμον
Acts 27:2
- KJV: And entering into a ship of Adramyttium we launched meaning to sail by the coasts of Asia Aristarchus a Macedonian of Thessalonica being with us
- GK: επιβάντες δε πλοίω Αδραμυττηνώ μέλλοντες πλείν τους κατά την Ασίαν τόπους ανήχθημεν όντος συν ημίν Αριστάρχου Μακεδόνος Θεσσαλονικέως
Acts 27:6
- KJV: And there the centurion found a ship of Alexandria sailing into Italy and he put us therein
- GK: κακεί ευρών ο εκατόνταρχος πλοίον Αλεξανδρινόν πλέον εις την Ιταλίαν ενεβίβασεν ημάς εις αυτό
Acts 27:24
- KJV: Saying Fear not Paul thou must be brought before Cæsar and lo God hath given thee all them that sail with thee
- GK: λέγων μη φοβού Παύλε Καίσαρί σε δει παραστήναι και ιδού κεχάρισταί σοι ο θεός πάντας τους πλέοντας μετά σου
πληγή (plague)
[edit]Luke 10:30
- KJV: And Jesus answering said A certain man went down from Jerusalem to Jericho and fell among thieves which stripped him of his raiment and wounded and departed leaving half dead
- GK: υπολαβών δε ο Ιησούς είπεν άνθρωπός τις κατέβαινεν από Ιερουσαλήμ εις Ιεριχώ και λησταίς περιέπεσεν οι και εκδύσαντες αυτόν και πληγάς επιθέντες απήλθον αφέντες ημιθανή τυγχάνοντα
Luke 12:48
- KJV: But he that knew not and did commit things worthy of stripes shall be beaten with few For unto whomsoever much is given of him shall be much required and to whom men have committed much of him they will ask the more
- GK: ο δε μη γνούς ποιήσας δε άξια πληγών δαρήσεται ολίγας παντί δε ω εδόθη πολύ πολύ ζητηθήσεται παρ΄ αυτού και ω παρέθεντο πολύ περισσότερον αιτήσουσιν αυτόν
Acts 16:23
- KJV: And when they had laid many stripes upon them they cast into prison charging the jailor to keep them safely
- GK: πολλάς τε επιθέντες αυτοίς πληγάς έβαλον εις φυλακήν παραγγείλαντες τω δεσμοφύλακι ασφαλώς τηρείν αυτούς
Acts 16:33
- KJV: And he took them the same hour of the night and washed stripes and was baptized he and all his straightway
- GK: και παραλαβών αυτούς εν εκείνη τη ώρα της νυκτός έλουσεν από των πληγών και εβαπτίσθη αυτός και οι αυτού πάντες παραχρήμα
2 Corinthians 6:5
- KJV: In stripes in imprisonments in tumults in labours in watchings in fastings
- GK: εν πληγαίς εν φυλακαίς εν ακαταστασίαις εν κόποις εν αγρυπνίαις εν νηστείαις
2 Corinthians 11:23
- KJV: Are they ministers of Christ I speak as a fool I more in labours more abundant in stripes above measure in prisons more frequent in deaths oft
- GK: διάκονοι χριστού εισι παραφρονών λαλώ υπέρ εγώ εν κόποις περισσοτέρως εν πληγαίς υπερβαλλόντως εν φυλακαίς περισσοτέρως εν θανάτοις πολλάκις
Revelation 9:20
- KJV: And the rest of the men which were not killed by these plagues repented not of the works of their hands that they should not worship devils and idols of gold and silver and brass and stone and of wood which neither can see nor hear nor walk
- GK: και οι λοιποί των ανθρώπων οι ουκ απεκτάνθησαν εν ταις πληγαίς ταύταις ου μετενόησαν εκ των έργων των χειρών αυτών ίνα μη προσκυνήσωσι τα δαιμόνια και τα είδωλα τα χρυσά και τα αργυρά και τα χαλκά και τα λίθινα και τα ξύλινα α ούτε βλέπειν δύναται ούτε ακούειν ούτε περιπατείν
Revelation 11:6
- KJV: These have power to shut heaven that it rain not in the days of their prophecy and have power over waters to turn them to blood and to smite the earth with all plagues as often as they will
- GK: ούτοι έχουσιν εξουσίαν κλείσαι τον ουρανόν ίνα μη υετός βρέχη τας ημέρας της προφητείας αυτών και εξουσίαν έχουσιν επί των υδάτων στρέφειν αυτά εις αίμα και πατάξαι την γην εν πάση πληγή οσάκις εάν θελήσωσιν
Revelation 13:3
- KJV: And I saw one of his heads as it were wounded to death and his deadly wound was healed and all the world wondered after the beast
- GK: και μίαν εκ των κεφαλών αυτού ωσεί εσφαγμένην εις θάνατον και η πληγή του θανάτου αυτού εθεραπεύθη και εθαύμασεν όλη η γη οπίσω του θηρίου
πλῆθος (bundle)
[edit]Mark 3:7
- KJV: But Jesus withdrew himself with his disciples to the sea and a great multitude from Galilee followed him and from Judæa
- GK: και ο Ιησούς ανεχώρησε μετά των μαθητών αυτού προς την θάλασσαν και πολύ πλήθος από της Γαλιλαίας ηκολούθησαν αυτώ και από της Ιουδαίας
Mark 3:8
- KJV: And from Jerusalem and from Idumaea and beyond Jordan and they about Tyre and Sidon a great multitude when they had heard what great things he did came unto him
- GK: και από Ιεροσολύμων και από της Ιδουμαίας και πέραν του Ιορδάνου και οι περί Τύρον και Σιδώνα πλήθος πολύ ακούσαντες όσα εποίει ήλθον προς αυτόν
Luke 1:10
- KJV: And the whole multitude of the people were praying without at the time of incense
- GK: και παν το πλήθος του λαού ην προσευχόμενον έξω τη ώρα του θυμιάματος
Luke 2:13
- KJV: And suddenly there was with the angel a multitude of the heavenly host praising God and saying
- GK: και εξαίφνης εγένετο συν τω αγγέλω πλήθος στρατιάς ουρανίου αινούντων τον θεόν και λεγόντων
Luke 5:6
- KJV: And when they had this done they inclosed a great multitude of fishes and their net brake
- GK: και τούτο ποιήσαντες συνέκλεισαν πλήθος ιχθύων πολύ διερρήγνυτο δε το δίκτυον αυτών
Luke 6:17
- KJV: And he came down with them and stood in the plain and the company of his disciples and a great multitude of people out of all Judæa and Jerusalem and from the sea coast of Tyre and Sidon which came to hear him and to be healed of their diseases
- GK: και καταβάς μετ΄ αυτών έστη επί τόπου πεδινού και όχλος μαθητών αυτού και πλήθος πολύ του λαού από πάσης της Ιουδαίας και Ιερουσαλήμ και της παραλίου Τύρου και Σιδώνος οι ήλθον ακούσαι αυτού και ιαθήναι από των νόσων αυτών
Luke 8:37
- KJV: Then the whole multitude of the country of the Gadarenes round about besought him to depart from them for they were taken with great fear and he went up into the ship and returned back again
- GK: και ηρώτησαν αυτόν άπαν το πλήθος της περιχώρου των Γαδαρηνών απελθείν απ΄ αυτών ότι φόβω μεγάλω συνείχοντο αυτός δε εμβάς εις το πλοίον υπέστρεψεν
Luke 19:37
- KJV: And when he was come nigh even now at the descent of the mount of Olives the whole multitude of the disciples began to rejoice and praise God with a loud voice for all the mighty works that they had seen
- GK: εγγίζοντος δε αυτού ήδη προς τη καταβάσει του όρους των ελαιών ήρξαντο άπαν το πλήθος των μαθητών χαίροντες αίνειν τον θεόν φωνή μεγάλη περί πασών ων είδον δυνάμεων
Luke 23:1
- KJV: And the whole multitude of them arose and led him unto Pilate
- GK: και αναστάν άπαν το πλήθος αυτών ήγαγεν αυτόν επί τον Πιλάτον
πληθύνω (abound)
[edit]Matthew 24:12
- KJV: And because iniquity shall abound the love of many shall wax cold
- GK: και διά το πληθυνθήναι την ανομίαν ψυγήσεται η αγάπη των πολλών
Acts 6:1
- KJV: And in those days when the number of the disciples was multiplied there arose a murmuring of the Grecians against the Hebrews because their widows were neglected in the daily ministration
- GK: εν δε ταις ημέραις ταύταις πληθυνόντων των μαθητών εγένετο γογγυσμός των Ελληνιστών προς τους Εβραίους ότι παρεθεωρούντο εν τη διακονία τη καθημερινή αι χήραι αυτών
Acts 6:7
- KJV: And the word of God increased and the number of the disciples multiplied in Jerusalem greatly and a great company of the priests were obedient to the faith
- GK: και ο λόγος του θεού ηύξανε και επληθύνετο ο αριθμός των μαθητών εν Ιερουσαλήμ σφόδρα πολύς τε όχλος των ιερέων υπήκουον τη πίστει
Acts 7:17
- KJV: But when the time of the promise drew nigh which God had sworn to Abraham the people grew and multiplied in Egypt
- GK: καθώς δε ήγγιζεν ο χρόνος της επαγγελίας ης ώμοσεν ο θεός τω Αβραάμ ηύξησεν ο λαός και επληθύνθη εν Αιγύπτω
Acts 9:31
- KJV: Then had the churches rest throughout all Judæa and Galilee and Samaria and were edified and walking in the fear of the Lord and in the comfort of the Holy Ghost were multiplied
- GK: αι μεν ούν εκκλησίαι καθ΄ όλης της Ιουδαίας και Γαλιλαίας και Σαμαρείας είχον ειρήνην οικοδομούμεναι και πορευόμεναι τω φόβω του κυρίου και τη παρακλήσει του αγίου πνεύματος επληθύνοντο
Acts 12:24
- KJV: But the word of God grew and multiplied
- GK: ο δε λόγος του θεού ηύξανε και επληθύνετο
2 Corinthians 9:10
- KJV: Now he that ministereth seed to the sower both minister bread for food and multiply your seed sown and increase the fruits of your righteousness
- GK: ο δε επιχορηγών σπέρμα τω σπείροντι και άρτον εις βρώσιν χορηγήσαι και πληθύναι τον σπόρον υμών και αυξήσαι τα γενήματα της δικαιοσύνης υμών
Hebrews 6:14
- KJV: Saying Surely blessing I will bless thee and multiplying I will multiply thee
- GK: λέγων ημήν ευλογών ευλογήσω σε και πληθύνων πληθυνώ σε
1 Peter 1:2
- KJV: according to the foreknowledge of God the Father through sanctification of the Spirit unto obedience and sprinkling of the blood of Jesus Christ Grace unto you and peace be multiplied
- GK: κατά πρόγνωσιν θεού πατρός εν αγιασμώ πνεύματος εις υπακοήν και ραντισμόν αίματος Ιησού χριστού χάρις υμίν και ειρήνη πληθυνθείη
πλήθω (accomplish)
[edit]Matthew 22:10
- KJV: So those servants went out into the highways and gathered together all as many as they found both bad and good and the wedding was furnished with guests
- GK: και εξελθόντες οι δούλοι εκείνοι εις τας οδούς συνήγαγον πάντας όσους εύρον πονηρούς τε και αγαθούς και επλήσθη ο γάμος ανακειμένων
Matthew 27:48
- KJV: And straightway one of them ran and took a spunge and filled with vinegar and put on a reed and gave him to drink
- GK: και ευθέως δραμών εις εξ αυτών και λαβών σπόγγον πλήσας τε όξους και περιθείς καλάμω επότιζεν αυτόν
Luke 1:15
- KJV: For he shall be great in the sight of the Lord and shall drink neither wine nor strong drink and he shall be filled with the Holy Ghost even from his mother’s womb
- GK: έσται γαρ μέγας ενώπιον του κυρίου και οίνον και σίκερα ου πίη και πνεύματος αγίου πλησθήσεται έτι εκ κοιλίας μητρός αυτού
Luke 1:23
- KJV: And it came to pass that, as soon as the days of his ministration were accomplished he departed to his own house
- GK: και εγένετο ως επλήσθησαν αι ημέραι της λειτουργίας αυτού απήλθεν εις τον οίκον αυτού
Luke 1:41
- KJV: And it came to pass that, when Elisabeth heard the salutation of Mary the babe leaped in her womb and Elisabeth was filled with the Holy Ghost
- GK: και εγένετο ως ήκουσεν η Ελισάβετ τον ασπασμόν της Μαρίας εσκίρτησε το βρέφος εν τη κοιλία αυτής και επλήσθη πνεύματος αγίου η Ελισάβετ
Luke 1:57
- KJV: Now Elisabeth’s full time came that she should be delivered and she brought forth a son
- GK: τη δε Ελισάβετ επλήσθη ο χρόνος του τεκείν αυτήν και εγέννησεν υιόν
Luke 1:67
- KJV: And his father Zacharias was filled with the Holy Ghost and prophesied saying
- GK: και Ζαχαρίας ο πατήρ αυτού επλήσθη πνεύματος αγίου και προεφήτευσεν λέγων
Luke 2:6
- KJV: And so it was that, while they were there the days were accomplished that she should be delivered
- GK: εγένετο δε εν τω είναι αυτούς εκεί επλήσθησαν αι ημέραι του τεκείν αυτήν
Luke 2:21
- KJV: And when eight days were accomplished for the circumcising of the child his name was called JESUS which was so named of the angel before he was conceived in the womb
- GK: και ότε επλήσθησαν ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι εν τη κοιλία
πλήκτης (striker)
[edit]1 Timothy 3:3
- KJV: Not given to wine no striker not greedy of filthy lucre but patient not a brawler not covetous
- GK: μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή αλλ΄ επιεική άμαχον αφιλάργυρον
Titus 1:7
- KJV: For a bishop must be blameless as the steward of God not selfwilled not soon angry not given to wine no striker not given to filthy lucre
- GK: δει γαρ τον επίσκοπον ανέγκλητον είναι ως θεού οικονόμον μη αυθάδη μη οργίλον μη πάροινον μη πλήκτην μη αισχροκερδή
πλήμμυρα (flood)
[edit]Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
πλήν (but (rather))
[edit]Matthew 11:22
- KJV: But I say unto you It shall be more tolerable for Tyre and Sidon at the day of judgment than for you
- GK: πλήν λέγω υμίν Τύρω και Σιδώνι ανεκτότερον έσται εν ημέρα κρίσεως η υμίν
Matthew 11:24
- KJV: But I say unto you That it shall be more tolerable for the land of Sodom in the day of judgment than for thee
- GK: πλήν λέγω υμίν ότι γη Σοδόμων ανεκτότερον έσται εν ημέρα κρίσεως η σοι
Matthew 18:7
- KJV: Woe unto the world because of offences for it must needs be that offences come but woe to that man by whom the offence cometh
- GK: ουαί τω κόσμω από των σκανδάλων ανάγκη γαρ εστιν ελθείν τα σκάνδαλα πλήν ουαί τω ανθρώπω εκείνω δι΄ ου το σκάνδαλον έρχεται
Matthew 26:39
- KJV: And he went a little further and fell on his face and prayed saying O my Father if it be possible let this cup pass from me nevertheless not as I will but as thou
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος και λέγων πάτερ μου ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ ως συ
Matthew 26:64
- KJV: Jesus saith unto him Thou hast said nevertheless I say unto you Hereafter shall ye see the Son of man sitting on the right hand of power and coming in the clouds of heaven
- GK: λέγει αυτώ ο Ιησούς συ είπας πλην λέγω υμίν απ΄ άρτι όψεσθε τον υιόν του ανθρώπου καθήμενον εκ δεξιών της δυνάμεως και ερχόμενον επί των νεφελών του ουρανού
Mark 12:32
- KJV: And the scribe said unto him Well Master thou hast said the truth for there is one God and there is none other but he
- GK: και είπεν αυτώ ο γραμματεύς καλώς διδάσκαλε επ΄ αληθείας είπας ότι εις εστι θεός και ουκ έστιν άλλος πλην αυτού
Luke 6:24
- KJV: But woe unto you that are rich for ye have received your consolation
- GK: πλην ουαί υμίν τοις πλουσίοις ότι απέχετε την παράκλησιν υμών
Luke 6:35
- KJV: But love ye your enemies and do good and lend hoping for nothing again and your reward shall be great and ye shall be the children of the Highest for he is kind unto the unthankful and the evil
- GK: πλην αγαπάτε τους εχθρούς υμών και αγαθοποιείτε και δανείζετε μηδέν απελπίζοντες και έσται ο μισθός υμών πολύς και έσεσθε υιοί του υψίστου ότι αυτός χρηστός εστιν επί τους αχαρίστους και πονηρούς
Luke 10:11
- KJV: Even the very dust of your city which cleaveth on us we do wipe off against you notwithstanding be ye sure of this that the kingdom of God come nigh unto you
- GK: και τον κονιορτόν τον κολληθέντα ημίν από της πόλεως υμών απομασσόμεθα υμίν πλήν τούτο γινώσκετε ότι ήγγικεν εφ΄ υμάς η βασιλεία του θεού
πλήρης (full)
[edit]Matthew 14:20
- KJV: And they did all eat and were filled and they took up of the fragments that remained twelve baskets full
- GK: και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις
Matthew 15:37
- KJV: And they did all eat and were filled and they took up of the broken that was left seven baskets full
- GK: και έφαγον πάντες και εχορτάσθησαν και ήραν το περισσεύον των κλασμάτων επτά σπυρίδας πλήρεις
Mark 4:28
- KJV: For the earth bringeth forth fruit of herself first the blade then the ear after that the full corn in the ear
- GK: αυτομάτη γαρ η γη καρποφορεί πρώτον χόρτον είτα στάχυν είτα πλήρη σίτον εν τω στάχυϊ
Mark 6:43
- KJV: And they took up twelve baskets full of the fragments and of the fishes
- GK: και ήραν κλασμάτων δώδεκα κοφίνους πλήρεις και από των ιχθύων
Mark 8:19
- KJV: When I brake the five loaves among five thousand how many baskets full of fragments took ye up They say unto him Twelve
- GK: ότε τους πέντε άρτους έκλασα εις τους πεντακισχιλίους πόσους κοφίνους πλήρεις κλασμάτων ήρατε λέγουσιν αυτώ δώδεκα
Luke 4:1
- KJV: And Jesus being full of the Holy Ghost returned from Jordan and was led by the Spirit into the wilderness
- GK: Ιησούς δε πνεύματος αγίου πλήρης υπέστρεψεν από του Ιορδάνου και ήγετο εν τω πνεύματι εις την έρημον
Luke 5:12
- KJV: And it came to pass when he was in a certain city behold a man full of leprosy who seeing Jesus fell on face and besought him saying Lord if thou wilt thou canst make me clean
- GK: και εγένετο εν τω είναι αυτόν εν μιά των πόλεων και ιδού ανήρ πλήρης λέπρας και ιδών τον Ιησούν πεσών επί πρόσωπον εδεήθη αυτού λέγων κύριε εάν θέλης δύνασαί με καθαρίσαι
John 1:14
- KJV: And the Word was made flesh and dwelt among us and we beheld his glory the glory as of the only begotten of the Father full of grace and truth
- GK: και ο λόγος σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός πλήρης χάριτος και αληθείας
Acts 6:3
- KJV: Wherefore brethren look ye out among you seven men of honest report full of the Holy Ghost and wisdom whom we may appoint over this business
- GK: επισκέψασθε ούν αδελφοί άνδρας εξ υμών μαρτυρουμένους επτά πλήρεις πνεύματος αγίου και σοφίας ους καταστήσομεν επί της χρείας ταύτης
πληροφορέω (most surely believe)
[edit]Luke 1:1
- KJV: Forasmuch as many have taken in hand to set forth in order a declaration of those things which are most surely believed among us
- GK: επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι διήγησιν περί των πεπληροφορημένων εν ημίν πραγμάτων
Romans 4:21
- KJV: And being fully persuaded that what he had promised he was able also to perform
- GK: και πληροφορηθείς ότι ο επήγγελται δυνατός εστι και ποιήσαι
Romans 14:5
- KJV: One man esteemeth one day above another another esteemeth every day Let every man be fully persuaded in his own mind
- GK: ος μεν κρίνει ημέραν παρ΄ ημέραν ος δε κρίνει πάσαν ημέραν έκαστος εν τω ιδίω νοϊ πληροφορείσθω
2 Timothy 4:5
- KJV: But watch thou in all things endure afflictions do the work of an evangelist make full proof of thy ministry
- GK: συ δε νήφε εν πάσι κακοπάθησον έργον ποίησον ευαγγελιστού την διακονίαν σου πληροφόρησον
2 Timothy 4:17
- KJV: Notwithstanding the Lord stood with me and strengthened me that by me the preaching might be fully known and all the Gentiles might hear and I was delivered out of the mouth of the lion
- GK: ο δε κύριός μοι παρέστη και ενεδυνάμωσέ με ίνα δι΄ εμού το κήρυγμα πληροφορηθή και ακούση πάντα τα έθνη και ερρύσθην εκ στόματος λέοντος
πληροφορία ((full) assurance)
[edit]Colossians 2:2
- KJV: That their hearts might be comforted being knit together in love and unto all riches of the full assurance of understanding to the acknowledgement of the mystery of God and of the Father and of Christ
- GK: ίνα παρακληθώσιν αι καρδίαι αυτών συμβιβασθέντων εν αγάπη και εις πάντα πλούτον της πληροφορίας της συνέσεως εις επίγνωσιν του μυστηρίου του θεού και πατρός και του χριστού
1 Thessalonians 1:5
- KJV: For our gospel came not unto you in word only but also in power and in the Holy Ghost and in much assurance as ye know what manner of men we were among you for your sake
- GK: ότι το ευαγγέλιον ημών ουκ εγενήθη εις υμάς εν λόγω μόνον αλλά και εν δυνάμει και εν πνεύματι αγίω και εν πληροφορία πολλή καθώς οίδατε οίοι εγενήθημεν εν υμίν δι΄ υμάς
Hebrews 6:11
- KJV: And we desire that every one of you do shew the same diligence to the full assurance of hope unto the end
- GK: επιθυμούμεν δε έκαστον υμών την αυτήν ενδείκνυσθαι σπουδήν προς την πληροφορίαν της ελπίδος άχρι τέλους
Hebrews 10:22
- KJV: Let us draw near with a true heart in full assurance of faith having our hearts sprinkled from an evil conscience and our bodies washed with pure water
- GK: προσερχώμεθα μετά αληθινής καρδίας εν πληροφορία πίστεως ερραντισμένοι τας καρδίας από συνειδήσεως πονηράς και λελουμένοι το σώμα ύδατι καθάρω
πληρόω (accomplish)
[edit]Matthew 1:22
- KJV: Now all this was done that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying
- GK: τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος
Matthew 2:15
- KJV: And was there until the death of Herod that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying Out of Egypt have I called my son
- GK: και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου
Matthew 2:17
- KJV: Then was fulfilled that which was spoken by Jeremy the prophet saying
- GK: τότε επληρώθη το ρηθέν υπό Ιερεμίου του προφήτου λέγοντος
Matthew 2:23
- KJV: And he came and dwelt in a city called Nazareth that it might be fulfilled which was spoken by the prophets He shall be called a Nazarene
- GK: και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέθ όπως πληρωθή το ρηθέν διά των προφητών ότι Ναζωραίος κληθήσεται
Matthew 3:15
- KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν
Matthew 4:14
- KJV: That it might be fulfilled which was spoken by Esaias the prophet saying
- GK: ίνα πληρωθή το ρηθέν διά Ησαϊου του προφήτου λέγοντος
Matthew 5:17
- KJV: Think not that I am come to destroy the law or the prophets I am not come to destroy but to fulfil
- GK: μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον η τους προφήτας ουκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι
Matthew 8:17
- KJV: That it might be fulfilled which was spoken by Esaias the prophet saying Himself took our infirmities and bare sicknesses
- GK: όπως πληρωθή το ρηθέν διά Ησαϊου του προφήτου λέγοντος αυτός τας ασθενείας ημών έλαβε και τας νόσους εβάστασεν
Matthew 12:17
- KJV: That it might be fulfilled which was spoken by Esaias the prophet saying
- GK: όπως πληρωθή το ρηθέν διά Ησαϊου του προφήτου λέγοντος
πλήρωμα (which is put in to fill up)
[edit]Matthew 9:16
- KJV: No man putteth a piece of new cloth unto an old garment for that which is put in to fill it up taketh from the garment and the rent is made worse
- GK: ουδείς δε επιβάλλει επίβλημα ράκους αγνάφου επί ιματίω παλαιώ αίρει γαρ το πλήρωμα αυτού από του ιματίου και χείρον σχίσμα γίνεται
Mark 2:21
- KJV: No man also seweth a piece of new cloth on an old garment else the new piece that filled it up taketh away from the old and the rent is made worse
- GK: και ουδείς επίβλημα ράκους αγνάφου επιρράπτει επί ιματίω παλαιώ ει αίρει το πλήρωμα αυτού το καινόν του παλαιού και χείρον σχίσμα γίνεται
Mark 8:20
- KJV: And when the seven among four thousand how many baskets full of fragments took ye up And they said Seven
- GK: ότε δε τους επτά εις τους τετρακισχιλίους πόσων σπυρίδων πληρώματα κλασμάτων ήρατε οι δε είπον επτά
John 1:16
- KJV: And of his fulness have all we received and grace for grace
- GK: και εκ του πληρώματος αυτού ημείς πάντες ελάβομεν και χάριν αντί χάριτος
Romans 11:12
- KJV: Now if the fall of them the riches of the world and the diminishing of them the riches of the Gentiles how much more their fulness
- GK: ει δε το παράπτωμα αυτών πλούτος κόσμου και το ήττημα αυτών πλούτος εθνών πόσω μάλλον το πλήρωμα αυτών
Romans 11:25
- KJV: For I would not brethren that ye should be ignorant of this mystery lest ye should be wise in your own conceits that blindness in part is happened to Israel until the fulness of the Gentiles be come in
- GK: ου γαρ θέλω υμάς αγνοείν αδελφοί το μυστήριον τούτο ίνα μη ήτε παρ΄ εαυτοίς φρόνιμοι ότι πώρωσις από μέρους τω Ισραήλ γέγονεν άχρις ου το πλήρωμα των εθνών εισέλθη
Romans 13:10
- KJV: Love worketh no ill to his neighbour therefore love the fulfilling of the law
- GK: η αγάπη τω πλησίον κακόν ουκ εργάζεται πλήρωμα ουν νόμου η αγάπη
Romans 15:29
- KJV: And I am sure that when I come unto you I shall come in the fulness of the blessing of the gospel of Christ
- GK: οίδα δε ότι ερχόμενος προς υμάς εν πληρώματι ευλογίας του ευαγγελίου του χριστού ελεύσομαι
1 Corinthians 10:26
- KJV: For the earth the Lord’s and the fulness thereof
- GK: του γαρ κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής
πλησίον (near)
[edit]Matthew 5:43
- KJV: Ye have heard that it hath been said Thou shalt love thy neighbour and hate thine enemy
- GK: ηκούσατε ότι ερρέθη αγαπήσεις τον πλησίον σου και μισήσεις τον εχθρόν σου
Matthew 19:19
- KJV: Honour thy father and mother and Thou shalt love thy neighbour as thyself
- GK: τίμα τον πατέρα σου και την μητέρα σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν
Matthew 22:39
- KJV: And the second like unto it Thou shalt love thy neighbour as thyself
- GK: δευτέρα δε ομοία αυτή αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν
Mark 12:31
- KJV: And the second like this Thou shalt love thy neighbour as thyself There is none other commandment greater than these
- GK: και δευτέρα ομοία αύτη αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν μείζων τούτων άλλη εντολή ουκ έστι
Mark 12:33
- KJV: And to love him with all the heart and with all the understanding and with all the soul and with all the strength and to love neighbour as himself is more than all whole burnt offerings and sacrifices
- GK: και το αγαπάν αυτόν εξ όλης της καρδίας και εξ όλης της συνέσεως και εξ όλης της ψυχής και εξ όλης της ισχύος και το αγαπάν τον πλησίον ως εαυτόν πλείόν εστι πάντων των ολοκαυτωμάτων και των θυσίων
Luke 10:27
- KJV: And he answering said Thou shalt love the Lord thy God with all thy heart and with all thy soul and with all thy strength and with all thy mind and thy neighbour as thyself
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αγαπήσεις κύριον τον θεόν σου εξ όλης της καρδίας σου και εξ όλης της ψυχής σου και εξ όλης της ισχύος σου και εξ όλης της διανοίας σου και τον πλησίον σου ως σεαυτόν
Luke 10:29
- KJV: But he willing to justify himself said unto Jesus And who is my neighbour
- GK: ο δε θέλων δικαιούν εαυτόν είπε προς τον Ιησούν και τις εστί μου πλησίον
Luke 10:36
- KJV: Which now of these three thinkest thou was neighbour unto him that fell among the thieves
- GK: τις ούν τούτων των τριών δοκεί σοι πλησίον γεγονέναι του εμπεσόντος εις τους ληστάς
John 4:5
- KJV: Then cometh he to a city of Samaria which is called Sychar near to the parcel of ground that Jacob gave to his son Joseph
- GK: έρχεται ούν εις πόλιν της Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ πλησίον του χωρίου ο έδωκεν Ιακώβ Ιωσήφ τω υιώ αυτού
πλησμονή (satisfying)
[edit]Colossians 2:23
- KJV: Which things have indeed a shew of wisdom in will worship and humility and neglecting of the body not in any honour to the satisfying of the flesh
- GK: άτινά εστι λόγον μεν έχοντα σοφίας εν εθελοθρησκεία και ταπεινοφροσύνη και αφειδία σώματος ουκ εν τιμή τινί προς πλησμονήν της σαρκός
πλήσσω (smite)
[edit]Revelation 8:12
- KJV: And the fourth angel sounded and the third part of the sun was smitten and the third part of the moon and the third part of the stars so as the third part of them was darkened and the day shone not a third part of it and the night likewise
- GK: και ο τέταρτος άγγελος εσάλπισε και επλήγη το τρίτον του ηλίου και το τρίτον της σελήνης και το τρίτον των αστέρων ίνα σκοτισθή το τρίτον αυτών και η ημέρα μη φαίνη το τρίτον αυτής και η νυξ όμοιως
πλοιάριον (boat)
[edit]Mark 3:9
- KJV: And he spake to his disciples that a small ship should wait on him because of the multitude lest they should throng him
- GK: και είπεν τοις μαθηταίς αυτού ίνα πλοιάριον προσκαρτερή αυτώ διά τον όχλον ίνα μη θλίβωσιν αυτόν
Mark 4:36
- KJV: And when they had sent away the multitude they took him even as he was in the ship And there were also with him other little ships
- GK: και αφέντες τον όχλον παραλαμβάνουσιν ως ην εν τω πλοίω και άλλα δε πλοιάρια ην μετ΄ αυτού
John 6:22
- KJV: The day following the people which stood on the other side of the sea saw that there was none other boat there save that one whereinto his disciples were entered and that Jesus went not with his disciples into the boat but his disciples were gone away alone
- GK: τη επαύριον ο όχλος ο εστηκώς πέραν της θαλάσσης ιδών ότι πλοιάριον άλλο ουκ ην εκεί ει εν εκείνο εις ο ενέβησαν οι μαθηταί αυτού και ότι ου συνεισήλθε τοις μαθηταίς αυτού ο Ιησούς εις το πλοιάριον αλλά μόνοι οι μαθηταί αυτού απήλθον
John 6:23
- KJV: Howbeit there came other boats from Tiberias nigh unto the place where they did eat bread after that the Lord had given thanks
- GK: άλλα δε ήλθε πλοιάρια εκ Τιβεριάδος εγγύς του τόπου όπου έφαγον τον άρτον ευχαριστήσαντος του κυρίου
John 21:8
- KJV: And the other disciples came in a little ship for they were not far from land but as it were two hundred cubits dragging the net with fishes
- GK: οι δε άλλοι μαθηταί τω πλοιαρίω ήλθον ου γαρ ήσαν μακράν από της γης αλλ΄ ως από πηχών διακοσίων σύροντες το δίκτυον των ιχθύων
πλοῖον (ship(-ing))
[edit]Matthew 4:21
- KJV: And going on from thence he saw other two brethren James of Zebedee and John his brother in a ship with Zebedee their father mending their nets and he called them
- GK: και προβάς εκείθεν είδεν άλλους δύο αδελφούς Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών καταρτίζοντας τα δίκτυα αυτών και εκάλεσεν αυτούς
Matthew 4:22
- KJV: And they immediately left the ship and their father and followed him
- GK: οι δε ευθέως αφέντες το πλοίον και τον πατέρα αυτών ηκολούθησαν αυτώ
Matthew 8:23
- KJV: And when he was entered into a ship his disciples followed him
- GK: και εμβάντι αυτώ εις το πλοίον ηκολούθησαν αυτώ οι μαθηταί αυτού
Matthew 8:24
- KJV: And behold there arose a great tempest in the sea insomuch that the ship was covered with the waves but he was asleep
- GK: και ιδού σεισμός μέγας εγένετο εν τη θαλάσση ώστε το πλοίον καλύπτεσθαι υπό των κυμάτων αυτός δε εκάθευδε
Matthew 9:1
- KJV: And he entered into a ship and passed over and came into his own city
- GK: και εμβάς εις το πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν
Matthew 13:2
- KJV: And great multitudes were gathered together unto him so that he went into a ship and sat and the whole multitude stood on the shore
- GK: και συνήχθησαν προς αυτόν όχλοι πολλοί ώστε αυτόν εις το πλοίον εμβάντα καθήσθαι και πας ο όχλος επί τον αιγιαλόν ειστήκει
Matthew 14:13
- KJV: When Jesus heard he departed thence by ship into a desert place apart and when the people had heard they followed him on foot out of the cities
- GK: και ακούσας ο Ιησούς ανεχώρησεν εκείθεν εν πλοίω εις έρημον τόπον κατ΄ ιδίαν και ακούσαντες οι όχλοι ηκολούθησαν αυτώ πεζή από των πόλεων
Matthew 14:22
- KJV: And straightway Jesus constrained his disciples to get into a ship and to go before him unto the other side while he sent the multitudes away
- GK: και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν εώς ου απολύση τους όχλους
Matthew 14:24
- KJV: But the ship was now in the midst of the sea tossed with waves for the wind was contrary
- GK: το δε πλοίον ήδη μέσον της θαλάσσης ην βασανιζόμενον υπό των κυμάτων ην γαρ εναντίος ο άνεμος
πλόος (course)
[edit]Acts 21:7
- KJV: And when we had finished course from Tyre we came to Ptolemais and saluted the brethren and abode with them one day
- GK: ημείς δε τον πλουν διανύσαντες από Τύρον κατηντήσαμεν εις Πτολεμαϊδα και ασπασάμενοι τους αδελφούς εμείναμεν ημέραν μίαν παρ΄ αυτοίς
Acts 27:9
- KJV: Now when much time was spent and when sailing was now dangerous because the fast was now already past Paul admonished
- GK: ικανού δε χρόνου διαγενομένου και όντος ήδη επισφαλούς του πλοός διά το και την νηστείαν ήδη παρεληλυθέναι παρήνει ο Παύλος
Acts 27:10
- KJV: And said unto them Sirs I perceive that this voyage will be with hurt much damage not only of the lading and ship but also of our lives
- GK: λέγων αυτοίς άνδρες θεωρώ ότι μετά ύβρεως και πολλής ζημίας ου μόνον του φορτίου και του πλοίου αλλά και των ψυχών ημών μέλλειν έσεσθαι τον πλουν
πλούσιος (rich)
[edit]Matthew 19:23
- KJV: Then said Jesus unto his disciples Verily I say unto you That a rich man shall hardly enter into the kingdom of heaven
- GK: ο δε Ιησούς είπεν τοις μαθηταίς αυτού αμήν λέγω υμίν ότι δυσκόλως πλούσιος εισελεύσεται εις την βασιλείαν των ουρανών
Matthew 19:24
- KJV: And again I say unto you It is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter into the kingdom of God
- GK: πάλιν δε λέγω υμίν ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά τρυπήματος ραφίδος διελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν
Matthew 27:57
- KJV: When the even was come there came a rich man of Arimathæa named Joseph who also himself was Jesus’ disciple
- GK: οψίας δε γενομένης ήλθεν άνθρωπος πλούσιος από Αριμαθαίας τούνομα Ιωσήφ ος και αυτός εμαθήτευσε τω Ιησού
Mark 10:25
- KJV: It is easier for a camel to go through the eye of a needle than for a rich man to enter into the kingdom of God
- GK: ευκοπώτερόν εστι κάμηλον διά της τρυμαλιάς ραφίδος εισελθείν η πλούσιον εις την βασιλείαν του θεού εισελθείν
Mark 12:41
- KJV: And Jesus sat over against the treasury and beheld how the people cast money into the treasury and many that were rich cast in much
- GK: και καθίσας ο Ιησούς κατέναντι του γαζοφυλακίου εθεώρει πως ο όχλος βάλλει χαλκόν εις το γαζοφυλάκιον και πολλοί πλούσιοι έβαλλον πολλά
Luke 6:24
- KJV: But woe unto you that are rich for ye have received your consolation
- GK: πλην ουαί υμίν τοις πλουσίοις ότι απέχετε την παράκλησιν υμών
Luke 12:16
- KJV: And he spake a parable unto them saying The ground of a certain rich man brought forth plentifully
- GK: είπε δε παραβολήν προς αυτούς λέγων ανθρώπου τινός πλουσίου ευφόρησεν η χώρα
Luke 14:12
- KJV: Then said he also to him that bade him When thou makest a dinner or a supper call not thy friends nor thy brethren neither thy kinsmen nor rich neighbours lest they also bid thee again and a recompence be made thee
- GK: έλεγε και τω κεκληκότι αυτόν όταν ποιής άριστον η δείπνον μη φώνει τους φίλους σου μηδέ τους αδελφούς σου μηδέ τους συγγενείς σου μηδέ γείτονας πλουσίους μήποτε και αυτοί σε αντικαλέσωσι και γένηταί σοι ανταπόδομα
Luke 16:1
- KJV: And he said also unto his disciples There was a certain rich man which had a steward and the same was accused unto him that he had wasted his goods
- GK: έλεγε δε και προς τους μαθητάς αυτού άνθρωπός τις ην πλούσιος ος είχεν οικονόμον και ούτος διεβλήθη αυτώ ως διασκορπίζων τα υπάρχοντα αυτού
πλουσίωσ (abundantly)
[edit]Colossians 3:16
- KJV: Let the word of Christ dwell in you richly in all wisdom teaching and admonishing one another in psalms and hymns and spiritual songs singing with grace in your hearts to the Lord
- GK: ο λόγος του χριστού ενοικείτω εν υμίν πλουσίως εν πάση σοφία διδάσκοντες και νουθετούντες εαυτούς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευματικαίς εν χάριτι άδοντες εν τη καρδία υμών τω κυρίω
1 Timothy 6:17
- KJV: Charge them that are rich in this world that they be not highminded nor trust in uncertain riches but in the living God who giveth us richly all things to
- GK: τοις πλουσίοις εν τω νυν αιώνι παράγγελλε μη υψηλοφρονείν μηδέ ηλπικέναι επί πλούτου αδηλότητι αλλ΄ εν τω θεώ τω ζώντι τω παρέχοντι ημίν πάντα πλουσίως εις απόλαυσιν
Titus 3:6
- KJV: Which he shed on us abundantly through Jesus Christ our Saviour
- GK: ου εξέχεεν εφ΄ ημάς πλουσίως διά Ιησού χριστού του σωτήρος ημών
2 Peter 1:11
- KJV: For so an entrance shall be ministered unto you abundantly into the everlasting kingdom of our Lord and Saviour Jesus Christ
- GK: ούτω γαρ πλουσίως επιχορηγηθήσεται υμίν η είσοδος εις την αιώνιον βασιλείαν του κυρίου ημών και σωτήρος Ιησού χριστού
πλουτέω (be increased with goods)
[edit]Luke 1:53
- KJV: He hath filled the hungry with good things and the rich he hath sent empty away
- GK: πεινώντας ενέπλησεν αγαθών και πλουτούντας εξαπέστειλεν κενούς
Luke 12:21
- KJV: So he that layeth up treasure for himself and is not rich toward God
- GK: ούτως ο θησαυρίζων εαυτώ και μη εις θεόν πλουτών
Romans 10:12
- KJV: For there is no difference between the Jew and the Greek for the same Lord over all is rich unto all that call upon him
- GK: ου γαρ εστι διαστολή Ιουδαίου τε και Έλληνος ο γαρ αυτός κύριος πάντων πλουτών εις πάντας τους επικαλουμένους αυτόν
1 Corinthians 4:8
- KJV: Now ye are full now ye are rich ye have reigned as kings without us and I would to God ye did reign that we also might reign with you
- GK: ήδη κεκορεσμένοι εστέ ήδη επλουτήσατε χωρίς ημών εβασιλεύσατε και όφελον γε εβασιλεύσατε ίνα και ημείς υμίν συμβασιλεύσωμεν
2 Corinthians 8:9
- KJV: For ye know the grace of our Lord Jesus Christ that though he was rich yet for your sakes he became poor that ye through his poverty might be rich
- GK: γινώσκετε γαρ την χάριν του κυρίου ημών Ιησού χριστού ότι δι΄ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε
1 Timothy 6:9
- KJV: But they that will be rich fall into temptation and a snare and many foolish and hurtful lusts which drown men in destruction and perdition
- GK: οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν
1 Timothy 6:18
- KJV: That they do good that they be rich in good works ready to distribute willing to communicate
- GK: αγαθοεργείν πλουτείν εν έργοις καλοίς ευμεταδότους είναι κοινωνικούς
Revelation 3:17
- KJV: Because thou sayest I am rich and increased with goods and have need of nothing and knowest not that thou art wretched and miserable and poor and blind and naked
- GK: ότι λέγεις ότι πλούσιός ειμι και πεπλούτηκα και ουδενός χρείαν έχω και ουκ οίδας ότι συ ει ο ταλαίπωρος και ο ελεεινός και πτωχός και τυφλός και γυμνός
Revelation 3:18
- KJV: I counsel thee to buy of me gold tried in the fire that thou mayest be rich and white raiment that thou mayest be clothed and the shame of thy nakedness do not appear and anoint thine eyes with eyesalve that thou mayest see
- GK: συμβουλεύω σοι αγοράσαι χρυσίον παρ΄ εμού πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης και ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου και κουλλυριον εγχρισον επι τους οφθαλμούς σου ίνα βλέπης
πλουτίζω (en- (make) rich)
[edit]1 Corinthians 1:5
- KJV: That in every thing ye are enriched by him in all utterance and all knowledge
- GK: ότι εν παντί επλουτίσθητε εν αυτώ εν παντί λόγω και πάση γνώσει
2 Corinthians 6:10
- KJV: As sorrowful yet alway rejoicing as poor yet making many rich as having nothing and possessing all things
- GK: ως λυπούμενοι αεί δε χαίροντες ως πτωχοί πολλούς δε πλουτίζοντες ως μηδέν έχοντες και πάντα κατέχοντες
2 Corinthians 9:11
- KJV: Being enriched in every thing to all bountifulness which causeth through us thanksgiving to God
- GK: εν παντί πλουτιζόμενοι εις πάσαν απλότητα ήτις κατεργάζεται δι΄ ημών ευχαριστίαν τω θεώ
πλοῦτος (riches)
[edit]Matthew 13:22
- KJV: He also that received seed among the thorns is he that heareth the word and the care of this world and the deceitfulness of riches choke the word and he becometh unfruitful
- GK: ο δε εις τας ακάνθας σπαρείς ούτός εστιν ο τον λόγον ακούων και η μέριμνα του αιώνος τούτου και η απάτη του πλούτου συμπνίγει τον λόγον και άκαρπος γίνεται
Mark 4:19
- KJV: And the cares of this world and the deceitfulness of riches and the lusts of other things entering in choke the word and it becometh unfruitful
- GK: και αι μέριμναι του αιώνος τούτου και η απάτη του πλούτου και αι περί τα λοιπά επιθυμίαι εισπορευόμεναι συμπνίγουσι τον λόγον και άκαρπος γίνεται
Luke 8:14
- KJV: And that which fell among thorns are they which when they have heard go forth and are choked with cares and riches and pleasures of life and bring no fruit to perfection
- GK: το δε εις τας ακάνθας πεσόν ούτοί εισιν οι ακούσαντες και υπό μεριμνών και πλούτου και ηδονών του βίου πορευόμενοι συμπνίγονται και ου τελεσφορούσι
Romans 2:4
- KJV: Or despisest thou the riches of his goodness and forbearance and longsuffering not knowing that the goodness of God leadeth thee to repentance
- GK: η του πλούτου της χρηστότητος αυτού και της ανοχής και της μακροθυμίας καταφρονείς αγνοών ότι το χρηστόν του θεού εις μετάνοιάν σε άγει
Romans 9:23
- KJV: And that he might make known the riches of his glory on the vessels of mercy which he had afore prepared unto glory
- GK: και ίνα γνωρίση τον πλούτον της δόξης αυτού επί σκεύη ελέους α προητοίμασεν εις δόξαν
Romans 11:12
- KJV: Now if the fall of them the riches of the world and the diminishing of them the riches of the Gentiles how much more their fulness
- GK: ει δε το παράπτωμα αυτών πλούτος κόσμου και το ήττημα αυτών πλούτος εθνών πόσω μάλλον το πλήρωμα αυτών
Romans 11:33
- KJV: O the depth of the riches both of the wisdom and knowledge of God how unsearchable his judgments and his ways past finding out
- GK: ω βάθος πλούτου και σοφίας και γνώσεως θεού ως ανεξερεύνητα τα κρίματα αυτού και ανεξιχνίαστοι αι οδοί αυτού
2 Corinthians 8:2
- KJV: How that in a great trial of affliction the abundance of their joy and their deep poverty abounded unto the riches of their liberality
- GK: ότι εν πολλή δοκιμή θλίψεως η περισσεία της χαράς αυτών και η κατά βάθους πτωχεία αυτών επερίσσευσεν εις τον πλούτον της απλότητος αυτών
Ephesians 1:7
- KJV: In whom we have redemption through his blood the forgiveness of sins according to the riches of his grace
- GK: εν ω έχομεν την απολύτρωσιν διά του αίματος αυτού την άφεσιν των παραπτωμάτων κατά τον πλούτον της χάριτος αυτού
πλύνω (wash)
[edit]Revelation 7:14
- KJV: And I said unto him Sir thou knowest And he said to me These are they which came out of great tribulation and have washed their robes and made them white in the blood of the Lamb
- GK: και ειπον αυτώ κύριε μου συ οίδας και είπέ μοι ούτοί εισιν οι ερχόμενοι εκ της θλίψεως της μεγάλης και έπλυναν τας στολάς αυτών και ελεύκαναν αυτας εν τω αίματι του αρνίου
πνεῦμα (ghost)
[edit]Matthew 1:18
- KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
- GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου
Matthew 1:20
- KJV: But while he thought on these things behold the angel of the Lord appeared unto him in a dream saying Joseph thou son of David fear not to take unto thee Mary thy wife for that which is conceived in her is of the Holy Ghost
- GK: ταύτα δε αυτού ενθυμηθέντος ιδού άγγελος κυρίου κατ΄ όναρ εφάνη αυτώ λέγων Ιωσήφ υιός Δαβίδ μη φοβηθής παραλαβείν Μαριάμ την γυναίκά σου το γαρ εν αυτή γεννηθέν εκ πνεύματός εστιν αγίου
Matthew 3:11
- KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
- GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί
Matthew 3:16
- KJV: And Jesus when he was baptized went up straightway out of the water and lo the heavens were opened unto him and he saw the Spirit of God descending like a dove and lighting upon him
- GK: και βαπτισθείς ο Ιησούς ανέβη ευθύς από του ύδατος και ιδού ανεώχθησαν αυτώ οι ουρανοί και είδε το πνεύμα του θεού καταβαίνον ωσεί περιστεράν και ερχόμενον επ΄ αυτόν
Matthew 4:1
- KJV: Then was Jesus led up of the Spirit into the wilderness to be tempted of the devil
- GK: τότε ο Ιησούς ανήχθη εις την έρημον υπό του πνεύματος πειρασθήναι υπό του διαβόλου
Matthew 5:3
- KJV: Blessed the poor in spirit for theirs is the kingdom of heaven
- GK: μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών
Matthew 8:16
- KJV: When the even was come they brought unto him many that were possessed with devils and he cast out the spirits with word and healed all that were sick
- GK: οψίας δε γενομένης προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λόγω και πάντας του κακώς έχοντας εθεράπευσεν
Matthew 10:1
- KJV: And when he had called unto his twelve disciples he gave them power unclean spirits to cast them out and to heal all manner of sickness and all manner of disease
- GK: και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 10:20
- KJV: For it is not ye that speak but the Spirit of your Father which speaketh in you
- GK: ου γαρ υμείς εστέ οι λαλούντες αλλά το πνεύμα του πατρός υμών το λαλούν εν υμίν
πνευματικός (spiritual)
[edit]Romans 1:11
- KJV: For I long to see you that I may impart unto you some spiritual gift to the end ye may be established
- GK: επιποθώ γαρ ιδείν υμάς ίνα τι μεταδώ χάρισμα υμίν πνευματικόν εις το στηριχθήναι υμάς
Romans 7:14
- KJV: For we know that the law is spiritual but I am carnal sold under sin
- GK: οίδαμεν γαρ ότι ο νόμος πνευματικός εστιν εγώ δε σαρκικός ειμι πεπραμένος υπό την αμαρτίαν
Romans 15:27
- KJV: It hath pleased them verily and their debtors they are For if the Gentiles have been made partakers of their spiritual things their duty is also to minister unto them in carnal things
- GK: ευδόκησαν γαρ και οφειλέται αυτών εισιν ει γαρ τοις πνευματικοίς αυτών εκοινώνησαν τα έθνη οφείλουσιν και εν τοις σαρκικοίς λειτουργήσαι αυτοίς
1 Corinthians 2:13
- KJV: Which things also we speak not in the words which man’s wisdom teacheth but which the Holy Ghost teacheth comparing spiritual things with spiritual
- GK: α και λαλούμεν ουκ εν διδακτοίς ανθρωπίνης σοφίας λόγοις αλλ΄ εν διδακτοίς πνεύματος αγίου πνευματικοίς πνευματικά συγκρίνοντες
1 Corinthians 2:15
- KJV: But he that is spiritual judgeth all things yet he himself is judged of no man
- GK: ο δε πνευματικός ανακρίνει μεν πάντα αυτός δε υπ΄ ουδενός ανακρίνεται
1 Corinthians 3:1
- KJV: And I brethren could not speak unto you as unto spiritual but as carnal as unto babes in Christ
- GK: και εγώ αδελφοί ουκ ηδυνήθην λαλήσαι υμίν ως πνευματικοίς αλλ΄ ως σαρκικοίς ως νηπίοις εν χριστώ
1 Corinthians 9:11
- KJV: If we have sown unto you spiritual things a great thing if we shall reap your carnal things
- GK: ει ημείς υμίν τα πνευματικά εσπείραμεν μέγα ει ημείς υμών τα σαρκικά θερίσομεν
1 Corinthians 10:3
- KJV: And did all eat the same spiritual meat
- GK: και πάντες το αυτό βρώμα πνευματικόν έφαγον
1 Corinthians 10:4
- KJV: And did all drink the same spiritual drink for they drank of that spiritual Rock that followed them and that Rock was Christ
- GK: και πάντες το αυτό πόμα πνευματικόν έπιον έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας η δε πέτρα ην ο χριστός
πνευματικῶσ (spiritually)
[edit]1 Corinthians 2:14
- KJV: But the natural man receiveth not the things of the Spirit of God for they are foolishness unto him neither can he know because they are spiritually discerned
- GK: ψυχικός δε άνθρωπος ου δέχεται τα του πνεύματος του θεού μωρία γαρ αυτώ εστι και ου δύναται γνώναι ότι πνευματικώς ανακρίνεται
Revelation 11:8
- KJV: And their dead bodies in the street of the great city which spiritually is called Sodom and Egypt where also our Lord was crucified
- GK: και τα πτώματα αυτών επί της πλατείας της πόλεως της μεγάλης ήτις καλείται πνευματικώς Σόδομα και Αίγυπτος όπου και ο κύριος αυτών εσταυρώθη
πνέω (blow)
[edit]Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Matthew 7:27
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη
Luke 12:55
- KJV: And when the south wind blow ye say There will be heat and it cometh to pass
- GK: και όταν νότον πνέοντα λέγετε ότι καύσων έσται και γίνεται
John 3:8
- KJV: The wind bloweth where it listeth and thou hearest the sound thereof but canst not tell whence it cometh and whither it goeth so is every one that is born of the Spirit
- GK: το πνεύμα όπου θέλει πνεί και την φωνήν αυτού ακούεις αλλ΄ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει ούτως εστί πας ο γεγεννημένος εκ του πνεύματος
John 6:18
- KJV: And the sea arose of a great wind that blew
- GK: η τε θάλασσα ανέμου μεγάλου πνέοντος διηγείρετο
Acts 27:40
- KJV: And when they had taken up the anchors they committed unto the sea and loosed the rudder bands and hoised up the mainsail to the wind and made toward shore
- GK: και τας αγκύρας περιελόντες είων εις την θάλασσαν άμα ανέντες τας ζευκτηρίας των πηδαλίων και επάραντες τον αρτεμώνα τη πνεούση κατείχον εις τον αιγιαλόν
Revelation 7:1
- KJV: And after these things I saw four angels standing on the four corners of the earth holding the four winds of the earth that the wind not blow on the earth nor on the sea nor on any tree
- GK: και μετά τούτο είδον τέσσαρας αγγέλους εστώτας επί τας τεσσάρας γωνίας της γης κρατούντας τους τέσσαρας ανέμους της γης ίνα μη πνέη άνεμος επί της γης μήτε επί της θαλάσσης μήτε επί παν δένδρον
πνίγω (choke)
[edit]Matthew 18:28
- KJV: But the same servant went out and found one of his fellowservants which owed him an hundred pence and he laid hands on him and took him by the throat saying Pay me that thou owest
- GK: εξελθών δε ο δούλος εκείνος εύρεν ένα των συνδούλων αυτού ος ωφείλεν αυτώ εκατόν δηνάρια και κρατήσας αυτόν έπνιγε λέγων απόδος μοι ει οφείλεις
Mark 5:13
- KJV: And forthwith Jesus gave them leave And the unclean spirits went out and entered into the swine and the herd ran violently down a steep place into the sea they were about two thousand and were choked in the sea
- GK: και επέτρεψεν αυτοίς ευθέως ο Ιησούς και εξελθόντα τα πνεύματα τα ακάθαρτα εισήλθον εις τους χοίρους και ώρμησεν η αγέλη κατά του κρημνού εις την θάλασσαν ήσαν δε ως δισχίλιοι και επνίγοντο εν τη θαλάσση
πνικτός (strangled)
[edit]Acts 15:20
- KJV: But that we write unto them that they abstain from pollutions of idols and fornication and things strangled and blood
- GK: αλλά επιστείλαι αυτοίς του απέχεσθαι από των αλισγημάτων των ειδώλων και της πορνείας και του πνικτού και του αίματος
Acts 15:29
- KJV: That ye abstain from meats offered to idols and from blood and from things strangled and from fornication from which if ye keep yourselves ye shall do well Fare ye well
- GK: απέχεσθαι ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας εξ ων διατηρούντες εαυτούς ευ πράξετε έρρωσθε
Acts 21:25
- KJV: As touching the Gentiles which believe we have written concluded that they observe no such thing save only that they keep themselves from to idols and from blood and from strangled and from fornication
- GK: περί δε των πεπιστευκότων εθνών ημείς επεστείλαμεν κρίναντες μηδέν τοιούτον τηρείν αυτούς ει φυλάσσεσθαι αυτούς το τε ειδωλόθυτον και το αίμα και πνικτόν και πορνείαν
πνοή (breath)
[edit]Acts 2:2
- KJV: And suddenly there came a sound from heaven as of a rushing mighty wind and it filled all the house where they were sitting
- GK: και εγένετο άφνω εκ του ουρανού ήχος ώσπερ φερομένης πνοής βιαίας και επλήρωσεν όλον τον οίκον ου ήσαν καθήμενοι
Acts 17:25
- KJV: Neither is worshipped with men’s hands as though he needed any thing seeing he giveth to all life and breath and all things
- GK: ουδέ υπό χειρών ανθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος αυτός διδούς πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα
ποδήρης (garment down to the foot)
[edit]Revelation 1:13
- KJV: And in the midst of the seven candlesticks like unto the Son of man clothed with a garment down to the foot and girt about the paps with a golden girdle
- GK: και εν μέσω των επτά λυχνιών όμοιον υιώ ανθρώπου ενδεδυμένον ποδήρη και περιεζωσμένον προς τοις μαστοίς ζώνην χρυσήν
πόθεν (whence)
[edit]Matthew 13:27
- KJV: So the servants of the householder came and said unto him Sir didst not thou sow good seed in thy field from whence then hath it tares
- GK: προσελθόντες δε οι δούλοι του οικοδεσπότου είπον αυτώ κύριε ουχί καλόν σπέρμα έσπειρας εν τω σω αγρώ πόθεν ουν έχει τα ζιζάνια
Matthew 13:54
- KJV: And when he was come into his own country he taught them in their synagogue insomuch that they were astonished and said Whence hath this this wisdom and mighty works
- GK: και ελθών εις την πατρίδα αυτού εδίδασκεν αυτούς εν τη συναγωγή αυτών ώστε εκπλήττεσθαι αυτούς και λέγειν πόθεν τούτω η σοφία αύτη και αι δυνάμεις
Matthew 13:56
- KJV: And his sisters are they not all with us Whence then hath this all these things
- GK: και αι αδελφαί αυτού ουχί πάσαι προς ημάς εισί πόθεν ουν τούτω ταύτα πάντα
Matthew 15:33
- KJV: And his disciples say unto him Whence should we have so much bread in the wilderness as to fill so great a multitude
- GK: και λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού πόθεν ημίν εν ερημία άρτοι τοσούτοι ώστε χορτάσαι όχλον τοσούτον
Matthew 21:25
- KJV: The baptism of John whence was it from heaven or of men And they reasoned with themselves saying If we shall say From heaven he will say unto us Why did ye not then believe him
- GK: το βάπτισμα Ιωάννου πόθεν ην εξ ουρανού η εξ ανθρώπων οι δε διελογίζοντο παρ΄ εαυτοίς λέγοντες εάν είπωμεν εξ ουρανού ερεί ημίν διάτι ουν ουκ επιστεύσατε αυτώ
Mark 6:2
- KJV: And when the sabbath day was come he began to teach in the synagogue and many hearing were astonished saying From whence hath this these things and what wisdom this which is given unto him that even such mighty works are wrought by his hands
- GK: και γενομένου σαββάτου ήρξατο εν τη συναγωγή διδάσκειν και πολλοί ακούοντες εξεπλήσσοντο λέγοντες πόθεν τούτω ταύτα και τις η σοφία η δοθείσα αυτώ ότι και δυνάμεις τοιαύται διά των χειρών αυτού γίνονται
Mark 8:4
- KJV: And his disciples answered him From whence can a man satisfy these with bread here in the wilderness
- GK: και απεκρίθησαν αυτώ οι μαθηταί αυτού πόθεν τούτους δυνήσεταί τις ώδε χορτάσαι άρτων επ΄ ερημίας
Mark 12:37
- KJV: David therefore himself calleth him Lord and whence is he his son And the common people heard him gladly
- GK: αυτός ούν Δαβίδ λέγει αυτόν κύριον και πόθεν υιός αυτού εστι και ο πολύς όχλος ήκουεν αυτού ηδέως
Luke 1:43
- KJV: And whence this to me that the mother of my Lord should come to me
- GK: και πόθεν μοι τούτο ίνα έλθη η μήτηρ του κυρίου προς με
ποιέω (abide)
[edit]Matthew 1:24
- KJV: Then Joseph being raised from sleep did as the angel of the Lord had bidden him and took unto him his wife
- GK: διεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα
Matthew 3:3
- KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
- GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού
Matthew 3:8
- KJV: Bring forth therefore fruits meet for repentance
- GK: ποιήσατε ουν καρπούς αξίους της μετανοίας
Matthew 3:10
- KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees therefore every tree which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
- GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται
Matthew 4:19
- KJV: And he saith unto them Follow me and I will make you fishers of men
- GK: και λέγει αυτοίς δεύτε οπίσω μου και ποιήσω υμάς αλιείς ανθρώπων
Matthew 5:19
- KJV: Whosoever therefore shall break one of these least commandments and shall teach men so shall be called the least in the kingdom of heaven but whosoever shall do and teach the same shall be called great in the kingdom of heaven
- GK: ος εάν ουν λύση μίαν των εντολών τούτων των ελαχίστων και διδάξη ούτως τους ανθρώπους ελάχιστος κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών ος δ΄ αν ποιήση και διδάξη ούτος μέγας κληθήσεται εν τη βασιλεία των ουρανών
Matthew 5:32
- KJV: But I say unto you That whosoever shall put away his wife saving for the cause of fornication causeth her to commit adultery and whosoever shall marry her that is divorced committeth adultery
- GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας ποιεί αυτήν μοιχάσθαι και ος εάν απολελυμένην γαμήση μοιχάται
Matthew 5:36
- KJV: Neither shalt thou swear by thy head because thou canst not make one hair white or black
- GK: μήτε εν τη κεφαλή σου ομόσης ότι ου δύνασαι μίαν τρίχα λευκήν η μέλαιναν ποιήσαι
Matthew 5:44
- KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
- GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς
ποίημα (thing that is made)
[edit]Romans 1:20
- KJV: For the invisible things of him from the creation of the world are clearly seen being understood by the things that are made his eternal power and Godhead so that they are without excuse
- GK: τα γαρ αόρατα αυτού από κτίσεως κόσμου τοις ποιήμασιν νοούμενα καθοράται η τε αϊδιος αυτού δύναμις και θειότης εις το είναι αυτούς αναπολογήτους
Ephesians 2:10
- KJV: For we are his workmanship created in Christ Jesus unto good works which God hath before ordained that we should walk in them
- GK: αυτού γαρ εσμεν ποίημα κτισθέντες εν χριστώ Ιησού επί έργοις αγαθοίς οις προητοίμασεν ο θεός ίνα εν αυτοίς περιπατήσωμεν
ποίησις (deed)
[edit]James 1:25
- KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
- GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται
ποιητής (doer)
[edit]Acts 17:28
- KJV: For in him we live and move and have our being as certain also of your own poets have said For we are also his offspring
- GK: εν αυτώ γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμεν ως και τινες των καθ΄ υμάς ποιητών ειρήκασι του γαρ και γένος εσμέν
Romans 2:13
- KJV: For not the hearers of the law just before God but the doers of the law shall be justified
- GK: ου γαρ οι ακροαταί του νόμου δίκαιοι παρά τω θεώ αλλ΄ οι ποιηταί του νόμου δικαιωθήσονται
James 1:22
- KJV: But be ye doers of the word and not hearers only deceiving your own selves
- GK: γίνεσθε δε ποιηταί λόγου και μη μόνον ακροαταί παραλογιζόμενοι εαυτούς
James 1:23
- KJV: For if any be a hearer of the word and not a doer he is like unto a man beholding his natural face in a glass
- GK: ότι ει ακροατής λόγου εστί και ου ποιητής ούτος έοικεν ανδρί κατανοούντι το πρόσωπον της γενέσεως αυτού εν εσόπτρω
James 1:25
- KJV: But whoso looketh into the perfect law of liberty and continueth he being not a forgetful hearer but a doer of the work this man shall be blessed in his deed
- GK: ο δε παρακύψας εις νόμον τέλειον τον της ελευθερίας και παραμείνας ούτος ουκ ακροατής επιλησμονής γενόμενος αλλά ποιητής έργου ούτος μακάριος εν τη ποιήσει αυτού έσται
James 4:11
- KJV: Speak not evil one of another brethren He that speaketh evil of brother and judgeth his brother speaketh evil of the law and judgeth the law but if thou judge the law thou art not a doer of the law but a judge
- GK: μη καταλαλείτε αλλήλων αδελφοί ο καταλαλών αδελφού και κρίνων τον αδελφόν αυτού καταλαλεί νόμου και κρίνει νόμον ει δε νόμον κρίνεις ουκ ει ποιητής νόμου αλλά κριτής
ποικίλος (divers)
[edit]Matthew 4:24
- KJV: And his fame went throughout all Syria and they brought unto him all sick people that were taken with divers diseases and torments and those which were possessed with devils and those which were lunatick and those that had the palsy and he healed them
- GK: και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς
Mark 1:34
- KJV: And he healed many that were sick of divers diseases and cast out many devils and suffered not the devils to speak because they knew him
- GK: και εθεράπευσε πολλούς κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και δαιμόνια πολλά εξέβαλε και ουκ ήφιε λαλείν τα δαιμόνια ότι ήδεισαν αυτόν
Luke 4:40
- KJV: Now when the sun was setting all they that had any sick with divers diseases brought them unto him and he laid his hands every one of them and healed them
- GK: δύνοντος δε του ηλίου πάντες όσοι είχον ασθενούντας νόσοις ποικίλαις ήγαγον αυτούς προς αυτόν ο δε ενί εκάστω αυτών τας χείρας επιθείς εθεράπευσεν αυτούς
2 Timothy 3:6
- KJV: For of this sort are they which creep into houses and lead captive silly women laden with sins led away with divers lusts
- GK: εκ τουτων γαρ εισιν οι ενδύνοντες εις τας οικίας και αιχμαλωτεύοντες τα γυναικάρια σεσωρευμένα αμαρτίαις αγόμενα επιθυμίαις ποικίλαις
Titus 3:3
- KJV: For we ourselves also were sometimes foolish disobedient deceived serving divers lusts and pleasures living in malice and envy hateful hating one another
- GK: ήμεν γαρ ποτε και ημείς ανόητοι απειθείς πλανώμενοι δουλεύοντες επιθυμίαις και ηδοναίς ποικίλαις εν κακία και φθόνω διάγοντες στυγητοί μισούντες αλλήλους
Hebrews 2:4
- KJV: God also bearing witness both with signs and wonders and with divers miracles and gifts of the Holy Ghost according to his own will
- GK: συνεπιμαρτυρούντος του θεού σημείοις τε και τέρασι και ποικίλαις δυνάμεσι και πνεύματος αγίου μερισμοίς κατά την αυτού θέλησιν
Hebrews 13:9
- KJV: Be not carried about with divers and strange doctrines For a good thing that the heart be established with grace not with meats which have not profited them that have been occupied therein
- GK: διδαχαίς ποικίλαις και ξέναις μη περιφέρεσθε καλόν γαρ χάριτι βεβαιούσθαι την καρδίαν ου βρώμασιν εν οις ουκ ωφελήθησαν οι περιπατήσαντες
James 1:2
- KJV: My brethren count it all joy when ye fall into divers temptations
- GK: πάσαν χαράν ηγήσασθε αδελφοί μου όταν πειρασμοίς περιπέσητε ποικίλοις
1 Peter 1:6
- KJV: Wherein ye greatly rejoice now for a season if need be ye are in heaviness through manifold temptations
- GK: εν ω αγαλλιάσθε ολίγον άρτι ει δέον εστί λυπηθέντες εν ποικίλοις πειρασμοίς
ποιμαίνω (feed (cattle))
[edit]Matthew 2:6
- KJV: And thou Bethlehem the land of Juda art not the least among the princes of Juda for out of thee shall come a Governor that shall rule my people Israel
- GK: και συ Βηθλεέμ γη Ιούδα ουδαμώς ελαχίστη ει εν τοις ηγεμόσιν Ιούδα εκ σου γαρ εξελεύσεται ηγούμενος όστις ποιμανεί τον λαόν μου τον Ισραήλ
Luke 17:7
- KJV: But which of you having a servant plowing or feeding cattle will say unto him by and by when he is come from the field Go and sit down to meat
- GK: τις δε εξ υμών δούλον έχων αροτριώντα η ποιμαίνοντα ος εισελθόντι εκ του αγρού ερεί ευθέως παρελθών ανάπεσε
John 21:16
- KJV: He saith to him again the second time Simon of Jonas lovest thou me He saith unto him Yea Lord thou knowest that I love thee He saith unto him Feed my sheep
- GK: λέγει αυτώ πάλιν δεύτερον Σίμων Ιωνά αγαπάς με λέγει αυτώ ναι κύριε συ οίδας ότι φιλώ σε λέγει αυτώ ποίμαινε τα πρόβατά μου
Acts 20:28
- KJV: Take heed therefore unto yourselves and to all the flock over the which the Holy Ghost hath made you overseers to feed the church of God which he hath purchased with his own blood
- GK: προσέχετε ούν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την εκκλησίαν του θεού ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος
1 Corinthians 9:7
- KJV: Who goeth a warfare any time at his own charges who planteth a vineyard and eateth not of the fruit thereof or who feedeth a flock and eateth not of the milk of the flock
- GK: τις στρατεύεται ιδίοις οψωνίοις ποτέ τις φυτεύει αμπελώνα και εκ του καρπού αυτού ουκ εσθίει η τις ποιμαίνει ποίμνην και εκ του γάλακτος της ποίμνης ουκ εσθίει
1 Peter 5:2
- KJV: Feed the flock of God which is among you taking the oversight not by constraint but willingly not for filthy lucre but of a ready mind
- GK: ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του θεού επισκοπούντες μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως
Jude 1:12
- KJV: These are spots in your feasts of charity when they feast with you feeding themselves without fear clouds without water carried about of winds trees whose fruit withereth without fruit twice dead plucked up by the roots
- GK: ούτοί εισιν εν ταις αγάπαις υμών σπιλάδες συνευωχούμενοι υμίν αφόβως εαυτούς ποιμαίνοντες νεφέλαι άνυδροι υπό ανέμων παραφερόμεναι δένδρα φθινοπώρινα άκαρπα δις αποθανόντα εκριζωθέντα
Revelation 2:27
- KJV: And he shall rule them with a rod of iron as the vessels of a potter shall they be broken to shivers even as I received of my Father
- GK: και ποιμανεί αυτούς εν ράβδω σιδηρά ως τα σκεύη τα κεραμικά συντριβήσεται ως καγώ είληφα παρά του πατρός μου
Revelation 7:17
- KJV: For the Lamb which is in the midst of the throne shall feed them and shall lead them unto living fountains of waters and God shall wipe away all tears from their eyes
- GK: ότι το αρνίον το αναμέσον του θρόνου ποιμαινεί αυτούς και οδηγήσει αυτούς επί ζωης πηγάς υδάτων και εξαλείψει ο θεός παν δάκρυον εκ των οφθαλμών αυτών
ποιμήν (shepherd)
[edit]Matthew 9:36
- KJV: But when he saw the multitudes he was moved with compassion on them because they fainted and were scattered abroad as sheep having no shepherd
- GK: ιδών δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμμένοι ωσεί πρόβατα μη έχοντα ποιμένα
Matthew 25:32
- KJV: And before him shall be gathered all nations and he shall separate them one from another as a shepherd divideth sheep from the goats
- GK: και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη και αφοριεί αυτούς απ΄ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων
Matthew 26:31
- KJV: Then saith Jesus unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep of the flock shall be scattered abroad
- GK: τότε λέγει αυτός ο Ιησούς πάντες υμείς σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη γέγραπται γαρ πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα της ποίμνης
Mark 6:34
- KJV: And Jesus when he came out saw much people and moved with compassion toward them because they were as sheep not having a shepherd and he began to teach them many things
- GK: και εξελθών είδεν ο Ιησούς πολύν όχλον και εσπλαγχνίσθη επ΄ αυτοίς ότι ήσαν ως πρόβατα μη έχοντα ποιμένα και ήρξατο διδάσκειν αυτούς πολλά
Mark 14:27
- KJV: And Jesus saith unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep shall be scattered
- GK: και λέγει αυτοίς ο Ιησούς ότι πάντες σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη ότι γέγραπται πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα
Luke 2:8
- KJV: And there were in the same country shepherds abiding in the field keeping watch over their flock by night
- GK: και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή αγραυλούντες και φυλάσσοντες φυλακάς της νυκτός επί την ποίμνην αυτών
Luke 2:15
- KJV: And it came to pass as the angels were gone away from them into heaven the shepherds said one to another Let us now go even unto Bethlehem and see this thing which is come to pass which the Lord hath made known unto us
- GK: και εγένετο ως απήλθον απ΄ αυτών εις τον ουρανόν οι άγγελοι και οι άνθρωποι οι ποιμένες είπον προς αλλήλους διέλθωμεν δη έως Βηθλεέμ και ίδωμεν το ρήμα τούτο το γεγονός ο ο κύριος εγνώρισεν ημίν
Luke 2:18
- KJV: And all they that heard wondered at those things which were told them by the shepherds
- GK: και πάντες οι ακούσαντες εθαύμασαν περί των λαληθέντων υπό των ποιμένων προς αυτούς
Luke 2:20
- KJV: And the shepherds returned glorifying and praising God for all the things that they had heard and seen as it was told unto them
- GK: και επέστρεψαν οι ποιμένες δοξάζοντες και αινούντες τον θεόν επί πάσιν οις ήκουσαν και είδον καθώς ελαλήθη προς αυτούς
ποίμνη (flock)
[edit]Matthew 26:31
- KJV: Then saith Jesus unto them All ye shall be offended because of me this night for it is written I will smite the shepherd and the sheep of the flock shall be scattered abroad
- GK: τότε λέγει αυτός ο Ιησούς πάντες υμείς σκανδαλισθήσεσθε εν εμοί εν τη νυκτί ταύτη γέγραπται γαρ πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσεται τα πρόβατα της ποίμνης
Luke 2:8
- KJV: And there were in the same country shepherds abiding in the field keeping watch over their flock by night
- GK: και ποιμένες ήσαν εν τη χώρα τη αυτή αγραυλούντες και φυλάσσοντες φυλακάς της νυκτός επί την ποίμνην αυτών
John 10:16
- KJV: And other sheep I have which are not of this fold them also I must bring and they shall hear my voice and there shall be one fold one shepherd
- GK: και αλλά πρόβατα έχω α ουκ έστιν εκ της αυλής ταύτης κακείνά με δει αγαγείν και της φωνής μου ακούσουσι και γενήσεται μία ποίμνη εις ποιμήν
1 Corinthians 9:7
- KJV: Who goeth a warfare any time at his own charges who planteth a vineyard and eateth not of the fruit thereof or who feedeth a flock and eateth not of the milk of the flock
- GK: τις στρατεύεται ιδίοις οψωνίοις ποτέ τις φυτεύει αμπελώνα και εκ του καρπού αυτού ουκ εσθίει η τις ποιμαίνει ποίμνην και εκ του γάλακτος της ποίμνης ουκ εσθίει
ποίμνιον (flock)
[edit]Luke 12:32
- KJV: Fear not little flock for it is your Father’s good pleasure to give you the kingdom
- GK: μη φοβού το μικρόν ποίμνιον ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν
Acts 20:28
- KJV: Take heed therefore unto yourselves and to all the flock over the which the Holy Ghost hath made you overseers to feed the church of God which he hath purchased with his own blood
- GK: προσέχετε ούν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω εν ω υμάς το πνεύμα το άγιον έθετο επισκόπους ποιμαίνειν την εκκλησίαν του θεού ην περιεποιήσατο διά του ιδίου αίματος
Acts 20:29
- KJV: For I know this that after my departing shall grievous wolves enter in among you not sparing the flock
- GK: εγώ γαρ οίδα τούτο ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου
1 Peter 5:2
- KJV: Feed the flock of God which is among you taking the oversight not by constraint but willingly not for filthy lucre but of a ready mind
- GK: ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του θεού επισκοπούντες μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως
1 Peter 5:3
- KJV: Neither as being lords over heritage but being ensamples to the flock
- GK: μηδέ ως κατακυριεύοντες των κλήρων αλλά τύποι γινόμενοι του ποιμνίου
ποῖος (what (manner of))
[edit]Matthew 19:18
- KJV: He saith unto him Which Jesus said Thou shalt do no murder Thou shalt not commit adultery Thou shalt not steal Thou shalt not bear false witness
- GK: λέγει αυτώ ποίας ο δε Ιησούς είπε το ου φονεύσεις ου μοιχεύσεις ου κλέψεις ου ψευδομαρτυρήσεις
Matthew 21:23
- KJV: And when he was come into the temple the chief priests and the elders of the people came unto him as he was teaching and said By what authority doest thou these things and who gave thee this authority
- GK: και ελθόντι αυτώ εις το ιερόν προσήλθον αυτώ διδάσκοντι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού λέγοντες εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς και τις σοι έδωκεν την εξουσίαν ταύτην
Matthew 21:24
- KJV: And Jesus answered and said unto them I also will ask you one thing which if ye tell me I in like wise will tell you by what authority I do these things
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν αυτοίς ερωτήσω υμάς καγώ λόγον ένα ον εάν είπητέ μοι καγώ υμίν ερώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ
Matthew 21:27
- KJV: And they answered Jesus and said We cannot tell And he said unto them Neither tell I you by what authority I do these things
- GK: και αποκριθέντες τω Ιησού είπον ουκ οίδαμεν έφη αυτοίς και αυτός ουδέ εγώ λέγω υμίν εν ποία εξουσία ταύτα ποιώ
Matthew 22:36
- KJV: Master which the great commandment in the law
- GK: διδάσκαλε ποία εντολή μεγάλη εν τω νόμω
Matthew 24:42
- KJV: Watch therefore for not what hour your Lord doth come
- GK: γρηγορείτε ουν ότι ουκ οίδατε ποία ώρα ο κύριος έρχεται
Matthew 24:43
- KJV: But know this that if the goodman of the house had known in what watch the thief would come he would have watched and would not have suffered his house to be broken up
- GK: εκείνο δε γινώσκετε ότι ει ήδει ο οικοδεσπότης ποία φυλακή ο κλέπτης έρχεται εγρηγόρησεν αν και ουκ αν είασε διορυγήναι την οικίαν αυτού
Mark 4:30
- KJV: And he said Whereunto shall we liken the kingdom of God or with what comparison shall we compare it
- GK: και έλεγε τίνι ομοιώσωμεν την βασιλείαν του θεού η εν ποία παραβολή παραβάλωμεν αυτήν
Mark 11:28
- KJV: And say unto him By what authority doest thou these things and who gave thee this authority to do these things
- GK: και λέγουσιν αυτώ εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς και τις σοι την εξουσίαν ταύτην έδωκεν ίνα ταύτα ποιής
πολεμέω (fight)
[edit]James 4:2
- KJV: Ye lust and have not ye kill and desire to have and cannot obtain ye fight and war yet ye have not because ye ask not
- GK: επιθυμείτε και ουκ έχετε φονεύετε και ζηλούτε και ου δύνασθε επιτυχείν μάχεσθε και πολεμείτε ουκ έχετε διά το μη αιτείσθαι υμάς
Revelation 2:16
- KJV: Repent or else I will come unto thee quickly and will fight against them with the sword of my mouth
- GK: μετανόησον ει έρχομαί σοι ταχύ και πολεμήσω μετ΄ αυτών εν τη ρομφαία του στόματός μου
Revelation 12:7
- KJV: And there was war in heaven Michael and his angels fought against the dragon and the dragon fought and his angels
- GK: και εγένετο πόλεμος εν τω ουρανώ ο Μιχαήλ και οι άγγελοι αυτού του πολεμησαι μετά του δράκοντος και ο δράκων επολέμησε και οι άγγελοι αυτού
Revelation 13:4
- KJV: And they worshipped the dragon which gave power unto the beast and they worshipped the beast saying Who like unto the beast who is able to make war with him
- GK: και προσεκύνησαν τω δράκοντι τω δεδωκότι την εξουσίαν τω θηρίω και προσεκύνησαν τω θηρίω λέγοντες τις όμοιος τω θηρίω και τις δυνατός πολεμήσαι μετ΄ αυτού
Revelation 17:14
- KJV: These shall make war with the Lamb and the Lamb shall overcome them for he is Lord of lords and King of kings and they that are with him called and chosen and faithful
- GK: ούτοι μετά του αρνίου πολεμήσουσι και το αρνίον νικήσει αυτούς ότι κύριος κυρίων εστί και βασιλεύς βασιλέων και οι μετ΄ αυτού κλητοί και εκλεκτοί και πιστοί
Revelation 19:11
- KJV: And I saw heaven opened and behold a white horse and that sat upon him called Faithful and True and in righteousness he doth judge and make war
- GK: και είδον τον ουρανόν ανεωγμένον και ιδού ίππος λευκός και ο καθήμενος επ΄ αυτόν καλούμενος πιστός και αληθινός και εν δικαιοσύνη κρίνει και πολεμεί
πόλεμος (battle)
[edit]Matthew 24:6
- KJV: And ye shall hear of wars and rumours of wars see that ye be not troubled for all must come to pass but the end is not yet
- GK: μελλήσετε δε ακούειν πολέμους και ακοάς πολέμων οράτε μη θροείσθε δει γαρ πάντα γενέσθαι αλλ΄ ούπω εστί το τέλος
Mark 13:7
- KJV: And when ye shall hear of wars and rumours of wars be ye not troubled for must needs be but the end yet
- GK: όταν δε ακούσητε πολέμους και ακοάς πολέμων μη θροείσθε δει γαρ γενέσθαι αλλ΄ ούπω το τέλος
Luke 14:31
- KJV: Or what king going to make war against another king sitteth not down first and consulteth whether he be able with ten thousand to meet him that cometh against him with twenty thousand
- GK: η τις βασιλεύς πορευόμενος συμβαλείν ετέρω βασιλεί εις πόλεμον ουχί καθίσας πρώτον βουλεύεται ει δυνατός εστιν εν δέκα χιλιάσιν απαντήσαι τω μετά είκοσι χιλιάδων ερχομένω επ΄ αυτόν
Luke 21:9
- KJV: But when ye shall hear of wars and commotions be not terrified for these things must first come to pass but the end not by and by
- GK: όταν δε ακούσητε πολέμους και ακαταστασίας μη πτοηθήτε δει γαρ ταύτα γενέσθαι πρώτον αλλ΄ ουκ ευθέως το τέλος
1 Corinthians 14:8
- KJV: For if the trumpet give an uncertain sound who shall prepare himself to the battle
- GK: και γαρ εάν άδηλον φωνήν σάλπιγξ δω τις παρασκευάσεται εις πόλεμον
Hebrews 11:34
- KJV: Quenched the violence of fire escaped the edge of the sword out of weakness were made strong waxed valiant in fight turned to flight the armies of the aliens
- GK: έσβεσαν δύναμιν πυρός έφυγον στόματα μαχαίρας ενεδυναμώθησαν από ασθενείας εγενήθησαν ισχυροί εν πολέμω παρεμβολάς έκλιναν αλλοτρίων
James 4:1
- KJV: From whence wars and fightings among you not hence of your lusts that war in your members
- GK: πόθεν πόλεμοι και μάχαι εν υμίν ουκ εντεύθεν εκ των ηδονών υμών των στρατευομένων εν τοις μέλεσιν υμών
Revelation 9:7
- KJV: And the shapes of the locusts like unto horses prepared unto battle and on their heads as it were crowns like gold and their faces as the faces of men
- GK: και τα ομοιώματα των ακρίδων όμοια ίπποις ητοιμασμένοις εις πόλεμον και επί τας κεφαλάς αυτών ως στέφανοι χρυσοί και τα πρόσωπα αυτών ως πρόσωπα ανθρώπων
Revelation 9:9
- KJV: And they had breastplates as it were breastplates of iron and the sound of their wings as the sound of chariots of many horses running to battle
- GK: και είχον θώρακας ως θώρακας σιδηρούς και η φωνή των πτερύγων αυτών ως φωνή αρμάτων ίππων πολλών τρεχόντων εις πόλεμον
πόλις (city)
[edit]Matthew 2:23
- KJV: And he came and dwelt in a city called Nazareth that it might be fulfilled which was spoken by the prophets He shall be called a Nazarene
- GK: και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέθ όπως πληρωθή το ρηθέν διά των προφητών ότι Ναζωραίος κληθήσεται
Matthew 4:5
- KJV: Then the devil taketh him up into the holy city and setteth him on a pinnacle of the temple
- GK: τότε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις την αγίαν πόλιν και ίστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού
Matthew 5:14
- KJV: Ye are the light of the world A city that is set on an hill cannot be hid
- GK: υμείς εστέ το φως του κόσμου ου δύναται πόλις κρυβήναι επάνω όρους κειμένη
Matthew 5:35
- KJV: Nor by the earth for it is his footstool neither by Jerusalem for it is the city of the great King
- GK: μήτε εν τη γη ότι υποπόδιόν εστι των ποδών αυτού μήτε εις Ιεροσόλυμα ότι πόλις εστί του μεγάλου βασιλέως
Matthew 8:33
- KJV: And they that kept them fled and went their ways into the city and told every thing and what was befallen to the possessed of the devils
- GK: οι δε βόσκοντες έφυγον και απελθόντες εις την πόλιν απήγγειλαν πάντα και τα των δαιμονίζομενων
Matthew 8:34
- KJV: And behold the whole city came out to meet Jesus and when they saw him they besought that he would depart out of their coasts
- GK: και ιδού πάσα η πόλις εξήλθεν εις συνάντησιν τω Ιησού και ιδόντες αυτόν παρεκάλεσαν όπως μεταβή από των ορίων αυτών
Matthew 9:1
- KJV: And he entered into a ship and passed over and came into his own city
- GK: και εμβάς εις το πλοίον διεπέρασε και ήλθεν εις την ιδίαν πόλιν
Matthew 9:35
- KJV: And Jesus went about all the cities and villages teaching in their synagogues and preaching the gospel of the kingdom and healing every sickness and every disease among the people
- GK: και περιήγεν ο Ισηούς τας πόλεις πάσας και τας κώμας διδάσκων εν ταις συναγωγαίς αυτών και κηρύσσων το ευαγγέλιον της βασιλείας και θεραπεύων πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 10:5
- KJV: These twelve Jesus sent forth and commanded them saying Go not into the way of the Gentiles and into city of the Samaritans enter ye not
- GK: τούτους τους δώδεκα απέστειλεν ο Ιησούς παραγγείλας αυτοίς λέγων εις οδόν εθνών μη απέλθητε και εις πόλιν Σαμαρειτών μη εισέλθητε
πολιτάρχης (ruler of the city)
[edit]Acts 17:6
- KJV: And when they found them not they drew Jason and certain brethren unto the rulers of the city crying These that have turned the world upside down are come hither also
- GK: μη ευρόντες δε αυτούς έσυρον τον Ιάσονα και τινας αδελφούς επί τους πολιτάρχας βοώντες ότι οι την οικουμένην αναστατώσαντες ούτοι και ενθάδε πάρεισιν
Acts 17:8
- KJV: And they troubled the people and the rulers of the city when they heard these things
- GK: ετάραξαν δε τον όχλον και τους πολιτάρχας ακούοντας ταύτα
πολιτεία (commonwealth)
[edit]Acts 22:28
- KJV: And the chief captain answered With a great sum obtained I this freedom And Paul said But I was born
- GK: απεκρίθη τε ο χιλίαρχος εγώ πολλού κεφαλαίου την πολιτείαν ταύτην εκτησάμην ο δε Παύλος έφη εγώ δε και γεγέννημαι
Ephesians 2:12
- KJV: That at that time ye were without Christ being aliens from the commonwealth of Israel and strangers from the covenants of promise having no hope and without God in the world
- GK: ότι ήτε εν τω καιρώ εκείνω χωρίς χριστού απηλλοτριωμένοι της πολιτείας του Ισραήλ και ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας ελπίδα μη έχοντες και άθεοι εν τω κόσμω
πολίτευμα (conversation)
[edit]Philippians 3:20
- KJV: For our conversation is in heaven from whence also we look for the Saviour the Lord Jesus Christ
- GK: ημών γαρ το πολίτευμα εν ουρανοίς υπάρχει εξ ου και σωτήρα απεκδεχόμεθα κύριον Ιησούν χριστόν
πολιτεύομαι (let conversation be)
[edit]Acts 23:1
- KJV: And Paul earnestly beholding the council said Men brethren I have lived in all good conscience before God until this day
- GK: ατενίσας δε ο Παύλος τω συνεδρίω είπεν άνδρες αδελφοί εγώ πάση συνειδήσει αγαθή πεπολίτευμαι τω θεώ άχρι ταύτης της ημέρας
Philippians 1:27
- KJV: Only let your conversation be as it becometh the gospel of Christ that whether I come and see you or else be absent I may hear of your affairs that ye stand fast in one spirit with one mind striving together for the faith of the gospel
- GK: μόνον αξίως του ευαγγελίου του χριστού πολιτεύεσθε ίνα είτε ελθών και ιδών υμάς είτε απών ακούσω τα περί υμών ότι στήκετε εν ενί πνεύματι μιά ψυχή συναθλούντες τη πίστει του ευαγγελίου
πολίτης (citizen)
[edit]Luke 15:15
- KJV: And he went and joined himself to a citizen of that country and he sent him into his fields to feed swine
- GK: και πορευθείς εκολλήθη ενί των πολιτών της χώρας εκείνης και έπεμψεν αυτόν εις τους αγρούς αυτού βόσκειν χοίρους
Luke 19:14
- KJV: But his citizens hated him and sent a message after him saying We will not have this to reign over us
- GK: οι δε πολίται αυτού εμίσουν αυτόν και απέστειλαν πρεσβείαν οπίσω αυτού λέγοντες ου θέλομεν τούτον βασιλεύσαι εφ΄ ημάς
Acts 21:39
- KJV: But Paul said I am a man a Jew of Tarsus in Cilicia a citizen of no mean city and I beseech thee suffer me to speak unto the people
- GK: είπε δε ο Παύλος εγώ άνθρωπος μεν ειμι Ιουδαίος Ταρσεύς της Κιλικίας ουκ ασήμου πόλεως πολίτης δέομαι δε σου επίτρεψόν μοι λαλήσαι προς τον λαόν
πολλάκις (oft(-en)
[edit]Matthew 17:15
- KJV: Lord have mercy on my son for he is lunatick and sore vexed for ofttimes he falleth into the fire and oft into the water
- GK: κύριε ελέησόν μου τον υιόν ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ
Mark 5:4
- KJV: Because that he had been often bound with fetters and chains and the chains had been plucked asunder by him and the fetters broken in pieces neither could any tame him
- GK: διά το αυτόν πολλάκις πέδαις και αλύσεσι δεδέσθαι και διεσπάσθαι υπ΄ αυτού τας αλύσεις και τας πέδας συντετρίφθαι και ουδείς αυτόν ίσχυε δαμάσαι
Mark 9:22
- KJV: And ofttimes it hath cast him into the fire and into the waters to destroy him but if thou canst do any thing have compassion on us and help us
- GK: και πολλάκις αυτόν και εις πυρ έβαλε και εις ύδατα ίνα απολέση αυτόν αλλ΄ ει δύνασαι βοήθησον ημίν σπλαγχνισθείς εφ΄ ημάς
John 18:2
- KJV: And Judas also which betrayed him knew the place for Jesus ofttimes resorted thither with his disciples
- GK: ήδει δε και Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν τον τόπον ότι πολλάκις συνήχθη ο Ιησούς εκεί μετά των μαθητών αυτού
Acts 26:11
- KJV: And I punished them oft in every synagogue and compelled to blaspheme and being exceedingly mad against them I persecuted even unto strange cities
- GK: και κατά πάσας τας συναγωγάς πολλάκις τιμωρών αυτούς ηνάγκαζον βλασφημείν περισσώς τε εμμαινόμενος αυτοίς εδίωκον έως και εις τας έξω πόλεις
Romans 1:13
- KJV: Now I would not have you ignorant brethren that oftentimes I purposed to come unto you but was let hitherto that I might have some fruit among you also even as among other Gentiles
- GK: ου θέλω δε υμάς αγνοείν αδελφοί ότι πολλάκις προεθέμην ελθείν προς υμάς και εκωλύθην άχρι του δεύρο ίνα τινά καρπόν σχω και εν υμίν καθώς και εν τοις λοιποίς έθνεσιν
2 Corinthians 8:22
- KJV: And we have sent with them our brother whom we have oftentimes proved diligent in many things but now much more diligent upon the great confidence which in you
- GK: συνεπέμψαμεν δε αυτοίς τον αδελφόν ημών ον εδοκιμάσαμεν εν πολλοίς πολλάκις σπουδαίον όντα νυνί δε πολύ σπουδαιότερον πεποιθήσει πολλή τη εις υμάς
2 Corinthians 11:23
- KJV: Are they ministers of Christ I speak as a fool I more in labours more abundant in stripes above measure in prisons more frequent in deaths oft
- GK: διάκονοι χριστού εισι παραφρονών λαλώ υπέρ εγώ εν κόποις περισσοτέρως εν πληγαίς υπερβαλλόντως εν φυλακαίς περισσοτέρως εν θανάτοις πολλάκις
2 Corinthians 11:26
- KJV: journeyings often perils of waters perils of robbers perils by countrymen perils by the heathen perils in the city perils in the wilderness perils in the sea perils among false brethren
- GK: οδοιπορίας πολλάκις κινδύνοις ποταμών κινδύνοις ληστών κινδύνοις εκ γένους κινδύνοις εξ εθνών κινδύνοις εν πόλει κινδύνοις εν ερημία κινδύνοις εν θαλάσση κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις
πολλαπλασίων (manifold more)
[edit]Luke 18:30
- KJV: Who shall not receive manifold more in this present time and in the world to come life everlasting
- GK: ος ου απολάβη πολλαπλασίονα εν τω καιρώ τούτω και εν τω αιώνι τω ερχομένω ζωήν αιώνιον
πολυλογία (much speaking)
[edit]Matthew 6:7
- KJV: But when ye pray use not vain repetitions as the heathen for they think that they shall be heard for their much speaking
- GK: προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται
πολυμερῶσ (at sundry times)
[edit]Hebrews 1:1
- KJV: God, who at sundry times and in divers manners spake in time past unto the fathers by the prophets
- GK: πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις
πολυποίκιλος (manifold)
[edit]Ephesians 3:10
- KJV: To the intent that now unto the principalities and powers in heavenly might be known by the church the manifold wisdom of God
- GK: ίνα γνωρισθή νυν ταις αρχαίς και ταις εξουσίαις εν τοις επουρανίοις διά της εκκλησίας η πολυποίκιλος σοφία του θεού
πολύς (abundant)
[edit]Matthew 2:18
- KJV: In Rama was there a voice heard lamentation and weeping and great mourning Rachel weeping her children and would not be comforted because they are not
- GK: φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνος και κλαυθμός και οδυρμός πολύς Ραχήλ κλαίουσα τα τέκνα αυτής και ουκ ήθελε παρακληθήναι ότι ουκ εισί
Matthew 3:7
- KJV: But when he saw many of the Pharisees and Sadducees come to his baptism he said unto them O generation of vipers who hath warned you to flee from the wrath to come
- GK: ιδών δε πολλούς των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων ερχομένους επί το βάπτισμα αυτού είπεν αυτοίς γεννήματα εχιδνών τις υπέδειξεν υμίν φυγείν από της μελλούσης οργής
Matthew 4:25
- KJV: And there followed him great multitudes of people from Galilee and Decapolis and Jerusalem and Judaea and beyond Jordan
- GK: και ηκολούθησαν αυτώ όχλοι πολλοί από της Γαλιλαίας και Δεκαπόλεως και Ιεροσολύμων και Ιουδαίας και πέραν του Ιορδάνου
Matthew 5:12
- KJV: Rejoice and be exceeding glad for great your reward in heaven for so persecuted they the prophets which were before you
- GK: χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς ούτω γαρ εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών
Matthew 6:30
- KJV: Wherefore if God so clothe the grass of the field which to day is and to morrow is cast into the oven not much more you O ye of little faith
- GK: ει δε τον χόρτον του αγρού σήμερον όντα και αύριον εις κλίβανον βαλλόμενον ο θεός ούτως αμφιέννυσιν ου πολλώ μάλλον υμάς ολιγόπιστοι
Matthew 7:13
- KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
- GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής
Matthew 7:22
- KJV: Many will say to me in that day Lord Lord have we not prophesied in thy name and in thy name have cast out devils and in thy name done many wonderful works
- GK: πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα κύριε κύριε ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν
Matthew 8:1
- KJV: When he was come down from the mountain great multitudes followed him
- GK: καταβάντι δε αυτώ από του όρους ηκολούθησαν αυτώ όχλοι πολλοί
Matthew 8:11
- KJV: And I say unto you That many shall come from the east and west and shall sit down with Abraham and Isaac and Jacob in the kingdom of heaven
- GK: λέγω δε υμίν ότι πολλοί από ανατολών και δυσμών ήξουσι και ανακλιθήσονται μετά Αβραάμ και Ισαάκ και Ιακώβ εν τη βασιλεία των ουρανών
πολύσπλαγχνος (very pitiful)
[edit]James 5:11
- KJV: Behold we count them happy which endure Ye have heard of the patience of Job and have seen the end of the Lord that the Lord is very pitiful and of tender mercy
- GK: ιδού μακαρίζομεν τους υπομένοντας την υπομονήν Ιώβ ηκούσατε και το τέλος κυρίου είδετε ότι πολύσπλαγχνός εστι και οικτίρμων
πολυτελής (costly)
[edit]Mark 14:3
- KJV: And being in Bethany in the house of Simon the leper as he sat at meat there came a woman having an alabaster box of ointment of spikenard very precious and she brake the box and poured on his head
- GK: και όντος αυτού εν Βηθανία εν τη οικία Σίμωνος του λεπρού κατακειμένου αυτού ήλθε γυνή έχουσα αλάβαστρον μύρου νάρδου πιστικής πολυτελούς και συντρίψασα το αλάβαστρον κατέχεεν αυτού κατά της κεφαλής
1 Timothy 2:9
- KJV: In like manner also that women adorn themselves in modest apparel with shamefacedness and sobriety not with broided hair or gold or pearls or costly array
- GK: ωσαύτως και τας γυναίκας εν καταστολή κοσμίω μετά αιδούς και σωφροσύνης κοσμείν εαυτάς μη εν πλέγμασιν η χρυσώ η μαργαρίταις η ιματισμώ πολυτελεί
1 Peter 3:4
- KJV: But the hidden man of the heart in that which is not corruptible of a meek and quiet spirit which is in the sight of God of great price
- GK: αλλ΄ ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πραέος και ησυχίου πνεύματος ο εστιν ενώπιον του θεού πολυτελές
πολύτιμος (very costly)
[edit]Matthew 13:46
- KJV: Who when he had found one pearl of great price went and sold all that he had and bought it
- GK: ος ευρών ένα πολύτιμον μαργαρίτην απελθών πέπρακε πάντα όσα είχε και ηγόρασεν αυτόν
John 12:3
- KJV: Then took Mary a pound of ointment of spikenard very costly and anointed the feet of Jesus and wiped his feet with her hair and the house was filled with the odour of the ointment
- GK: η ούν Μαρία λαβούσα λίτραν μύρου νάρδου πιστικής πολυτίμου ήλειψε τους πόδας του Ιησού και εξέμαξε ταις θριξίν αυτής τους πόδας αυτού η δε οικία επληρώθη εκ της οσμής του μύρου
πολυτρόπωσ (in divers manners)
[edit]Hebrews 1:1
- KJV: God, who at sundry times and in divers manners spake in time past unto the fathers by the prophets
- GK: πολυμερώς και πολυτρόπως πάλαι ο θεός λαλήσας τοις πατράσιν εν τοις προφήταις
πόμα (drink)
[edit]1 Corinthians 10:4
- KJV: And did all drink the same spiritual drink for they drank of that spiritual Rock that followed them and that Rock was Christ
- GK: και πάντες το αυτό πόμα πνευματικόν έπιον έπινον γαρ εκ πνευματικής ακολουθούσης πέτρας η δε πέτρα ην ο χριστός
Hebrews 9:10
- KJV: only in meats and drinks and divers washings and carnal ordinances imposed until the time of reformation
- GK: μόνον επί βρώμασι και πόμασι και διαφόροις βαπτισμοίς και δικαιώμασι σαρκός μέχρι καιρού διορθώσεως επικείμενα
πονηρία (iniquity)
[edit]Matthew 22:18
- KJV: But Jesus perceived their wickedness and said Why tempt ye me hypocrites
- GK: γνους δε ο Ιησούς την πονηρίαν αυτών είπε τι με πειράζετε υποκριταί
Mark 7:22
- KJV: Thefts covetousness wickedness deceit lasciviousness an evil eye blasphemy pride foolishness
- GK: κλοπαί πλεονεξίαι πονηρίαι δόλος ασέλγεια οφθαλμός πονηρός βλασφημία υπερηφανία αφροσύνη
Luke 11:39
- KJV: And the Lord said unto him Now do ye Pharisees make clean the outside of the cup and the platter but your inward part is full of ravening and wickedness
- GK: είπε δε ο κύριος προς αυτόν νυν υμείς οι Φαρισαίοι το έξωθεν του ποτηρίου και του πίνακος καθαρίζετε το δε έσωθεν υμών γέμει αρπαγής και πονηρίας
Acts 3:26
- KJV: Unto you first God having raised up his Son Jesus sent him to bless you in turning away every one of you from his iniquities
- GK: υμίν πρώτον ο θεός αναστήσας τον παίδα αυτού Ιησούν απέστειλεν αυτόν ευλογούντα υμάς εν τω αποστρέφειν έκαστον από των πονηριών υμών
Romans 1:29
- KJV: Being filled with all unrighteousness fornication wickedness covetousness maliciousness full of envy murder debate deceit malignity whisperers
- GK: πεπληρωμένους πάση αδικία πορνεία πονηρία πλεονεξία κακία μεστούς φθόνου φόνου έριδος δόλου κακοηθείας ψιθυριστάς
1 Corinthians 5:8
- KJV: Therefore let us keep the feast not with old leaven neither with the leaven of malice and wickedness but with the unleavened of sincerity and truth
- GK: ώστε εορτάζωμεν μη εν ζύμη παλαιά μηδέ εν ζύμη κακίας και πονηρίας αλλ΄ εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας
Ephesians 6:12
- KJV: For we wrestle not against flesh and blood but against principalities against powers agains the rulers of the darkness of this world against spiritual wickedness in high
- GK: ότι ουκ έστιν ημίν η πάλη προς αίμα και σάρκα αλλά προς τας αρχάς προς τας εξουσίας προς τους κοσμοκράτορας του σκότους του αιώνος τούτου προς τα πνευματικά της πονηρίας εν τοις επουρανίοις
πονηρός (bad)
[edit]Matthew 5:11
- KJV: Blessed are ye when shall revile you and persecute and shall say all manner of evil against you falsely for my sake
- GK: μακάριοί εστέ όταν ονειδίσωσιν υμάς και διώξωσι και είπωσι παν πονηρόν ρήμα καθ΄ υμών ψευδόμενοι ένεκεν εμού
Matthew 5:37
- KJV: But let your communication be Yea yea Nay nay for whatsoever is more than these cometh of evil
- GK: έστω δε ο λόγος υμών ναι ναι ου ου το δε περισσόν τούτων εκ του πονηρού εστιν
Matthew 5:39
- KJV: But I say unto you That ye resist not evil but whosoever shall smite thee on thy right cheek turn to him the other also
- GK: εγώ δε λέγω υμίν μη αντιστήναι τω πονηρώ αλλ΄ όστις σε ραπίσει επί την δεξιάν σου σιαγόνα στρέψον αυτώ και την άλλην
Matthew 5:45
- KJV: That ye may be the children of your Father which is in heaven for he maketh his sun to rise on the evil and on the good and sendeth rain on the just and on the unjust
- GK: όπως γένησθε υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς ότι τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους
Matthew 6:13
- KJV: And lead us not into temptation but deliver us from evil For thine is the kingdom and the power and the glory for ever Amen
- GK: και μη εσενέγκης ημάς εις πειρασμόν αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα εις τους αιώνας αμήν
Matthew 6:23
- KJV: But if thine eye be evil thy whole body shall be full of darkness If therefore the light that is in thee be darkness how great that darkness
- GK: εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η όλον το σώμά σου σκοτεινόν έσται ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί το σκότος πόσον
Matthew 7:11
- KJV: If ye then being evil know how to give good gifts unto your children how much more shall your Father which is in heaven give good things to them that ask him
- GK: ει ουν υμείς πονηροί όντες οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν
Matthew 7:17
- KJV: Even so every good tree bringeth forth good fruit but a corrupt tree bringeth forth evil fruit
- GK: ούτω παν δένδρον αγαθόν καρπούς καλούς ποιεί το δε σαπρόν δένδρον καρπούς πονηρούς ποιεί
Matthew 7:18
- KJV: A good tree cannot bring forth evil fruit neither a corrupt tree bring forth good fruit
- GK: ου δύναται δένδρον αγαθόν καρπούς πονηρούς ποιείν ουδέ δένδρον σαπρόν καρπούς καλούς ποιείν
πονηρότερα (more wicked)
[edit]Matthew 12:45
- KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
- GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά
Luke 11:26
- KJV: Then goeth he and taketh seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first
- GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων
πόνος (pain)
[edit]Revelation 16:10
- KJV: And the fifth angel poured out his vial upon the seat of the beast and his kingdom was full of darkness and they gnawed their tongues for pain
- GK: και ο πέμπτος άγγελος εξέχεε την φιάλην αυτού επί τον θρόνον του θηρίου και εγένετο η βασιλεία αυτού εσκοτωμένη και εμασσώντο τας γλώσσας αυτών εκ του πόνου
Revelation 16:11
- KJV: And blasphemed the God of heaven because of their pains and their sores and repented not of their deeds
- GK: και εβλασφήμησαν τον θεόν του ουρανού εκ των πόνων αυτών και εκ των ελκών αυτών και ου μετενόησαν εκ των έργων αυτών
Revelation 21:4
- KJV: And God shall wipe away all tears from their eyes and there shall be no more death neither sorrow nor crying neither shall there be any more pain for the former things are passed away
- GK: και εξαλείψει παν δάκρυον από των οφθαλμών αυτών και ο θάνατος ουκ έσται έτι ούτε πένθος ούτε κραυγή ούτε πόνος ουκ έσται έτι ότι τα πρώτα απήλθον
Ποντικός (born in Pontus)
[edit]Acts 18:2
- KJV: And found a certain Jew named Aquila born in Pontus lately come from Italy with his wife Priscilla because that Claudius had commanded all Jews to depart from Rome and came unto them
- GK: και ευρών τινα Ιουδαίον ονόματι Ακύλαν Ποντικόν τω γένει προσφάτως εληλυθότα από της Ιταλίας και Πρίσκιλλαν γυναίκα αυτού διά το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους εκ της Ρώμης προσήλθεν αυτοίς
Πόντιος (Pontius)
[edit]Matthew 27:2
- KJV: And when they had bound him they led away and delivered him to Pontius Pilate the governor
- GK: και δήσαντες αυτόν απήγαγον και παρέδωκαν αυτόν Ποντίω Πιλάτω τω ηγεμόνι
Luke 3:1
- KJV: Now in the fifteenth year of the reign of Tiberius Cæsar Pontius Pilate being governor of Judæa and Herod being tetrarch of Galilee and his brother Philip tetrarch of Ituraea and of the region of Trachonitis and Lysanias the tetrarch of Abilene
- GK: εν έτει δε πεντεκαιδεκάτω της ηγεμονίας Τιβερίου Καίσαρος ηγεμονεύοντος Ποντίου Πιλάτου της Ιουδαίας και τετραρχούντος της Γαλιλαίας Ηρώδου Φιλίππου δε του αδελφού αυτού τετραρχούντος της Ιτουραίας και Τραχωνίτιδος χώρας και Λυσανίου της Αβιληνής τετραρχούντος
Acts 4:27
- KJV: For of a truth against thy holy child Jesus whom thou hast anointed both Herod and Pontius Pilate with the Gentiles and the people of Israel were gathered together
- GK: συνήχθησαν γαρ επ΄ αληθείας επί τον άγιον παίδά σου Ιησούν ον έχρισας Ηρώδης τε και Πόντιος Πιλάτος συν έθνεσι και λαοίς Ισραήλ
1 Timothy 6:13
- KJV: I give thee charge in the sight of God who quickeneth all things and Christ Jesus who before Pontius Pilate witnessed a good confession
- GK: παραγγέλλω σοι ενώπιον του θεού του ζωοποιούντος τα πάντα και χριστού Ιησού του μαρτυρήσαντος επί Ποντίου Πιλάτου την καλήν ομολογίαν
Πόντος (Pontus)
[edit]Acts 2:9
- KJV: Parthians and Medes and Elamites and the dwellers in Mesopotamia and in Judæa and Cappadocia in Pontus and Asia
- GK: Πάρθοι και Μήδοι και Ελαμίται και οι κατοικούντες την Μεσοποταμίαν Ιουδαίαν τε και Καππαδοκίαν Πόντον και την Ασίαν
1 Peter 1:1
- KJV: Peter an apostle of Jesus Christ to the strangers scattered throughout Pontus Galatia Cappadocia Asia and Bithynia
- GK: Πέτρος απόστολος Ιησού χριστού εκλεκτοίς παρεπιδήμοις διασποράς Πόντου Γαλατίας Καππαδοκίας Ασίας και Βιθυνίας
Πόπλιος (Publius)
[edit]Acts 28:7
- KJV: In the same quarters were possessions of the chief man of the island name was Publius who received us and lodged us three days courteously
- GK: εν δε τοις περί τον τόπον εκείνον υπήρχε χωρία τω πρώτω της νήσου ονόματι Ποπλίω ος αναδεξάμενος ημάς τρείς ημέρας φιλοφρόνως εξένισεν
Acts 28:8
- KJV: And it came to pass that the father of Publius lay sick of a fever and of a bloody flux to whom Paul entered in and prayed and laid his hands on him and healed him
- GK: εγένετο δε τον πατέρα του Ποπλίου πυρετοίς και δυσεντερία συνεχόμενον κατακείσθαι προς ον ο Παύλος εισελθών και προσευξάμενος επιθείς τας χείρας αυτώ ιασάτο αυτόν
πορεία (journey(-ing))
[edit]Luke 13:22
- KJV: And he went through the cities and villages teaching and journeying toward Jerusalem
- GK: και διεπορεύετο κατά πόλεις και κώμας διδάσκων και πορείαν ποιούμενος εις Ιερουσαλήμ
James 1:11
- KJV: For the sun is no sooner risen with a burning heat but it withereth the grass and the flower thereof falleth and the grace of the fashion of it perisheth so also shall the rich man fade away in his ways
- GK: ανέτειλε γαρ ο ήλιος συν τω καύσωνι και εξήρανε τον χόρτον και το άνθος αυτού εξέπεσε και η ευπρέπεια του προσώπου αυτού απώλετο ούτω και ο πλούσιος εν ταις πορείαις αυτού μαρανθήσεται
πορεύομαι (depart)
[edit]Matthew 2:8
- KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
- GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ
Matthew 2:9
- KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
- GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον
Matthew 2:20
- KJV: Saying Arise and take the young child and his mother and go into the land of Israel for they are dead which sought the young child’s life
- GK: λέγων εγερθείς παράλαβε το παιδίον και την μητέρα αυτού και πορεύου εις γην Ισραήλ τεθνήκασιν γαρ οι ζητούντες την ψυχήν του παιδίου
Matthew 8:9
- KJV: For I am a man under authority having soldiers under me and I say to this Go and he goeth and to another Come and he cometh and to my servant Do this and he doeth
- GK: και γαρ εγώ άνθρωπός ειμι υπό εξουσίαν έχων υπ΄ εμαυτόν στρατιώτας και λέγω τούτω πορεύθητι και πορεύεται και άλλω έρχου και έρχεται και τω δούλω μου ποίησον τούτο και ποιεί
Matthew 9:13
- KJV: But go ye and learn what meaneth I will have mercy and not sacrifice for I am not come to call the righteous but sinners to repentance
- GK: πορευθέντες δε μάθετε τι εστιν έλεον θέλω και ου θυσίαν ου γαρ ήλθον καλέσαι δικαίους αλλά αμαρτωλούς εις μετάνοιαν
Matthew 10:6
- KJV: But go rather to the lost sheep of the house of Israel
- GK: πορεύεσθε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ
Matthew 10:7
- KJV: And as ye go preach saying The kingdom of heaven is at hand
- GK: πορευόμενοι κηρύσσετε λέγοντες ότι ήγγικεν η βασιλεία των ουρανών
Matthew 11:4
- KJV: Jesus answered and said unto them Go and shew John again those things which ye do hear and see
- GK: και αποκριθείς ο Ιησούς είπεν αυτοίς πορευθέντες απαγγείλατε Ιωάννη α ακούετε και βλέπετε
Matthew 11:7
- KJV: And as they departed Jesus began to say unto the multitudes concerning John What went ye out into the wilderness to see A reed shaken with the wind
- GK: τούτων δε πορευομένων ήρξατο ο Ιησούς λέγειν τοις όχλοις περί Ιωάννου τι εξήλθετε εις την έρημον θεάσασθαι κάλαμον υπό ανέμου σαλευόμενον
πορθέω (destroy)
[edit]Acts 9:21
- KJV: But all that heard were amazed and said Is not this he that destroyed them which called on this name in Jerusalem and came hither for that intent that he might bring them bound unto the chief priests
- GK: εξίσταντο δε πάντες οι ακούοντες και έλεγον ουχ ούτός εστιν ο πορθήσας εν Ιερουσαλήμ τους επικαλουμένους το όνομα τούτο και ώδε εις τούτο ελήλυθει ίνα δεδεμένους αυτούς αγάγη επί τους αρχιερείς
Galatians 1:13
- KJV: For ye have heard of my conversation in time past in the Jews’ religion how that beyond measure I persecuted the church of God and wasted it
- GK: ηκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ ότι καθ΄ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του θεού και επόρθουν αυτήν
Galatians 1:23
- KJV: But they had heard only That he which persecuted us in times past now preacheth the faith which once he destroyed
- GK: μόνον δε ακούοντες ήσαν ότι ο διώκων ημάς ποτέ νυν ευαγγελίζεται την πίστιν ην ποτε επόρθει
πορισμός (gain)
[edit]1 Timothy 6:5
- KJV: Perverse disputings of men of corrupt minds and destitute of the truth supposing that gain is godliness from such withdraw thyself
- GK: διαπαρατριβαί διεφθαρμένων ανθρώπων τον νουν και απεστερημένων της αληθείας νομιζόντων πορισμόν είναι την ευσέβειαν αφίστασο από των τοιούτων
1 Timothy 6:6
- KJV: But godliness with contentment is great gain
- GK: έστι δε πορισμός μέγας η ευσεβέια μετά αυταρκείας
Πόρκιος (Porcius)
[edit]Acts 24:27
- KJV: But after two years Porcius Festus came into Felix’ room and Felix willing to shew the Jews a pleasure left Paul bound
- GK: διετίας δε πληρωθείσης έλαβε διάδοχον ο Φήλιξ Πόρκιον Φήστον θέλων τε χάριτας καταθέσθαι τοις Ιουδαίοις ο Φήλιξ κατέλιπε τον Παύλον δεδεμένον
πορνεία (fornication)
[edit]Matthew 5:32
- KJV: But I say unto you That whosoever shall put away his wife saving for the cause of fornication causeth her to commit adultery and whosoever shall marry her that is divorced committeth adultery
- GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού παρεκτός λόγου πορνείας ποιεί αυτήν μοιχάσθαι και ος εάν απολελυμένην γαμήση μοιχάται
Matthew 15:19
- KJV: For out of the heart proceed evil thoughts murders adulteries fornications thefts false witness blasphemies
- GK: εκ γαρ της καρδίας εξέρχονται διαλογισμοί πονηροί φόνοι μοιχείαι πορνείαι κλοπαί ψευδομαρτυρίαι βλασφημίαι
Matthew 19:9
- KJV: And I say unto you Whosoever shall put away his wife except for fornication and shall marry another committeth adultery and whoso marrieth her which is put away doth commit adultery
- GK: λέγω δε υμίν ότι ος αν απολύση την γυναίκα αυτού μη επί πορνεία και γαμήση άλλην μοιχάται και ο απολελυμένην γαμήσας μοιχάται
Mark 7:21
- KJV: For from within out of the heart of men proceed evil thoughts adulteries fornications murders
- GK: έσωθεν γαρ εκ της καρδίας των ανθρώπων οι διαλογισμοί οι κακοί εκπορεύονται μοιχείαι πορνείαι φόνοι
John 8:41
- KJV: Ye do the deeds of your father Then said they to him We be not born of fornication have one Father God
- GK: υμείς ποιείτε τα έργα του πατρός υμών είπον ούν αυτώ ημείς εκ πορνείας ου γεγεννήμεθα ένα πατέρα έχομεν τον θεόν
Acts 15:20
- KJV: But that we write unto them that they abstain from pollutions of idols and fornication and things strangled and blood
- GK: αλλά επιστείλαι αυτοίς του απέχεσθαι από των αλισγημάτων των ειδώλων και της πορνείας και του πνικτού και του αίματος
Acts 15:29
- KJV: That ye abstain from meats offered to idols and from blood and from things strangled and from fornication from which if ye keep yourselves ye shall do well Fare ye well
- GK: απέχεσθαι ειδωλοθύτων και αίματος και πνικτού και πορνείας εξ ων διατηρούντες εαυτούς ευ πράξετε έρρωσθε
Acts 21:25
- KJV: As touching the Gentiles which believe we have written concluded that they observe no such thing save only that they keep themselves from to idols and from blood and from strangled and from fornication
- GK: περί δε των πεπιστευκότων εθνών ημείς επεστείλαμεν κρίναντες μηδέν τοιούτον τηρείν αυτούς ει φυλάσσεσθαι αυτούς το τε ειδωλόθυτον και το αίμα και πνικτόν και πορνείαν
Romans 1:29
- KJV: Being filled with all unrighteousness fornication wickedness covetousness maliciousness full of envy murder debate deceit malignity whisperers
- GK: πεπληρωμένους πάση αδικία πορνεία πονηρία πλεονεξία κακία μεστούς φθόνου φόνου έριδος δόλου κακοηθείας ψιθυριστάς
πορνεύω (commit (fornication))
[edit]1 Corinthians 6:18
- KJV: Flee fornication Every sin that a man doeth is without the body but he that committeth fornication sinneth against his own body
- GK: φεύγετε την πορνείαν παν αμάρτημα ο εάν ποιήση άνθρωπος εκτός του σώματός εστιν ο δε πορνεύων εις το ίδιον σώμα αμαρτάνει
1 Corinthians 10:8
- KJV: Neither let us commit fornication as some of them committed and fell in one day three and twenty thousand
- GK: μηδέ πορνεύωμεν καθώς τινες αυτών επόρνευσαν και έπεσον εν μιά ημέρα εικοσιτρείς χιλιάδες
Revelation 2:14
- KJV: But I have a few things against thee because thou hast there them that hold the doctrine of Balaam who taught Balac to cast a stumblingblock before the children of Israel to eat things sacrificed unto idols and to commit fornication
- GK: αλλ΄ έχω κατά σου ολίγα ότι έχεις εκεί κρατούντας την διδαχήν Βαλαάμ ος εδίδασκε τον Βαλάκ βαλείν σκάνδαλον ενώπιον των υιών Ισραήλ φαγείν ειδωλόθυτα και πορνεύσαι
Revelation 2:20
- KJV: Notwithstanding I have a few things against thee because thou sufferest that woman Jezebel which calleth herself a prophetess to teach and to seduce my servants to commit fornication and to eat things sacrificed unto idols
- GK: αλλ΄ έχω κατά σου ότι αφείς την γυναίκά σου την Ιεζάβηλ η λεγει εαυτήν προφήτιν και διδάσκει και πλανα τους εμούς δούλους πορνεύσαι και φαγείν ειδωλόθυτα
Revelation 17:2
- KJV: With whom the kings of the earth have committed fornication and the inhabitants of the earth have been made drunk with the wine of her fornication
- GK: μεθ΄ ης επόρνευσαν οι βασιλείς της γης και εμεθύσθησαν οι κατοικούντες την γην εκ του οίνου της πορνείας αυτής
Revelation 18:3
- KJV: For all nations have drunk of the wine of the wrath of her fornication and the kings of the earth have committed fornication with her and the merchants the earth are waxed rich through the abundance of her delicacies
- GK: ότι εκ του θυμού του οίνου της πορνείας αυτής πεπότικε πάντα τα έθνη και οι βασιλείς της γης μετ΄ αυτης επόρνευσαν και οι έμποροι της γης εκ της δυνάμεως του στρήνους αυτής επλούτησαν
Revelation 18:9
- KJV: And the kings of the earth who have committed fornication and lived deliciously with her shall bewail her and lament for her when they shall see the smoke of her burning
- GK: και κλαύσουσι αυτήν και κόψονται επ΄ αυτή οι βασιλείς της γης οι μετ΄ αυτής πορνεύσαντες και στρηνιάσαντες όταν βλέπωσι τον καπνόν της πυρώσεως αυτής
πόρνη (harlot)
[edit]Matthew 21:31
- KJV: Whether of them twain did the will of his father They say unto him The first Jesus saith unto them Verily I say unto you That the publicans and the harlots go into the kingdom of God before you
- GK: τις εκ των δύο εποίησε το θέλημα του πατρός λέγουσιν αυτώ ο πρώτος λέγει αυτοίς ο Ιησούς αμήν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του θεού
Matthew 21:32
- KJV: For John came unto you in the way of righteousness and ye believed him not but the publicans and the harlots believed him and ye when ye had seen repented not afterward that ye might believe him
- GK: ηλθέ γαρ προς υμάς Ιωάννης εν οδώ δικαιοσύνης και ουκ επιστεύσατε αυτώ οι δε τελώναι και αι πόρναι επίστευσαν αυτώ υμείς δε ιδόντες ου μετεμελήθητε ύστερον του πιστεύσαι αυτώ
Luke 15:30
- KJV: But as soon as this thy son was come which hath devoured thy living with harlots thou hast killed for him the fatted calf
- GK: ότε δε ο υιός σου ούτος ο καταφαγών σου τον βίον μετά πορνών ήλθεν έθυσας αυτώ τον μόσχον τον σιτευτόν
1 Corinthians 6:15
- KJV: Know ye not that your bodies are the members of Christ shall I then take the members of Christ and make the members of an harlot God forbid
- GK: ουκ οίδατε ότι τα σώματα υμών μέλη χριστού εστιν άρας ούν τα μέλη του χριστού ποιήσω πόρνης μέλη μη γένοιτο
1 Corinthians 6:16
- KJV: What know ye not that he which is joined to an harlot is one body for two saith he shall be one flesh
- GK: η ουκ οίδατε ότι ο κολλώμενος τη πόρνη εν σώμά εστιν έσονται γαρ φησίν οι δύο εις σάρκα μίαν
Hebrews 11:31
- KJV: By faith the harlot Rahab perished not with them that believed not when she had received the spies with peace
- GK: πίστει Ραάβ η πόρνη ου συναπώλετο τοις απειθήσασι δεξαμένη τους κατασκόπους μετ΄ ειρήνης
James 2:25
- KJV: Likewise also was not Rahab the harlot justified by works when she had received the messengers and had sent out another way
- GK: ομοίως δε και Ραάβ η πόρνη ουκ εξ έργων εδικαιώθη υποδεξαμένη τους αγγέλους και ετέρα οδώ εκβαλούσα
Revelation 17:1
- KJV: And there came one of the seven angels which had the seven vials and talked with me saying unto me Come hither I will shew unto thee the judgment of the great whore that sitteth upon many waters
- GK: και ήλθεν εις εκ των επτά αγγέλων των εχόντων τας επτά φιάλας και ελάλησε μετ΄ εμού λέγων δεύρο δείξω σοι το κρίμα της πόρνης της μεγάλης της καθημένης επί των υδάτων των πολλών
Revelation 17:5
- KJV: And upon her forehead a name written MYSTERY BABYLON THE GREAT THE MOTHER OF HARLOTS AND ABOMINATIONS OF THE EARTH
- GK: και επί το μέτωπον αυτής όνομα γεγραμμένον μυστήριον Βαβυλών η μεγάλη η μήτηρ των πόρνων και των βδελυγμάτων της γης
πόρνος (fornicator)
[edit]1 Corinthians 5:9
- KJV: I wrote unto you in an epistle not to company with fornicators
- GK: έγραψα υμίν εν τη επιστολή μη συναναμίγνυσθαι πόρνοις
1 Corinthians 5:10
- KJV: Yet not altogether with the fornicators of this world or with the covetous or extortioners or with idolaters for then must ye needs go out of the world
- GK: και ου πάντως τοις πόρνοις του κόσμου τούτου η τοις πλεονέκταις η άρπαξιν η ειδωλολάτραις επεί οφείλετε άρα εκ του κόσμου εξελθείν
1 Corinthians 5:11
- KJV: But now I have written unto you not to keep company if any man that is called a brother be a fornicator or covetous or an idolater or a railer or a drunkard or an extortioner with such an one no not to eat
- GK: νυνί δε έγραψα υμίν μη συναναμίγνυσθαι εάν τις αδελφός ονομαζόμενος η πόρνος η πλεονέκτης η ειδωλολάτρης η λοίδορος η μέθυσος η άρπαξ τω τοιούτω μηδέ συνεσθίειν
1 Corinthians 6:9
- KJV: Know ye not that the unrighteous shall not inherit the kingdom of God Be not deceived neither fornicators nor idolaters nor adulterers nor effeminate nor abusers of themselves with mankind
- GK: η ουκ οίδατε ότι άδικοι βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσι μη πλανάσθε ούτε πόρνοι ούτε ειδωλολάτραι ούτε μοιχοί ούτε μαλακοί ούτε αρσενοκοίται
Ephesians 5:5
- KJV: For this ye know that no whoremonger nor unclean person nor covetous man who is an idolater hath any inheritance in the kingdom of Christ and of God
- GK: τούτο γαρ εστε γινώσκοντες ότι πας πόρνος η ακάθαρτος η πλεονέκτης ος εστιν ειδωλολάτρης ουκ έχει κληρονομίαν εν τη βασιλεία του χριστού και θεού
1 Timothy 1:10
- KJV: For whoremongers for them that defile themselves with mankind for menstealers for liars for perjured persons and if there be any other thing that is contrary to sound doctrine
- GK: πόρνοις αρσενοκοίταις ανδραποδισταίς ψεύσταις επιόρκοις και ει έτερον τη υγιαινούση διδασκαλία αντίκειται
Hebrews 12:16
- KJV: Lest there any fornicator or profane person as Esau who for one morsel of meat sold his birthright
- GK: μη τις πόρνος η βέβηλος ως Ησαύ ος αντί βρώσεως μιάς απέδοτο τα πρωτοτόκια αυτού
Hebrews 13:4
- KJV: Marriage honourable in all and the bed undefiled but whoremongers and adulterers God will judge
- GK: τίμιος ο γάμος εν πάσι και η κοίτη αμίαντος πόρνους δε και μοιχούς κρινεί ο θεός
Revelation 21:8
- KJV: But the fearful and unbelieving and the abominable and murderers and whoremongers and sorcerers and idolaters and all liars shall have their part in the lake which burneth with fire and brimstone which is the second death
- GK: τοις δε δειλοίς και απίστοις και αμαρτωλοίς και εβδελυγμένοις και φονεύσι και πόρνοις και φαρμακοίς και ειδωλολάτραις και πάσι τοις ψευδέσι το μέρος αυτών εν τη λίμνη τη καιομένη πυρί και θείω ο εστίν ο θάνατος ο δεύτερος
πόρρω (far)
[edit]Matthew 15:8
- KJV: This people draweth nigh unto me with their mouth and honoureth me with lips but their heart is far from me
- GK: εγγίζει μοι ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού
Mark 7:6
- KJV: He answered and said unto them Well hath Esaias prophesied of you hypocrites as it is written This people honoureth me with lips but their heart is far from me
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς ότι καλώς προεφήτευσεν Ησαϊας περί υμών των υποκριτών ως γέγραπται ούτος ο λαός τοις χείλεσί με τιμά η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού
Luke 14:32
- KJV: Or else while the other is yet a great way off he sendeth an ambassage and desireth conditions of peace
- GK: ει έτι πόρρω αυτού όντος πρεσβείαν αποστείλας ερωτά τα προς ειρήνην
πόρρωθεν (afar off)
[edit]Luke 17:12
- KJV: And as he entered into a certain village there met him ten men that were lepers which stood afar off
- GK: και εισερχομένου αυτού εις τινα κώμην απήντησαν αυτώ δέκα λεπροί άνδρες οι έστησαν πόρρωθεν
Hebrews 11:13
- KJV: These all died in faith not having received the promises but having seen them afar off and were persuaded of and embraced and confessed that they were strangers and pilgrims on the earth
- GK: κατά πίστιν απέθανον ούτοι πάντες μη λαβόντες τας επαγγελίας αλλά πόρρωθεν αυτάς ιδόντες και πεισθεντες και ασπασάμενοι και ομολογήσαντες ότι ξένοι και παρεπίδημοί εισιν επί της γης
πορρωτέρω (farther)
[edit]Luke 24:28
- KJV: And they drew nigh unto the village whither they went and he made as though he would have gone further
- GK: και ήγγισαν εις την κώμην ου επορεύοντο και αυτός προσεποιείτο πορρωτέρω πορεύεσθαι
πορφύρα (purple)
[edit]Mark 15:17
- KJV: And they clothed him with purple and platted a crown of thorns and put it about his
- GK: και ενδύουσιν αυτόν πορφύραν και περιτιθέασιν αυτώ πλέξαντες ακάνθινον στέφανον
Mark 15:20
- KJV: And when they had mocked him they took off the purple from him and put his own clothes on him and led him out to crucify him
- GK: και ότε ενέπαιξαν αυτώ εξέδυσαν αυτόν την πορφύραν και ενέδυσαν αυτόν τα ιμάτια τα ίδια και εξάγουσιν αυτόν ίνα σταυρώσωσιν αυτόν
Luke 16:19
- KJV: There was a certain rich man which was clothed in purple and fine linen and fared sumptuously every day
- GK: άνθρωπος δε τις ην πλούσιος και ενεδιδύσκετο πορφύραν και βύσσον ευφραινόμενος καθ ημέραν λαμπρώς
Revelation 17:4
- KJV: And the woman was arrayed in purple and scarlet colour and decked with gold and precious stones and pearls having a golden cup in her hand full of abominations and filthiness of her fornication
- GK: και η γυνή ην περιβεβλημένη πορφύρα και κόκκινον κεχρυσωμένη χρυσώ και λίθω τιμίω και μαργαρίταις έχουσα χρυσούν ποτήριον εν τη χειρί αυτής γέμον βδελυγμάτων και τα ακάθαρτα της πορνείας αυτής
Revelation 18:12
- KJV: The merchandise of gold and silver and precious stones and of pearls and fine linen and purple and silk and scarlet and all thyine wood and all manner vessels of ivory and all manner vessels of most precious wood and of brass and iron and marble
- GK: γόμον χρυσού και αργύρου και λίθου τιμίου και μαργαρίτου και βύσσου και πορφυρού και σηρικού και κοκκίνου και παν ξύλον θυϊνον και παν σκεύος ελεφάντινον και παν σκεύος εκ ξύλου τιμιωτάτου και χαλκού και σιδήρου και μαρμάρου
πορφυροῦς (purple)
[edit]John 19:2
- KJV: And the soldiers platted a crown of thorns and put on his head and they put on him a purple robe
- GK: και οι στρατιώται πλέξαντες στέφανον εξ ακανθών επέθηκαν αυτού τη κεφαλή και ιμάτιον πορφυρούν περιέβαλον αυτόν
John 19:5
- KJV: Then came Jesus forth wearing the crown of thorns and the purple robe And saith unto them Behold the man
- GK: εξήλθεν ουν ο Ιησούς έξω φορών τον ακάνθινον στέφανον και το πορφυρούν ιμάτιον και λέγει αυτοίς ίδε ο άνθρωπος
Revelation 18:16
- KJV: And saying Alas alas that great city that was clothed in fine linen and purple and scarlet and decked with gold and precious stones and pearls
- GK: και λέγοντες ουαί ουαί η πόλις η μεγάλη η περιβεβλημένη βύσσινον και πορφυρούν και κόκκινον και κεχρυσωμένη εν χρυσώ και λίθω τιμίω και μαργαρίταις
πορφυρόπωλις (seller of purple)
[edit]Acts 16:14
- KJV: And a certain woman named Lydia a seller of purple of the city of Thyatira which worshipped God heard whose heart the Lord opened that she attended unto the things which were spoken of Paul
- GK: και τις γυνή ονόματι Λυδία πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων σεβομένη τον θεόν ήκουεν ης ο κύριος διήνοιξε την καρδίαν προσέχειν τοις λαλουμένοις υπό του Παύλου
ποσάκις (how oft(-en))
[edit]Matthew 18:21
- KJV: Then came Peter to him and said Lord how oft shall my brother sin against me and I forgive him till seven times
- GK: τότε προσελθών αυτώ ο Πέτρος είπε κύριε ποσάκις αμαρτήσει εις εμέ ο αδελφός μου και αφήσω αυτώ έως επτάκις
Matthew 23:37
- KJV: O Jerusalem Jerusalem that killest the prophets and stonest them which are sent unto thee how often would I have gathered thy children together even as a hen gathereth her chickens under wings and ye would not
- GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτένουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυναγαγείν τα τέκνα σου ον τρόπον επισύναγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε
Luke 13:34
- KJV: O Jerusalem Jerusalem which killest the prophets and stonest them that are sent unto thee how often would I have gathered thy children together as a hen her brood under wings and ye would not
- GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτενούσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυνάξαι τα τέκνα σου ον τρόπον όρνις την εαυτής νοσσιάν υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε
πόσις (drink)
[edit]John 6:55
- KJV: For my flesh is meat indeed and my blood is drink indeed
- GK: η γαρ σάρξ μου αληθώς εστι βρώσις και το αίμά μου αληθώς εστι πόσις
Romans 14:17
- KJV: For the kingdom of God is not meat and drink but righteousness and peace and joy in the Holy Ghost
- GK: ου γαρ εστιν η βασιλεία του θεού βρώσις και πόσις αλλά δικαιοσύνη και ειρήνη και χαρά εν πνεύματι αγίω
Colossians 2:16
- KJV: Let no man therefore judge you in meat or in drink or in respect of an holyday or of the new moon or of the sabbath
- GK: μη ουν τις υμάς κρινέτω εν βρώσει η εν πόσει η εν μέρει εορτής η νουμηνίας η σαββάτων
πόσος (how great (long)
[edit]Matthew 6:23
- KJV: But if thine eye be evil thy whole body shall be full of darkness If therefore the light that is in thee be darkness how great that darkness
- GK: εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός η όλον το σώμά σου σκοτεινόν έσται ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί το σκότος πόσον
Matthew 7:11
- KJV: If ye then being evil know how to give good gifts unto your children how much more shall your Father which is in heaven give good things to them that ask him
- GK: ει ουν υμείς πονηροί όντες οίδατε δόματα αγαθά διδόναι τοις τέκνοις υμών πόσω μάλλον ο πατήρ υμών ο εν τοις ουρανοίς δώσει αγαθά τοις αιτούσιν αυτόν
Matthew 10:25
- KJV: It is enough for the disciple that he be as his master and the servant as his lord If they have called the master of the house Beelzebub how much more them of his household
- GK: αρκετόν τω μαθητή ίνα γένηται ως ο διδάσκαλος αυτού και ο δούλος ως ο κύριος αυτού ει τον οικοδεσπότην Βεελζεβούβ απεκάλεσαν πόσω μάλλον τους οικιακούς
Matthew 12:12
- KJV: How much then is a man better than a sheep Wherefore it is lawful to do well on the sabbath days
- GK: πόσω ουν διαφέρει άνθρωπος προβάτου ώστε έξεστι τοις σάββασι καλώς ποιείν
Matthew 15:34
- KJV: And Jesus saith unto them How many loaves have ye And they said Seven and a few little fishes
- GK: και λέγει αυτοίς ο Ιησούς πόσους άρτους έχετε οι δε είπον επτά και ολίγα ιχθύδια
Matthew 16:9
- KJV: Do ye not yet understand neither remember the five loaves of the five thousand and how many baskets ye took up
- GK: ούπω νοείτε ουδέ μνημονεύετε τους πέντε άρτους των πεντακισχιλίων και πόσους κοφίνους ελάβετε
Matthew 16:10
- KJV: Neither the seven loaves of the four thousand and how many baskets ye took up
- GK: ουδέ τους επτά άρτους των τετρακισχιλίων και πόσας σπυρίδας ελάβετε
Matthew 27:13
- KJV: Then said Pilate unto him Hearest thou not how many things they witness against thee
- GK: τότε λέγει αυτώ ο Πιλάτος ουκ ακούεις πόσα σου καταμαρτυρούσιν
Mark 6:38
- KJV: He saith unto them How many loaves have ye go and see And when they knew they say Five and two fishes
- GK: ο δε λέγει αυτοίς πόσους άρτους έχετε υπάγετε και ίδετε και γνόντες λέγουσι πέντε και δύο ιχθύας
ποταμός (flood)
[edit]Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Matthew 7:27
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη
Mark 1:5
- KJV: And there went out unto him all the land of Judæa and they of Jerusalem and were all baptized of him in the river of Jordan confessing their sins
- GK: και εξεπορεύετο προς αυτόν πάσα η Ιουδαία χώρα και οι Ιεροσολυμίται και εβαπτίζοντο πάντες εν τω Ιορδάνη ποταμώ υπ΄ αυτού εξομολογούμενοι τας αμαρτίας αυτών
Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Luke 6:49
- KJV: But he that heareth and doeth not is like a man that without a foundation built an house upon the earth against which the stream did beat vehemently and immediately it fell and the ruin of that house was great
- GK: ο δε ακούσας και μη ποιήσας όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομήσαντι οικίαν επί την γην χωρίς θεμελίου η προσέρρηξεν ο ποταμός και ευθέως έπεσε και εγένετο το ρήγμα της οικίας εκείνης μέγα
John 7:38
- KJV: He that believeth on me as the scripture hath said out of his belly shall flow rivers of living water
- GK: ο πιστεύων εις εμέ καθώς είπεν η γραφή ποταμοί εκ της κοίλιας αυτού ρεύσουσιν ύδατος ζώντος
Acts 16:13
- KJV: And on the sabbath we went out of the city by a river side where prayer was wont to be made and we sat down and spake unto the women which resorted
- GK: τη τε ημέρα των σαββάτων εξήλθομεν έξω της πόλεως παρά ποταμόν ου ενομίζετο προσευχή είναι και καθίσαντες ελαλούμεν ταις συνελθούσαις γυναιξί
2 Corinthians 11:26
- KJV: journeyings often perils of waters perils of robbers perils by countrymen perils by the heathen perils in the city perils in the wilderness perils in the sea perils among false brethren
- GK: οδοιπορίας πολλάκις κινδύνοις ποταμών κινδύνοις ληστών κινδύνοις εκ γένους κινδύνοις εξ εθνών κινδύνοις εν πόλει κινδύνοις εν ερημία κινδύνοις εν θαλάσση κινδύνοις εν ψευδαδέλφοις
Revelation 8:10
- KJV: And the third angel sounded and there fell a great star from heaven burning as it were a lamp and it fell upon the third part of the rivers and upon the fountains of waters
- GK: και ο τρίτος άγγελος εσάλπισε και έπεσεν εκ του ουρανού αστήρ μέγας καιόμενος ως λαμπάς και έπεσεν επί το τρίτον των ποταμών και επί τας πηγάς των υδάτων
ποταμοφόρητος (carried away of the flood)
[edit]Revelation 12:15
- KJV: And the serpent cast out of his mouth water as a flood after the woman that he might cause her to be carried away of the flood
- GK: και έβαλεν ο όφις εκ του στόματος αυτού οπίσω της γυναικός ύδωρ ως ποταμόν ίνα αυτήν ποταμοφόρητον ποιήση
ποταπός (what (manner of))
[edit]Matthew 8:27
- KJV: But the men marvelled saying What manner of man is this that even the winds and the sea obey him
- GK: οι δε άνθρωποι εθαύμασαν λέγοντες ποταπός εστιν ούτος ότι και οι άνεμοι και η θάλασσα υπακούουσιν αυτώ
Mark 13:1
- KJV: And as he went out of the temple one of his disciples saith unto him Master see what manner of stones and what buildings
- GK: και εκπορευομένου αυτού εκ του ιερού λέγει αυτώ εις των μαθητών αυτού διδάσκαλε ίδε ποταποί λίθοι και ποταπαί οικοδομαί
Luke 1:29
- KJV: And when she saw she was troubled at his saying and cast in her mind what manner of salutation this should be
- GK: η δε ιδούσα διεταράχθη επί τω λόγω αυτού και διελογίζετο ποταπός είη ο ασπασμός ούτος
Luke 7:39
- KJV: Now when the Pharisee which had bidden him saw he spake within himself saying This man if he were a prophet would have known who and what manner of woman that toucheth him for she is a sinner
- GK: ιδών δε ο Φαρισαίος ο καλέσας αυτόν είπεν εν εαυτώ λέγων ούτος ει ην προφήτης εγίνωσκεν αν τις και ποταπή η γυνή ήτις άπτεται αυτού ότι αμαρτωλός εστι
2 Peter 3:11
- KJV: then all these things shall be dissolved what manner ought ye to be in holy conversation and godliness
- GK: τούτων ούν πάντων λυομένων ποταπούς δει υπάρχειν υμάς εν αγίαις αναστροφαίς και ευσεβείαις
1 John 3:1
- KJV: Behold what manner of love the Father hath bestowed upon us that we should be called the sons of God therefore the world knoweth us not because it knew him not
- GK: ίδετε ποταπήν αγάπην δέδωκεν ημίν ο πατήρ ίνα τέκνα θεού κληθώμεν διά τούτο ο κόσμος ου γινώσκει ημάς ότι ουκ έγνω αυτόν
ποτέ (afore-(any)
[edit]Luke 22:32
- KJV: But I have prayed for thee that thy faith fail not and when thou art converted strengthen thy brethren
- GK: εγώ δε εδεήθην περί σου ίνα μη εκλείπη η πίστις σου και συ ποτε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου
John 9:13
- KJV: They brought to the Pharisees him that aforetime was blind
- GK: άγουσιν αυτόν προς τους Φαρισσαίους τον ποτε τυφλόν
Romans 1:10
- KJV: Making request if by any means now at length I might have a prosperous journey by the will of God to come unto you
- GK: δεόμενος ει ήδη ποτέ ευοδωθήσομαι εν τω θελήματι του θεού ελθείν προς υμάς
Romans 7:9
- KJV: For I was alive without the law once but when the commandment came sin revived and I died
- GK: εγώ δε έζων χωρίς νόμου ποτέ ελθούσης δε της εντολής η αμαρτία ανέζησεν εγώ δε απέθανον
Romans 11:30
- KJV: For as ye in times past have not believed God yet have now obtained mercy through their unbelief
- GK: ώσπερ γαρ και υμείς ποτέ ηπειθήσατε τω θεώ νυν δε ηλεήθητε τη τούτων απειθεία
1 Corinthians 9:7
- KJV: Who goeth a warfare any time at his own charges who planteth a vineyard and eateth not of the fruit thereof or who feedeth a flock and eateth not of the milk of the flock
- GK: τις στρατεύεται ιδίοις οψωνίοις ποτέ τις φυτεύει αμπελώνα και εκ του καρπού αυτού ουκ εσθίει η τις ποιμαίνει ποίμνην και εκ του γάλακτος της ποίμνης ουκ εσθίει
Galatians 1:13
- KJV: For ye have heard of my conversation in time past in the Jews’ religion how that beyond measure I persecuted the church of God and wasted it
- GK: ηκούσατε γαρ την εμήν αναστροφήν ποτε εν τω Ιουδαϊσμώ ότι καθ΄ υπερβολήν εδίωκον την εκκλησίαν του θεού και επόρθουν αυτήν
Galatians 1:23
- KJV: But they had heard only That he which persecuted us in times past now preacheth the faith which once he destroyed
- GK: μόνον δε ακούοντες ήσαν ότι ο διώκων ημάς ποτέ νυν ευαγγελίζεται την πίστιν ην ποτε επόρθει
Galatians 2:6
- KJV: But of these who seemed to be somewhat whatsoever they were it maketh no matter to me God accepteth no man’s person for they who seemed in conference added nothing to me
- GK: από δε των δοκούντων είναί τι οποίοί ποτε ήσαν ουδέν μοι διαφέρει πρόσωπον θεός ανθρώπου ου λαμβάνει εμοί γαρ οι δοκούντες ουδέν προσανέθεντο
πότε (+ how long)
[edit]Matthew 17:17
- KJV: Then Jesus answered and said O faithless and perverse generation how long shall I be with you how long shall I suffer you bring him hither to me
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη έως πότε έσομαι μεθ΄ υμών έως πότε ανέξομαι υμών φέρετέ μοι αυτόν ώδε
Matthew 24:3
- KJV: And as he sat upon the mount of Olives the disciples came unto him privately saying Tell us when shall these things be and what the sign of thy coming and of the end of the world
- GK: καθημένου δε αυτού επί του όρους των ελαιών προσήλθον αυτώ οι μαθηταί κατ΄ ιδίαν λέγοντες ειπέ ημίν πότε ταύτα έσται και τι το σημείον της σης παρουσίας και της συντελείας του αιώνος
Matthew 25:37
- KJV: Then shall the righteous answer him saying Lord when saw we thee an hungred and fed or thirsty and gave thee drink
- GK: τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν η διψώντα και εποτίσαμεν
Matthew 25:38
- KJV: When saw we thee a stranger and took thee in or naked and clothed
- GK: πότε δε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν η γυμνόν και περιεβάλομεν
Matthew 25:39
- KJV: Or when saw we thee sick or in prison and came unto thee
- GK: πότε δε σε είδομεν ασθενή η εν φυλακή και ήλθομεν προς σε
Matthew 25:44
- KJV: Then shall they also answer him saying Lord when saw we thee an hungred or athirst or a stranger or naked or sick or in prison and did not minister unto thee
- GK: τότε αποκριθήσονται αυτώ και αυτοί λέγοντες κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα η διψώντα η ξένον η γυμνόν η ασθενή η εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι
Mark 9:19
- KJV: He answereth him and saith O faithless generation how long shall I be with you how long shall I suffer you bring him unto me
- GK: ο δε αποκριθείς αυτώ λέγει ω γενεά άπιστος έως πότε προς υμάς έσομαι έως πότε ανέξομαι υμών φέρετε αυτόν προς με
Mark 13:4
- KJV: Tell us when shall these things be and what shall be the sign when all these things shall be fulfilled
- GK: είπε ημίν πότε ταύτα έσται και τι το σημείον όταν μέλλη πάντα ταύτα συντελείσθαι
Mark 13:33
- KJV: Take ye heed watch and pray for ye know not when the time is
- GK: βλέπετε αγρυπνείτε και προσεύχεσθε ουκ οίδατε γαρ πότε ο καιρός εστιν
πότερος (whether)
[edit]John 7:17
- KJV: If any man will do his will he shall know of the doctrine whether it be of God or I speak of myself
- GK: εάν τις θέλη το θέλημα αυτού ποιείν γνώσεται περί της διδαχής πότερον εκ του θεού εστιν η εγώ απ΄ εμαυτού λαλώ
ποτήριον (cup)
[edit]Matthew 10:42
- KJV: And whosoever shall give to drink unto one of these little ones a cup of cold only in the name of a disciple verily I say unto you he shall in no wise lose his reward
- GK: και ος εάν ποτίση ένα των μικρών τούτων ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού αμήν λέγω υμίν ου απολέση τον μισθόν αυτού
Matthew 20:22
- KJV: But Jesus answered and said Ye know not what ye ask Are ye able to drink of the cup that I shall drink of and to be baptized with the baptism that I am baptized with They say unto him We are able
- GK: αποκρίθεις δε ο Ιησούς είπεν ουκ οίδατε τι αιτείσθε δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ μέλλω πίνειν και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήναι λέγουσιν αυτώ δυνάμεθα
Matthew 20:23
- KJV: And he saith unto them Ye shall drink indeed of my cup and be baptized with the baptism that I am baptized with but to sit on my right hand and on my left is not mine to give but for whom it is prepared of my Father
- GK: και λέγει αυτοίς το μεν ποτήριόν μου πίεσθε και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι βαπτισθήσεσθε το δε καθίσαι εκ δεξιών μου και εξ ευωνύμων μου ουκ έστιν εμόν δούναι αλλ΄ οις ητοίμασται υπο του πατρός μου
Matthew 23:25
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye make clean the outside of the cup and of the platter but within they are full of extortion and excess
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι καθαρίζετε το έξωθεν του ποτηρίου και της παροψίδος έσωθεν δε γέμουσιν εξ αρπαγής και ακρασίας
Matthew 23:26
- KJV: blind Pharisee cleanse first that within the cup and platter that the outside of them may be clean also
- GK: Φαρισαίε τυφλέ καθάρισον πρώτον το εντός του ποτηρίου και της παροψίδος ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν
Matthew 26:27
- KJV: And he took the cup and gave thanks and gave to them saying Drink ye all of it
- GK: και λαβών το ποτήριον και ευχαριστήσας έδωκεν αυτοίς λέγων πίετε εξ αυτού πάντες
Matthew 26:39
- KJV: And he went a little further and fell on his face and prayed saying O my Father if it be possible let this cup pass from me nevertheless not as I will but as thou
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος και λέγων πάτερ μου ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ ως συ
Matthew 26:42
- KJV: He went away again the second time and prayed saying O my Father if this cup may not pass away from me except I drink it thy will be done
- GK: πάλιν εκ δευτέρου απελθών προσήυξατο λέγων πάτερ μου ει ου δύναται τούτο το ποτήριον παρελθείν απ΄ εμού εάν μη αυτό πίω γενηθήτω το θέλημά σου
Mark 7:4
- KJV: And from the market except they wash they eat not And many other things there be which they have received to hold the washing of cups and pots brasen vessels and of tables
- GK: και από αγοράς εάν μη βαπτίσωνται ουκ εσθίουσι και άλλα πολλά εστιν α παρέλαβον κρατείν βαπτισμούς ποτηρίων και ξεστών και χαλκίων και κλινών
ποτίζω (give (make) to drink)
[edit]Matthew 10:42
- KJV: And whosoever shall give to drink unto one of these little ones a cup of cold only in the name of a disciple verily I say unto you he shall in no wise lose his reward
- GK: και ος εάν ποτίση ένα των μικρών τούτων ποτήριον ψυχρού μόνον εις όνομα μαθητού αμήν λέγω υμίν ου απολέση τον μισθόν αυτού
Matthew 25:35
- KJV: For I was an hungred and ye gave me meat I was thirsty and ye gave me drink I was a stranger and ye took me in
- GK: επείνασα γαρ και εδώκατέ μοι φαγείν εδίψησα και εποτίσατέ με ξένος ήμην και συνηγάγετέ με
Matthew 25:37
- KJV: Then shall the righteous answer him saying Lord when saw we thee an hungred and fed or thirsty and gave thee drink
- GK: τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες κύριε πότε σε είδομεν πεινώντα και εθρέψαμεν η διψώντα και εποτίσαμεν
Matthew 25:42
- KJV: For I was an hungred and ye gave me no meat I was thirsty and ye gave me no drink
- GK: επείνασα γαρ και ουκ εδώκατέ μοι φαγείν εδίψησα και ουκ εποτίσατέ με
Matthew 27:48
- KJV: And straightway one of them ran and took a spunge and filled with vinegar and put on a reed and gave him to drink
- GK: και ευθέως δραμών εις εξ αυτών και λαβών σπόγγον πλήσας τε όξους και περιθείς καλάμω επότιζεν αυτόν
Mark 9:41
- KJV: For whosoever shall give you a cup of water to drink in my name because ye belong to Christ verily I say unto you he shall not lose his reward
- GK: ος γαρ αν ποτίση υμάς ποτήριον ύδατος εν τω ονόματί μου ότι Χριστού εστέ αμήν λέγω υμίν ου απολέση τον μισθόν αυτού
Mark 15:36
- KJV: And one ran and filled a spunge full of vinegar and put on a reed and gave him to drink saying Let alone let us see whether Elias will come to take him down
- GK: δραμών δε εις και γεμίσας σπόγγον όξους και περιθείς τε καλάμω επότιζεν αυτόν λέγων άφετε ίδωμεν ει έρχεται Ηλίας καθελείν αυτόν
Luke 13:15
- KJV: The Lord then answered him and said hypocrite doth not each one of you on the sabbath loose his ox or ass from the stall and lead away to watering
- GK: απεκρίθη ούν αυτώ ο κύριος και είπεν υποκριταί έκαστος υμών τω σαββάτω ου λύει τον βουν αυτού η τον όνον από της φάτνης και απαγαγών ποτίζει
Romans 12:20
- KJV: Therefore if thine enemy hunger feed him if he thirst give him drink for in so doing thou shalt heap coals of fire on his head
- GK: εάν ούν πεινά ο εχθρός σου ψώμιζε αυτόν εάν διψά πότιζε αυτόν τούτο γαρ ποιών άνθρακας πυρός σωρεύσεις επί την κεφαλήν αυτού
Ποτίολοι (Puteoli)
[edit]Acts 28:13
- KJV: And from thence we fetched a compass and came to Rhegium and after one day the south wind blew and we came the next day to Puteoli
- GK: όθεν περιελθόντες κατηντήσαμεν εις Ρήγιον και μετά μίαν ημέραν επιγενομένου νότου δευτεραίοι ήλθομεν εις Ποτιόλους
πότος (banqueting)
[edit]1 Peter 4:3
- KJV: For the time past of life may suffice us to have wrought the will of the Gentiles when we walked in lasciviousness lusts excess of wine revellings banquetings and abominable idolatries
- GK: αρκετός γαρ ημίν ο παρεληλυθώς χρόνος του βίου το θέλημα των εθνών κατεργάσασθαι πεπορευμένους εν ασελγείαις επιθυμίαις οινοφλυγίαις κώμοις πότοις και αθεμίτοις ειδωλολατρείας
πού (about)
[edit]Romans 4:19
- KJV: And being not weak in faith he considered not his own body now dead about an hundred years old neither yet the deadness of Sara’s womb
- GK: και μη ασθενήσας τη πίστει ου κατενόησε το εαυτού σώμα ήδη νενεκρωμένον εκατονταέτης που υπάρχων και την νέκρωσιν της μήτρας Σάρρας
Hebrews 2:6
- KJV: But one in a certain place testified saying What is man that thou art mindful of him or the son of man that thou visitest him
- GK: διεμαρτύρατο δε που τις λέγων τι εστιν άνθρωπος ότι μιμνήσκη αυτού η υιός ανθρώπου ότι επισκέπτη αυτόν
Hebrews 4:4
- KJV: For he spake in a certain place of the seventh on this wise And God did rest the seventh day from all his works
- GK: είρηκε γαρ που περί της εβδόμης ούτως και κατέπαυσεν ο θεος εν τη ημέρα τη εβδόμη από πάντων των έργων αυτού
ποῦ (where)
[edit]Matthew 2:2
- KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
- GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ
Matthew 2:4
- KJV: And when he had gathered all the chief priests and scribes of the people together he demanded of them where Christ should be born
- GK: και συναγαγών πάντας τούς αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ΄ αυτών που ο Χριστός γεννάται
Matthew 8:20
- KJV: And Jesus saith unto him The foxes have holes and the birds of the air nests but the Son of man hath not where to lay head
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς αι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη
Matthew 26:17
- KJV: Now the first of the feast of unleavened bread the disciples came to Jesus saying unto him Where wilt thou that we prepare for thee to eat the passover
- GK: τη δε πρώτη των αζύμων προσήλθον οι μαθηταί τω Ιησού λέγοντες αυτώ που θέλεις ετοιμάσωμέν σοι φαγείν το πάσχα
Mark 14:12
- KJV: And the first day of unleavened bread when they killed the passover his disciples said unto him Where wilt thou that we go and prepare that thou mayest eat the passover
- GK: και τη πρώτη ημέρα των αζύμων ότε το πάσχα έθυον λέγουσιν αυτώ οι μαθηταί αυτού που θέλεις απελθόντες ετοιμάσομεν ίνα φάγης το πάσχα
Mark 14:14
- KJV: And wheresoever he shall go in say ye to the goodman of the house The Master saith Where is the guestchamber where I shall eat the passover with my disciples
- GK: και όπου εάν εισέλθη είπατε τω οικοδεσπότη ότι ο διδάσκαλος λέγει που εστι το κατάλυμα όπου το πάσχα μετά των μαθητών μου φάγω
Mark 15:47
- KJV: And Mary Magdalene and Mary of Joses beheld where he was laid
- GK: η δε Μαρία η Μαγδαληνή και Μαρία Ιωσή εθεώρουν που τίθεται
Luke 8:25
- KJV: And he said unto them Where is your faith And they being afrai wondered saying one to another What manner of man is this for he commandeth even the winds and water and they obey him
- GK: είπε δε αυτοίς που εστιν η πίστις υμών φοβηθέντες εθαύμασαν λέγοντες προς αλλήλους τις άρα ούτός εστιν ότι και τοις ανέμοις επιτάσσει και τω ύδατι και υπακούουσιν αυτώ
Luke 9:58
- KJV: And Jesus said unto him Foxes have holes and birds of the air nests but the Son of man hath not where to lay head
- GK: και είπεν αυτώ ο Ιησούς αι αλώπεκες φωλεούς έχουσι και τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσεις ο δε υιός του ανθρώπου ουκ έχει που την κεφαλήν κλίνη
Πούδης (Pudens)
[edit]2 Timothy 4:21
- KJV: Do thy diligence to come before winter Eubulus greeteth thee and Pudens and Linus and Claudia and all the brethren
- GK: σπούδασον προ χειμώνος ελθείν ασπάζεταί σε Εύβουλος και Πούδης και Λίνος και Κλαυδία και οι αδελφοί πάντες
πούς (foot(-stool))
[edit]Matthew 4:6
- KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
Matthew 5:35
- KJV: Nor by the earth for it is his footstool neither by Jerusalem for it is the city of the great King
- GK: μήτε εν τη γη ότι υποπόδιόν εστι των ποδών αυτού μήτε εις Ιεροσόλυμα ότι πόλις εστί του μεγάλου βασιλέως
Matthew 7:6
- KJV: Give not that which is holy unto the dogs neither cast ye your pearls before swine lest they trample them under their feet and turn again and rend you
- GK: μη δώτε το άγιον τοις κυσί μηδέ βάλητε τους μαργαρίτας υμων έμπροσθεν των χοίρων μήποτε καταπατήσωσιν αυτούς εν τοις ποσίν αυτών και στραφέντες ρήξωσιν υμάς
Matthew 10:14
- KJV: And whosoever shall not receive you nor hear your words when ye depart out of that house or city shake off the dust of your feet
- GK: και ος εάν μη δέξηται υμάς μηδέ ακούση τους λόγους υμών εξερχόμενοι της οικίας η της πόλεως εκείνης εκτινάξατε τον κονιορτόν των ποδών υμών
Matthew 15:30
- KJV: And great multitudes came unto him having with them lame blind dumb maimed and many others and cast them down at Jesus’ feet and he healed them
- GK: και προσήλθον αυτώ όχλοι πολλοί έχοντες μεθ΄ εαυτών χωλούς τυφλούς κωφούς κυλλούς και ετέρους πολλούς και έρριψαν αυτούς παρά τους πόδας του Ιησού και εθεράπευσεν αυτούς
Matthew 18:8
- KJV: Wherefore if thy hand or thy foot offend thee cut them off and cast from thee it is better for thee to enter into life halt or maimed rather than having two hands or two feet to be cast into everlasting fire
- GK: ει δε η χειρ σου η ο πους σου σκανδαλίζει σε έκκοψον αυτά και βάλε από σου καλόν σοι εστίν εισελθείν εις την ζωήν χωλόν η κυλλόν η δύο χείρας η δύο πόδας έχοντα βληθήναι εις το πυρ το αιώνιον
Matthew 18:29
- KJV: And his fellowservant fell down at his feet and besought him saying Have patience with me and I will pay thee all
- GK: πεσών ουν ο σύνδουλος αυτού εις τους πόδας αυτού παρεκάλει αυτόν λέγων μακροθύμησον επ΄ εμοί και αποδώσω σοι
Matthew 22:13
- KJV: Then said the king to the servants Bind him hand and foot and take him away and cast into outer darkness there shall be weeping and gnashing of teeth
- GK: τότε είπεν ο βασιλεύς τοις διακόνοις δήσαντες αυτού πόδας και χείρας άρατε αυτόν και εκβάλετε εις το σκότος το εξώτερον εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων
Matthew 22:44
- KJV: LORD said unto my Lord Sit thou on my right hand till I make thine enemies thy footstool
- GK: είπεν ο κύριος τω κυρίω μου κάθου εκ δεξιών μου έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου
πρᾶγμα (business)
[edit]Matthew 18:19
- KJV: Again I say unto you That if two of you shall agree on earth as touching any thing that they shall ask it shall be done for them of my Father which is in heaven
- GK: πάλιν αμήν λέγω υμίν ότι εάν δύο υμών συμφωνήσωσιν επί της γης περί παντός πράγματος ου εάν αιτήσωνται γενήσεται αυτοίς παρά του πατρός μου του εν ουρανοίς
Luke 1:1
- KJV: Forasmuch as many have taken in hand to set forth in order a declaration of those things which are most surely believed among us
- GK: επειδήπερ πολλοί επεχείρησαν ανατάξασθαι διήγησιν περί των πεπληροφορημένων εν ημίν πραγμάτων
Acts 5:4
- KJV: Whiles it remained was it not thine own and after it was sold was it not in thine own power why hast thou conceived this thing in thine heart thou hast not lied unto men but unto God
- GK: ουχί μένον σοι έμενε και πραθέν εν τη ση εξουσία υπήρχε τι ότι έθου εν τη καρδία σου το πράγμα τούτο ουκ εψεύσω ανθρώποις αλλά τω θεώ
Romans 16:2
- KJV: That ye receive her in the Lord as becometh saints and that ye assist her in whatsoever business she hath need of you for she hath been a succourer of many and of myself also
- GK: ίνα αυτήν προσδέξησθε εν κυρίω αξίως των αγίων και παραστήτε αυτή εν ω αν υμών χρήζη πράγματι και γαρ αύτη προστάτις πολλών εγενήθη και αυτού εμού
1 Corinthians 6:1
- KJV: Dare any of you having a matter against another go to law before the unjust and not before the saints
- GK: τολμά τις υμών πράγμα έχων προς τον έτερον κρίνεσθαι επί των αδίκων και ουχί επί των αγίων
2 Corinthians 7:11
- KJV: For behold this selfsame thing that ye sorrowed after a godly sort what carefulness it wrought in you yea clearing of yourselves yea indignation yea fear yea vehement desire yea zeal yea revenge In all ye have approved yourselves to be clear in this matter
- GK: ιδού γαρ αυτό τούτο το κατά θεόν λυπηθήναι υμάς πόσην κατειργάσατο υμίν σπουδήν αλλά απολογίαν αλλά αγανάκτησιν αλλά φόβον αλλά επιπόθησιν αλλά ζήλον αλλ΄ εκδίκησιν εν παντί συνεστήσατε εαυτούς αγνούς είναι εν τω πράγματι
1 Thessalonians 4:6
- KJV: That no go beyond and defraud his brother in matter because that the Lord the avenger of all such as we also have forewarned you and testified
- GK: το μη υπερβαίνειν και πλεονεκτείν εν τω πράγματι τον αδελφόν αυτού διότι έκδικος ο κύριος περί πάντων τούτων καθώς και προείπαμεν υμίν και διεμαρτυράμεθα
Hebrews 6:18
- KJV: That by two immutable things in which impossible for God to lie we might have a strong consolation who have fled for refuge to lay hold upon the hope set before us
- GK: ίνα διά δύο πραγμάτων αμεταθέτων εν οις αδύνατον ψεύσασθαι θεόν ισχυράν παράκλησιν έχωμεν οι καταφυγόντες κρατήσαι της προκειμένης ελπίδος
Hebrews 10:1
- KJV: For the law having a shadow of good things to come not the very image of the things can never with those sacrifices which they offered year by year continually make the comers thereunto perfect
- GK: σκιάν γαρ έχων ο νόμος των μελλόντων αγαθών ουκ αυτήν την εικόνα των πραγμάτων κατ΄ ενιαυτόν ταις αυταίς θυσίαις ας προσφέρουσιν εις το διηνεκές ουδέποτε δύναται τους προσερχομένους τελειώσαι
πραγματεία (affair)
[edit]2 Timothy 2:4
- KJV: No man that warreth entangleth himself with the affairs of life that he may please him who hath chosen him to be a soldier
- GK: ουδείς στρατευόμενος εμπλέκεται ταις του βίου πραγματείαις ίνα τω στρατολογήσαντι αρέση
πραγματεύομαι (occupy)
[edit]Luke 19:13
- KJV: And he called his ten servants and delivered them ten pounds and said unto them Occupy till I come
- GK: καλέσας δε δέκα δούλους εαυτού έδωκεν αυτοίς δέκα μνας και είπε προς αυτούς πραγματεύσασθε έως έρχομαι
πραιτώριον ((common)
[edit]Matthew 27:27
- KJV: Then the soldiers of the governor took Jesus into the common hall and gathered unto him the whole band
- GK: τότε οι στρατιώται του ηγεμόνος παραλαβόντες τον Ιησούν εις το πραιτώριον συνήγαγον επ΄ αυτόν όλην την σπείραν
Mark 15:16
- KJV: And the soldiers led him away into the hall called Prætorium and they call together the whole band
- GK: οι δε στρατιώται απήγαγον αυτόν έσω της αυλής ο εστι πραιτώριον και συγκαλούσιν όλην την σπείραν
John 18:28
- KJV: Then led they Jesus from Caiaphas unto the hall of judgment and it was early and they themselves went not into the judgment hall lest they should be defiled but that they might eat the passover
- GK: άγουσιν ουν τον Ιησούν από του Καϊάφα εις το πραιτώριον ην δε πρωϊα και αυτοί ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον ίνα μη μιανθώσιν αλλ΄ ίνα φάγωσι το πάσχα
John 18:33
- KJV: Then Pilate entered into the judgment hall again and called Jesus and said unto him Art thou the King of the Jews
- GK: εισήλθεν ούν εις το πραιτώριον πάλιν ο Πιλάτος και εφώνησε τον Ιησούν και είπεν αυτώ συ ει ο βασιλεύς των Ιουδαίων
John 19:9
- KJV: And went again into the judgment hall and saith unto Jesus Whence art thou But Jesus gave him no answer
- GK: και εισήλθεν εις το πραιτώριον πάλιν και λέγει τω Ιησού πόθεν ει συ ο δε Ιησούς απόκρισιν ουκ έδωκεν αυτώ
Acts 23:35
- KJV: I will hear thee said he when thine accusers are also come And he commanded him to be kept in Herod’s judgment hall
- GK: διακούσομαί σου έφη όταν και οι κατήγοροί σου παραγένωνται εκέλευσέ τε αυτόν εν τω πραιτωρίω Ηρώδου φυλάσσεσθαι
Philippians 1:13
- KJV: So that my bonds in Christ are manifest in all the palace and in all other
- GK: ώστε τους δεσμούς μου φανερούς εν χριστώ γενέσθαι εν όλω τω πραιτωρίω και τοις λοιποίς πάσι
πράκτωρ (officer)
[edit]Luke 12:58
- KJV: When thou goest with thine adversary to the magistrate in the way give diligence that thou mayest be delivered from him lest he hale thee to the judge and the judge deliver thee to the officer and the officer cast thee into prison
- GK: ως γαρ υπάγεις μετά του αντιδίκου σου επ΄ άρχοντα εν τη οδώ δος εργασίαν απηλλάχθαι απ΄ αυτού μήποτε κατασύρη σε προς τον κριτήν και ο κριτής σε παραδώ τω πράκτορι και ο πράκτωρ σε βάλλη εις φυλακήν
πρᾶξις (deed)
[edit]Matthew 16:27
- KJV: For the Son of man shall come in the glory of his Father with his angels and then he shall reward every man according to his works
- GK: μέλλει γαρ ο υιός του ανθρώπου έρχεσθαι εν τη δόξη του πατρός αυτού μετά των αγγέλων αυτού και τότε αποδώσει εκάστω κατά την πράξιν αυτού
Luke 23:51
- KJV: The same had not consented to the counsel and deed of them of Arimathæa a city of the Jews who also himself waited for the kingdom of God
- GK: ούτος ουκ ην συγκατατεθειμένος τη βουλή και τη πράξει αυτών από Αριμαθαίας πόλεως των Ιουδαίων ος και προσεδέχετο και αυτός την βασιλείαν του θεού
Acts 19:18
- KJV: And many that believed came and confessed and shewed their deeds
- GK: πολλοί τε των πεπιστευκότων ήρχοντο εξομολογούμενοι και αναγγέλλοντες τας πράξεις αυτών
Romans 8:13
- KJV: For if ye live after the flesh ye shall die but if ye through the Spirit do mortify the deeds of the body ye shall live
- GK: ει γαρ κατά σάρκα ζήτε μέλλετε αποθνήσκειν ει δε πνεύματι τας πράξεις του σώματος θανατούτε ζήσεσθε
Romans 12:4
- KJV: For as we have many members in one body and all members have not the same office
- GK: καθάπερ γαρ εν ενί σώματι μέλη πολλά έχομεν τα δε μέλη πάντα ου την αυτήν έχει πράξιν
Colossians 3:9
- KJV: Lie not one to another seeing that ye have put off the old man with his deeds
- GK: μη ψεύδεσθε εις αλλήλους απεκδυσάμενοι τον παλαιόν άνθρωπον συν ταις πράξεσιν αυτου
πρᾷος (meek)
[edit]Matthew 11:29
- KJV: Take my yoke upon you and learn of me for I am meek and lowly in heart and ye shall find rest unto your souls
- GK: άρατε τον ζυγόν μου εφ΄ υμάς και μάθετε απ΄ εμού ότι πράός ειμι και ταπεινός τη καρδία και ευρήσετε ανάπαυσιν ταις ψυχαίς υμών
πρᾳότης (meekness)
[edit]1 Corinthians 4:21
- KJV: What will ye shall I come unto you with a rod or in love and the spirit of meekness
- GK: τι θέλετε εν ράβδω έλθω προς υμάς η εν αγάπη πνεύματί τε πραότητος
2 Corinthians 10:1
- KJV: Now I Paul myself beseech you by the meekness and gentleness of Christ who in presence base among you but being absent am bold toward you
- GK: αυτός δε εγώ Παύλος παρακαλώ υμάς διά της πραότητος και επιεκείας του χριστού ος κατά πρόσωπον μεν ταπεινός εν υμίν απών δε θαρρώ εις υμάς
Galatians 5:23
- KJV: Meekness temperance against such there is no law
- GK: πραότης εγκράτεια κατά των τοιούτων ουκ έστι νόμος
Galatians 6:1
- KJV: Brethren if a man be overtaken in a fault ye which are spiritual restore such an one in the spirit of meekness considering thyself lest thou also be tempted
- GK: αδελφοί εάν και προληφθή άνθρωπος εν τινι παραπτώματι υμείς οι πνευματικοί καταρτίζετε τον τοιούτον εν πνεύματι πραότητος σκοπών σεαυτόν μη και συ πειρασθής
Ephesians 4:2
- KJV: With all lowliness and meekness with longsuffering forbearing one another in love
- GK: μετά πάσης ταπεινοφροσύνης και πραότητος μετά μακροθυμίας ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη
Colossians 3:12
- KJV: Put on therefore as the elect of God holy and beloved bowels of mercies kindness humbleness of mind meekness longsuffering
- GK: ενδύσασθε ουν ως εκλεκτοί του θεού άγιοι και ηγαπημένοι σπλάγχνα οικτιρμού χρηστότητα ταπεινοφροσύνην πραότητα μακροθυμίαν
1 Timothy 6:11
- KJV: But thou O man of God flee these things and follow after righteousness godliness faith love patience meekness
- GK: συ δε ω άνθρωπε του θεού ταύτα φεύγε δίωκε δε δικαιοσύνην ευσέβειαν πίστιν αγάπην υπομονήν πραότητα
2 Timothy 2:25
- KJV: In meekness instructing those that oppose themselves if God peradventure will give them repentance to the acknowledging of the truth
- GK: εν πραότητι παιδεύοντα τους αντιδιατιθεμένους μηποτέ δω αυτοίς ο θεός μετάνοιαν εις επίγνωσιν αληθείας
Titus 3:2
- KJV: To speak evil of no man to be no brawlers gentle shewing all meekness unto all men
- GK: μηδένα βλασφημείν αμάχους είναι επιεικείς πάσαν ενδεικνυμένους πραότητα προς πάντας ανθρώπους
πρασιά (in ranks)
[edit]Mark 6:40
- KJV: And they sat down in ranks by hundreds and by fifties
- GK: και ανέπεσον πρασιαί πρασιαί ανά εκατόν και ανά πεντήκοντα
πράσσω (commit)
[edit]Luke 3:13
- KJV: And he said unto them Exact no more than that which is appointed you
- GK: ο δε είπε προς αυτούς μηδέν πλέον παρά το διατεταγμένον υμίν πράσσετε
Luke 19:23
- KJV: Wherefore then gavest not thou my money into the bank that at my coming I might have required mine own with usury
- GK: και διά τι ουκ έδωκας το αργύριόν μου επί την τράπεζαν και εγώ ελθών συν τόκω αν έπραξα αυτό
Luke 22:23
- KJV: And they began to enquire among themselves which of them it was that should do this thing
- GK: και αυτοί ήρξαντο συζητείν προς εαυτούς το τις άρα είη εξ αυτών ο τούτο μέλλων πράσσειν
Luke 23:15
- KJV: No nor yet Herod for I sent you to him and lo nothing worthy of death is done unto him
- GK: αλλ΄ ουδέ Ηρώδης ανέπεμψα γαρ υμάς προς αυτόν και ιδού ουδέν άξιον θανάτου εστί πεπραγμένον αυτώ
Luke 23:41
- KJV: And we indeed justly for we receive the due reward of our deeds but this man hath done nothing amiss
- GK: και ημείς μεν δικαίως άξια γαρ ων επράξαμεν απολαμβάνομεν ούτος δε ουδέν άτοπον έπραξε
John 3:20
- KJV: For every one that doeth evil hateth the light neither cometh to the light lest his deeds should be reproved
- GK: πας γαρ ο φαύλα πράσσων μισεί το φως και ουκ έρχεται προς το φως ίνα μη ελεγχθή τα έργα αυτού
John 5:29
- KJV: And shall come forth they that have done good unto the resurrection of life and they that have done evil unto the resurrection of damnation
- GK: και εκπορεύσονται οι τα αγαθά ποιήσαντες εις ανάστασιν ζωής οι δε τα φαύλα πράξαντες εις ανάστασιν κρίσεως
Acts 3:17
- KJV: And now brethren I wot that through ignorance ye did as also your rulers
- GK: και νυν αδελφοί οίδα ότι κατά άγνοιαν επράξατε ώσπερ και οι άρχοντες υμών
Acts 5:35
- KJV: And said unto them Ye men of Israel take heed to yourselves what ye intend to do as touching these men
- GK: είπέ τε προς αυτούς άνδρες Ισραηλίται προσέχετε εαυτοίς επί τοις ανθρώποις τούτοις τι μέλλετε πράσσειν
πραϋ (meek)
[edit]Matthew 5:5
- KJV: Blessed the meek for they shall inherit the earth
- GK: μακάριοι οι πραείς ότι αυτοί κληρονομήσουσι την γην
Matthew 21:5
- KJV: Tell ye the daughter of Sion Behold thy King cometh unto thee meek and sitting upon an ass and a colt the foal of an ass
- GK: είπατε τη θυγατρί Σιών ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πραϋς και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου
1 Peter 3:4
- KJV: But the hidden man of the heart in that which is not corruptible of a meek and quiet spirit which is in the sight of God of great price
- GK: αλλ΄ ο κρυπτός της καρδίας άνθρωπος εν τω αφθάρτω του πραέος και ησυχίου πνεύματος ο εστιν ενώπιον του θεού πολυτελές
πρᾳϋ (meekness)
[edit]James 1:21
- KJV: Wherefore lay apart all filthiness and superfluity of naughtiness and receive with meekness the engrafted word which is able to save your souls
- GK: διό αποθέμενοι πάσαν ρυπαρίαν και περισσείαν κακίας εν πραϋτητι δέξασθε τον έμφυτον λόγον τον δυνάμενον σώσαι τας ψυχάς υμών
James 3:13
- KJV: Who a wise man and endued with knowledge among you let him shew out of a good conversation his works with meekness of wisdom
- GK: τις σοφός και επιστήμων εν υμίν δειξάτω εκ της καλής αναστροφής τα έργα αυτού εν πραϋτητι σοφίας
1 Peter 3:15
- KJV: But sanctify the Lord God in your hearts and ready always to an answer to every man that asketh you a reason of the hope that is in you with meekness and fear
- GK: κύριον δε τον θεόν αγιάσατε εν ταις καρδίαις υμών έτοιμοι δε αεί προς απολογίαν παντί τω αιτούντι υμάς λόγον περί της εν υμίν ελπίδος μετά πραϋτητος και φόβου
πρέπω (become)
[edit]Matthew 3:15
- KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν
1 Corinthians 11:13
- KJV: Judge in yourselves is it comely that a woman pray unto God uncovered
- GK: εν υμίν αυτοίς κρίνατε πρέπον εστί γυναίκα ακατακάλυπτον τω θεώ προσεύχεσθαι
Ephesians 5:3
- KJV: But fornication and all uncleanness or covetousness let it not be once named among you as becometh saints
- GK: πορνεία δε και πάσα ακαθαρσία η πλεονεξία μηδέ ονομαζέσθω εν υμίν καθώς πρέπει αγίοις
1 Timothy 2:10
- KJV: But which becometh women professing godliness with good works
- GK: αλλ΄ ο πρέπει γυναιξίν επαγγελλομέναις θεοσέβειαν δι΄ έργων αγαθών
Titus 2:1
- KJV: But speak thou the things which become sound doctrine
- GK: συ δε λάλει α πρέπει τη υγιαινούση διδασκαλία
Hebrews 2:10
- KJV: For it became him for whom all things and by whom all things in bringing many sons unto glory to make the captain of their salvation perfect through sufferings
- GK: έπρεπε γαρ αυτώ δι΄ ον τα πάντα και δι΄ ου τα πάντα πολλούς υιούς εις δόξαν αγαγόντα τον αρχηγόν της σωτηρίας αυτών διά παθημάτων τελειώσαι
Hebrews 7:26
- KJV: For such an high priest became us holy harmless undefiled separate from sinners and made higher than the heavens
- GK: τοιούτος γαρ ημίν έπρεπεν αρχιερεύς όσιος άκακος αμίαντος κεχωρισμένος από των αμαρτωλών και υψηλότερος των ουρανών γενόμενος
πρεσβεία (ambassage)
[edit]Luke 14:32
- KJV: Or else while the other is yet a great way off he sendeth an ambassage and desireth conditions of peace
- GK: ει έτι πόρρω αυτού όντος πρεσβείαν αποστείλας ερωτά τα προς ειρήνην
Luke 19:14
- KJV: But his citizens hated him and sent a message after him saying We will not have this to reign over us
- GK: οι δε πολίται αυτού εμίσουν αυτόν και απέστειλαν πρεσβείαν οπίσω αυτού λέγοντες ου θέλομεν τούτον βασιλεύσαι εφ΄ ημάς
πρεσβεύω (be an ambassador)
[edit]2 Corinthians 5:20
- KJV: Now then we are ambassadors for Christ as though God did beseech by us we pray in Christ’s stead be ye reconciled to God
- GK: υπέρ χριστού ούν πρεσβεύομεν ως θεού παρακαλούντος δι΄ ημών δεόμεθα υπέρ χριστού καταλλάγητε τω θεώ
Ephesians 6:20
- KJV: For which I am an ambassador in bonds that therein I may speak boldly as I ought to speak
- GK: υπέρ ου πρεσβεύω εν αλύσει ίνα εν αυτώ παρρησιάσωμαι ως δει με λαλήσαι
πρεσβυτέριον ((estate of) elder(-s))
[edit]Luke 22:66
- KJV: And as soon as it was day the elders of the people and the chief priests and the scribes came together and led him into their council saying
- GK: και ως εγένετο ημέρα συνήχθη το πρεσβυτέριον του λαού αρχιερείς και γραμματείς και ανήγαγον αυτόν εις το συνέδριον αυτών λέγοντες
Acts 22:5
- KJV: As also the high priest doth bear me witness and all the estate of the elders from whom also I received letters unto the brethren and went to Damascus to bring them which were there bound unto Jerusalem for to be punished
- GK: ως και ο αρχιερεύς μαρτυρεί μοι και παν το πρεσβυτέριον παρ΄ ων και επιστολάς δεξάμενος προς τους αδελφούς εις Δαμασκόν επορευόμην άξων και τους εκείσε όντας δεδεμένους εις Ιερουσαλήμ ίνα τιμωρηθώσιν
1 Timothy 4:14
- KJV: Neglect not the gift in thee which was given thee by prophecy with the laying on of the hands of the presbytery
- GK: μη αμέλει του εν σοι χαρίσματος ο εδόθη σοι διά προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου
πρεσβύτερος (elder(-est))
[edit]Matthew 15:2
- KJV: Why do thy disciples transgress the tradition of the elders for they wash not their hands when they eat bread
- GK: διατί οι μαθηταί σου παραβαίνουσιν την παράδοσιν των πρεσβυτέρων ου γαρ νίπτονται τας χείρας αυτών όταν άρτον εσθίωσιν
Matthew 16:21
- KJV: From that time forth began Jesus to shew unto his disciples how that he must go unto Jerusalem and suffer many things of the elders and chief priests and scribes and be killed and be raised again the third day
- GK: από τότε ήρξατο ο Ιησούς δεικνύειν τοις μαθηταίς αυτού ότι δει αυτόν απελθείν εις Ιεροσόλυμα και πολλά παθείν από των πρεσβυτέρων και αρχιερέων και γραμματέων και αποκτανθήναι και τη τρίτη ημέρα εγερθήναι
Matthew 21:23
- KJV: And when he was come into the temple the chief priests and the elders of the people came unto him as he was teaching and said By what authority doest thou these things and who gave thee this authority
- GK: και ελθόντι αυτώ εις το ιερόν προσήλθον αυτώ διδάσκοντι οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού λέγοντες εν ποία εξουσία ταύτα ποιείς και τις σοι έδωκεν την εξουσίαν ταύτην
Matthew 26:3
- KJV: Then assembled together the chief priests and the scribes and the elders of the people unto the palace of the high priest who was called Caiaphas
- GK: τότε συνήχθησαν οι αρχιερείς και οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι του λαού εις την αυλήν του αρχιερέως του λεγομένου Καϊάφα
Matthew 26:47
- KJV: And while he yet spake lo Judas one of the twelve came and with him a great multitude with swords and staves from the chief priests and elders of the people
- GK: και έτι αυτού λαλούντος ιδού Ιούδας εις των δώδεκα ήλθε και μετ΄ αυτού όχλος πολύς μετά μαχαιρών και ξύλων από των αρχιερέων και πρεσβυτέρων του λαού
Matthew 26:57
- KJV: And they that had laid hold on Jesus led away to Caiaphas the high priest where the scribes and the elders were assembled
- GK: οι δε κρατήσαντες τον Ιησούν απήγαγον προς Καϊάφαν τον αρχιερέα όπου οι γραμματείς και οι πρεσβύτεροι συνήχθησαν
Matthew 26:59
- KJV: Now the chief priests and elders and all the council sought false witness against Jesus to put him to death
- GK: οι δε αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι και το συνέδριον όλον εζήτουν ψευδομαρτυρίαν κατά του Ιησού όπως θανατώσωσιν αυτόν
Matthew 27:1
- KJV: When the morning was come all the chief priests and elders of the people took counsel against Jesus to put him to death
- GK: πρωϊας δε γενομένης συμβούλιον έλαβον πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού ωστε θανατώσαι αυτόν
Matthew 27:3
- KJV: Then Judas which had betrayed him when he saw that he was condemned repented himself and brought again the thirty pieces of silver to the chief priests and elders
- GK: τότε ιδών Ιούδας ο παραδιδούς αυτόν ότι κατεκρίθη μεταμεληθείς απέστρεψε τα τριάκοντα αργύρια τοις αρχιερεύσι και τοις πρεσβυτέροις
πρεσβύτης (aged (man))
[edit]Luke 1:18
- KJV: And Zacharias said unto the angel Whereby shall I know this for I am an old man and my wife well stricken in years
- GK: και είπε Ζαχαρίας προς τον άγγελον κατά τι γνώσομαι τούτο εγώ γαρ ειμι πρεσβύτης και η γυνή μου προβεβηκυία εν ταις ημέραις αυτής
Titus 2:2
- KJV: That the aged men be sober grave temperate sound in faith in charity in patience
- GK: πρεσβύτας νηφαλίους είναι σεμνούς σώφρονας υγιαίνοντας τη πίστει τη αγάπη τη υπομονή
Philemon 1:9
- KJV: for love’s sake I rather beseech being such an one as Paul the aged and now also a prisoner of Jesus Christ
- GK: διά την αγάπην μάλλον παρακαλώ τοιούτος ων ως Παύλος πρεσβύτης νυνί δε και δέσμιος Ιησού χριστού
πρεσβῦτις (aged woman)
[edit]Titus 2:3
- KJV: The aged women likewise that in behaviour as becometh holiness not false accusers not given to much wine teachers of good things
- GK: πρεσβύτιδας ωσαύτως εν καταστήματι ιεροπρεπείς μη διαβόλους μη οίνω πολλώ δεδουλωμένας καλοδιδασκάλους
πρηνής (headlong)
[edit]Acts 1:18
- KJV: Now this man purchased a field with the reward of iniquity and falling headlong he burst asunder in the midst and all his bowels gushed out
- GK: ούτος μεν ούν εκτήσατο χωρίον εκ του μισθού της αδικίας και πρηνής γενόμενος ελάκησε μέσος και εξεχύθη πάντα τα σπλάγχνα αυτού
πρίζω (saw asunder)
[edit]Hebrews 11:37
- KJV: They were stoned they were sawn asunder were tempted were slain with the sword they wandered about in sheepskins and goat skins being destitute afflicted tormented
- GK: ελιθάσθησαν επρίσθησαν επειράσθησαν εν φόνω μαχαίρας απέθανον περιήλθον εν μηλωταίς εν αιγείοις δέρμασιν υστερούμενοι θλιβόμενοι κακουχούμενοι
πρίν (before (that))
[edit]Matthew 1:18
- KJV: Now the birth of Jesus Christ was on this wise When as his mother Mary was espoused to Joseph before they came together she was found with child of the Holy Ghost
- GK: του δε Ιησού Χριστού η γέννησις ούτως ην μνηστευθείσης γαρ της μητρός αυτού Μαρίας τω Ιωσήφ πριν η συνελθείν αυτούς ευρέθη εν γαστρί έχουσα εκ πνεύματος αγίου
Matthew 26:34
- KJV: Jesus said unto him Verily I say unto thee That this night before the cock crow thou shalt deny me thrice
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς αμήν λέγω σοι ότι εν ταύτη τη νυκτί πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με
Matthew 26:75
- KJV: And Peter remembered the word of Jesus which said unto him Before the cock crow thou shalt deny me thrice And he went out and wept bitterly
- GK: και εμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος Ιησού ειρηκότος αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με και εξελθών έξω έκλαυσε πικρώς
Mark 14:30
- KJV: And Jesus saith unto him Verily I say unto thee That this day in this night before the cock crow twice thou shalt deny me thrice
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς αμήν λέγω σοι ότι σήμερον εν τη νυκτί ταύτη πριν η δις αλέκτορα φωνήσαι τρις απαρνήση με
Mark 14:72
- KJV: And the second time the cock crew And Peter called to mind the word that Jesus said unto him Before the cock crow twice thou shalt deny me thrice And when he thought thereon he wept
- GK: και εκ δευτέρου αλέκτωρ εφώνησε και ανεμνήσθη ο Πέτρος του ρήματος ου είπεν αυτώ ο Ιησούς ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι δις απαρνήση με τρίς και επιβαλών έκλαιε
Luke 2:26
- KJV: And it was revealed unto him by the Holy Ghost that he should not see death before he had seen the Lord’s Christ
- GK: και ην αυτώ κεχρηματισμένον υπό του πνεύματος του αγίου μη ιδείν θάνατον πριν η ίδη τον Χριστόν κυρίου
Luke 22:34
- KJV: And he said I tell thee Peter the cock shall not crow this day before that thou shalt thrice deny that thou knowest me
- GK: ο δε είπεν λέγω σοι Πέτρε ου φωνήσει σήμερον αλέκτωρ πρίν η τρίς απαρνήση μη ειδέναι με
Luke 22:61
- KJV: And the Lord turned and looked upon Peter And Peter remembered the word of the Lord how he had said unto him Before the cock crow thou shalt deny me thrice
- GK: και στραφείς ο κύριος ενέβλεψεν τω Πέτρω και υπεμνήσθη ο Πέτρος του λόγου του κυρίου ως είπεν αυτώ ότι πριν αλέκτορα φωνήσαι απαρνήση με τρις
John 4:49
- KJV: The nobleman saith unto him Sir come down ere my child die
- GK: λέγει προς αυτόν ο βασιλικός κύριε κατάβηθι πριν αποθανείν το παιδίον μου
Πρίσκα (Prisca)
[edit]2 Timothy 4:19
- KJV: Salute Prisca and Aquila and the household of Onesiphorus
- GK: ασπάσαι Πρίσκαν και Ακύλαν και τον Ονησιφόρου οίκον
Πρίσκιλλα (Priscilla)
[edit]Acts 18:2
- KJV: And found a certain Jew named Aquila born in Pontus lately come from Italy with his wife Priscilla because that Claudius had commanded all Jews to depart from Rome and came unto them
- GK: και ευρών τινα Ιουδαίον ονόματι Ακύλαν Ποντικόν τω γένει προσφάτως εληλυθότα από της Ιταλίας και Πρίσκιλλαν γυναίκα αυτού διά το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους εκ της Ρώμης προσήλθεν αυτοίς
Acts 18:18
- KJV: And Paul tarried yet a good while and then took his leave of the brethren and sailed thence into Syria and with him Priscilla and Aquila having shorn head in Cenchrea for he had a vow
- GK: ο δε Παύλος έτι προσμείνας ημέρας ικανάς τοις αδελφοίς αποταξάμενος εξέπλει εις την Συρίαν και συν αυτώ Πρίσκιλλα και Ακύλας κειράμενος την κεφαλήν εν Κεγχρεαίς είχε γαρ ευχήν
Acts 18:26
- KJV: And he began to speak boldly in the synagogue whom when Aquila and Priscilla had heard they took him unto and expounded unto him the way of God more perfectly
- GK: ούτός τε ήρξατο παρρησιάζεσθαι εν τη συναγωγή ακούσαντες δε αυτού Ακύλας και Πρίσκιλλα προσελάβοντο αυτόν και ακριβέστερον αυτώ εξέθεντο την του θεού οδόν
Romans 16:3
- KJV: Greet Priscilla and Aquila my helpers in Christ Jesus
- GK: ασπάσασθε Πρίσκιλλαν και Ακύλαν τους συνεργούς μου εν χριστώ Ιησού
1 Corinthians 16:19
- KJV: The churches of Asia salute you Aquila and Priscilla salute you much in the Lord with the church that is in their house
- GK: ασπάζονται υμάς αι εκκλησίαι της Ασίας ασπάζονται υμάς εν κυρίω πολλά Ακύλας και Πρίσκιλλα συν τη κατ΄ οίκον αυτών εκκλησία
πρό (above)
[edit]Matthew 5:12
- KJV: Rejoice and be exceeding glad for great your reward in heaven for so persecuted they the prophets which were before you
- GK: χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς ούτω γαρ εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών
Matthew 6:8
- KJV: Be not ye therefore like unto them for your Father knoweth what things ye have need of before ye ask him
- GK: μη ουν ομοιωθήτε αυτοίς οίδε γαρ ο πατήρ υμών ων χρείαν έχετε προ του υμάς αιτήσαι αυτόν
Matthew 8:29
- KJV: And behold they cried out saying What have we to do with thee Jesus thou Son of God art thou come hither to torment us before the time
- GK: και ιδού έκραξαν λέγοντες τι ημίν και σοι Ιησού υιέ του θεού ήλθες ώδε προ καιρού βασανίσαι ημάς
Matthew 11:10
- KJV: For this is of whom it is written Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
- GK: ούτος γαρ εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου
Matthew 24:38
- KJV: For as in the days that were before the flood they were eating and drinking marrying and giving in marriage until the day that Noe entered into the ark
- GK: ώσπερ γαρ ήσαν εν ταις ημέραις ταις προ του κατακλυσμού τρώγοντες και πίνοντες γαμούντες και εκγαμίζοντες άχρι ης ημέρας εισήλθε Νώε εις την κιβωτόν
Mark 1:2
- KJV: As it is written in the prophets Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
- GK: ως γέγραπται εν τοις προφήταις ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου
Luke 1:76
- KJV: And thou child shalt be called the prophet of the Highest for thou shalt go before the face of the Lord to prepare his ways
- GK: και συ παιδίον προφήτης υψίστου κληθήση προπορεύση γαρ προ προσώπου κυρίου ετοιμάσαι οδούς αυτού
Luke 2:21
- KJV: And when eight days were accomplished for the circumcising of the child his name was called JESUS which was so named of the angel before he was conceived in the womb
- GK: και ότε επλήσθησαν ημέραι οκτώ του περιτεμείν το παιδίον και εκλήθη το όνομα αυτού Ιησούς το κληθέν υπό του αγγέλου προ του συλληφθήναι εν τη κοιλία
Luke 7:27
- KJV: This is of whom it is written Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
- GK: ούτός εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου
προάγω (bring (forth)
[edit]Matthew 2:9
- KJV: When they had heard the king they departed and lo the star which they saw in the east went before them till it came and stood over where the young child was
- GK: οι δε ακούσαντες του βασιλέως επορεύθησαν και ιδού ο αστήρ ον είδον εν τη ανατολή προήγεν αυτούς έως ελθών έστη επάνω ου ην το παιδίον
Matthew 14:22
- KJV: And straightway Jesus constrained his disciples to get into a ship and to go before him unto the other side while he sent the multitudes away
- GK: και ευθέως ηνάγκασεν ο Ιησούς τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν αυτόν εις το πέραν εώς ου απολύση τους όχλους
Matthew 21:9
- KJV: And the multitudes that went before and that followed cried saying Hosanna to the Son of David Blessed he that cometh in the name of the Lord Hosanna in the highest
- GK: οι δε όχλοι οι προάγοντες και οι ακολουθούντες έκραζον λέγοντες ωσαννά τω υιώ Δαβίδ ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου ωσαννά εν τοις υψίστοις
Matthew 21:31
- KJV: Whether of them twain did the will of his father They say unto him The first Jesus saith unto them Verily I say unto you That the publicans and the harlots go into the kingdom of God before you
- GK: τις εκ των δύο εποίησε το θέλημα του πατρός λέγουσιν αυτώ ο πρώτος λέγει αυτοίς ο Ιησούς αμήν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του θεού
Matthew 26:32
- KJV: But after I am risen again I will go before you into Galilee
- GK: μετά δε το εγερθήναί με προάξω υμάς εις την Γαλιλαίαν
Matthew 28:7
- KJV: And go quickly and tell his disciples that he is risen from the dead and behold he goeth before you into Galilee there shall ye see him lo I have told you
- GK: και ταχύ πορευθείσαι είπατε τοις μαθηταίς αυτού ότι ηγέρθη από των νεκρών και ιδού προάγει υμάς εις την Γαλιλαίαν εκεί αυτόν όψεσθε ιδού είπον υμίν
Mark 6:45
- KJV: And straightway he constrained his disciples to get into the ship and to go to the other side before unto Bethsaida while he sent away the people
- GK: και ευθέως ηνάγκασε τους μαθητάς αυτού εμβήναι εις το πλοίον και προάγειν εις το πέραν προς Βηθσαϊδά έως αυτός απολύση τον όχλον
Mark 10:32
- KJV: And they were in the way going up to Jerusalem and Jesus went before them and they were amazed and as they followed they were afraid And he took again the twelve and began to tell them what things should happen unto him
- GK: ήσαν δε εν τη οδώ αναβαίνοντες εις Ιεροσόλυμα και ην προάγων αυτούς ο Ιησούς και εθαμβούντο και ακολουθούντες εφοβούντο και παραλαβών πάλιν τους δώδεκα ήρξατο αυτοίς λέγειν τα μέλλοντα αυτώ συμβαίνειν
Mark 11:9
- KJV: And they that went before and they that followed cried saying Hosanna Blessed he that cometh in the name of the Lord
- GK: και οι προάγοντες και οι ακολουθούντες έκραζον λέγοντες ωσαννά ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι κυρίου
προαιρέω (purpose)
[edit]2 Corinthians 9:7
- KJV: Every man according as he purposeth in his heart not grudgingly or of necessity for God loveth a cheerful giver
- GK: έκαστος καθώς προαιρείται τη καρδία μη εκ λύπης η εξ ανάγκης ιλαρόν γαρ δότην αγαπά ο θεός
προαιτιάομαι (prove before)
[edit]Romans 3:9
- KJV: What then are we better No in no wise for we have before proved both Jews and Gentiles that they are all under sin
- GK: τι ούν προεχόμεθα ου πάντως προητιασάμεθα γαρ Ιουδαίους τε και Έλληνας πάντας υφ΄ αμαρτίαν είναι
προακούω (hear before)
[edit]Colossians 1:5
- KJV: For the hope which is laid up for you in heaven whereof ye heard before in the word of the truth of the gospel
- GK: διά την ελπίδα την αποκειμένην υμίν εν τοις ουρανοίς ην προηκούσατε εν τω λόγω της αληθείας του ευαγγελίου
προαμαρτάνω (sin already)
[edit]2 Corinthians 12:21
- KJV: lest when I come again my God will humble me among you and I shall bewail many which have sinned already and have not repented of the uncleanness and fornication and lasciviousness which they have committed
- GK: μη πάλιν ελθόντα με ταπεινώση ο θεός μου προς υμάς και πενθήσω πολλούς των προημαρτηκότων και μη μετανοησάντων επί τη ακαθαρσία και πορνεία και ασελγεία η έπραξαν
2 Corinthians 13:2
- KJV: I told you before and foretell you as if I were present the second time and being absent now I write to them which heretofore have sinned and to all other that if I come again I will not spare
- GK: προείρηκα και προλέγω ως παρών το δεύτερον και απών νυν γράφω τοις προημαρτηκόσι και τοις λοιποίς πάσιν ότι εάν έλθω εις το πάλιν ου φείσομαι
προαύλιον (porch)
[edit]Mark 14:68
- KJV: But he denied saying I know not neither understand I what thou sayest And he went out into the porch and the cock crew
- GK: ο δε ηρνήσατο λέγων ουκ οίδα ουδέ επίσταμαι τι συ λέγεις και εξήλθεν έξω εις το προαύλιον και αλέκτωρ εφώνησε
προβαίνω (+ be of a great age)
[edit]Matthew 4:21
- KJV: And going on from thence he saw other two brethren James of Zebedee and John his brother in a ship with Zebedee their father mending their nets and he called them
- GK: και προβάς εκείθεν είδεν άλλους δύο αδελφούς Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού εν τω πλοίω μετά Ζεβεδαίου του πατρός αυτών καταρτίζοντας τα δίκτυα αυτών και εκάλεσεν αυτούς
Mark 1:19
- KJV: And when he had gone a little further thence he saw James of Zebedee and John his brother who also were in the ship mending nets
- GK: και προβάς εκείθεν ολίγον είδεν Ιάκωβον τον του Ζεβεδαίου και Ιωάννην τον αδελφόν αυτού και αυτούς εν τω πλοίω καταρτίζοντας τα δίκτυα
Luke 1:7
- KJV: And they had no child because that Elisabeth was barren and they both were well stricken in years
- GK: και ουκ ην αυτοίς τέκνον καθότι η Ελισάβετ ην στείρα και αμφότεροι προβεβηκότες εν ταις ημέραις αυτών ήσαν
Luke 1:18
- KJV: And Zacharias said unto the angel Whereby shall I know this for I am an old man and my wife well stricken in years
- GK: και είπε Ζαχαρίας προς τον άγγελον κατά τι γνώσομαι τούτο εγώ γαρ ειμι πρεσβύτης και η γυνή μου προβεβηκυία εν ταις ημέραις αυτής
Luke 2:36
- KJV: And there was one Anna a prophetess the daughter of Phanuel of the tribe of Aser she was of a great age and had lived with an husband seven years from her virginity
- GK: και ην Άννα προφήτις θυγάτηρ Φανουήλ εκ φυλής Ασήρ αύτη προβεβηκυία εν ημέραις πολλαίς ζήσασα έτη μετά ανδρός επτά από της παρθενίας αυτής
προβάλλω (put forward)
[edit]Luke 21:30
- KJV: When they now shoot forth ye see and know of your own selves that summer is now nigh at hand
- GK: όταν προβάλωσιν ήδη βλέποντες αφ΄ εαυτών γινώσκετε ότι ήδη εγγύς το θέρος εστίν
Acts 19:33
- KJV: And they drew Alexander out of the multitude the Jews putting him forward And Alexander beckoned with the hand and would have made his defence unto the people
- GK: εκ δε του όχλου προεβίβασαν Αλέξανδρον προβαλλόντων αυτόν των Ιουδαίων ο δε Αλέξανδρος κατασείσας την χείρα ήθελεν απολογείσθαι τω δήμω
προβατικός (sheep (market))
[edit]John 5:2
- KJV: Now there is at Jerusalem by the sheep a pool which is called in the Hebrew tongue Bethesda having five porches
- GK: έστι δε εν τοις Ιεροσολύμοις επί τη προβατική κολυμβήθρα η επιλεγομένη Εβραϊστί Βηθεσδά πέντε στοάς έχουσα
πρόβατον (sheep(-fold))
[edit]Matthew 7:15
- KJV: Beware of false prophets which come to you in sheep’s clothing but inwardly they are ravening wolves
- GK: προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες
Matthew 9:36
- KJV: But when he saw the multitudes he was moved with compassion on them because they fainted and were scattered abroad as sheep having no shepherd
- GK: ιδών δε τους όχλους εσπλαγχνίσθη περί αυτών ότι ήσαν εκλελυμένοι και ερριμμένοι ωσεί πρόβατα μη έχοντα ποιμένα
Matthew 10:6
- KJV: But go rather to the lost sheep of the house of Israel
- GK: πορεύεσθε δε μάλλον προς τα πρόβατα τα απολωλότα οίκου Ισραήλ
Matthew 10:16
- KJV: Behold I send you forth as sheep in the midst of wolves be ye therefore wise as serpents and harmless as doves
- GK: ιδού εγώ αποστέλλω υμάς ως πρόβατα εν μέσω λύκων γίνεσθε ουν φρόνιμοι ως οι όφεις και ακέραιοι ως αι περιστεραί
Matthew 12:11
- KJV: And he said unto them What man shall there be among you that shall have one sheep and if it fall into a pit on the sabbath day will he not lay hold on it and lift out
- GK: ο δε είπεν αυτοίς τις έσται εξ υμών άνθρωπος ος έξει πρόβατον εν και εάν εμπέση τούτο τοις σάββασιν εις βόθυνον ουχί κρατήσει αυτό και εγερεί
Matthew 12:12
- KJV: How much then is a man better than a sheep Wherefore it is lawful to do well on the sabbath days
- GK: πόσω ουν διαφέρει άνθρωπος προβάτου ώστε έξεστι τοις σάββασι καλώς ποιείν
Matthew 15:24
- KJV: But he answered and said I am not sent but unto the lost sheep of the house of Israel
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν ουκ απεστάλην ει εις τα πρόβατα τα απολωλότα οικού Ισραήλ
Matthew 18:12
- KJV: How think ye if a man have an hundred sheep and one of them be gone astray doth he not leave the ninety and nine and goeth into the mountains and seeketh that which is gone astray
- GK: τι υμίν δοκεί εάν γένηταί τινι ανθρώπω εκατόν πρόβατα και πλανηθή εν εξ αυτών ουχί αφείς τα ενενήκοντα εννέα επί τα όρη πορευθείς ζητεί το πλανώμενον
Matthew 25:32
- KJV: And before him shall be gathered all nations and he shall separate them one from another as a shepherd divideth sheep from the goats
- GK: και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη και αφοριεί αυτούς απ΄ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των ερίφων
προβιβάζω (draw)
[edit]Matthew 14:8
- KJV: And she, being before instructed of her mother said Give me here John Baptist’s head in a charger
- GK: η δε προβιβασθείσα υπό της μητρός αυτής δος μοι φησίν ώδε επί πίνακι την κεφαλήν Ιωάννου του βαπτιστού
Acts 19:33
- KJV: And they drew Alexander out of the multitude the Jews putting him forward And Alexander beckoned with the hand and would have made his defence unto the people
- GK: εκ δε του όχλου προεβίβασαν Αλέξανδρον προβαλλόντων αυτόν των Ιουδαίων ο δε Αλέξανδρος κατασείσας την χείρα ήθελεν απολογείσθαι τω δήμω
προβλέπω (provide)
[edit]Hebrews 11:40
- KJV: God having provided some better thing for us that without us should not be made perfect
- GK: του θεού περί ημών κρείττόν τι προβλεψαμένου ίνα μη χωρίς ημών τελειωθώσι
προγίνομαι (be past)
[edit]Romans 3:25
- KJV: Whom God hath set forth a propitiation through faith in his blood to declare his righteousness for the remission of sins that are past
- GK: ον προέθετο ο θεός ιλαστήριον διά της πίστεως εν τω αυτού αίματι εις ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού διά την πάρεσιν των προγεγονότων αμαρτημάτων
προγινώσκω (foreknow (ordain))
[edit]Acts 26:5
- KJV: Which knew me from the beginning if they would testify that after the most straitest sect of our religion I lived a Pharisee
- GK: προγινώσκοντές με άνωθεν εάν θέλωσι μαρτυρείν ότι κατά την ακριβεστάτην αίρεσιν της ημετέρας θρησκείας έζησα Φαρισαίος
Romans 8:29
- KJV: For whom he did foreknow he also did predestinate conformed to the image of his Son that he might be the firstborn among many brethren
- GK: ότι ους προέγνω και προώρισεν συμμόρφους της εικόνος του υιού αυτού εις το είναι αυτόν πρωτότοκον εν πολλοίς αδελφοίς
Romans 11:2
- KJV: God hath not cast away his people which he foreknew Wot ye not what the scripture saith of Elias how he maketh intercession to God against Israel saying
- GK: ουκ απώσατο ο θεός τον λαόν αυτού ον προέγνω η ουκ οίδατε εν Ηλία τι λέγει η γραφή ως εντυγχάνει τω θεώ κατά του Ισραήλ λέγων
1 Peter 1:20
- KJV: Who verily was foreordained before the foundation of the world but was manifest in these last times for you
- GK: προεγνωσμένου μεν προ καταβολής κόσμου φανερωθέντος δε επ΄ εσχάτων των χρόνων δι΄ υμάς
2 Peter 3:17
- KJV: Ye therefore beloved seeing ye know before beware lest ye also being led away with the error of the wicked fall from your own stedfastness
- GK: υμείς ούν αγαπητοί προγινώσκοντες φυλάσσεσθε ίνα μη τη των αθέσμων πλάνη συναπαχθέντες εκπέσητε του ιδίου στηριγμού
πρόγνωσις (foreknowledge)
[edit]Acts 2:23
- KJV: Him being delivered by the determinate counsel and foreknowledge of God ye have taken and by wicked hands have crucified and slain
- GK: τούτον τη ωρισμένη βουλή και προγνώσει του θεού έκδοτον λαβόντες διά χειρών ανόμων προσπήξαντες ανείλετε
1 Peter 1:2
- KJV: according to the foreknowledge of God the Father through sanctification of the Spirit unto obedience and sprinkling of the blood of Jesus Christ Grace unto you and peace be multiplied
- GK: κατά πρόγνωσιν θεού πατρός εν αγιασμώ πνεύματος εις υπακοήν και ραντισμόν αίματος Ιησού χριστού χάρις υμίν και ειρήνη πληθυνθείη
πρόγονος (forefather)
[edit]1 Timothy 5:4
- KJV: But if any widow have children or nephews let them learn first to shew piety at home and to requite their parents for that is good and acceptable before God
- GK: ει δε τις χήρα τέκνα η έκγονα έχει μανθανέτωσαν πρώτον τον ίδιον οίκον ευσεβείν και αμοιβάς αποδιδόναι τοις προγόνοις τούτο γαρ εστι καλόν και απόδεκτον ενώπιον του θεού
2 Timothy 1:3
- KJV: I thank God whom I serve from forefathers with pure conscience that without ceasing I have remembrance of thee in my prayers night and day
- GK: χάριν έχω τω θεώ ω λατρεύω από προγόνων εν καθαρά συνειδήσει ως αδιάλειπτον έχω την περί σου μνείαν εν ταις δεήσεσί μου νυκτός και ημέρας
προγράφω (before ordain)
[edit]Romans 15:4
- KJV: For whatsoever things were written aforetime were written for our learning that we through patience and comfort of the scriptures might have hope
- GK: όσα γαρ προεγράφη εις την ημετέραν διδασκαλίαν προεγράφη ίνα διά της υπομονής και διά της παρακλήσεως των γραφών την ελπίδα έχωμεν
Galatians 3:1
- KJV: O foolish Galatians who hath bewitched you that ye should not obey the truth before whose eyes Jesus Christ hath been evidently set forth crucified among you
- GK: ω ανόητοι Γάλαται τις υμάς εβάσκανε τη αληθεία μη πείθεσθαι οις κατ΄ οφθαλμούς Ιησούς χριστός προεγράφη εν υμίν εσταυρωμένος
Ephesians 3:3
- KJV: How that by revelation he made known unto me the mystery as I wrote afore in few words
- GK: ότι κατά αποκάλυψιν εγνώρισέ μοι το μυστήριον καθώς προέγραψα εν ολίγω
Jude 1:4
- KJV: For there are certain men crept in unawares who were before of old ordained to this condemnation ungodly men turning the grace of our God into lasciviousness and denying the only Lord God and our Lord Jesus Christ
- GK: παρεισέδυσαν γαρ τινες άνθρωποι οι πάλαι προγεγραμμένοι εις τούτο το κρίμα ασεβείς την του θεού ημών χάριν μετατιθέντες εις ασέλγειαν και τον μόνον δεσπότην θεόν και κύριον ημών Ιησούν χριστόν αρνούμενοι
πρόδηλος (evident)
[edit]1 Timothy 5:24
- KJV: Some men’s sins are open beforehand going before to judgment and some they follow after
- GK: τινών ανθρώπων αι αμαρτίαι πρόδηλοί εισι προάγουσαι εις κρίσιν τισί δε και επακολουθούσιν
1 Timothy 5:25
- KJV: Likewise also the good works are manifest beforehand and they that are otherwise can not be hid
- GK: ωσαύτως και τα καλά έργα πρόδηλά εστι και τα άλλως έχοντα κρυβήναι ου δύναται
Hebrews 7:14
- KJV: For evident that our Lord sprang out of Juda of which tribe Moses spake nothing concerning priesthood
- GK: πρόδηλον γαρ ότι εξ Ιούδα ανατέταλκεν ο κύριος ημών εις ην φυλήν ουδέν περί ιερωσύνης Μωϋσης ελάλησε
προδίδωμι (first give)
[edit]Romans 11:35
- KJV: Or who hath first given to him and it shall be recompensed unto him again
- GK: η τις προέδωκεν αυτώ και ανταποδοθήσεται αυτώ
προδότης (betrayer)
[edit]Luke 6:16
- KJV: And Judas of James and Judas Iscariot which also was the traitor
- GK: Ιούδαν Ιακώβου και Ιούδαν Ισκαριώτην ος και εγένετο προδότης
Acts 7:52
- KJV: Which of the prophets have not your fathers persecuted and they have slain them which shewed before of the coming of the Just One of whom ye have been now the betrayers and murderers
- GK: τίνα των προφητών ουκ εδίωξαν οι πατέρες υμών και απέκτειναν τους προκαταγγείλαντας περί της ελεύσεως του δικαίου ου νυν υμείς προδόται και φονείς γεγένησθε
2 Timothy 3:4
- KJV: Traitors heady highminded lovers of pleasures more than lovers of God
- GK: προδόται προπετείς τετυφωμένοι φιλήδονοι μάλλον η φιλόθεοι
πρόδρομος (forerunner)
[edit]Hebrews 6:20
- KJV: Whither the forerunner is for us entered Jesus made an high priest for ever after the order of Melchisedec
- GK: όπου πρόδρομος υπέρ ημών εισήλθεν Ιησούς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ αρχιερεύς γενόμενος εις τον αιώνα
προείδω (foresee)
[edit]Acts 2:31
- KJV: He seeing this before spake of the resurrection of Christ that his soul was not left in hell neither his flesh did see corruption
- GK: προϊδών ελάλησε περί της αναστάσεως του χριστού ότι ου κατελείφθη η ψυχή αυτού εις Άδου ουδέ η σάρξ αυτού είδε διαφθοράν
Galatians 3:8
- KJV: And the scripture foreseeing that God would justify the heathen through faith preached before the gospel unto Abraham In thee shall all nations be blessed
- GK: προϊδούσα δε η γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο θεός προευηγγελίσατο τω Αβραάμ ότι ευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη
προελπίζω (first trust)
[edit]Ephesians 1:12
- KJV: That we should be to the praise of his glory who first trusted in Christ
- GK: εις το είναι ημάς εις έπαινον της δόξης αυτού τους προηλπικότας εν τω χριστώ
προέπω (forewarn)
[edit]Acts 1:16
- KJV: Men brethren this scripture must needs have been fulfilled which the Holy Ghost by the mouth of David spake before concerning Judas which was guide to them that took Jesus
- GK: άνδρες αδελφοί έδει πληρωθήναι την γραφήν ταύτην ην προείπε το πνεύμα το άγιον διά στόματος Δαβίδ περί Ιούδα του γενομένου οδηγού τοις συλλαβούσι τον Ιησούν
Galatians 5:21
- KJV: Envyings murders drunkenness revellings and such like of the which I tell you before as I have also told that they which do such things shall not inherit the kingdom of God
- GK: φθόνοι φόνοι μέθαι κώμοι και τα όμοια τούτοις α προλέγω υμίν καθώς και προείπον ότι οι τα τοιαύτα πράσσοντες βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσιν
1 Thessalonians 4:6
- KJV: That no go beyond and defraud his brother in matter because that the Lord the avenger of all such as we also have forewarned you and testified
- GK: το μη υπερβαίνειν και πλεονεκτείν εν τω πράγματι τον αδελφόν αυτού διότι έκδικος ο κύριος περί πάντων τούτων καθώς και προείπαμεν υμίν και διεμαρτυράμεθα
προενάρχομαι (begin (before))
[edit]2 Corinthians 8:6
- KJV: Insomuch that we desired Titus that as he had begun so also finish in you the same grace also
- GK: εις το παρακαλέσαι ημάς Τίτον ίνα καθώς προενήρξατο ούτω και επιτελέση εις υμάς και την χάριν ταύτην
2 Corinthians 8:10
- KJV: And herein I give advice for this is expedient for you who have begun before not only to do but also to be forward a year ago
- GK: και γνώμην εν τούτω δίδωμι τούτο γαρ υμίν συμφέρει οίτινες ου μόνον το ποιήσαι αλλά και το θέλειν προενήρξασθε από πέρυσι
προεπαγγέλλομαι (promise before)
[edit]Romans 1:2
- KJV: Which he had promised afore by his prophets in the holy scriptures
- GK: ο προεπηγγείλατο διά των προφητών αυτού εν γραφαίς αγίαις
προερέω (foretell)
[edit]Matthew 24:25
- KJV: Behold I have told you before
- GK: ιδού προείρηκα υμίν
Mark 13:23
- KJV: But take ye heed behold I have foretold you all things
- GK: υμείς δε βλέπετε ιδού προείρηκα υμίν πάντα
Romans 9:29
- KJV: And as Esaias said before Except the Lord of Sabaoth had left us a seed we had been as Sodoma and been made like unto Gomorrha
- GK: και καθώς προείρηκεν Ησαϊας ει κύριος σαβαώθ εγκατέλιπεν ημίν σπέρμα ως Σόδομα αν εγενήθημεν και ως Γόμορρα αν ωμοιώθημεν
2 Corinthians 7:3
- KJV: I speak not to condemn for I have said before that ye are in our hearts to die and live with
- GK: ου προς κατάκρισιν λέγω προείρηκα γαρ ότι εν ταις καρδίαις ημών εστέ εις το συναποθανείν και συζήν
2 Corinthians 13:2
- KJV: I told you before and foretell you as if I were present the second time and being absent now I write to them which heretofore have sinned and to all other that if I come again I will not spare
- GK: προείρηκα και προλέγω ως παρών το δεύτερον και απών νυν γράφω τοις προημαρτηκόσι και τοις λοιποίς πάσιν ότι εάν έλθω εις το πάλιν ου φείσομαι
Galatians 1:9
- KJV: As we said before so say I now again If any preach any other gospel unto you than that ye have received let him be accursed
- GK: ως προειρήκαμεν και άρτι πάλιν λέγω ει υμάς ευαγγελίζεται παρ΄ ο παρελάβετε ανάθεμα έστω
Hebrews 10:15
- KJV: the Holy Ghost also is a witness to us for after that he had said before
- GK: μαρτυρεί δε ημίν και το πνεύμα το άγιον μετά το προειρηκέναι
2 Peter 3:2
- KJV: That ye may be mindful of the words which were spoken before by the holy prophets and of the commandment of us the apostles of the Lord and Saviour
- GK: μνησθήναι των προειρημένων ρημάτων υπό των αγίων προφητών και της των αποστόλων ημών εντολής του κυρίου και σωτήρος
Jude 1:17
- KJV: But beloved remember ye the words which were spoken before of the apostles of our Lord Jesus Christ
- GK: υμείς δε αγαπητοί μνήσθητε των ρημάτων των προειρημένων υπό των αποστόλων του κυρίου ημών Ιησού χριστού
προέρχομαι (go before (farther)
[edit]Matthew 26:39
- KJV: And he went a little further and fell on his face and prayed saying O my Father if it be possible let this cup pass from me nevertheless not as I will but as thou
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος και λέγων πάτερ μου ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ ως συ
Mark 6:33
- KJV: And the people saw them departing and many knew him and ran afoot thither out of all cities and outwent them and came together unto him
- GK: και είδον αυτούς υπάγοντας και επέγνωσαν αυτόν πολλοί και πεζή από πασών των πόλεων συνέδραμον εκεί και προήλθον αυτούς και συνήλθον προς αυτόν
Mark 14:35
- KJV: And he went forward a little and fell on the ground and prayed that if it were possible the hour might pass from him
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί της γης και προσηύχετο ίνα ει δυνατόν εστι παρέλθη απ΄ αυτού η ώρα
Luke 1:17
- KJV: And he shall go before him in the spirit and power of Elias to turn the hearts of the fathers to the children and the disobedient to the wisdom of the just to make ready a people prepared for the Lord
- GK: και αυτός προελεύσεται ενώπιον αυτού εν πνεύματι και δυνάμει Ηλίου επιστρέψαι καρδίας πατέρων επί τέκνα και απειθείς εν φρονήσει δικαίων ετοιμάσαι κυρίω λαόν κατεσκευασμένον
Luke 22:47
- KJV: And while he yet spake behold a multitude and he that was called Judas one of the twelve went before them and drew near unto Jesus to kiss him
- GK: έτι δε αυτού λαλούντος ιδού όχλος και ο λεγόμενος Ιούδας εις των δώδεκα προήρχετο αυτών και ήγγισε τω Ιησού φιλήσαι αυτόν
Acts 12:10
- KJV: When they were past the first and the second ward they came unto the iron gate that leadeth unto the city which opened to them of his own accord and they went out and passed on through one street and forthwith the angel departed from him
- GK: διελθόντες δε πρώτην φυλακήν και δευτέραν ήλθον επί την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν ήτις αυτομάτη ηνοίχθη αυτοίς και εξελθόντες προήλθον ρύμην μιαν και ευθέως απέστη ο άγγελος απ΄ αυτού
Acts 20:5
- KJV: These going before tarried for us at Troas
- GK: ούτοι προελθόντες έμενον ημάς εν Τρωάδι
Acts 20:13
- KJV: And we went before to ship and sailed unto Assos there intending to take in Paul for so had he appointed minding himself to go afoot
- GK: ημείς δε προελθόντες επί το πλοίον ανήχθημεν εις την Άσσον εκείθεν μέλλοντες αναλαμβάνειν τον Παύλον ούτω γαρ ην διατεταγμένος μέλλων αυτός πεζεύειν
2 Corinthians 9:5
- KJV: Therefore I thought it necessary to exhort the brethren that they would go before unto you and make up beforehand your bounty whereof ye had notice before that the same might be ready as bounty and not as covetousness
- GK: αναγκαίον ούν ηγησάμην παρακαλέσαι τους αδελφούς ίνα προέλθωσιν εις υμάς και προκαταρτίσωσι την προκατηγγελμένην ευλογίαν υμών ταύτην ετοίμην είναι ούτως ως ευλογίαν και μη ώσπερ πλεονεξίαν
προετοιμάζω (ordain before)
[edit]Romans 9:23
- KJV: And that he might make known the riches of his glory on the vessels of mercy which he had afore prepared unto glory
- GK: και ίνα γνωρίση τον πλούτον της δόξης αυτού επί σκεύη ελέους α προητοίμασεν εις δόξαν
Ephesians 2:10
- KJV: For we are his workmanship created in Christ Jesus unto good works which God hath before ordained that we should walk in them
- GK: αυτού γαρ εσμεν ποίημα κτισθέντες εν χριστώ Ιησού επί έργοις αγαθοίς οις προητοίμασεν ο θεός ίνα εν αυτοίς περιπατήσωμεν
προευαγγελίζομαι (preach before the gospel)
[edit]Galatians 3:8
- KJV: And the scripture foreseeing that God would justify the heathen through faith preached before the gospel unto Abraham In thee shall all nations be blessed
- GK: προϊδούσα δε η γραφή ότι εκ πίστεως δικαιοί τα έθνη ο θεός προευηγγελίσατο τω Αβραάμ ότι ευλογηθήσονται εν σοι πάντα τα έθνη
προέχω (be better)
[edit]Romans 3:9
- KJV: What then are we better No in no wise for we have before proved both Jews and Gentiles that they are all under sin
- GK: τι ούν προεχόμεθα ου πάντως προητιασάμεθα γαρ Ιουδαίους τε και Έλληνας πάντας υφ΄ αμαρτίαν είναι
προηγέομαι (prefer)
[edit]Romans 12:10
- KJV: kindly affectioned one to another with brotherly love in honour preferring one another
- GK: τη φιλαδελφία εις αλλήλους φιλόστοργοι τη τιμή αλλήλους προηγούμενοι
πρόθεσις (purpose)
[edit]Matthew 12:4
- KJV: How he entered into the house of God and did eat the shew bread which was not lawful for him to eat neither for them which were with him but only for the priests
- GK: πως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού και τους άρτους της προθέσεως έφαγεν ους ουκ εξόν ην αυτώ φαγείν ουδέ τοις μετ΄ αυτού ει τοις ιερεύσι μόνοις
Mark 2:26
- KJV: How he went into the house of God in the days of Abiathar the high priest and did eat the shewbread which is not lawful to eat but for the priests and gave also to them which were with him
- GK: πως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού επί Αβιάθαρ του αρχιερέως και τους άρτους της προθέσεως έφαγεν ους ουκ έξεστι φαγείν ει τοις ιερεύσι και έδωκε και τοις συν αυτώ ούσι
Luke 6:4
- KJV: How he went into the house of God and did take and eat the shewbread and gave also to them that were with him which it is not lawful to eat but for the priests alone
- GK: ως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού και τους άρτους της προθέσεως έλαβε και έφαγε και έδωκε και τοις μετ΄ αυτού ους ουκ έξεστι φαγείν ει μόνους τους ιερείς
Acts 11:23
- KJV: Who when he came and had seen the grace of God was glad and exhorted them all that with purpose of heart they would cleave unto the Lord
- GK: ος παραγενόμενος και ιδών την χάριν του θεού εχάρη και παρεκάλει πάντας τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω κυρίω
Acts 27:13
- KJV: And when the south wind blew softly supposing that they had obtained purpose loosing they sailed close by Crete
- GK: υποπνεύσαντος δε νότου δόξαντες της προθέσεως κεκρατηκέναι άραντες άσσον παρελέγοντο την Κρήτην
Romans 8:28
- KJV: And we know that all things work together for good to them that love God to them who are the called according to purpose
- GK: οίδαμεν δε ότι τοις αγαπώσι τον θεόν πάντα συνεργεί εις αγαθόν τοις κατά πρόθεσιν κλητοίς ούσιν
Romans 9:11
- KJV: For being not yet born neither having done any good or evil that the purpose of God according to election might stand not of works but of him that calleth
- GK: μήπω γαρ γεννηθέντων μηδέ πραξάντων τι αγαθόν η κακόν ίνα η κατ΄ εκλογήν του θεού πρόθεσις μένη ουκ εξ έργων αλλ΄ εκ του καλούντος
Ephesians 1:11
- KJV: In whom also we have obtained an inheritance being predestinated according to the purpose of him who worketh all things after the counsel of his own will
- GK: εν ω και εκληρώθημεν προορισθέντες κατά πρόθεσιν του τα πάντα ενεργούντος κατά την βουλήν του θελήματος αυτού
Ephesians 3:11
- KJV: According to the eternal purpose which he purposed in Christ Jesus our Lord
- GK: κατά πρόθεσιν των αιώνων ην εποίησεν εν χριστώ Ιησού τω κυρίω ημών
προθέσμιος (time appointed)
[edit]Galatians 4:2
- KJV: But is under tutors and governors until the time appointed of the father
- GK: αλλά υπό επιτρόπους εστί και οικονόμους άχρι της προθεσμίας του πατρός
προθυμία (forwardness of mind)
[edit]Acts 17:11
- KJV: These were more noble than those in Thessalonica in that they received the word with all readiness of mind and searched the scriptures daily whether those things were so
- GK: ούτοι δε ήσαν ευγενέστεροι των εν Θεσσαλονίκη οίτινες εδέξαντο τον λόγον μετά πάσης προθυμίας το καθ΄ ημέραν ανακρίνοντες τας γραφάς ει έχοι ταύτα ούτως
2 Corinthians 8:11
- KJV: Now therefore perform the doing that as a readiness to will so a performance also out of that which ye have
- GK: νυνί δε και το ποιήσαι επιτελέσατε όπως καθάπερ η προθυμία του θέλειν ούτω και το επιτελέσαι εκ του έχειν
2 Corinthians 8:12
- KJV: For if there be first a willing mind accepted according to that a man hath not according to that he hath not
- GK: ει γαρ η προθυμία πρόκειται καθό εάν έχη τις ευπρόσδεκτος ου καθό ουκ έχει
2 Corinthians 8:19
- KJV: And not only but who was also chosen of the churches to travel with us with this grace which is administered by us to the glory of the same Lord and your ready mind
- GK: ου μόνον δε αλλά και χειροτονηθείς υπό των εκκλησιών συνέκδημος ημων συν τη χάριτι ταυτη τη διακονουμένη υφ΄ ημών προς την αυτού του κυρίου δόξαν και προθυμίαν υμών
2 Corinthians 9:2
- KJV: For I know the forwardness of your mind for which I boast of you to them of Macedonia that Achaia was ready a year ago and your zeal hath provoked very many
- GK: οίδα γαρ την προθυμίαν υμών ην υπέρ υμών καυχώμαι Μακεδόσιν ότι Αχαϊα παρεσκεύασται από πέρυσι και ο εξ υμών ζήλος ηρέθισε τους πλείονας
πρόθυμος (ready)
[edit]Matthew 26:41
- KJV: Watch and pray that ye enter not into temptation the spirit indeed willing but the flesh weak
- GK: γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής
Mark 14:38
- KJV: Watch ye and pray lest ye enter into temptation The spirit truly ready but the flesh weak
- GK: γρηγορείτε και προσεύχεσθε ίνα μη εισέλθητε εις πειρασμόν το μεν πνεύμα πρόθυμον η δε σαρξ ασθενής
Romans 1:15
- KJV: So, as much as in me is I am ready to preach the gospel to you that are at Rome also
- GK: ούτως το κατ΄ εμέ πρόθυμον και υμίν τοις εν Ρώμη ευαγγελίσασθαι
προθύμωσ (willingly)
[edit]1 Peter 5:2
- KJV: Feed the flock of God which is among you taking the oversight not by constraint but willingly not for filthy lucre but of a ready mind
- GK: ποιμάνατε το εν υμίν ποίμνιον του θεού επισκοπούντες μη αναγκαστώς αλλ΄ εκουσίως μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως
προΐστημι (maintain)
[edit]Romans 12:8
- KJV: Or he that exhorteth on exhortation he that giveth with simplicity he that ruleth with diligence he that sheweth mercy with cheerfulness
- GK: είτε ο παρακαλών εν τη παρακλήσει ο μεταδιδούς εν απλότητι ο προϊστάμενος εν σπουδή ο ελεών εν ιλαρότητι
1 Thessalonians 5:12
- KJV: And we beseech you brethren to know them which labour among you and are over you in the Lord and admonish you
- GK: ερωτώμεν δε υμάς αδελφοί ειδέναι τους κοπιώντας εν υμίν και προϊσταμενους υμών εν κυρίω και νουθετούντας υμάς
1 Timothy 3:4
- KJV: One that ruleth well his own house having his children in subjection with all gravity
- GK: του ιδίου οίκου καλώς προϊστάμενον τέκνα έχοντα εν υποταγή μετά πάσης σεμνότητος
1 Timothy 3:5
- KJV: For if a man know not how to rule his own house how shall he take care of the church of God
- GK: ει δε τις του ιδίου οίκου προστήναι ουκ οίδε πως εκκλησίας θεού επιμελήσεται
1 Timothy 3:12
- KJV: Let the deacons be the husbands of one wife ruling their children and their own houses well
- GK: διάκονοι έστωσαν μιάς γυναικός άνδρες τέκνων καλώς προϊστάμενοι και των ιδίων οίκων
1 Timothy 5:17
- KJV: Let the elders that rule well be counted worthy of double honour especially they who labour in the word and doctrine
- GK: οι καλώς προεστώτες πρεσβύτεροι διπλής τιμής αξιούσθωσαν μάλιστα οι κοπιώντες εν λόγω και διδασκαλία
Titus 3:8
- KJV: a faithful saying and these things I will that thou affirm constantly that they which have believed in God might be careful to maintain good works These things are good and profitable unto men
- GK: πιστός ο λόγος και περί τούτων βούλομαί σε διαβεβαιούσθαι ίνα φροντίζωσι καλών έργων προϊστασθαι οι πεπιστευκότες τω θεώ ταύτά εστι τα καλά και ωφέλιμα τοις ανθρώποις
Titus 3:14
- KJV: And let ours also learn to maintain good works for necessary uses that they be not unfruitful
- GK: μανθανέτωσαν δε και οι ημέτεροι καλών έργων προϊστασθαι εις τας αναγκαίας χρείας ίνα μη ώσιν άκαρποι
προκαλέομαι (provoke)
[edit]Galatians 5:26
- KJV: Let us not be desirous of vain glory provoking one another envying one another
- GK: μη γινώμεθα κενόδοξοι αλλήλους προκαλούμενοι αλλήλοις φθονούντες
προκαταγγέλλω (foretell)
[edit]Acts 3:18
- KJV: But those things which God before had shewed by the mouth of all his prophets that Christ should suffer he hath so fulfilled
- GK: ο δε θεός α προκατήγγειλε διά στόματος πάντων των προφητών αυτού παθείν τον χριστόν επλήρωσεν ούτως
Acts 3:24
- KJV: Yea and all the prophets from Samuel and those that follow after as many as have spoken have likewise foretold of these days
- GK: και πάντες δε οι προφήται από Σαμουήλ και των καθεξής όσοι ελάλησαν και κατήγγειλαν τας ημέρας ταύτας
Acts 7:52
- KJV: Which of the prophets have not your fathers persecuted and they have slain them which shewed before of the coming of the Just One of whom ye have been now the betrayers and murderers
- GK: τίνα των προφητών ουκ εδίωξαν οι πατέρες υμών και απέκτειναν τους προκαταγγείλαντας περί της ελεύσεως του δικαίου ου νυν υμείς προδόται και φονείς γεγένησθε
2 Corinthians 9:5
- KJV: Therefore I thought it necessary to exhort the brethren that they would go before unto you and make up beforehand your bounty whereof ye had notice before that the same might be ready as bounty and not as covetousness
- GK: αναγκαίον ούν ηγησάμην παρακαλέσαι τους αδελφούς ίνα προέλθωσιν εις υμάς και προκαταρτίσωσι την προκατηγγελμένην ευλογίαν υμών ταύτην ετοίμην είναι ούτως ως ευλογίαν και μη ώσπερ πλεονεξίαν
προκαταρτίζω (make up beforehand)
[edit]2 Corinthians 9:5
- KJV: Therefore I thought it necessary to exhort the brethren that they would go before unto you and make up beforehand your bounty whereof ye had notice before that the same might be ready as bounty and not as covetousness
- GK: αναγκαίον ούν ηγησάμην παρακαλέσαι τους αδελφούς ίνα προέλθωσιν εις υμάς και προκαταρτίσωσι την προκατηγγελμένην ευλογίαν υμών ταύτην ετοίμην είναι ούτως ως ευλογίαν και μη ώσπερ πλεονεξίαν
πρόκειμαι (be first)
[edit]2 Corinthians 8:12
- KJV: For if there be first a willing mind accepted according to that a man hath not according to that he hath not
- GK: ει γαρ η προθυμία πρόκειται καθό εάν έχη τις ευπρόσδεκτος ου καθό ουκ έχει
Hebrews 6:18
- KJV: That by two immutable things in which impossible for God to lie we might have a strong consolation who have fled for refuge to lay hold upon the hope set before us
- GK: ίνα διά δύο πραγμάτων αμεταθέτων εν οις αδύνατον ψεύσασθαι θεόν ισχυράν παράκλησιν έχωμεν οι καταφυγόντες κρατήσαι της προκειμένης ελπίδος
Hebrews 12:1
- KJV: Wherefore seeing we also are compassed about with so great a cloud of witnesses let us lay aside every weight and the sin which doth so easily beset let us run with patience the race that is set before us
- GK: τοιγαρούν και ημείς τοσούτον έχοντες περικείμενον ημίν νέφος μαρτύρων όγκον αποθέμενοι πάντα και την ευπερίστατον αμαρτίαν δι΄ υπομονής τρέχωμεν τον προκείμενον ημίν αγώνα
Hebrews 12:2
- KJV: Looking unto Jesus the author and finisher of faith who for the joy that was set before him endured the cross despising the shame and is set down at the right hand of the throne of God
- GK: αφορώντες εις τον της πίστεως αρχηγόν και τελειωτήν Ιησούν ος αντί της προκειμένης αυτώ χαράς υπέμεινε σταυρόν αισχύνης καταφρονήσας εν δεξιά τε του θρόνου του θεού κεκάθικεν
Jude 1:7
- KJV: Even as Sodom and Gomorrha and the cities about them in like manner giving themselves over to fornication and going after strange flesh are set forth for an example suffering the vengeance of eternal fire
- GK: ως Σόδομα και Γόμορρα και αι περί αυτάς πόλεις τον όμοιον τούτοις τρόπον εκπορνεύσασαι και απελθούσαι οπίσω σαρκός ετέρας πρόκεινται δείγμα πυρός αιωνίου δίκην υπέχουσαι
προκηρύσσω (before (first) preach)
[edit]Acts 3:20
- KJV: And he shall send Jesus Christ which before was preached unto you
- GK: και αποστείλη τον προκεκηρυγμένον υμίν Ιησούν χριστόν
Acts 13:24
- KJV: When John had first preached before his coming the baptism of repentance to all the people of Israel
- GK: προκηρύξαντος Ιωάννου προ προσώπου της εισόδου αυτού βάπτισμα μετανοίας παντί τω λαώ του Ισραήλ
προκοπή (furtherance)
[edit]Philippians 1:12
- KJV: But I would ye should understand brethren that the things unto me have fallen out rather unto the furtherance of the gospel
- GK: γινώσκειν δε υμάς βούλομαι αδελφοί ότι τα κατ΄ εμέ μάλλον εις προκοπήν του ευαγγελίου ελήλυθεν
Philippians 1:25
- KJV: And having this confidence I know that I shall abide and continue with you all for your furtherance and joy of faith
- GK: και τούτο πεποιθώς οίδα ότι μενώ και συμπαραμενώ πάσιν υμίν εις την υμών προκοπήν και χαράν της πίστεως
1 Timothy 4:15
- KJV: Meditate upon these things give thyself wholly to them that thy profiting may appear to all
- GK: ταύτα μελέτα εν τούτοις ίσθι ίνα σου η προκοπή φανερά η εν πάσιν
προκόπτω (increase)
[edit]Luke 2:52
- KJV: And Jesus increased in wisdom and stature and in favour with God and man
- GK: και Ιησούς προέκοπτε σοφία και ηλικία και χάριτι παρά θεώ και ανθρώποις
Romans 13:12
- KJV: The night is far spent the day is at hand let us therefore cast off the works of darkness and let us put on the armour of light
- GK: η νυξ προέκοψεν η δε ημέρα ήγγικεν αποθώμαθα ούν τα έργα του σκότους και ενδυσώμεθα τα όπλα του φωτός
Galatians 1:14
- KJV: And profited in the Jews’ religion above many my equals in mine own nation being more exceedingly zealous of the traditions of my fathers
- GK: και προέκοπτον εν τω Ιουδαϊσμώ υπέρ πολλούς συνηλικιώτας εν τω γένει μου περισσοτέρως ζηλωτής υπάρχων των πατρικών μου παραδόσεων
2 Timothy 2:16
- KJV: But shun profane vain babblings for they will increase unto more ungodliness
- GK: τας δε βεβήλους κενοφωνίας περιϊστασο επί πλείον γαρ προκόψουσιν ασεβείας
2 Timothy 3:9
- KJV: But they shall proceed no further for their folly shall be manifest unto all as theirs also was
- GK: αλλ΄ ου προκόψουσιν επί πλείον η γαρ άνοια αυτών έκδηλος έσται πάσιν ως και η εκείνων εγένετο
2 Timothy 3:13
- KJV: But evil men and seducers shall wax worse and worse deceiving and being deceived
- GK: πονηροί δε άνθρωποι και γόητες προκόψουσιν επί το χείρον πλανώντες και πλανώμενοι
πρόκριμα (prefer one before another)
[edit]1 Timothy 5:21
- KJV: I charge before God and the Lord Jesus Christ and the elect angels that thou observe these things without preferring one before another doing nothing by partiality
- GK: διαμαρτύρομαι ενώπιον του θεού και κυρίου Ιησού χριστού και των εκλεκτών αγγέλων ίνα ταύτα φυλάξης χωρίς προκρίματος μηδέν ποιών κατά πρόσκλισιν
προκυρόω (confirm before)
[edit]Galatians 3:17
- KJV: And this I say the covenant that was confirmed before of God in Christ the law which was four hundred and thirty years after cannot disannul that it should make the promise of none effect
- GK: τούτο δε λέγω διαθήκην προκεκυρωμένην υπό του θεού εις χριστού ο μετά έτη τετρακόσια και τριάκοντα γεγονώς νόμος ουκ ακυροί εις το καταργήσαι την επαγγελίαν
προλαμβάνω (come aforehand)
[edit]Mark 14:8
- KJV: She hath done what she could she is come aforehand to anoint my body to the burying
- GK: ο είχεν αυτή εποίησεν προέλαβε μυρίσαι μου το σώμα εις τον ενταφιασμόν
1 Corinthians 11:21
- KJV: For in eating every one taketh before his own supper and one is hungry and another is drunken
- GK: έκαστος γαρ το ίδιον δείπνον προλαμβάνει εν τω φαγείν και ος μεν πεινά ος δε μεθύει
Galatians 6:1
- KJV: Brethren if a man be overtaken in a fault ye which are spiritual restore such an one in the spirit of meekness considering thyself lest thou also be tempted
- GK: αδελφοί εάν και προληφθή άνθρωπος εν τινι παραπτώματι υμείς οι πνευματικοί καταρτίζετε τον τοιούτον εν πνεύματι πραότητος σκοπών σεαυτόν μη και συ πειρασθής
προλέγω (foretell)
[edit]2 Corinthians 13:2
- KJV: I told you before and foretell you as if I were present the second time and being absent now I write to them which heretofore have sinned and to all other that if I come again I will not spare
- GK: προείρηκα και προλέγω ως παρών το δεύτερον και απών νυν γράφω τοις προημαρτηκόσι και τοις λοιποίς πάσιν ότι εάν έλθω εις το πάλιν ου φείσομαι
Galatians 5:21
- KJV: Envyings murders drunkenness revellings and such like of the which I tell you before as I have also told that they which do such things shall not inherit the kingdom of God
- GK: φθόνοι φόνοι μέθαι κώμοι και τα όμοια τούτοις α προλέγω υμίν καθώς και προείπον ότι οι τα τοιαύτα πράσσοντες βασιλείαν θεού ου κληρονομήσουσιν
1 Thessalonians 3:4
- KJV: For verily when we were with you we told you before that we should suffer tribulation even as it came to pass and ye know
- GK: και γαρ ότε προς υμάς ήμεν προελέγομεν υμίν ότι μέλλομεν θλίβεσθαι καθώς και εγένετο και οίδατε
προμαρτύρομαι (testify beforehand)
[edit]1 Peter 1:11
- KJV: Searching what or what manner of time the Spirit of Christ which was in them did signify when it testified the sufferings of Christ and the glory that should follow
- GK: ερευνώντες εις τίνα η ποίον καιρόν εδήλου το εν αυτοίς πνεύμα χριστού προμαρτυρόμενον τα εις χριστόν παθήματα και τας μετά ταύτα δόξας
προμελετάω (meditate before)
[edit]Luke 21:14
- KJV: Settle therefore in your hearts not to meditate before what ye shall answer
- GK: θέσθε ουν εις τας καρδίας υμών μη προμελετάν απολογηθήναι
προμεριμνάω (take thought beforehand)
[edit]Mark 13:11
- KJV: But when they shall lead you and deliver you up take no thought beforehand what ye shall speak neither do ye premeditate but whatsoever shall be given you in that hour that speak ye for it is not ye that speak but the Holy Ghost
- GK: όταν δε αγάγωσιν υμάς παραδιδόντες μη προμεριμνάτε τι λαλήσητέ μηδέ μελετάτε αλλ΄ ο εάν δοθή υμίν εν εκείνη τη ώρα τούτο λαλείτε ου γαρ εστε υμείς οι λαλούντες αλλά το πνεύμα το άγιον
προνοέω (provide (for))
[edit]Romans 12:17
- KJV: Recompense to no man evil for evil Provide things honest in the sight of all men
- GK: μηδενί κακόν αντί κακού αποδιδόντες προνοούμενοι καλά ενώπιον πάντων ανθρώπων
2 Corinthians 8:21
- KJV: Providing for honest things not only in the sight of the Lord but also in the sight of men
- GK: προνοούμενοι καλά ου μόνον ενώπιον κυρίου αλλά και ενώπιον ανθρώπων
1 Timothy 5:8
- KJV: But if any provide not for his own and specially for those of his own house he hath denied the faith and is worse than an infidel
- GK: ει δε τις των ιδίων και μάλιστα των οικείων ου προνοεί την πίστιν ήρνηται και έστιν απίστου χείρων
πρόνοια (providence)
[edit]Acts 24:2
- KJV: And when he was called forth Tertullus began to accuse saying Seeing that by thee we enjoy great quietness and that very worthy deeds are done unto this nation by thy providence
- GK: κληθέντος δε αυτού ήρξατο κατηγορείν ο Τέρτυλλος λέγων πολλής ειρήνης τυγχάνοντες διά σου και κατορθωμάτων γινομένων τω έθνει τούτω διά της σης προνοίας
Romans 13:14
- KJV: But put ye on the Lord Jesus Christ and make not provision for the flesh to the lusts
- GK: αλλ΄ ενδύσασθε τον κύριον Ιησούν χριστόν και της σαρκός πρόνοιαν μη ποιείσθε εις επιθυμίας
προοράω (foresee)
[edit]Acts 2:25
- KJV: For David speaketh concerning him I foresaw the Lord always before my face for he is on my right hand that I should not be moved
- GK: Δαβίδ γαρ λέγει εις αυτόν προωρώμην τον κύριον ενώπιόν μου διά ότι εκ δεξιών μου εστίν ίνα μη σαλευθώ
Acts 21:29
- KJV: For they had seen before with him in the city Trophimus an Ephesian whom they supposed that Paul had brought into the temple
- GK: ήσαν γαρ εωρακότες Τρόφιμον τον Εφέσιον εν τη πόλει συν αυτώ ον ενόμιζον ότι εις το ιερόν εισήγαγεν ο Παύλος
προορίζω (determine before)
[edit]Acts 4:28
- KJV: For to do whatsoever thy hand and thy counsel determined before to be done
- GK: ποιήσαι όσα η χείρ σου και η βουλή σου προώρισε γενέσθαι
Romans 8:29
- KJV: For whom he did foreknow he also did predestinate conformed to the image of his Son that he might be the firstborn among many brethren
- GK: ότι ους προέγνω και προώρισεν συμμόρφους της εικόνος του υιού αυτού εις το είναι αυτόν πρωτότοκον εν πολλοίς αδελφοίς
Romans 8:30
- KJV: Moreover whom he did predestinate them also called and whom he called them he also justified and whom he justified them he also glorified
- GK: ους δε προώρισε τούτους και εκάλεσεν και ους εκάλεσε τούτους και εδικαίωσεν ους δε εδικαίωσε τούτους και εδόξασε
1 Corinthians 2:7
- KJV: But we speak the wisdom of God in a mystery the hidden which God ordained before the world unto our glory
- GK: αλλά λαλούμεν σοφίαν θεού εν μυστηρίω την αποκεκρυμμένην ην προώρισεν ο θεός προ των αιώνων εις δόξαν ημών
Ephesians 1:5
- KJV: Having predestinated us unto the adoption of children by Jesus Christ to himself according to the good pleasure of his will
- GK: προορίσας ημάς εις υιοθεσίαν διά Ιησού χριστού εις αυτόν κατά την ευδοκίαν του θελήματος αυτού
Ephesians 1:11
- KJV: In whom also we have obtained an inheritance being predestinated according to the purpose of him who worketh all things after the counsel of his own will
- GK: εν ω και εκληρώθημεν προορισθέντες κατά πρόθεσιν του τα πάντα ενεργούντος κατά την βουλήν του θελήματος αυτού
προπάσχω (suffer before)
[edit]1 Thessalonians 2:2
- KJV: But even after that we had suffered before and were shamefully entreated as ye know at Philippi we were bold in our God to speak unto you the gospel of God with much contention
- GK: αλλά και προπαθόντες και υβρισθέντες καθώς οίδατε εν Φιλίπποις επαρρησιασάμεθα εν τω θεώ ημών λαλήσαι προς υμάς το ευαγγέλιον του θεού εν πολλώ αγώνι
προπέμπω (accompany)
[edit]Acts 15:3
- KJV: And being brought on their way by the church they passed through Phenice and Samaria declaring the conversion of the Gentiles and they caused great joy unto all the brethren
- GK: οι μεν ουν προπεμφθέντες υπό της εκκλησίας διήρχοντο την Φοινίκην και Σαμάρειαν εκδιηγούμενοι την επιστροφήν των εθνών και εποίουν χαράν μεγάλην πάσι τοις αδελφοίς
Acts 20:38
- KJV: Sorrowing most of all for the words which he spake that they should see his face no more And they accompanied him unto the ship
- GK: οδυνώμενοι μάλιστα επί τω λόγω ω ειρήκει ότι ουκέτι μέλλουσι το πρόσωπον αυτού θεωρείν προέπεμπον δε αυτόν εις το πλοίον
Acts 21:5
- KJV: And when we had accomplished those days we departed and went our way and they all brought us on our way with wives and children till out of the city and we kneeled down on the shore and prayed
- GK: ότε δε εγένετο ημάς εξαρτίσαι τας ημέρας εξελθόντες επορευόμεθα προπεμπόντων ημάς πάντων συν γυναιξί και τέκνοις έως έξω της πόλεως και θέντες τα γόνατα επί τον αιγιαλόν προσηυξάμεθα
Romans 15:24
- KJV: Whensoever I take my journey into Spain I will come to you for I trust to see you in my journey and to be brought on my way thitherward by you if first I be somewhat filled with your
- GK: ως εάν πορεύωμαι εις την Σπανίαν ελεύσομαι προς υμάς ελπίζω γαρ διαπορευόμενος θεάσασθαι υμάς και υφ΄ υμών προπεμφθήναι εκεί εάν υμών πρώτον από μέρους εμπλησθώ
1 Corinthians 16:6
- KJV: And it may be that I will abide yea and winter with you that ye may bring me on my journey whithersoever I go
- GK: προς υμάς δε τυχόν παραμενώ η και παραχειμάσω ίνα υμείς με προπέμψητε ου εάν πορεύωμαι
1 Corinthians 16:11
- KJV: Let no man therefore despise him but conduct him forth in peace that he may come unto me for I look for him with the brethren
- GK: μη τις ούν αυτόν εξουθενήση προπέμψατε δε αυτόν εν ειρήνη ίνα έλθη προς με εκδέχομαι γαρ αυτόν μετά των αδελφών
2 Corinthians 1:16
- KJV: And to pass by you into Macedonia and to come again out of Macedonia unto you and of you to be brought on my way toward Judaea
- GK: και δι΄ υμών διελθείν εις Μακεδονίαν και πάλιν από Μακεδονίας ελθείν προς υμάς και υφ΄ υμών προπεμφθήναι εις την Ιουδαίαν
Titus 3:13
- KJV: Bring Zenas the lawyer and Apollos on their journey diligently that nothing be wanting unto them
- GK: Ζηνάν τον νομικόν και Απολλώ σπουδαίως πρόπεμψον ίνα μηδέν αυτοίς λείπη
3 John 1:6
- KJV: Which have borne witness of thy charity before the church whom bring forward on their journey after a godly sort thou shalt do well
- GK: οι εμαρτύρησάν σου τη αγάπη ενώπιον εκκλησίας ους καλώς ποιήσεις προπέμψας αξίως του θεού
προπετής (heady)
[edit]Acts 19:36
- KJV: Seeing then that these things cannot be spoken against ye ought to be quiet and to do nothing rashly
- GK: αναντιρρήτων ούν όντων τούτων δέον εστίν υμάς κατεσταλμένους υπάρχειν και μηδέν προπετές πράσσειν
2 Timothy 3:4
- KJV: Traitors heady highminded lovers of pleasures more than lovers of God
- GK: προδόται προπετείς τετυφωμένοι φιλήδονοι μάλλον η φιλόθεοι
προπορεύομαι (go before)
[edit]Luke 1:76
- KJV: And thou child shalt be called the prophet of the Highest for thou shalt go before the face of the Lord to prepare his ways
- GK: και συ παιδίον προφήτης υψίστου κληθήση προπορεύση γαρ προ προσώπου κυρίου ετοιμάσαι οδούς αυτού
Acts 7:40
- KJV: Saying unto Aaron Make us gods to go before us for this Moses which brought us out of the land of Egypt we wot not what is become of him
- GK: ειπόντες τω Ααρών ποίησον ημίν θεούς οι προπορεύσονται ημών ο γαρ Μωυσής ούτος ος εξήγαγεν ημάς εκ γης Αιγύπτου ουκ οίδαμεν τι γέγονεν αυτώ
πρός (about)
[edit]Matthew 2:12
- KJV: And being warned of God in a dream that they should not return to Herod they departed into their own country another way
- GK: και χρηματισθέντες κατ΄ όναρ μη ανακάμψαι προς Ηρώδην δι΄ άλλης οδού ανεχώρησαν εις την χώραν αυτών
Matthew 3:5
- KJV: Then went out to him Jerusalem and all Judaea and all the region round about Jordan
- GK: τότε εξεπορεύετο προς αυτόν Ιεροσόλυμα και πάσα η Ιουδαία και πάσα η περίχωρος του Ιορδάνου
Matthew 3:10
- KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees therefore every tree which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
- GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται
Matthew 3:13
- KJV: Then cometh Jesus from Galilee to Jordan unto John to be baptized of him
- GK: τοτε παραγίνεται ο Ιησούς από της Γαλιλαίας επί τον Ιορδάνην προς τον Ιωάννη του βαπτισθήναι υπ΄ αυτού
Matthew 3:14
- KJV: But John forbad him saying I have need to be baptized of thee and comest thou to me
- GK: ο δε Ιωάννης διεκώλυεν αυτόν λέγων εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι και συ έρχη πρός με
Matthew 3:15
- KJV: And Jesus answering said unto him Suffer it to be so now for thus it becometh us to fulfil all righteousness Then he suffered him
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπε προς αυτόν άφες άρτι ούτω γαρ πρέπον εστίν ημίν πληρώσαι πάσαν δικαιοσύνην τότε αφίησιν αυτόν
Matthew 4:6
- KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
Matthew 5:28
- KJV: But I say unto you That whosoever looketh on a woman to lust after her hath committed adultery with her already in his heart
- GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμήσαι αυτήν ήδη εμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού
Matthew 6:1
- KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
- GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς
προσάββατον (day before the sabbath)
[edit]Mark 15:42
- KJV: And now when the even was come because it was the preparation that is the day before the sabbath
- GK: και ήδη οψίας γενομένης επεί ην παρασκευή ο εστι προσάββατον
προσαγορεύω (call)
[edit]Hebrews 5:10
- KJV: Called of God an high priest after the order of Melchisedec
- GK: προσαγορευθείς υπό του θεού αρχιερεύς κατά την τάξιν Μελχισεδέκ
προσάγω (bring)
[edit]Luke 9:41
- KJV: And Jesus answering said O faithless and perverse generation how long shall I be with you and suffer you Bring thy son hither
- GK: αποκριθείς δε ο Ιησούς είπεν ω γενεά άπιστος και διεστραμμένη έως πότε έσομαι προς υμάς και ανέξομαι υμών προσάγαγε ώδε τον υιόν σου
Acts 16:20
- KJV: And brought them to the magistrates saying These men being Jews do exceedingly trouble our city
- GK: και προσαγαγόντες αυτούς τοις στρατηγοίς είπον ούτοι οι άνθρωποι εκταράσσουσιν ημών την πόλιν Ιουδαίοι υπάρχοντες
Acts 27:27
- KJV: But when the fourteenth night was come as we were driven up and down in Adria about midnight the shipmen deemed that they drew near to some country
- GK: ως δε τεσσαρεσκαιδεκάτη νυξ εγένετο διαφερομένων ημών εν τω Αδρία κατά μέσον της νυκτός υπενόουν οι ναύται προσάγειν τινά αυτοίς χώραν
1 Peter 3:18
- KJV: For Christ also hath once suffered for sins the just for the unjust that he might bring us to God being put to death in the flesh but quickened by the Spirit
- GK: ότι και χριστός άπαξ περί αμαρτιών έπαθε δίκαιος υπέρ αδίκων ίνα ημάς προσαγάγη τω θεώ θανατωθείς μεν σαρκί ζωοποιηθείς δε τω πνεύματι
προσαγωγή (access)
[edit]Romans 5:2
- KJV: By whom also we have access by faith into this grace wherein we stand and rejoice in hope of the glory of God
- GK: δι΄ ου και την προσαγωγήν εσχήκαμεν τη πίστει εις την χάριν ταύτην εν η εστήκαμεν και καυχώμεθα επ΄ ελπίδι της δόξης του θεού
Ephesians 2:18
- KJV: For through him we both have access by one Spirit unto the Father
- GK: ότι δι΄ αυτού έχομεν την προσαγωγήν οι αμφότεροι εν ενί πνεύματι προς τον πατέρα
Ephesians 3:12
- KJV: In whom we have boldness and access with confidence by the faith of him
- GK: εν ω έχομεν την παρρησίαν και την προσαγωγήν εν πεποιθήσει διά της πίστεως αυτού
προσαιτέω (beg)
[edit]Mark 10:46
- KJV: And they came to Jericho and as he went out of Jericho with his disciples and a great number of people blind Bartimæus the son of Timæus sat by the highway side begging
- GK: και έρχονται εις Ιεριχώ και εκπορευομένου αυτού από Ιεριχώ και των μαθητών αυτού και όχλου ικανού υιός Τιμαίου Βαρτίμαιος ο τυφλός εκάθητο παρά την οδόν προσαιτών
Luke 18:35
- KJV: And it came to pass that as he was come nigh unto Jericho a certain blind man sat by the way side begging
- GK: εγένετο δε εν τω εγγίζειν αυτόν εις Ιεριχώ τυφλός τις εκάθητο παρά την οδόν προσαιτών
John 9:8
- KJV: The neighbours therefore and they which before had seen him that he was blind said Is not this he that sat and begged
- GK: οι ουν γείτονες και οι θεωρούντες αυτόν το πρότερον ότι τυφλός ην έλεγον ουχ ούτός εστιν ο καθήμενος και προσαιτών
προσαναβαίνω (go up)
[edit]Luke 14:10
- KJV: But when thou art bidden go and sit down in the lowest room that when he that bade thee cometh he may say unto thee Friend go up higher then shalt thou have worship in the presence of them that sit at meat with thee
- GK: αλλ΄ οταν κληθής πορευθείς ανάπεσε εις τον έσχατον τόπον ίνα όταν έλθη ο κεκληκώς σε είπη σοι φίλε προσανάβηθι ανώτερον τότε έσται σοι δόξα ενώπιον των συνανακειμένων σοι
προσαναλίσκω (spend)
[edit]Luke 8:43
- KJV: And a woman having an issue of blood twelve years which had spent all her living upon physicians neither could be healed of any
- GK: και γυνή ούσα εν ρύσει αίματος από ετών δώδεκα ήτις εις ιατρούς προσαναλώσασα όλον τον βίον ουκ ίσχυσεν υπ΄ ουδενός θεραπευθήναι
προσαναπληρόω (supply)
[edit]2 Corinthians 9:12
- KJV: For the administration of this service not only supplieth the want of the saints but is abundant also by many thanksgivings unto God
- GK: ότι η διακονία της λειτουργίας ταύτης ου μόνον εστί προσαναπληρούσα τα υστερήματα των αγίων αλλά και περισσεύουσα διά πολλών ευχαριστιών τω θεώ
2 Corinthians 11:9
- KJV: And when I was present with you and wanted I was chargeable to no man for that which was lacking to me the brethren which came from Macedonia supplied and in all I have kept myself from being burdensome unto you and will I keep
- GK: και παρών προς υμάς και υστερηθείς ου κατενάρκησα ουδενός το γαρ υστέρημά μου προσανεπλήρωσαν οι αδελφοί ελθόντες από Μακεδονίας και εν παντί αβαρή υμίν εμαυτόν ετήρησα και τηρήσω
προσανατίθημι (in conference add)
[edit]Galatians 1:16
- KJV: To reveal his Son in me that I might preach him among the heathen immediately I conferred not with flesh and blood
- GK: αποκαλύψαι τον υιόν αυτού εν εμοί ίνα ευαγγελίζωμαι αυτόν εν τοις έθνεσι ευθέως ου προσανεθέμην σαρκί και αίματι
Galatians 2:6
- KJV: But of these who seemed to be somewhat whatsoever they were it maketh no matter to me God accepteth no man’s person for they who seemed in conference added nothing to me
- GK: από δε των δοκούντων είναί τι οποίοί ποτε ήσαν ουδέν μοι διαφέρει πρόσωπον θεός ανθρώπου ου λαμβάνει εμοί γαρ οι δοκούντες ουδέν προσανέθεντο
προσαπειλέω (i)
[edit]Acts 4:21
- KJV: So had further threatened them let them go finding nothing how they might punish them because of the people for all glorified God for that which was done
- GK: οι δε προσαπειλησάμενοι απέλυσαν αυτούς μηδέν ευρίσκοντες το πως κολάσονται αυτούς διά τον λαόν ότι πάντες εδόξαζον τον θεόν επί τω γεγονότι
προσδαπανάω (spend more)
[edit]Luke 10:35
- KJV: And on the morrow when he departed he took out two pence and gave to the host and said unto him Take care of him and whatsoever thou spendest more when I come again I will repay thee
- GK: και επί την αύριον εξελθών εκβαλών δύο δηνάρια έδωκε τω πανδοχεί και είπεν αυτώ επιμελήθητι αυτού και ο τι αν προσδαπανήσης εγώ εν τω επανέρχεσθαί με αποδώσω σοι
προσδέομαι (need)
[edit]Acts 17:25
- KJV: Neither is worshipped with men’s hands as though he needed any thing seeing he giveth to all life and breath and all things
- GK: ουδέ υπό χειρών ανθρώπων θεραπεύεται προσδεόμενός τινος αυτός διδούς πάσι ζωήν και πνοήν και τα πάντα
προσδέχομαι (accept)
[edit]Mark 15:43
- KJV: Joseph of Arimathaea an honourable counsellor which also waited for the kingdom of God came and went in boldly unto Pilate and craved the body of Jesus
- GK: ήλθεν Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ευσχήμων βουλευτής ος και αυτός ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του θεού τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του Ιησού
Luke 2:25
- KJV: And behold there was a man in Jerusalem whose name Simeon and the same man just and devout waiting for the consolation of Israel and the Holy Ghost was upon him
- GK: και ιδού ην άνθρωπος εν Ιερουσαλήμ ω όνομα Συμεών και ο άνθρωπος ούτος δίκαιος και ευλαβής προσδεχόμενος παράκλησιν του Ισραήλ και πνεύμα άγιον ην επ΄ αυτόν
Luke 2:38
- KJV: And she coming in that instant gave thanks likewise unto the Lord and spake of him to all them that looked for redemption in Jerusalem
- GK: και αύτη αυτή τη ώρα επιστάσα ανθωμολογείτο τω κυρίω και ελάλει περί αυτού πάσι τοις προσδεχομένοις λύτρωσιν εν Ιερουσαλήμ
Luke 12:36
- KJV: And ye yourselves like unto men that wait for their lord when he will return from the wedding that when he cometh and knocketh they may open unto him immediately
- GK: και υμείς όμοιοι ανθρώποις προσδεχομένοις τον κυριον εαυτών πότε αναλύσει εκ των γάμων ίνα ελθόντας και κρούσαντος ευθέως ανοίξωσιν αυτώ
Luke 15:2
- KJV: And the Pharisees and scribes murmured saying This man receiveth sinners and eateth with them
- GK: και διεγόγγυζον οι Φαρισαίοι και οι γραμματείς λέγοντες ότι ούτος αμαρτωλούς προσδέχεται και συνεσθίει αυτοίς
Luke 23:51
- KJV: The same had not consented to the counsel and deed of them of Arimathæa a city of the Jews who also himself waited for the kingdom of God
- GK: ούτος ουκ ην συγκατατεθειμένος τη βουλή και τη πράξει αυτών από Αριμαθαίας πόλεως των Ιουδαίων ος και προσεδέχετο και αυτός την βασιλείαν του θεού
Acts 23:21
- KJV: But do not thou yield unto them for there lie in wait for him of them more than forty men which have bound themselves with an oath that they will neither eat nor drink till they have killed him and now are they ready looking for a promise from thee
- GK: συ ούν μη πεισθής αυτοίς ενεδρεύουσι γαρ αυτόν εξ αυτών άνδρες πλείους τεσσαράκοντα οίτινες ανεθεμάτισαν εαυτούς μήτε φαγείν μήτε πιείν έως ου ανέλωσιν αυτόν και νυν έτοιμοί εισι προσδεχόμενοι την από σου επαγγελίαν
Acts 24:15
- KJV: And have hope toward God which they themselves also allow that there shall be a resurrection of the dead both of the just and unjust
- GK: ελπίδα έχων εις τον θεόν ην και αυτοί ουτοί προσδέχονται ανάστασιν μέλλειν έσεσθαι νεκρών δικαίων τε και αδίκων
Romans 16:2
- KJV: That ye receive her in the Lord as becometh saints and that ye assist her in whatsoever business she hath need of you for she hath been a succourer of many and of myself also
- GK: ίνα αυτήν προσδέξησθε εν κυρίω αξίως των αγίων και παραστήτε αυτή εν ω αν υμών χρήζη πράγματι και γαρ αύτη προστάτις πολλών εγενήθη και αυτού εμού
προσδοκάω ((be in) expect(-ation))
[edit]Matthew 11:3
- KJV: And said unto him Art thou he that should come or do we look for another
- GK: είπεν αυτώ συ ει ο ερχόμενος η έτερον προσδοκώμεν
Matthew 24:50
- KJV: The lord of that servant shall come in a day when he looketh not for and in an hour that he is not aware of
- GK: ήξει ο κύριος του δούλου εκείνου εν ημέρα η ου προσδοκά και εν ώρα η ου γινώσκει
Luke 1:21
- KJV: And the people waited for Zacharias and marvelled that he tarried so long in the temple
- GK: και ην ο λαός προσδοκών τον Ζαχαρίαν και εθαύμαζον εν τω χρονίζειν αυτόν εν τω ναώ
Luke 3:15
- KJV: And as the people were in expectation and all men mused in their hearts of John whether he were the Christ or not
- GK: προσδοκώντος δε του λαού και διαλογιζομένων πάντων εν ταις καρδίαις αυτών περί του Ιωάννου μήποτε αυτός είη ο Χριστός
Luke 7:19
- KJV: And John calling two of his disciples sent to Jesus saying Art thou he that should come or look we for another
- GK: και προσκαλεσάμενος δύο τινάς των μαθητών αυτού ο Ιωάννης έπεμψε προς τον Ιησούν λέγων συ ει ο ερχόμενος η άλλον προσδοκώμεν
Luke 7:20
- KJV: When the men were come unto him they said John Baptist hath sent us unto thee saying Art thou he that should come or look we for another
- GK: παραγενόμενοι δε προς αυτόν οι άνδρες είπον Ιωάννης ο βαπτιστής απέσταλκεν ημάς προς σε λέγων συ ει ο ερχόμενος η άλλον προσδοκώμεν
Luke 8:40
- KJV: And it came to pass, that when Jesus was returned the people received him for they were all waiting for him
- GK: εγένετο δε εν τω υποστρέψαι τον Ιησούν απεδέξατο αυτόν ο όχλος ήσαν γαρ πάντες προσδοκώντες αυτόν
Luke 12:46
- KJV: The lord of that servant will come in a day when he looketh not for and at an hour when he is not aware and will cut him in sunder and will appoint him his portion with the unbelievers
- GK: ήξει ο κύριος του δούλου εκείνου εν ημέρα η ου προσδοκά και εν ώρα η ου γινώσκει και διχοτομήσει αυτόν και το μέρος αυτού μετά των απίστων θήσει
Acts 3:5
- KJV: And he gave heed unto them expecting to receive something of them
- GK: ο δε επείχεν αυτοίς προσδοκών τι παρ΄ αυτών λαβείν
προσδοκία (expectation)
[edit]Luke 21:26
- KJV: Men’s hearts failing them for fear and for looking after those things which are coming on the earth for the powers of heaven shall be shaken
- GK: αποψυχόντων ανθρώπων από φόβου και προσδοκίας των επερχομένων τη οικουμένη αι γαρ δυνάμεις των ουρανών σαλευθήσονται
Acts 12:11
- KJV: And when Peter was come to himself he said Now I know a surety that the Lord hath sent his angel and hath delivered me out of the hand of Herod and all the expectation of the people of the Jews
- GK: και ο Πέτρος γενόμενος εν εαυτώ είπε νυν οίδα αληθώς ότι εξαπέστειλε κύριος τον άγγελον αυτού και εξείλετό με εκ χειρός Ηρώδου και πάσης της προσδοκίας του λαού των Ιουδαίων
προσεάω (suffer)
[edit]Acts 27:7
- KJV: And when we had sailed slowly many days and scarce were come over against Cnidus the wind not suffering us we sailed under Crete over against Salmone
- GK: εν ικαναίς δε ημέραις βραδυπλοούντες και μόλις γενόμενοι κατά την Κνίδον μη προσεώντος ημάς του ανέμου υπεπλεύσαμεν την Κρήτην κατά Σαλμώνην
προσεγγίζω (come nigh)
[edit]Mark 2:4
- KJV: And when they could not come nigh unto him for the press they uncovered the roof where he was and when they had broken up they let down the bed wherein the sick of the palsy lay
- GK: και μη δυνάμενοι προσεγγίσαι αυτώ διά τον όχλον απεστέγασαν την στέγην όπου ην και εξορύξαντες χαλώσι τον κράββατον εφ΄ ω ο παραλυτικός κατέκειτο
προσεδρεύω (wait at)
[edit]1 Corinthians 9:13
- KJV: Do ye not know that they which minister about holy things live of the temple and they which wait at the altar are partakers with the altar
- GK: ουκ οίδατε ότι οι τα ιερά εργαζόμενοι εκ του ιερού εσθίουσιν οι τω θυσιαστηρίω προσεδρεύοντες τω θυσιαστηρίω συμμερίζονται
προσεργάζομαι (gain)
[edit]Luke 19:16
- KJV: Then came the first saying Lord thy pound hath gained ten pounds
- GK: παρεγένετο δε ο πρώτος λέγων κύριε η μνα σου προσειργάσατο δέκα μνας
προσέρχομαι ((as soon as he) come (unto))
[edit]Matthew 4:3
- KJV: And when the tempter came to him he said If thou be the Son of God command that these stones be made bread
- GK: και προσέλθων αυτώ ο πειράζων είπεν ει υιός ει του θεού ειπέ ίνα οι λίθοι ούτοι άρτοι γένωνται
Matthew 4:11
- KJV: Then the devil leaveth him and behold angels came and ministered unto him
- GK: τότε αφίησιν αυτόν ο διάβολος και ιδού άγγελοι προσήλθον και διηκόνουν αυτώ
Matthew 5:1
- KJV: And seeing the multitudes he went up into a mountain and when he was set his disciples came unto him
- GK: ιδών δε τους όχλους ανέβη εις το όρος και καθίσαντος αυτού προσήλθον αυτώ οι μαθηταί αυτού
Matthew 8:5
- KJV: And when Jesus was entered into Capernaum there came unto him a centurion beseeching him
- GK: εισελθόντι δε τω Ιησού εις Καπερναούμ προσήλθεν αυτώ εκατόνταρχος παρακαλών αυτόν
Matthew 8:19
- KJV: And a certain scribe came and said unto him Master I will follow thee whithersoever thou goest
- GK: και προσελθών εις γραμματεύς είπεν αυτώ διδάσκαλε ακολουθήσω σοι όπου εάν απέρχη
Matthew 8:25
- KJV: And his disciples came to and awoke him saying Lord save us we perish
- GK: και προσελθόντες οι μαθηταί αυτού ήγειραν αυτόν λέγοντες κύριε σώσον ημάς απολλύμεθα
Matthew 9:14
- KJV: Then came to him the disciples of John saying Why do we and the Pharisees fast oft but thy disciples fast not
- GK: τότε προσέρχονται αυτώ οι μαθηταί Ιωάννου λέγοντες διατί ημείς και οι Φαρισαίοι νηστεύομεν πολλά οι δε μαθηταί σου ου νηστεύουσι
Matthew 9:20
- KJV: And behold a woman which was diseased with an issue of blood twelve years came behind and touched the hem of his garment
- GK: και ιδού γυνή αιμορροούσα δώδεκα έτη προσελθούσα όπισθεν ήψατο του κρασπέδου του ιματίου αυτού
Matthew 9:28
- KJV: And when he was come into the house the blind men came to him and Jesus saith unto them Believe ye that I am able to do this They said unto him Yea Lord
- GK: ελθόντι δε εις την οικίαν προσήλθον αυτώ οι τυφλοί και λέγει αυτοίς ο Ιησούς πιστέυετε ότι δύναμαι τούτο ποιήσαι λέγουσιν αυτώ ναι κύριε
προσευχή (X pray earnestly)
[edit]Matthew 17:21
- KJV: Howbeit this kind goeth not out but by prayer and fasting
- GK: τούτο δε το γένος ουκ εκπορεύεται ει εν προσευχή και νηστεία
Matthew 21:13
- KJV: And said unto them It is written My house shall be called the house of prayer but ye have made it a den of thieves
- GK: και λέγει αυτοίς γέγραπται ο οίκος μου οίκος προσευχής κληθήσεται υμείς δε αυτόν εποιήσατε σπήλαιον ληστών
Matthew 21:22
- KJV: And all things whatsoever ye shall ask in prayer believing ye shall receive
- GK: και πάντα όσα αν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες λήψεσθε
Mark 9:29
- KJV: And he said unto them This kind can come forth by nothing but by prayer and fasting
- GK: και είπεν αυτοίς τούτο το γένος εν ουδενί δύναται εξελθείν ει εν προσευχή και νηστεία
Mark 11:17
- KJV: And he taught saying unto them Is it not written My house shall be called of all nations the house of prayer but ye have made it a den of thieves
- GK: και εδίδασκε λέγων αυτοίς ου γέγραπται ότι ο οίκός μου οίκος προσευχής κληθήσεται πάσι τοις έθνεσιν υμείς δε εποιήσατε αυτόν σπήλαιον ληστών
Luke 6:12
- KJV: And it came to pass in those days that he went out into a mountain to pray and continued all night in prayer to God
- GK: εγένετο δε εν ταις ημέραις ταύταις εξήλθεν εις το όρος προσεύξασθαι και ην διανυκτερεύων εν τη προσευχή του θεού
Luke 19:46
- KJV: Saying unto them It is written My house is the house of prayer but ye have made it a den of thieves
- GK: λέγων αυτοίς γέγραπται ο οίκός μου οίκος προσευχής εστίν υμείς δε αυτόν εποιήσατε σπήλαιον ληστών
Luke 22:45
- KJV: And when he rose up from prayer and was come to his disciples he found them sleeping for sorrow
- GK: και αναστάς από της προσευχής ελθών προς τους μαθητάς αυτού εύρεν αυτούς κοιμωμένους από της λύπης
Acts 1:14
- KJV: These all continued with one accord in prayer and supplication with the women and Mary the mother of Jesus and with his brethren
- GK: ούτοι πάντες ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού
προσεύχομαι (pray (X earnestly)
[edit]Matthew 5:44
- KJV: But I say unto you Love your enemies bless them that curse you do good to them that hate you and pray for them which despitefully use you and persecute you
- GK: εγώ δε λέγω υμίν αγαπάτε τους εχθρούς υμών ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς καλώς ποιέιτε τους μισούντας υμάς και προσεύχεσθε υπέρ των επηρεαζόντων υμάς και διωκόντων υμάς
Matthew 6:5
- KJV: And when thou prayest thou shalt not be as the hypocrites for they love to pray standing in the synagogues and in the corners of the streets that they may be seen of men Verily I say unto you They have their reward
- GK: και όταν προσεύχη ουκ έση ώσπερ οι υποκριταί ότι φιλούσιν εν ταις συναγωγαίς και εν ταις γωνίαις των πλατειών εστώτες προσεύχεσθαι όπως αν φανώσι τοις ανθρώποις αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών
Matthew 6:6
- KJV: But thou when thou prayest enter into thy closet and when thou hast shut thy door pray to thy Father which is in secret and thy Father which seeth in secret shall reward thee openly
- GK: συ δε όταν προσεύχη είσελθε εις το ταμείον σου και κλείσας την θύραν σου πρόσευξαι τω πατρί σου τω εν τω κρυπτώ και ο πατήρ σου ο βλέπων εν τω κρυπτώ αποδώσει σοι εν τω φανερώ
Matthew 6:7
- KJV: But when ye pray use not vain repetitions as the heathen for they think that they shall be heard for their much speaking
- GK: προσευχόμενοι δε μη βαττολογήσητε ώσπερ οι εθνικοί δοκούσι γαρ ότι εν τη πολυλογία αυτών εισακουσθήσονται
Matthew 6:9
- KJV: After this manner therefore pray ye Our Father which art in heaven Hallowed be thy name
- GK: ούτως ουν προσεύχεσθε υμείς πάτερ ημών ο εν τοις ουρανοίς αγιασθήτω το όνομά σου
Matthew 14:23
- KJV: And when he had sent the multitudes away he went up into a mountain apart to pray and when the evening was come he was there alone
- GK: και απολύσας τους όχλους ανέβη εις το όρος κατ΄ ιδίαν προσεύξασθαι οψίας δε γενομένης μόνος ην εκεί
Matthew 19:13
- KJV: Then were there brought unto him little children that he should put hands on them and pray and the disciples rebuked them
- GK: τότε προσηνέχθη αυτώ παιδία ίνα τας χείρας επιθή αυτοίς και προσεύξηται οι δε μαθηταί επετίμησαν αυτοίς
Matthew 23:14
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye devour widows’ houses and for a pretence make long prayer therefore ye shall receive the greater damnation
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν
Matthew 24:20
- KJV: But pray ye that your flight be not in the winter neither on the sabbath day
- GK: προσεύχεσθε δε ίνα μη γένηται η φυγή υμών χειμώνος μηδέ εν σαββάτω
προσέχω ((give) attend(-ance)
[edit]Matthew 6:1
- KJV: Take heed that ye do not your alms before men to be seen of them otherwise ye have no reward of your Father which is in heaven
- GK: προσέχετε την ελεημοσύνην υμών μη ποιείν έμπροσθεν των ανθρώπων προς το θεαθήναι αυτοίς ει μισθόν ουκ έχετε παρά τω πατρί υμών τω εν τοις ουρανοίς
Matthew 7:15
- KJV: Beware of false prophets which come to you in sheep’s clothing but inwardly they are ravening wolves
- GK: προσέχετε δε από των ψευδοπροφητών οίτινες έρχονται προς υμάς εν ενδύμασι προβάτων έσωθεν δε εισι λύκοι άρπαγες
Matthew 10:17
- KJV: But beware of men for they will deliver you up to the councils and they will scourge you in their synagogues
- GK: προσέχετε δε από των ανθρώπων παραδώσουσιν γαρ υμάς εις συνέδρια και εν ταις συναγωγαίς αυτών μαστιγώσουσιν υμάς
Matthew 16:6
- KJV: Then Jesus said unto them Take heed and beware of the leaven of the Pharisees and of the Sadducees
- GK: ο δε Ιησούς είπεν αυτοίς οράτε και προσέχετε από της ζύμης των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων
Matthew 16:11
- KJV: How is it that ye do not understand that I spake not to you concerning bread that ye should beware of the leaven of the Pharisees and of the Sadducees
- GK: πως ου νοείτε ότι ου περί άρτου είπον υμίν προσέχειν από της ζύμης των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων
Matthew 16:12
- KJV: Then understood they how that he bade not beware of the leaven of bread but of the doctrine of the Pharisees and of the Sadducees
- GK: τότε συνήκαν ότι ουκ είπε προσέχειν από της ζύμης του άρτου αλλ΄ από της διδαχής των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων
Luke 12:1
- KJV: In the mean time when there were gathered together an innumerable multitude of people insomuch that they trode one upon another he began to say unto his disciples first of all Beware ye of the leaven of the Pharisees which is hypocrisy
- GK: εν οις επισυναχθεισών των μυριάδων του όχλου ώστε καταπατείν αλλήλους ήρξατο λέγειν προς τους μαθητάς αυτού πρώτον προσέχετε εαυτοίς από της ζύμης των Φαρισαίων ήτις εστίν υπόκρισις
Luke 17:3
- KJV: Take heed to yourselves If thy brother trespass against thee rebuke him and if he repent forgive him
- GK: προσέχετε εαυτοίς εάν δε αμάρτη εις σε ο αδελφός σου επιτίμησον αυτώ και εάν μετανοήση άφες αυτώ
Luke 20:46
- KJV: Beware of the scribes which desire to walk in long robes and love greetings in the markets and the highest seats in the synagogues and the chief rooms at feasts
- GK: προσέχετε από των γραμματέων των θελόντων περιπατείν εν στολαίς και φιλούντων ασπασμούς εν ταις αγοραίς και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και πρωτοκλισίας εν τοις δείπνοις
προσηλόω (nail to)
[edit]Colossians 2:14
- KJV: Blotting out the handwriting of ordinances that was against us contrary to us and took it out of the way nailing it to his cross
- GK: εξαλείψας το καθ΄ ημών χειρόγραφον τοις δόγμασιν ο ην υπεναντίον ημίν και αυτό ήρκεν εκ του μέσου προσηλώσας αυτό τω σταυρώ
προσήλυτος (proselyte)
[edit]Matthew 23:15
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye compass sea and land to make one proselyte and when he is made ye make him twofold more the child of hell than yourselves
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί οτι περιάγετε την θάλασσαν και την ξηράν ποιήσαι ένα προσήλυτον και όταν γένηται ποιείτε αυτόν υιόν γεέννης διπλότερον υμών
Acts 2:10
- KJV: Phrygia and Pamphylia in Egypt and in the parts of Libya about Cyrene and strangers of Rome Jews and proselytes
- GK: Φρυγίαν τε και Παμφυλίαν Αίγυπτον και τα μέρη της Λιβύης της κατά Κυρήνην και οι επιδημούντες Ρωμαίοι Ιουδαίοί τε και προσήλυτοι
Acts 6:5
- KJV: And the saying pleased the whole multitude and they chose Stephen a man full of faith and of the Holy Ghost and Philip and Prochorus and Nicanor and Timon and Parmenas and Nicolas a proselyte of Antioch
- GK: και ήρεσεν ο λόγος ενώπιον παντός του πλήθους και εξελέξαντο Στέφανον άνδρα πλήρη πίστεως και πνεύματος αγίου και Φίλιππον και Πρόχορον και Νικάνορα και Τίμωνα και Παρμενάν και Νικόλαον προσήλυτον Αντιοχέα
Acts 13:43
- KJV: Now when the congregation was broken up many of the Jews and religious proselytes followed Paul and Barnabas who speaking to them persuaded them to continue in the grace of God
- GK: λυθείσης δε της συναγωγής ηκολούθησαν πολλοί των Ιουδαίων και των σεβομένων προσηλύτων τω Παύλω και τω Βαρνάβα οίτινες προσλαλούντες έπειθον αυτούς επιμένειν τη χάριτι του θεού
πρόσκαιρος (dur-(eth) for awhile)
[edit]Matthew 13:21
- KJV: Yet hath he not root in himself but dureth for a while for when tribulation or persecution ariseth because of the word by and by he is offended
- GK: ουκ έχει δε ρίζαν εν εαυτώ αλλά πρόσκαιρός εστι γενομένης δε θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθύς σκανδαλίζεται
Mark 4:17
- KJV: And have no root in themselves and so endure but for a time afterward when affliction or persecution ariseth for the word’s sake immediately they are offended
- GK: και ουκ έχουσι ρίζαν εν εαυτοίς αλλά πρόσκαιροί εισιν είτα γενομένης θλίψεως η διωγμού διά τον λόγον ευθέως σκανδαλίζονται
2 Corinthians 4:18
- KJV: While we look not at the things which are seen but at the things which are not seen for the things which are seen temporal but the things which are not seen eternal
- GK: μη σκοπούντων ημών τα βλεπόμενα αλλά τα μη βλεπόμενα τα γαρ βλεπόμενα πρόσκαιρα τα δε μη βλεπόμενα αιώνια
Hebrews 11:25
- KJV: Choosing rather to suffer affliction with the people of God than to enjoy the pleasures of sin for a season
- GK: μάλλον ελόμενος συγκακουχείσθαι τω λαώ του θεού η πρόσκαιρον έχειν αμαρτίαις απόλαυσιν
προσκαλέω (call (for)
[edit]Matthew 10:1
- KJV: And when he had called unto his twelve disciples he gave them power unclean spirits to cast them out and to heal all manner of sickness and all manner of disease
- GK: και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν
Matthew 15:10
- KJV: And he called the multitude and said unto them Hear and understand
- GK: και προσκαλεσάμενος τον όχλον είπεν αυτοίς ακούετε και συνίετε
Matthew 15:32
- KJV: Then Jesus called his disciples and said I have compassion on the multitude because they continue with me now three days and have nothing to eat and I will not send them away fasting lest they faint in the way
- GK: ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού είπε σπλαγχνίζομαι επί τον όχλον ότι ήδη ημέρας τρεις προσμένουσί μοι και ουκ έχουσι τι φάγωσι και απολύσαι αυτούς νήστεις ου θέλω μήποτε εκλυθώσιν εν τη οδώ
Matthew 18:2
- KJV: And Jesus called a little child unto him and set him in the midst of them
- GK: και προσκαλεσάμενος ο Ιησούς παιδίον έστησεν αυτό εν μέσω αυτών
Matthew 18:32
- KJV: Then his lord after that he had called him said unto him O thou wicked servant I forgave thee all that debt because thou desiredst me
- GK: τότε προσκαλεσάμενος αυτόν ο κύριος αυτού λέγει αυτώ δούλε πονηρέ πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκά σοι επεί παρεκάλεσάς με
Matthew 20:25
- KJV: But Jesus called them and said Ye know that the princes of the Gentiles exercise dominion over them and they that are great exercise authority upon them
- GK: ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος αυτούς είπεν οίδατε ότι οι άρχοντες των εθνών κατακυριεύουσιν αυτών και οι μεγάλοι κατεξουσιάζουσιν αυτών
Mark 3:13
- KJV: And he goeth up into a mountain and calleth whom he would and they came unto him
- GK: και αναβαίνει εις το όρος και προσκαλείται ους ήθελεν αυτός και απήλθον προς αυτόν
Mark 3:23
- KJV: And he called them said unto them in parables How can Satan cast out Satan
- GK: και προσκαλεσάμενος αυτούς εν παραβολαίς έλεγεν αυτοίς πως δύναται σατανάς σατανάν εκβάλλειν
Mark 6:7
- KJV: And he called the twelve and began to send them forth by two and two and gave them power over unclean spirits
- GK: και προσκαλείται τους δώδεκα και ήρξατο αυτούς αποστέλλειν δύο και εδίδου αυτοίς εξουσίαν των πνευμάτων των ακαθάρτων
προσκαρτερέω (attend (give self) continually (upon))
[edit]Mark 3:9
- KJV: And he spake to his disciples that a small ship should wait on him because of the multitude lest they should throng him
- GK: και είπεν τοις μαθηταίς αυτού ίνα πλοιάριον προσκαρτερή αυτώ διά τον όχλον ίνα μη θλίβωσιν αυτόν
Acts 1:14
- KJV: These all continued with one accord in prayer and supplication with the women and Mary the mother of Jesus and with his brethren
- GK: ούτοι πάντες ήσαν προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν τη προσευχή και τη δεήσει συν γυναιξί και Μαρία τη μητρί του Ιησού και συν τοις αδελφοίς αυτού
Acts 2:42
- KJV: And they continued stedfastly in the apostles’ doctrine and fellowship and in breaking of bread and in prayers
- GK: ήσαν δε προσκαρτερούντες τη διδαχή των αποστόλων και τη κοινωνία και τη κλάσει του άρτου και ταις προσευχαίς
Acts 2:46
- KJV: And they, continuing daily with one accord in the temple and breaking bread from house to house did eat their meat with gladness and singleness of heart
- GK: καθ΄ ημέραν τε προσκαρτερούντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ κλώντές τε κατ΄ οίκον άρτον μετελάμβανον τροφής εν αγαλλιάσει και αφελότητι καρδίας
Acts 6:4
- KJV: But we will give ourselves continually to prayer and to the ministry of the word
- GK: ημείς δε τη προσευχή και τη διακονία του λόγου προσκαρτερήσομεν
Acts 8:13
- KJV: Then Simon himself believed also and when he was baptized he continued with Philip and wondered beholding the miracles and signs which were done
- GK: ο δε Σίμων και αυτός επίστευσε και βαπτισθείς ην προσκαρτερών τω Φιλίππω θεωρών τε δυνάμεις και σημεία γινόμενα εξίστατο
Acts 10:7
- KJV: And when the angel which spake unto Cornelius was departed he called two of his household servants and a devout soldier of them that waited on him continually
- GK: ως δε απήλθεν ο άγγελος ο λαλών τω Κορνηλίω φωνήσας δύο των οικετών αυτού και στρατιώτην ευσεβή των προσκαρτερούντων αυτώ
Romans 12:12
- KJV: Rejoicing in hope patient in tribulation continuing instant in prayer
- GK: τη ελπίδι χαίροντες τη θλίψει υπομένοντες τη προσευχή προσκαρτερούντες
Romans 13:6
- KJV: For for this cause pay ye tribute also for they are God’s ministers attending continually upon this very thing
- GK: διά τούτο γαρ και φόρους τελείτε λειτουργοί γαρ θεού εισιν εις αυτό τούτο προσκαρτερούντες
προσκαρτέρησις (perseverance)
[edit]Ephesians 6:18
- KJV: Praying always with all prayer and supplication in the Spirit and watching thereunto with all perseverance and supplication for all saints
- GK: διά πάσης προσευχής και δεήσεως προσευχόμενοι εν παντί καιρώ εν πνεύματι και εις αυτό τούτο αγρυπνούντες εν πάση προσκαρτερήσει και δεήσει περί πάντων των αγίων
προσκεφάλαιον (pillow)
[edit]Mark 4:38
- KJV: And he was in the hinder part of the ship asleep on a pillow and they awake him and say unto him Master carest thou not that we perish
- GK: και ην αυτός επί τη πρύμνη επί το προσκεφάλαιον καθεύδων και διεγείρουσιν αυτόν και λέγουσιν αυτώ διδάσκαλε ου μέλει σοι ότι απολλύμεθα
προσκληρόω (consort with)
[edit]Acts 17:4
- KJV: And some of them believed and consorted with Paul and Silas and of the devout Greeks a great multitude and of the chief women not a few
- GK: και τινες εξ αυτών επείσθησαν και προσεκληρώθησαν τω Παύλω και τω Σίλα των τε σεβομένων Ελλήνων πολύ πλήθος γυναικών τε των πρώτων ουκ ολίγαι
πρόσκλισις (partiality)
[edit]1 Timothy 5:21
- KJV: I charge before God and the Lord Jesus Christ and the elect angels that thou observe these things without preferring one before another doing nothing by partiality
- GK: διαμαρτύρομαι ενώπιον του θεού και κυρίου Ιησού χριστού και των εκλεκτών αγγέλων ίνα ταύτα φυλάξης χωρίς προκρίματος μηδέν ποιών κατά πρόσκλισιν
προσκολλάω (cleave)
[edit]Matthew 19:5
- KJV: And said For this cause shall a man leave father and mother and shall cleave to his wife and they twain shall be one flesh
- GK: και είπεν ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα και την μητέρα και προσκολληθήσεται τη γυναικί αυτού και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν
Mark 10:7
- KJV: For this cause shall a man leave his father and mother and cleave to his wife
- GK: ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού
Acts 5:36
- KJV: For before these days rose up Theudas boasting himself to be somebody to whom a number of men about four hundred joined themselves who was slain and all as many as obeyed him were scattered and brought to nought
- GK: προ γαρ τούτων των ημερών ανέστη Θευδάς λέγων είναί τινα εαυτόν ω προσεκλήθη αριθμός ανδρών ωσεί τετρακοσίων ος ανηρέθη και πάντες όσοι επείθοντο αυτώ διελύθησαν και εγένοντο εις ουδέν
Ephesians 5:31
- KJV: For this cause shall a man leave his father and mother and shall be joined unto his wife and they two shall be one flesh
- GK: αντί τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα και προσκολληθήσεται προς την γυναίκα αυτού και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν
πρόσκομμα (offence)
[edit]Romans 9:32
- KJV: Wherefore Because not by faith but as it were by the works of the law For they stumbled at that stumblingstone
- GK: διατί ότι ουκ εκ πίστεως αλλ΄ ως εξ έργων νόμου προσέκοψαν γαρ τω λίθω του προσκόμματος
Romans 9:33
- KJV: As it is written Behold I lay in Sion a stumblingstone and rock of offence and whosoever believeth on him shall not be ashamed
- GK: καθώς γέγραπται ιδού τίθημι εν Σιών λίθον προσκόμματος και πέτραν σκανδάλου και πας ο πιστεύων επ΄ αυτώ ου καταισχυνθήσεται
Romans 14:13
- KJV: Let us not therefore judge one another any more but judge this rather that no man put a stumblingblock or an occasion to fall in brother’s way
- GK: μηκέτι ούν αλλήλους κρίνωμεν αλλά τούτο κρίνατε μάλλον το μη τιθέναι πρόσκομμα τω αδελφώ η σκάνδαλον
Romans 14:20
- KJV: For meat destroy not the work of God All things indeed pure but evil for that man who eateth with offence
- GK: μη ένεκεν βρώματος κατάλυε το έργον του θεού πάντα μεν καθαρά αλλά κακόν τω ανθρώπω τω διά προσκόμματος εσθίοντι
1 Corinthians 8:9
- KJV: But take heed lest by any means this liberty of yours become a stumblingblock to them that are weak
- GK: βλέπετε δε μήπως η εξουσία υμών αύτη πρόσκομμα γένηται τοις ασθενούσιν
1 Peter 2:8
- KJV: And a stone of stumbling and a rock of offence which stumble at the word being disobedient whereunto also they were appointed
- GK: και λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου οι προσκόπτουσι τω λόγω απειθούντες εις ο και ετέθησαν
προσκοπή (offence)
[edit]2 Corinthians 6:3
- KJV: Giving no offence in any thing that the ministry be not blamed
- GK: μηδεμίαν εν μηδενί διδόντες προσκοπήν ίνα μη μωμηθή η διακονία
προσκόπτω (beat upon)
[edit]Matthew 4:6
- KJV: And saith unto him If thou be the Son of God cast thyself down for it is written He shall give his angels charge concerning thee and in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και λέγει αυτώ ει υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν κάτω γέγραπται γαρ ότι τοις αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
Matthew 7:27
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη
Luke 4:11
- KJV: And in hands they shall bear thee up lest at any time thou dash thy foot against a stone
- GK: και επί χειρών αρούσί σε μήποτε προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου
John 11:9
- KJV: Jesus answered Are there not twelve hours in the day If any man walk in the day he stumbleth not because he seeth the light of this world
- GK: απεκρίθη ο ουχί δώδεκά εισιν ώραι της ημέρας εάν τις περιπατή εν τη ημέρα ου προσκόπτει ότι το φως του κόσμου τούτου βλέπει
John 11:10
- KJV: But if a man walk in the night he stumbleth because there is no light in him
- GK: εάν δε τις περιπατή εν τη νυκτί προσκόπτει ότι το φως ουκ έστιν εν αυτώ
Romans 9:32
- KJV: Wherefore Because not by faith but as it were by the works of the law For they stumbled at that stumblingstone
- GK: διατί ότι ουκ εκ πίστεως αλλ΄ ως εξ έργων νόμου προσέκοψαν γαρ τω λίθω του προσκόμματος
Romans 14:21
- KJV: good neither to eat flesh nor to drink wine nor whereby thy brother stumbleth or is offended or is made weak
- GK: καλόν το μη φαγείν κρέα μηδέ πιείν οίνον μηδέ εν ω ο αδελφός σου προσκόπτει η σκανδαλίζεται η ασθενεί
1 Peter 2:8
- KJV: And a stone of stumbling and a rock of offence which stumble at the word being disobedient whereunto also they were appointed
- GK: και λίθος προσκόμματος και πέτρα σκανδάλου οι προσκόπτουσι τω λόγω απειθούντες εις ο και ετέθησαν
προσκυλίω (roll (to))
[edit]Matthew 27:60
- KJV: And laid it in his own new tomb which he had hewn out in the rock and he rolled a great stone to the door of the sepulchre and departed
- GK: και έθηκεν αυτό εν τω καινώ αυτού μνημείω ο ελατόμησεν εν τη πέτρα και προσκυλίσας λίθον μέγαν τη θύρα του μνημείου απήλθεν
Mark 15:46
- KJV: And he bought fine linen and took him down and wrapped him in the linen and laid him in a sepulchre which was hewn out of a rock and rolled a stone unto the door of the sepulchre
- GK: και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω ο ην λελατομημένον εκ πέτρας και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου
προσκυνέω (worship)
[edit]Matthew 2:2
- KJV: Saying Where is he that is born King of the Jews for we have seen his star in the east and are come to worship him
- GK: λέγοντες που εστίν ο τεχθείς βασιλεύς των Ιουδαίων είδομεν γαρ αυτού τον αστέρα εν τη ανατολή και ήλθομεν προσκυνήσαι αυτώ
Matthew 2:8
- KJV: And he sent them to Bethlehem and said Go and search diligently for the young child and when ye have found bring me word again that I may come and worship him also
- GK: και πέμψας αυτούς εις Βηθλεέμ είπε πορευθέντες ακριβώς εξετάσατε περί του παιδίου επάν δε εύρητε απαγγείλατέ μοι όπως καγώ ελθών προσκυνήσω αυτώ
Matthew 2:11
- KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
- GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν
Matthew 4:9
- KJV: And saith unto him All these things will I give thee if thou wilt fall down and worship me
- GK: και λέγει αυτώ ταύτα πάντα σοι δώσω εάν πεσών προσκυνήσης μοι
Matthew 4:10
- KJV: Then saith Jesus unto him Get thee hence Satan for it is written Thou shalt worship the Lord thy God and him only shalt thou serve
- GK: τότε λέγει αυτώ ο Ιησούς ύπαγε οπίσω μου Σατανά γέγραπται γαρ κύριον τον θεόν σου προσκυνήσεις και αυτώ μόνω λατρεύσεις
Matthew 8:2
- KJV: And behold there came a leper and worshipped him saying Lord if thou wilt thou canst make me clean
- GK: και ιδού λεπρός ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων κύριε εάν θέλης δύνασαί με καθαρίσαι
Matthew 9:18
- KJV: While he spake these things unto them behold there came a certain ruler and worshipped him saying My daughter is even now dead but come and lay thy hand upon her and she shall live
- GK: ταύτα αυτού λαλούντος αυτοίς ιδού άρχων εις ελθών προσεκύνει αυτώ λέγων ότι η θυγάτηρ μου άρτι ετελεύτησεν αλλά ελθών επίθες την χείρά σου επ΄ αυτήν και ζήσεται
Matthew 14:33
- KJV: Then they that were in the ship came and worshipped him saying Of a truth thou art the Son of God
- GK: οι δε εν τω πλοίω ελθόντες προσεκύνησαν αυτώ λέγοντες αληθώς θεού υιός ει
Matthew 15:25
- KJV: Then came she and worshipped him saying Lord help me
- GK: η δε ελθούσα προσεκύνει αυτώ λέγουσα κύριε βοήθει μοι
προσκυνητής (worshipper)
[edit]John 4:23
- KJV: But the hour cometh and now is when the true worshippers shall worship the Father in spirit and in truth for the Father seeketh such to worship him
- GK: αλλ΄ έρχεται ώρα και νυν εστιν ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσιν τω πατρί εν πνεύματι και αληθεία και γαρ ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνούντας αυτόν
προσλαλέω (speak to (with))
[edit]Acts 13:43
- KJV: Now when the congregation was broken up many of the Jews and religious proselytes followed Paul and Barnabas who speaking to them persuaded them to continue in the grace of God
- GK: λυθείσης δε της συναγωγής ηκολούθησαν πολλοί των Ιουδαίων και των σεβομένων προσηλύτων τω Παύλω και τω Βαρνάβα οίτινες προσλαλούντες έπειθον αυτούς επιμένειν τη χάριτι του θεού
Acts 28:20
- KJV: For this cause therefore have I called for you to see and to speak with because that for the hope of Israel I am bound with this chain
- GK: διά ταύτην ουν την αιτίαν παρεκάλεσα υμάς ιδείν και προσλαλήσαι ένεκεν γαρ της ελπίδος του Ισραήλ την άλυσιν ταύτην περίκειμαι
προσλαμβάνω (receive)
[edit]Matthew 16:22
- KJV: Then Peter took him and began to rebuke him saying Be it far from thee Lord this shall not be unto thee
- GK: και προσλαβόμενος αυτόν ο Πέτρος ήρξατο επιτιμάν αυτώ λέγων ίλεώς σοι κύριε ου έσται σοι τούτο
Mark 8:32
- KJV: And he spake that saying openly And Peter took him and began to rebuke him
- GK: και παρρησία τον λόγον ελάλει και προσλαβόμενος αυτόν ο Πέτρος ήρξατο επιτιμάν αυτώ
Acts 17:5
- KJV: But the Jews which believed not moved with envy took unto them certain lewd fellows of the baser sort and gathered a company and set all the city on an uproar and assaulted the house of Jason and sought to bring them out to the people
- GK: προσλαβόμενοι δε οι Ιουδαιοι οι απειθούντες των αγοραίων τινάς άνδρας πονηρούς και οχλοποιήσαντες εθορύβουν την πόλιν επιστάντες τε τη οικία Ιάσονος εζήτουν αυτούς αγαγείν εις τον δήμον
Acts 18:26
- KJV: And he began to speak boldly in the synagogue whom when Aquila and Priscilla had heard they took him unto and expounded unto him the way of God more perfectly
- GK: ούτός τε ήρξατο παρρησιάζεσθαι εν τη συναγωγή ακούσαντες δε αυτού Ακύλας και Πρίσκιλλα προσελάβοντο αυτόν και ακριβέστερον αυτώ εξέθεντο την του θεού οδόν
Acts 27:33
- KJV: And while the day was coming on Paul besought all to take meat saying This day is the fourteenth day that ye have tarried and continued fasting having taken nothing
- GK: άχρι δε ου έμελλεν ημέρα γίνεσθαι παρεκάλει ο Παύλος άπαντας μεταλαβείν τροφής λέγων τεσσαρεσκαιδεκάτην σήμερον ημέραν προσδοκώντες άσιτοι διατελείτε μηδέν προσλαβόμενοι
Acts 27:34
- KJV: Wherefore I pray you to take meat for this is for your health for there shall not an hair fall from the head of any of you
- GK: διό παρακαλώ υμάς προσλαβείν τροφής τούτο γαρ προς της υμετέρας σωτηρίας υπάρχει ουδενός γαρ υμών θρίξ εκ της κεφαλής πεσείται
Acts 27:36
- KJV: Then were they all of good cheer and they also took meat
- GK: εύθυμοι δε γενόμενοι πάντες και αυτοί προσελάβοντο τροφής
Acts 28:2
- KJV: And the barbarous people shewed us no little kindness for they kindled a fire and received us every one because of the present rain and because of the cold
- GK: οι δε βάρβαροι παρείχον ου την τυχούσαν φιλανθρωπίαν ημίν ανάψαντες γαρ πυράν προσελάβοντο πάντας ημάς διά τον υετόν τον εφεστώτα και διά το ψύχος
Romans 14:1
- KJV: Him that is weak in the faith receive ye not to doubtful disputations
- GK: τον δε ασθενούντα τη πίστει προσλαμβάνεσθε μη εις διακρίσεις διαλογισμών
πρόσληψις (receiving)
[edit]Romans 11:15
- KJV: For if the casting away of them the reconciling of the world what the receiving but life from the dead
- GK: ει γαρ η αποβολή αυτών καταλλαγή κόσμου τις η πρόσληψις ει ζωη εκ νεκρών
προσμένω (abide still)
[edit]Matthew 15:32
- KJV: Then Jesus called his disciples and said I have compassion on the multitude because they continue with me now three days and have nothing to eat and I will not send them away fasting lest they faint in the way
- GK: ο δε Ιησούς προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού είπε σπλαγχνίζομαι επί τον όχλον ότι ήδη ημέρας τρεις προσμένουσί μοι και ουκ έχουσι τι φάγωσι και απολύσαι αυτούς νήστεις ου θέλω μήποτε εκλυθώσιν εν τη οδώ
Mark 8:2
- KJV: I have compassion on the multitude because they have now been with me three days and have nothing to eat
- GK: σπλαγχνίζομαι επί τον όχλον ότι ήδη ημέρας τρεις προσμένουσί μοι και ουκ έχουσι τι φάγωσι
Acts 11:23
- KJV: Who when he came and had seen the grace of God was glad and exhorted them all that with purpose of heart they would cleave unto the Lord
- GK: ος παραγενόμενος και ιδών την χάριν του θεού εχάρη και παρεκάλει πάντας τη προθέσει της καρδίας προσμένειν τω κυρίω
Acts 18:18
- KJV: And Paul tarried yet a good while and then took his leave of the brethren and sailed thence into Syria and with him Priscilla and Aquila having shorn head in Cenchrea for he had a vow
- GK: ο δε Παύλος έτι προσμείνας ημέρας ικανάς τοις αδελφοίς αποταξάμενος εξέπλει εις την Συρίαν και συν αυτώ Πρίσκιλλα και Ακύλας κειράμενος την κεφαλήν εν Κεγχρεαίς είχε γαρ ευχήν
1 Timothy 1:3
- KJV: As I besought thee to abide still at Ephesus when I went into Macedonia that thou mightest charge some that they teach no other doctrine
- GK: καθώς παρεκάλεσά σε προσμείναι εν Εφέσω πορευόμενος εις Μακεδονίαν ίνα παραγγείλης τισί μη ετεροδιδασκαλείν
1 Timothy 5:5
- KJV: Now she that is a widow indeed and desolate trusteth in God and continueth in supplications and prayers night and day
- GK: η δε όντως χήρα και μεμονωμένη ήλπικεν επί τον θεόν και προσμένει ταις δεήσεσι και ταις προσευχαίς νυκτός και ημέρας
προσορμίζω (draw to the shore)
[edit]Mark 6:53
- KJV: And when they had passed over they came into the land of Gennesaret and drew to the shore
- GK: και διαπεράσαντες ήλθον επί την γην Γενησαρέτ και προσωριμίσθησαν
προσοφείλω (over besides)
[edit]Philemon 1:19
- KJV: I Paul have written with mine own hand I will repay albeit I do not say to thee how thou owest unto me even thine own self besides
- GK: εγώ Παύλος έγραψα τη εμή χειρί εγώ αποτίσω ίνα μη λέγω σοι ότι και σεαυτόν μοι προσοφείλεις
προσοχθίζω (be grieved at)
[edit]Hebrews 3:10
- KJV: Wherefore I was grieved with that generation and said They do alway err in heart and they have not known my ways
- GK: διό προσώχθισα τη γενεά εκείνη και είπον αεί πλανώνται τη καρδία αυτοί δε ουκ έγνωσαν τας οδούς μου
Hebrews 3:17
- KJV: But with whom was he grieved forty years not with them that had sinned whose carcases fell in the wilderness
- GK: τίσι δε προσώχθισε τεσσαράκοντα έτη ουχί τοις αμαρτήσασιν ων τα κώλα έπεσεν εν τη ερήμω
πρόσπεινος (very hungry)
[edit]Acts 10:10
- KJV: And he became very hungry and would have eaten but while they made ready he fell into a trance
- GK: εγένετο δε πρόσπεινος και ήθελε γεύσασθαι παρασκευαζόντων δε εκείνων επέπεσεν επ΄ αυτόν έκστασις
προσπήγνυμι (crucify)
[edit]Acts 2:23
- KJV: Him being delivered by the determinate counsel and foreknowledge of God ye have taken and by wicked hands have crucified and slain
- GK: τούτον τη ωρισμένη βουλή και προγνώσει του θεού έκδοτον λαβόντες διά χειρών ανόμων προσπήξαντες ανείλετε
προσπίπτω (beat upon)
[edit]Matthew 7:25
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell not for it was founded upon a rock
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέπεσον τη οικία εκείνη και ουκ έπεσε τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Mark 3:11
- KJV: And unclean spirits when they saw him fell down before him and cried saying Thou art the Son of God
- GK: και τα πνεύματα τα ακάθαρτα όταν αυτόν εθεώρει προσέπιπτεν αυτώ και έκραζε λέγοντα ότι συ ει ο υιός του θεού
Mark 5:33
- KJV: But the woman fearing and trembling knowing what was done in her came and fell down before him and told him all the truth
- GK: η δε γυνή φοβηθείσα και τρέμουσα ειδυία ο γέγονεν επ΄ αυτή ήλθε και προσέπεσεν αυτώ και είπεν αυτώ πάσαν την αλήθειαν
Mark 7:25
- KJV: For a woman whose young daughter had an unclean spirit heard of him and came and fell at his feet
- GK: ακούσασα γαρ γυνή περί αυτού ης είχε το θυγάτριον αυτής πνεύμα ακάθαρτον ελθούσα προσέπεσε προς τους πόδας αυτού
Luke 5:8
- KJV: When Simon Peter saw he fell down at Jesus’ knees saying Depart from me for I am a sinful man O Lord
- GK: ιδών δε Σίμων Πέτρος προσέπεσε τοις γόνασι του Ιησού λέγων έξελθε απ΄ εμού ότι ανήρ αμαρτωλός ειμι κύριε
Luke 8:28
- KJV: When he saw Jesus he cried out and fell down before him and with a loud voice said What have I to do with thee Jesus Son of God most high I beseech thee torment me not
- GK: ιδών δε τον Ιησούν και ανακράξας προσέπεσεν αυτώ και φωνή μεγάλη είπε τι εμοί και σοι Ιησού υιέ του θεού του υψίστου δέομαί σου μη με βασανίσης
Luke 8:47
- KJV: And when the woman saw that she was not hid she came trembling and falling down before him she declared unto him before all the people for what cause she had touched him and how she was healed immediately
- GK: ιδούσα δε η γυνή ότι ουκ έλαθε τρέμουσα ήλθε και προσπεσούσα αυτώ δι΄ ην αιτίαν ήψατο αυτού απήγγειλεν αυτώ ενώπιον παντός του λαού και ως ιάθη παραχρήμα
Acts 16:29
- KJV: Then he called for a light and sprang in and came trembling and fell down before Paul and Silas
- GK: αιτήσας δε φώτα εισεπήδησε και έντρομος γενόμενος προσέπεσε τω Παύλω και τω Σίλα
προσποιέω (make as though)
[edit]Luke 24:28
- KJV: And they drew nigh unto the village whither they went and he made as though he would have gone further
- GK: και ήγγισαν εις την κώμην ου επορεύοντο και αυτός προσεποιείτο πορρωτέρω πορεύεσθαι
John 8:6
- KJV: This they said tempting him that they might have to accuse him But Jesus stooped down and with finger wrote on the ground as though not
- GK: τούτο δε έλεγον πειράζοντες αυτόν ίνα έχωσι κατηγορίαν κατ΄ αυτού ο δε Ιησούς κάτω κύψας τω δακτύλω έγραφεν εις την γην
προσπορεύομαι (go before)
[edit]Mark 10:35
- KJV: And James and John the sons of Zebedee come unto him saying Master we would that thou shouldest do for us whatsoever we shall desire
- GK: και προσπορεύονται αυτώ Ιάκωβος και Ιωάννης οι υιοί Ζεβεδαίου λέγοντες διδάσκαλε θέλομεν ίνα ο εάν αιτήσωμεν ποιήσης ημίν
προσρήγνυμι (beat vehemently against (upon))
[edit]Luke 6:48
- KJV: He is like a man which built an house and digged deep and laid the foundation on a rock and when the flood arose the stream beat vehemently upon that house and could not shake it for it was founded upon a rock
- GK: όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομούντι οικίαν ος έσκαψε και εβάθυνε και έθηκε θεμέλιον επί την πέτραν πλημμύρας δε γενομένης προσέρρηξεν ο ποταμός τη οικία εκείνη και ουκ ίσχυσε σαλεύσαι αυτήν τεθεμελίωτο γαρ επί την πέτραν
Luke 6:49
- KJV: But he that heareth and doeth not is like a man that without a foundation built an house upon the earth against which the stream did beat vehemently and immediately it fell and the ruin of that house was great
- GK: ο δε ακούσας και μη ποιήσας όμοιός εστιν ανθρώπω οικοδομήσαντι οικίαν επί την γην χωρίς θεμελίου η προσέρρηξεν ο ποταμός και ευθέως έπεσε και εγένετο το ρήγμα της οικίας εκείνης μέγα
προστάσσω (bid)
[edit]Matthew 1:24
- KJV: Then Joseph being raised from sleep did as the angel of the Lord had bidden him and took unto him his wife
- GK: διεγερθείς δε ο Ιωσήφ από του ύπνου εποίησεν ως προσέταξεν αυτώ ο άγγελος κυρίου και παρέλαβε την γυναίκα
Matthew 8:4
- KJV: And Jesus saith unto him See thou tell no man but go thy way shew thyself to the priest and offer the gift that Moses commanded for a testimony unto them
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς όρα μηδενί είπης αλλ΄ ύπαγε σεαυτόν δείξον τω ιερεί και προσένεγκε το δώρον ο προσέταξε Μωσής εις μαρτύριον αυτοίς
Matthew 21:6
- KJV: And the disciples went and did as Jesus commanded them
- GK: πορευθέντες δε οι μαθηταί και ποιήσαντες καθώς προσέταξεν αυτοίς ο Ιησούς
Mark 1:44
- KJV: And saith unto him See thou say nothing to any man but go thy way shew thyself to the priest and offer for thy cleansing those things which Moses commanded for a testimony unto them
- GK: και λέγει αυτώ όρα μηδενί μηδέν είπης αλλ΄ ύπαγε σεαυτόν δείξον τω ιερεί και προσένεγκε περί του καθαρισμού σου α προσέταξε Μωσής εις μαρτύριον αυτοίς
Luke 5:14
- KJV: And he charged him to tell no man but go and shew thyself to the priest and offer for thy cleansing according as Moses commanded for a testimony unto them
- GK: και αυτός παρήγγειλεν αυτώ μηδενί ειπείν αλλά απελθών δείξον σεαυτόν τω ιερεί και προσένεγκε περί του καθαρισμού σου καθώς προσέταξε Μωσής εις μαρτύριον αυτοίς
Acts 10:33
- KJV: Immediately therefore I sent to thee and thou hast well done that thou art come Now therefore are we all here present before God to hear all things that are commanded thee of God
- GK: εξαυτής ούν έπεμψα προς σε συ τε καλώς εποίησας παραγενόμενος νυν ούν πάντες ημείς ενώπιον του θεού πάρεσμεν ακούσαι πάντα τα προστεταγμένα σοι υπό του θεού
Acts 10:48
- KJV: And he commanded them to be baptized in the name of the Lord Then prayed they him to tarry certain days
- GK: προσέταξέ τε αυτούς βαπτισθήναι εν τω ονόματι του κυρίου τότε ηρώτησαν αυτόν επιμείναι ημέρας τινάς
προστάτις (succourer)
[edit]Romans 16:2
- KJV: That ye receive her in the Lord as becometh saints and that ye assist her in whatsoever business she hath need of you for she hath been a succourer of many and of myself also
- GK: ίνα αυτήν προσδέξησθε εν κυρίω αξίως των αγίων και παραστήτε αυτή εν ω αν υμών χρήζη πράγματι και γαρ αύτη προστάτις πολλών εγενήθη και αυτού εμού
προστίθημι (add)
[edit]Matthew 6:27
- KJV: Which of you by taking thought can add one cubit unto his stature
- GK: τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα
Matthew 6:33
- KJV: But seek ye first the kingdom of God and his righteousness and all these things shall be added unto you
- GK: ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν
Mark 4:24
- KJV: And he said unto them Take heed what ye hear with what measure ye mete it shall be measured to you and unto you that hear shall more be give
- GK: και έλεγεν αυτοίς βλέπετε τι ακούετε εν ω μέτρω μετρείτε μετρηθήσεται υμίν και προστεθήσεται υμίν τοις ακούουσιν
Luke 3:20
- KJV: Added yet this above all that he shut up John in prison
- GK: προσέθηκε και τούτο επί πάσι και κατέκλεισε τον Ιωάννην εν τη φυλακή
Luke 12:25
- KJV: And which of you with taking thought can add to his stature one cubit
- GK: τις δε εξ υμών μεριμνών δύναται προσθείναι επί την ηλικίαν αυτού πήχυν ένα
Luke 12:31
- KJV: But rather seek ye the kingdom of God and all these things shall be added unto you
- GK: πλην ζητείτε την βασιλείαν του θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν
Luke 17:5
- KJV: And the apostles said unto the Lord Increase our faith
- GK: και είπον οι απόστολοι τω κυρίω πρόσθες ημίν πίστιν
Luke 19:11
- KJV: And as they heard these things he added and spake a parable because he was nigh to Jerusalem and because they thought that the kingdom of God should immediately appear
- GK: ακουόντων δε αυτών ταύτα προσθείς είπεν παραβολήν διά το εγγύς αυτόν είναι Ιερουσαλήμ και δοκείν αυτούς ότι παραχρήμα μέλλει η βασιλεία του θεού αναφαίνεσθαι
Luke 20:11
- KJV: And again he sent another servant and they beat him also and entreated shamefully and sent away empty
- GK: και προσέθετο πέμψαι έτερον δούλον οι δε κακείνον δείραντες και ατιμάσαντες εξαπέστειλαν κενόν
προστρέχω (run (thither to)
[edit]Mark 9:15
- KJV: And straightway all the people when they beheld him were greatly amazed and running to saluted him
- GK: και ευθέως πας ο όχλος ιδών αυτόν εξεθαμβήθη και προστρέχοντες ησπάζοντο αυτόν
Mark 10:17
- KJV: And when he was gone forth into the way there came one running and kneeled to him and asked him Good Master what shall I do that I may inherit eternal life
- GK: και εκπορευομένου αυτού εις οδόν προσδραμών εις και γονυπετήσας αυτόν επηρώτα αυτόν διδάσκαλε αγαθέ τι ποιήσω ίνα ζωήν αιώνιον κληρονομήσω
Acts 8:30
- KJV: And Philip ran thither and heard him read the prophet Esaias and said Understandest thou what thou readest
- GK: προσδραμών δε ο Φίλιππος ήκουσεν αυτού αναγινώσκοντος τον προφήτην Ησαϊαν και είπεν αρά γε γινώσκεις α αναγινώσκεις
προσφάγιον (meat)
[edit]John 21:5
- KJV: Then Jesus saith unto them Children have ye any meat They answered him No
- GK: λέγει ουν αυτοίς ο Ιησούς παιδία μη προσφάγιον έχετε απεκρίθησαν αυτώ ου
πρόσφατος (new)
[edit]Hebrews 10:20
- KJV: By a new and living way which he hath consecrated for us through the veil that is to say his flesh
- GK: ην ενεκαίνισεν ημίν οδόν πρόσφατον και ζώσαν διά του καταπετάσματος τουτ΄ της σαρκός αυτού
προσφάτωσ (lately)
[edit]Acts 18:2
- KJV: And found a certain Jew named Aquila born in Pontus lately come from Italy with his wife Priscilla because that Claudius had commanded all Jews to depart from Rome and came unto them
- GK: και ευρών τινα Ιουδαίον ονόματι Ακύλαν Ποντικόν τω γένει προσφάτως εληλυθότα από της Ιταλίας και Πρίσκιλλαν γυναίκα αυτού διά το διατεταχέναι Κλαύδιον χωρίζεσθαι πάντας τους Ιουδαίους εκ της Ρώμης προσήλθεν αυτοίς
προσφέρω (bring (to)
[edit]Matthew 2:11
- KJV: And when they were come into the house they saw the young child with Mary his mother and fell down and worshipped him and when they had opened their treasures they presented unto him gifts gold and frankincense and myrrh
- GK: και ελθόντες εις την οικίαν είδον το παιδίον μετά Μαρίας της μητρός αυτού και πεσόντες προσεκύνησαν αυτώ και ανοίξαντες τους θησαυρούς αυτών προσήνεγκαν αυτώ δώρα χρυσόν και λίβανον και σμύρναν
Matthew 4:24
- KJV: And his fame went throughout all Syria and they brought unto him all sick people that were taken with divers diseases and torments and those which were possessed with devils and those which were lunatick and those that had the palsy and he healed them
- GK: και απήλθεν η ακοή αυτού εις όλην την Συρίαν και προσήνεγκαν αυτώ πάντας τους κακώς έχοντας ποικίλαις νόσοις και βασάνοις συνεχομένους και δαιμονιζομένους και σεληνιαζομένους και παραλυτικούς και εθεράπευσεν αυτούς
Matthew 5:23
- KJV: Therefore if thou bring thy gift to the altar and there rememberest that thy brother hath ought against thee
- GK: εάν ουν προσφέρης το δώρόν σου επί το θυσιαστήριον και εκεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου
Matthew 5:24
- KJV: Leave there thy gift before the altar and go thy way first be reconciled to thy brother and then come and offer thy gift
- GK: άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου
Matthew 8:4
- KJV: And Jesus saith unto him See thou tell no man but go thy way shew thyself to the priest and offer the gift that Moses commanded for a testimony unto them
- GK: και λέγει αυτώ ο Ιησούς όρα μηδενί είπης αλλ΄ ύπαγε σεαυτόν δείξον τω ιερεί και προσένεγκε το δώρον ο προσέταξε Μωσής εις μαρτύριον αυτοίς
Matthew 8:16
- KJV: When the even was come they brought unto him many that were possessed with devils and he cast out the spirits with word and healed all that were sick
- GK: οψίας δε γενομένης προσήνεγκαν αυτώ δαιμονιζομένους πολλούς και εξέβαλε τα πνεύματα λόγω και πάντας του κακώς έχοντας εθεράπευσεν
Matthew 9:2
- KJV: And behold they brought to him a man sick of the palsy lying on a bed and Jesus seeing their faith said unto the sick of the palsy Son be of good cheer thy sins be forgiven thee
- GK: και ιδού προσέφερον αυτώ παραλυτικόν επί κλίνης βεβλημένον και ιδών ο Ιησούς την πίστιν αυτών είπε τω παραλυτικώ θάρσει τέκνον αφέωνταί σοι αι αμαρτίαι σου
Matthew 9:32
- KJV: As they went out behold they brought to him a dumb man possessed with a devil
- GK: αυτών δε εξερχομένων ιδού προσήνεγκαν αυτώ άνθρωπον κωφόν δαιμονιζόμενον
Matthew 12:22
- KJV: Then was brought unto him one possessed with a devil blind and dumb and he healed him insomuch that the blind and dumb both spake and saw
- GK: τότε προσηνέχθη αυτώ δαιμονιζόμενος τυφλός και κωφός και εθεράπευσεν αυτόν ώστε τον τυφλόν και κωφόν και λαλείν και βλέπειν
προσφιλής (lovely)
[edit]Philippians 4:8
- KJV: Finally brethren whatsoever things are true whatsoever things honest whatsoever things just whatsoever things pure whatsoever things lovely whatsoever things of good report if any virtue and if any praise think on these things
- GK: το λοιπόν αδελφοί όσα εστίν αληθή όσα σεμνά όσα δίκαια όσα αγνά όσα προσφιλή όσα εύφημα ει αρετή και ει έπαινος ταύτα λογίζεσθε
προσφορά (offering (up))
[edit]Acts 21:26
- KJV: Then Paul took the men and the next day purifying himself with them entered into the temple to signify the accomplishment of the days of purification until that an offering should be offered for every one of them
- GK: τότε ο Παύλος παραλαβών τους άνδρας τη εχομένη ημέρα συν αυτοίς αγνισθείς εισήει εις το ιερόν διαγγέλλων την εκπλήρωσιν των ημερών του αγνισμού έως ου προσηνέχθη υπέρ ενός εκάστου αυτών η προσφορά
Acts 24:17
- KJV: Now after many years I came to bring alms to my nation and offerings
- GK: δι΄ ετών δε πλειόνων παρεγενόμην ελεημοσύνας ποιήσων εις το έθνος μου και προσφοράς
Romans 15:16
- KJV: That I should be the minister of Jesus Christ to the Gentiles ministering the gospel of God that the offering up of the Gentiles might be acceptable being sanctified by the Holy Ghost
- GK: εις το είναί με λειτουργόν Ιησού χριστού εις τα έθνη ιερουργούντα το ευαγγέλιον του θεού ίνα γένηται η προσφορά των εθνών ευπρόσδεκτος ηγιασμένη εν πνεύματι αγίω
Ephesians 5:2
- KJV: And walk in love as Christ also hath loved us and hath given himself for us an offering and a sacrifice to God for a sweetsmelling savour
- GK: και περιπατείτε εν αγάπη καθώς και ο χριστός ηγάπησεν ημάς και παρέδωκεν εαυτόν υπέρ ημών προσφοράν και θυσίαν τω θεώ εις οσμήν ευωδίας
Hebrews 10:5
- KJV: Wherefore when he cometh into the world he saith Sacrifice and offering thou wouldest not but a body hast thou prepared me
- GK: διό εισερχόμενος εις τον κόσμον λέγει θυσίαν και προσφοράν ουκ ηθέλησας σώμα δε κατηρτίσω μοι
Hebrews 10:8
- KJV: Above when he said Sacrifice and offering and burnt offerings and for sin thou wouldest not neither hadst pleasure which are offered by the law
- GK: ανώτερον λέγων ότι θυσίαν και προσφοράν και ολοκαυτώματα και περί αμαρτίας ουκ ηθέλησας ουδέ ευδόκησας αίτινες κατά τον νόμον προσφέρονται
Hebrews 10:10
- KJV: By the which will we are sanctified through the offering of the body of Jesus Christ once
- GK: εν ω θελήματι ηγιασμένοι εσμέν διά της προσφοράς του σώματος του Ιησού χριστού εφάπαξ
Hebrews 10:14
- KJV: For by one offering he hath perfected for ever them that are sanctified
- GK: μία γαρ προσφορά τετελείωκεν εις το διηνεκές τους αγιαζομένους
Hebrews 10:18
- KJV: Now where remission of these no more offering for sin
- GK: όπου δε άφεσις τούτων ουκέτι προσφορά περί αμαρτίας
προσφωνέω (call unto)
[edit]Matthew 11:16
- KJV: But whereunto shall I liken this generation It is like unto children sitting in the markets and calling unto their fellows
- GK: τίνι δε ομοιώσω την γενεάν ταύτην ομοία εστί παιδίοις εν αγορά καθημένοις και προσφωνούσι τοις εταίροις αυτών
Luke 6:13
- KJV: And when it was day he called his disciples and of them he chose twelve whom also he named apostles
- GK: και ότε εγένετο ημέρα προσεφώνησε τους μαθητάς αυτού και εκλεξάμενος απ΄ αυτών δώδεκα ους και αποστόλους ωνόμασε
Luke 7:32
- KJV: They are like unto children sitting in the marketplace and calling one to another and saying We have piped unto you and ye have not danced we have mourned to you and ye have not wept
- GK: όμοιοί εισι παιδίοις τοις εν αγορά καθημένοις και προσφωνούσιν αλλήλοις και λέγουσιν ηυλήσαμεν υμίν και ουκ ωρχήσασθε εθρηνήσαμεν υμίν και ουκ εκλαύσατε
Luke 13:12
- KJV: And when Jesus saw her he called and said unto her Woman thou art loosed from thine infirmity
- GK: ιδών δε αυτήν ο Ιησούς προσεφώνησε και είπεν αυτή γύναι απολέλυσαι της ασθενείας σου
Luke 23:20
- KJV: Pilate therefore willing to release Jesus spake again to them
- GK: πάλιν ουν ο Πιλάτος προσεφώνησε θέλων απολύσαι τον Ιησούν
Acts 21:40
- KJV: And when he had given him licence Paul stood on the stairs and beckoned with the hand unto the people And when there was made a great silence he spake unto in the Hebrew tongue saying
- GK: επιτρέψαντος δε αυτού ο Παύλος εστώς επί των αναβάθμων κατέσεισε τη χειρί τω λαώ πολλής δε σιγής γενομένης προσεφώνησε τη Εβραϊδι διαλέκτω λέγων
Acts 22:2
- KJV: And when they heard that he spake in the Hebrew tongue to them they kept the more silence and he saith
- GK: ακούσαντες δε ότι τη Εβραϊδι διαλέκτω προσεφώνει αυτοίς μάλλον παρέσχον ησυχίαν
πρόσχυσις (sprinkling)
[edit]Hebrews 11:28
- KJV: Through faith he kept the passover and the sprinkling of blood lest he that destroyed the firstborn should touch them
- GK: πίστει πεποίηκε το πάσχα και την πρόσχυσιν του αίματος ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών
προσψαύω (touch)
[edit]Luke 11:46
- KJV: And he said Woe unto you also lawyers for ye lade men with burdens grievous to be borne and ye yourselves touch not the burdens with one of your fingers
- GK: ο δε είπε και υμίν τοις νομικοίς ουαί ότι φορτίζετε τους ανθρώπους φορτία δυσβάστακτα και αυτοί ενί των δακτύλων υμών ου προσψαύετε τοις φορτίοις
προσωποληπτέω (have respect to persons)
[edit]James 2:9
- KJV: But if ye have respect to persons ye commit sin and are convinced of the law as transgressors
- GK: ει δε προσωποληπτείτε αμαρτίαν εργάζεσθε ελεγχόμενοι υπό του νόμου ως παραβάται
προσωπολήπτης (respecter of persons)
[edit]Acts 10:34
- KJV: Then Peter opened mouth and said Of a truth I perceive that God is no respecter of persons
- GK: ανοίξας δε Πέτρος το στόμα αυτού είπεν επ΄ αληθείας καταλαμβάνομαι ότι ουκ έστι προσωπολήπτης ο θεός
προσωποληψία (respect of persons)
[edit]Romans 2:11
- KJV: For there is no respect of persons with God
- GK: ου γαρ εστι προσωποληψία παρά τω θεώ
Ephesians 6:9
- KJV: And ye masters do the same things unto them forbearing threatening knowing that your Master also is in heaven neither is there respect of persons with him
- GK: και οι κύριοι τα αυτά ποιείτε προς αυτούς ανιέντες την απειλήν ειδότες ότι και υμών αυτών ο κύριός εστιν εν ουρανοίς και προσωποληψία ουκ έστι παρ΄ αυτώ
Colossians 3:25
- KJV: But he that doeth wrong shall receive for the wrong which he hath done and there is no respect of persons
- GK: ο δε αδικών κομιείται ο ηδίκησε και ουκ έστι προσωποληψία
James 2:1
- KJV: My brethren have not the faith of our Lord Jesus Christ of glory with respect of persons
- GK: αδελφοί μου μη εν προσωποληψίαις έχετε την πίστιν του κυρίου ημών Ιησού χριστού της δόξης
πρόσωπον ((outward) appearance)
[edit]Matthew 6:16
- KJV: Moreover when ye fast be not as the hypocrites of a sad countenance for they disfigure their faces that they may appear unto men to fast Verily I say unto you They have their reward
- GK: όταν δε νηστεύσητε μη γίνεσθε ώσπερ οι υποκριταί σκυθρωποί αφανίζουσι γαρ τα πρόσωπα αυτών όπως φανώσι τοις ανθρώποις νηστεύοντες αμήν λέγω υμίν ότι απέχουσι τον μισθόν αυτών
Matthew 6:17
- KJV: But thou when thou fastest anoint thine head and wash thy face
- GK: συ δε νηστεύων άλειψαί σου την κεφαλήν και το πρόσωπόν σου νίψαι
Matthew 11:10
- KJV: For this is of whom it is written Behold I send my messenger before thy face which shall prepare thy way before thee
- GK: ούτος γαρ εστι περί ου γέγραπται ιδού εγώ αποστέλλω τον άγγελόν μου προ προσώπου σου ος κατασκευάσει την οδόν σου έμπροσθέν σου
Matthew 16:3
- KJV: And in the morning foul weather to day for the sky is red and lowring hypocrites ye can discern the face of the sky but can ye not the signs of the times
- GK: και πρωϊ σήμερον χειμών πυρράζει γαρ στυγνάζων ο ουρανός υποκριταί το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε
Matthew 17:2
- KJV: And was transfigured before them and his face did shine as the sun and his raiment was white as the light
- GK: και μετεμορφώθη έμπροσθεν αυτών και έλαμψεν το πρόσωπον αυτού ως ο ήλιος τα δε ιμάτια αυτού εγένετο λευκά ως το φως
Matthew 17:6
- KJV: And when the disciples heard they fell on their face and were sore afraid
- GK: και ακούσαντες οι μαθηταί έπεσον επί πρόσωπον αυτών και εφοβήθησαν σφόδρα
Matthew 18:10
- KJV: Take heed that ye despise not one of these little ones for I say unto you That in heaven their angels do always behold the face of my Father which is in heaven
- GK: οράτε μη καταφρονήσητε ενός των μικρών τούτων λέγω γαρ υμίν ότι οι άγγελοι αυτών εν ουρανοίς διά βλέπουσιν το πρόσωπον του πατρός μου του εν ουρανοίς
Matthew 22:16
- KJV: And they sent out unto him their disciples with the Herodians saying Master we know that thou art true and teachest the way of God in truth neither carest thou for any for thou regardest not the person of men
- GK: και αποστέλλουσιν αυτώ τους μαθητάς αυτών μετά των Ηρωδιανών λέγοντες διδάσκαλε οίδαμεν ότι αληθής ει και την οδόν του θεού εν αληθεία διδάσκεις και ου μέλει σοι περί ουδενός ου γαρ βλέπεις εις πρόσωπον ανθρώπων
Matthew 26:39
- KJV: And he went a little further and fell on his face and prayed saying O my Father if it be possible let this cup pass from me nevertheless not as I will but as thou
- GK: και προελθών μικρόν έπεσεν επί πρόσωπον αυτού προσευχόμενος και λέγων πάτερ μου ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ΄ εμού το ποτήριον τούτο πλην ουχ ως εγώ θέλω αλλ΄ ως συ
προτάσσω (before appoint)
[edit]Acts 17:26
- KJV: And hath made of one blood all nations of men for to dwell on all the face of the earth and hath determined the times before appointed and the bounds of their habitation
- GK: εποίησέ τε εξ ενός αίματος παν έθνος ανθρώπων κατοικείν επί παν το πρόσωπον της γης ορίσας προστεταγμένους καιρούς και τας οροθεσίας της κατοικίας
προτείνω (bind)
[edit]Acts 22:25
- KJV: And as they bound him with thongs Paul said unto the centurion that stood by Is it lawful for you to scourge a man that is a Roman and uncondemned
- GK: ως δε προέτειναν τοις ιμάσιν είπε προς τον εστώτα εκατόνταρχον ο Παύλος ει άνθρωπον Ρωμαίον και ακατάκριτον έξεστιν υμίν μαστίζειν
πρότερον (before)
[edit]John 6:62
- KJV: and if ye shall see the Son of man ascend up where he was before
- GK: εάν ουν θεωρήτε τον υιόν του ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ην το πρότερον
John 7:51
- KJV: our law judge man before it hear him and know what he doeth
- GK: μη ο νόμος ημών κρίνει τον άνθρωπον εάν μη ακούση παρ΄ αυτού πρότερον και γνω τι ποιεί
John 9:8
- KJV: The neighbours therefore and they which before had seen him that he was blind said Is not this he that sat and begged
- GK: οι ουν γείτονες και οι θεωρούντες αυτόν το πρότερον ότι τυφλός ην έλεγον ουχ ούτός εστιν ο καθήμενος και προσαιτών
2 Corinthians 1:15
- KJV: And in this confidence I was minded to come unto you before that ye might have a second benefit
- GK: και ταύτη τη πεποιθήσει εβουλόμην ελθείν προς υμάς πρότερον ίνα δευτέραν χάριν έχητε
Galatians 4:13
- KJV: Ye know how through infirmity of the flesh I preached the gospel unto you at the first
- GK: οίδατε δε ότι δι΄ ασθένειαν της σαρκός ευηγγελισάμην υμίν το πρότερον
1 Timothy 1:13
- KJV: Who was before a blasphemer and a persecutor and injurious but I obtained mercy because I did ignorantly in unbelief
- GK: τον πρότερον όντα βλάσφημον και διώκτην και υβριστήν αλλά ηλεήθην ότι αγνοών εποίησα εν απιστία
Hebrews 4:6
- KJV: Seeing therefore it remaineth that some must enter there in and they to whom it was first preached entered not in because of unbelief
- GK: επεί ούν απολείπεται τινάς εισελθείν εις αυτήν και οι πρότερον ευαγγελισθέντες ουκ εισήλθον δι΄ απειθείαν
Hebrews 7:27
- KJV: Who needeth not daily as those high priests to offer up sacrifice first for his own sins and then for the people’s for this he did once when he offered up himself
- GK: ος ουκ έχει καθ΄ ημέραν ανάγκην ώσπερ οι αρχιερείς πρότερον υπέρ των ιδίων αμαρτιών θυσίας αναφέρειν έπειτα των του λαού τούτο γαρ εποίησεν εφάπαξ εαυτόν ανενέγκας
Hebrews 10:32
- KJV: But call to remembrance the former days in which after ye were illuminated ye endured a great fight of afflictions
- GK: αναμιμνήσκεσθε δε τας πρότερον ημέρας εν αις φωτισθέντες πολλήν άθλησιν υπεμείνατε παθημάτων
πρότερος (former)
[edit]Ephesians 4:22
- KJV: That ye put off concerning the former conversation the old man which is corrupt according to the deceitful lusts
- GK: αποθέσθαι υμάς κατά την προτέραν αναστροφήν τον παλαιόν άνθρωπον τον φθειρόμενον κατά τας επιθυμίας της απάτης
προτίθεμαι (purpose)
[edit]Romans 1:13
- KJV: Now I would not have you ignorant brethren that oftentimes I purposed to come unto you but was let hitherto that I might have some fruit among you also even as among other Gentiles
- GK: ου θέλω δε υμάς αγνοείν αδελφοί ότι πολλάκις προεθέμην ελθείν προς υμάς και εκωλύθην άχρι του δεύρο ίνα τινά καρπόν σχω και εν υμίν καθώς και εν τοις λοιποίς έθνεσιν
Romans 3:25
- KJV: Whom God hath set forth a propitiation through faith in his blood to declare his righteousness for the remission of sins that are past
- GK: ον προέθετο ο θεός ιλαστήριον διά της πίστεως εν τω αυτού αίματι εις ένδειξιν της δικαιοσύνης αυτού διά την πάρεσιν των προγεγονότων αμαρτημάτων
Ephesians 1:9
- KJV: Having made known unto us the mystery of his will according to his good pleasure which he hath purposed in himself
- GK: γνωρίσας ημίν το μυστήριον του θελήματος αυτού κατά την ευδοκίαν αυτού ην προέθετο εν αυτώ
προτρέπω (exhort)
[edit]Acts 18:27
- KJV: And when he was disposed to pass into Achaia the brethren wrote exhorting the disciples to receive him who when he was come helped them much which had believed through grace
- GK: βουλομένου δε αυτού διελθείν εις την Αχαϊαν προτρεψάμενοι οι αδελφοί έγραψαν τοις μαθηταίς αποδέξασθαι αυτόν ος παραγενόμενος συνεβάλετο πολύ τοις πεπιστευκόσι διά της χάριτος
προτρέχω (outrun)
[edit]Luke 19:4
- KJV: And he ran before and climbed up into a sycomore tree to see him for he was to pass that
- GK: και προδραμών έμπροσθεν ανέβη επί συκομωραίαν ίνα ίδη αυτόν ότι δι΄ εκείνης έμελλε διέρχεσθαι
John 20:4
- KJV: So they ran both together and the other disciple did outrun Peter and came first to the sepulchre
- GK: έτρεχον δε οι δύο ομού και ο άλλος μαθητής προέδραμε τάχιον του Πέτρου και ήλθε πρώτος εις το μνημείον
προϋπάρχω (+ be before(-time))
[edit]Luke 23:12
- KJV: And the same day Pilate and Herod were made friends together for before they were at enmity between themselves
- GK: εγένοντο δε φίλοι ο τε Πιλάτος και ο Ηρώδης εν αυτή τη ημέρα μετ΄ αλλήλων προϋπήρχον γαρ εν έχθρα όντες προς εαυτούς
Acts 8:9
- KJV: But there was a certain man called Simon which beforetime in the same city used sorcery and bewitched the people of Samaria giving out that himself was some great one
- GK: ανήρ δε τις ονόματι Σίμων προϋπήρχεν εν τη πόλει μαγεύων και εξιστών το έθνος της Σαμαρείας λέγων είναί τινα εαυτόν μέγαν
πρόφασις (cloke)
[edit]Matthew 23:14
- KJV: Woe unto you scribes and Pharisees hypocrites for ye devour widows’ houses and for a pretence make long prayer therefore ye shall receive the greater damnation
- GK: ουαί υμίν γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί ότι κλείετε την βασιλείαν των ουρανών έμπροσθεν των ανθρώπων υμείς γαρ ουκ εισέρχεσθε ουδέ τους εισερχομένους αφίετε εισελθείν
Mark 12:40
- KJV: Which devour widows’ houses and for a pretence make long prayers these shall receive greater damnation
- GK: οι κατεσθίοντες τας οικίας των χηρών και προφάσει μακρά προσευχόμενοι ούτοι λήψονται περισσότερον κρίμα
Luke 20:47
- KJV: Which devour widows’ houses and for a shew make long prayers the same shall receive greater damnation
- GK: οι κατεσθίουσι τας οικίας των χηρών και προφάσει μακρά προσεύχονται ούτοι λήψονται περισσότερον κρίμα
John 15:22
- KJV: If I had not come and spoken unto them they had not had sin but now they have no cloke for their sin
- GK: ει ήλθον και ελάλησα αυτοίς αμαρτίαν ουκ είχον νυν δε πρόφασιν ουκ έχουσι περί της αμαρτίας αυτών
Acts 27:30
- KJV: And as the shipmen were about to flee out of the ship when they had let down the boat into the sea under colour as though they would have cast anchors out of the foreship
- GK: των δε ναυτών ζητούντων φυγείν εκ του πλοίου και χαλασάντων την σκάφην εις την θάλασσαν προφάσει ως εκ πρώρας μελλόντων αγκύρας εκτείνειν
Philippians 1:18
- KJV: What then notwithstanding every way whether in pretence or in truth Christ is preached and I there in do rejoice yea and will rejoice
- GK: τι γαρ πλην παντί τρόπω είτε προφάσει είτε αληθεία χριστός καταγγέλλεται και εν τούτω χαίρω αλλά και χαρήσομαι
1 Thessalonians 2:5
- KJV: For neither at any time used we flattering words as ye know nor a cloke of covetousness God witness
- GK: ούτε γαρ ποτε εν λόγω κολακείας εγενήθημεν καθώς οίδατε ούτε εν προφάσει πλεονεξίας θεός μάρτυς
προφέρω (bring forth)
[edit]Luke 6:45
- KJV: A good man out of the good treasure of his heart bringeth forth that which is good and an evil man out of the evil treasure of his heart bringeth forth that which is evil for of the abundance of the heart his mouth speaketh
- GK: ο αγαθός άνθρωπος εκ του αγαθού θησαυρού της καρδίας αυτού προφέρει το αγαθόν και ο πονηρός άνθρωπος εκ του πονηρού θησαυρού της καρδίας αυτού προφέρει το πονηρόν εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας λαλεί το στόμα αυτού
προφητεία (prophecy)
[edit]Matthew 13:14
- KJV: And in them is fulfilled the prophecy of Esaias which saith By hearing ye shall hear and shall not understand and seeing ye shall see and shall not perceive
- GK: και αναπληρούται επ΄ αυτοίς η προφητεία Ησαϊου η λέγουσα ακοή ακούσετε και ου συνήτε και βλέποντες βλέψετε και ου ίδητε
Romans 12:6
- KJV: Having then gifts differing according to the grace that is given to us whether prophecy according to the proportion of faith
- GK: έχοντες δε χαρίσματα κατά την χάριν την δοθείσαν ημίν διάφορα είτε προφητείαν κατά την αναλογίαν της πίστεως
1 Corinthians 12:10
- KJV: To another the working of miracles to another prophecy to another discerning of spirits to another kinds of tongues to another the interpretation of tongues
- GK: άλλω δε ενεργήματα δυνάμεων άλλω δε προφητεία άλλω δε διακρίσεις πνευμάτων ετέρω δε γένη γλωσσών άλλω δε ερμηνεία γλωσσών
1 Corinthians 13:2
- KJV: And though I have prophecy and understand all mysteries and all knowledge and though I have all faith so that I could remove mountains and have not charity I am nothing
- GK: και εάν έχω προφητείαν και ειδώ τα μυστήρια πάντα και πάσαν την γνώσιν και εάν έχω πάσαν την πίστιν ώστε όρη μεθιστάνειν αγάπην δε μη έχω ουθέν ειμι
1 Corinthians 13:8
- KJV: Charity never faileth but whether prophecies they shall fail whether tongues they shall cease whether knowledge it shall vanish away
- GK: η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει είτε δε προφητείαι καταργηθήσονται είτε γλώσσαι παύσονται είτε γνώσις καταργηθήσεται
1 Corinthians 14:6
- KJV: Now brethren if I come unto you speaking with tongues what shall I profit you except I shall speak to you either by revelation or by knowledge or by prophesying or by doctrine
- GK: νυνί δε αδελφοί εάν έλθω προς υμάς γλώσσαις λαλών τι υμάς ωφελήσω εάν μη υμίν λαλήσω η εν αποκαλύψει η εν γνώσει η εν προφητεία η εν διδαχή
1 Corinthians 14:22
- KJV: Wherefore tongues are for a sign not to them that believe but to them that believe not but prophesying not for them that believe not but for them which believe
- GK: ώστε αι γλώσσαι εις σημείόν εισιν ου τοις πιστεύουσιν αλλά τοις απίστοις η δε προφητεία ου τοις απίστοις αλλά τοις πιστεύουσιν
1 Thessalonians 5:20
- KJV: Despise not prophesyings
- GK: προφητείας μη εξουθενείτε
1 Timothy 1:18
- KJV: This charge I commit unto thee son Timothy according to the prophecies which went before on thee that thou by them mightest war a good warfare
- GK: ταύτην την παραγγελίαν παρατίθεμαί σοι τέκνον Τιμόθεε κατά τας προαγούσας επί σε προφητείας ίνα στρατεύη εν αυταίς την καλήν στρατείαν
προφητεύω (prophesy)
[edit]Matthew 7:22
- KJV: Many will say to me in that day Lord Lord have we not prophesied in thy name and in thy name have cast out devils and in thy name done many wonderful works
- GK: πολλοί ερούσί μοι εν εκείνη τη ημέρα κύριε κύριε ου τω σω ονόματι προεφητεύσαμεν και τω σω ονόματι δαιμόνια εξεβάλομεν και τω σω ονόματι δυνάμεις πολλάς εποιήσαμεν
Matthew 11:13
- KJV: For all the prophets and the law prophesied until John
- GK: πάντες γαρ οι προφήται και ο νόμος έως Ιωάννου προεφήτευσαν
Matthew 15:7
- KJV: hypocrites well did Esaias prophesy of you saying
- GK: υποκριταί καλώς προεφήτευσε περί υμών Ησαϊας λέγων
Matthew 26:68
- KJV: Saying Prophesy unto us thou Christ Who is he that smote thee
- GK: λέγοντες προφήτευσον ημίν Χριστέ τις εστιν ο παίσας σε
Mark 7:6
- KJV: He answered and said unto them Well hath Esaias prophesied of you hypocrites as it is written This people honoureth me with lips but their heart is far from me
- GK: ο δε αποκριθείς είπεν αυτοίς ότι καλώς προεφήτευσεν Ησαϊας περί υμών των υποκριτών ως γέγραπται ούτος ο λαός τοις χείλεσί με τιμά η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού
Mark 14:65
- KJV: And some began to spit on him and to cover his face and to buffet him and to say unto him Prophesy and the servants did strike him with the palms of their hands
- GK: και ήρξαντό τινες εμπτύειν αυτώ και περικαλύπτειν το πρόσωπον αυτού και κολαφίζειν αυτόν και λέγειν αυτώ προφήτευσον και οι υπηρέται ραπίσμασιν αυτόν έβαλλον
Luke 1:67
- KJV: And his father Zacharias was filled with the Holy Ghost and prophesied saying
- GK: και Ζαχαρίας ο πατήρ αυτού επλήσθη πνεύματος αγίου και προεφήτευσεν λέγων
Luke 22:64
- KJV: And when they had blindfolded him they struck him on the face and asked him saying Prophesy who is it that smote thee
- GK: και περικαλύψαντες αυτόν έτυπτον αυτού το πρόσωπον και επηρώτων αυτόν λέγοντες προφήτευσον τις εστιν ο παίσας σε
John 11:51
- KJV: And this spake he not of himself but being high priest that year he prophesied that Jesus should die for that nation
- GK: τούτο δε αφ΄ εαυτού ουκ είπεν αλλά αρχιερεύς ων του ενιαυτού εκείνου προεφήτευσεν ότι έμελλεν ο Ιησούς αποθνήσκειν υπέρ του έθνους
προφήτης (prophet)
[edit]Matthew 1:22
- KJV: Now all this was done that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying
- GK: τούτο δε όλον γέγονεν ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος
Matthew 2:5
- KJV: And they said unto him In Bethlehem of Judaea for thus it is written by the prophet
- GK: οι δε είπον αυτώ εν Βηθλεέμ της Ιουδαίας ούτως γαρ γέγραπται διά του προφήτου
Matthew 2:15
- KJV: And was there until the death of Herod that it might be fulfilled which was spoken of the Lord by the prophet saying Out of Egypt have I called my son
- GK: και ην εκεί έως της τελευτής Ηρώδου ίνα πληρωθή το ρηθέν υπό του κυρίου διά του προφήτου λέγοντος εξ Αιγύπτου εκάλεσα τον υιόν μου
Matthew 2:17
- KJV: Then was fulfilled that which was spoken by Jeremy the prophet saying
- GK: τότε επληρώθη το ρηθέν υπό Ιερεμίου του προφήτου λέγοντος
Matthew 2:23
- KJV: And he came and dwelt in a city called Nazareth that it might be fulfilled which was spoken by the prophets He shall be called a Nazarene
- GK: και ελθών κατώκησεν εις πόλιν λεγομένην Ναζαρέθ όπως πληρωθή το ρηθέν διά των προφητών ότι Ναζωραίος κληθήσεται
Matthew 3:3
- KJV: For this is he that was spoken of by the prophet Esaias saying The voice of one crying in the wilderness Prepare ye the way of the Lord make his paths straight
- GK: ούτος γαρ εστιν ο ρηθείς υπό Ησαϊου του προφήτου λέγοντος φωνή βοώντος εν τη ερήμω ετοιμάσατε την οδόν κυρίου ευθείας ποιείτε τας τρίβους αυτού
Matthew 4:14
- KJV: That it might be fulfilled which was spoken by Esaias the prophet saying
- GK: ίνα πληρωθή το ρηθέν διά Ησαϊου του προφήτου λέγοντος
Matthew 5:12
- KJV: Rejoice and be exceeding glad for great your reward in heaven for so persecuted they the prophets which were before you
- GK: χαίρετε και αγαλλιάσθε ότι ο μισθός υμών πολύς εν τοις ουρανοίς ούτω γαρ εδίωξαν τους προφήτας τους προ υμών
Matthew 5:17
- KJV: Think not that I am come to destroy the law or the prophets I am not come to destroy but to fulfil
- GK: μη νομίσητε ότι ήλθον καταλύσαι τον νόμον η τους προφήτας ουκ ήλθον καταλύσαι αλλά πληρώσαι
προφητικός (of prophecy)
[edit]Romans 16:26
- KJV: But now is made manifest and by the scriptures of the prophets according to the commandment of the everlasting God made known to all nations for the obedience of faith
- GK: φανερωθέντος δε νυν διά τε γραφών προφητικών κατ΄ επιταγήν του αιωνίου θεού εις υπακοήν πίστεως εις πάντα τα έθνη γνωρισθέντος
2 Peter 1:19
- KJV: We have also a more sure word of prophecy whereunto ye do well that ye take heed as unto a light that shineth in a dark place until the day dawn and the day star arise in your hearts
- GK: και έχομεν βεβαιότερον τον προφητικόν λόγον ω καλώς ποιείτε προσέχοντες ως λύχνω φαίνοντι εν αυχμηρώ τόπω έως ου ημέρα διαυγάση και φωσφόρος ανατείλη εν ταις καρδίαις υμών
προφῆτις (prophetess)
[edit]Luke 2:36
- KJV: And there was one Anna a prophetess the daughter of Phanuel of the tribe of Aser she was of a great age and had lived with an husband seven years from her virginity
- GK: και ην Άννα προφήτις θυγάτηρ Φανουήλ εκ φυλής Ασήρ αύτη προβεβηκυία εν ημέραις πολλαίς ζήσασα έτη μετά ανδρός επτά από της παρθενίας αυτής
Revelation 2:20
- KJV: Notwithstanding I have a few things against thee because thou sufferest that woman Jezebel which calleth herself a prophetess to teach and to seduce my servants to commit fornication and to eat things sacrificed unto idols
- GK: αλλ΄ έχω κατά σου ότι αφείς την γυναίκά σου την Ιεζάβηλ η λεγει εαυτήν προφήτιν και διδάσκει και πλανα τους εμούς δούλους πορνεύσαι και φαγείν ειδωλόθυτα
προφθάνω (prevent)
[edit]Matthew 17:25
- KJV: He saith Yes And when he was come into the house Jesus prevented him saying What thinkest thou Simon of whom do the kings of the earth take custom or tribute of their own children or of strangers
- GK: λέγει ναι και ότε εισήλθεν εις την οικίαν προέφθασεν αυτόν ο Ιησούς λέγων τι σοι δοκεί Σίμων οι βασιλείς της γης από τίνων λαμβάνουσι τέλη η κήνσον από των υιών αυτών η από των αλλοτρίων
προχειρίζομαι (choose)
[edit]Acts 22:14
- KJV: And he said The God of our fathers hath chosen thee that thou shouldest know his will and see that Just One and shouldest hear the voice of his mouth
- GK: ο δε είπεν ο θεός των πατέρων ημών προεχειρίσατό σε γνώναι το θέλημα αυτού και ιδείν τον δίκαιον και ακούσαι φωνήν εκ του στόματος αυτού
Acts 26:16
- KJV: But rise and stand upon thy feet for I have appeared unto thee for this purpose to make thee a minister and a witness both of these things which thou hast seen and of those things in the which I will appear unto thee
- GK: αλλά ανάστηθι και στήθι επί τους πόδας σου εις τούτο γαρ ώφθην σοι προχειρίσασθαί σε υπηρέτην και μάρτυρα ων τε είδες ων τε οφθήσομαί σοι
προχειροτονέω (choose before)
[edit]Acts 10:41
- KJV: Not to all the people but unto witnesses chosen before of God to us who did eat and drink with him after he rose from the dead
- GK: ου παντί τω λαώ αλλά μάρτυσι τοις προκεχειροτονημένοις υπό του θεού ημίν οίτινες συνεφάγομεν και συνεπίομεν αυτώ μετά το αναστήναι αυτόν εκ νεκρών
Πρόχορος (Prochorus)
[edit]Acts 6:5
- KJV: And the saying pleased the whole multitude and they chose Stephen a man full of faith and of the Holy Ghost and Philip and Prochorus and Nicanor and Timon and Parmenas and Nicolas a proselyte of Antioch
- GK: και ήρεσεν ο λόγος ενώπιον παντός του πλήθους και εξελέξαντο Στέφανον άνδρα πλήρη πίστεως και πνεύματος αγίου και Φίλιππον και Πρόχορον και Νικάνορα και Τίμωνα και Παρμενάν και Νικόλαον προσήλυτον Αντιοχέα
πρύμνα (hinder part)
[edit]Mark 4:38
- KJV: And he was in the hinder part of the ship asleep on a pillow and they awake him and say unto him Master carest thou not that we perish
- GK: και ην αυτός επί τη πρύμνη επί το προσκεφάλαιον καθεύδων και διεγείρουσιν αυτόν και λέγουσιν αυτώ διδάσκαλε ου μέλει σοι ότι απολλύμεθα
Acts 27:29
- KJV: Then fearing lest we should have fallen upon rocks they cast four anchors out of the stern and wished for the day
- GK: φοβούμενοί τε μήπως εις τραχείς τόπους εκπέσωμεν εκ πρύμνης ρίψαντες αγκύρας τέσσαρας ηύχοντο ημέραν γενέσθαι
Acts 27:41
- KJV: And falling into a place where two seas met they ran the ship aground and the forepart stuck fast and remained unmoveable but the hinder part was broken with the violence of the waves
- GK: περιπεσόντες δε εις τόπον διθάλασσον επώκειλαν την ναύν και η μεν πρώρα ερείσασα έμεινεν ασάλευτος η δε πρύμνα ελύετο υπό της βίας των κυμάτων
πρωΐ (early (in the morning))
[edit]Matthew 16:3
- KJV: And in the morning foul weather to day for the sky is red and lowring hypocrites ye can discern the face of the sky but can ye not the signs of the times
- GK: και πρωϊ σήμερον χειμών πυρράζει γαρ στυγνάζων ο ουρανός υποκριταί το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε
Matthew 20:1
- KJV: For the kingdom of heaven is like unto a man an householder which went out early in the morning to hire labourers into his vineyard
- GK: ομοία γαρ εστιν η βασιλεία των ουρανών ανθρώπω οικοδεσπότη όστις εξήλθεν άμα πρωϊ μισθώσασθαι εργάτας εις τον αμπελώνα αυτού
Mark 1:35
- KJV: And in the morning rising up a great while before day he went out and departed into a solitary place and there prayed
- GK: και πρωϊ έννυχον λίαν αναστάς εξήλθε και απήλθεν εις έρημον τόπον κακεί προσηύχετο
Mark 11:20
- KJV: And in the morning as they passed by they saw the fig tree dried up from the roots
- GK: και πρωϊ παραπορευόμενοι είδον την συκήν εξηραμμένην εκ ριζών
Mark 13:35
- KJV: Watch ye therefore for ye know not when the master of the house cometh at even or at midnight or at the cockcrowing or in the morning
- GK: γρηγορείτε ούν ουκ οίδατε γαρ πότε ο κύριος της οικίας έρχεται οψέ η μεσονυκτίου η αλεκτοροφωνίας η πρωί
Mark 15:1
- KJV: And straightway in the morning the chief priests held a consultation with the elders and scribes and the whole council and bound Jesus and carried away and delivered to Pilate
- GK: και ευθέως επί το πρωϊι συμβούλιον ποιήσαντες οι αρχιερείς μετά των πρεσβυτέρων και γραμματέων και όλον το συνέδριον δήσαντες τον Ιησούν απήνεγκαν και παρέδωκαν τω Πιλάτω
Mark 16:2
- KJV: And very early in the morning the first of the week they came unto the sepulchre at the rising of the sun
- GK: και λίαν πρωϊ της μιάς σαββάτων έρχονται επί το μνημείον ανατείλαντος του ηλίου
Mark 16:9
- KJV: Now when was risen early the first of the week he appeared first to Mary Magdalene out of whom he had cast seven devils
- GK: αναστάς δε πρωϊ πρώτη σαββάτου εφάνη πρώτον Μαρία τη Μαγδαληνή αφ΄ ης εκβεβλήκει επτά δαιμόνια
John 20:1
- KJV: The first of the week cometh Mary Magdalene early when it was yet dark unto the sepulchre and seeth the stone taken away from the sepulchre
- GK: τη δε μιά των σαββάτων Μαρία η Μαγδαληνή έρχεται πρωϊ σκοτίας έτι ούσης εις το μνημείον και βλέπει τον λίθον ηρμένον εκ του μνημείου
πρωΐα (early)
[edit]Matthew 21:18
- KJV: Now in the morning as he returned into the city he hungered
- GK: πρωϊας δε επανάγων εις την πόλιν επείνασε
Matthew 27:1
- KJV: When the morning was come all the chief priests and elders of the people took counsel against Jesus to put him to death
- GK: πρωϊας δε γενομένης συμβούλιον έλαβον πάντες οι αρχιερείς και οι πρεσβύτεροι του λαού κατά του Ιησού ωστε θανατώσαι αυτόν
John 18:28
- KJV: Then led they Jesus from Caiaphas unto the hall of judgment and it was early and they themselves went not into the judgment hall lest they should be defiled but that they might eat the passover
- GK: άγουσιν ουν τον Ιησούν από του Καϊάφα εις το πραιτώριον ην δε πρωϊα και αυτοί ουκ εισήλθον εις το πραιτώριον ίνα μη μιανθώσιν αλλ΄ ίνα φάγωσι το πάσχα
John 21:4
- KJV: But when the morning was now come Jesus stood on the shore but the disciples knew not that it was Jesus
- GK: πρωϊας δε ήδη γενομένης έστη ο Ιησούς εις τον αιγιαλόν ου μέντοι ήδεισαν οι μαθηταί ότι Ιησούς εστι
πρώϊμος (early)
[edit]James 5:7
- KJV: Be patient therefore brethren unto the coming of the Lord Behold the husbandman waiteth for the precious fruit of the earth and hath long patience for it until he receive the early and latter rain
- GK: μακροθυμήσατε ούν αδελφοί έως της παρουσίας του κυρίου ιδού ο γεωργός εκδέχεται τον τίμιον καρπόν της γης μακροθυμών επ΄ αυτώ έως αν λάβη υετόν πρώϊμον και όψιμον
πρωϊνός (morning)
[edit]Revelation 2:28
- KJV: And I will give him the morning star
- GK: και δώσω αυτώ τον αστέρα τον πρωϊνόν
πρῴρα (forepart(-ship))
[edit]Acts 27:30
- KJV: And as the shipmen were about to flee out of the ship when they had let down the boat into the sea under colour as though they would have cast anchors out of the foreship
- GK: των δε ναυτών ζητούντων φυγείν εκ του πλοίου και χαλασάντων την σκάφην εις την θάλασσαν προφάσει ως εκ πρώρας μελλόντων αγκύρας εκτείνειν
Acts 27:41
- KJV: And falling into a place where two seas met they ran the ship aground and the forepart stuck fast and remained unmoveable but the hinder part was broken with the violence of the waves
- GK: περιπεσόντες δε εις τόπον διθάλασσον επώκειλαν την ναύν και η μεν πρώρα ερείσασα έμεινεν ασάλευτος η δε πρύμνα ελύετο υπό της βίας των κυμάτων
πρωτεύω (have the preeminence)
[edit]Colossians 1:18
- KJV: And he is the head of the body the church who is the beginning the firstborn from the dead that in all he might have the preeminence
- GK: και αυτός εστιν η κεφαλή του σώματος της εκκλησίας ος εστιν αρχή πρωτότοκος εκ των νεκρών ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων
πρωτοκαθεδρία (chief (highest)
[edit]Matthew 23:6
- KJV: And love the uppermost rooms at feasts and the chief seats in the synagogues
- GK: φιλούσί τε την πρωτοκλισίαν εν τοις δείπνοις και τας πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς
Mark 12:39
- KJV: And the chief seats in the synagogues and the uppermost rooms at feasts
- GK: και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και πρωτοκλισίας εν τοις δείπνοις
Luke 11:43
- KJV: Woe unto you Pharisees for ye love the uppermost seats in the synagogues and greetings in the markets
- GK: ουαί υμίν τοις Φαρισαίοις ότι αγαπάτε την πρωτοκαθεδρίαν εν ταις συναγωγαίς και τους ασπασμούς εν ταις αγοραίς
Luke 20:46
- KJV: Beware of the scribes which desire to walk in long robes and love greetings in the markets and the highest seats in the synagogues and the chief rooms at feasts
- GK: προσέχετε από των γραμματέων των θελόντων περιπατείν εν στολαίς και φιλούντων ασπασμούς εν ταις αγοραίς και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και πρωτοκλισίας εν τοις δείπνοις
πρωτοκλισία (chief (highest)
[edit]Matthew 23:6
- KJV: And love the uppermost rooms at feasts and the chief seats in the synagogues
- GK: φιλούσί τε την πρωτοκλισίαν εν τοις δείπνοις και τας πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς
Mark 12:39
- KJV: And the chief seats in the synagogues and the uppermost rooms at feasts
- GK: και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και πρωτοκλισίας εν τοις δείπνοις
Luke 14:7
- KJV: And he put forth a parable to those which were bidden when he marked how they chose out the chief rooms saying unto them
- GK: έλεγε δε προς τους κεκλημένους παραβολήν επέχων πως τας πρωτοκλισίας εξελέγοντο λέγων προς αυτούς
Luke 14:8
- KJV: When thou art bidden of any to a wedding sit not down in the highest room lest a more honourable man than thou be bidden of him
- GK: όταν κληθής υπό τινος εις γάμους μη κατακλιθής εις την πρωτοκλισίαν μήποτε εντιμότερός σου η κεκλημένος υπ΄ αυτού
Luke 20:46
- KJV: Beware of the scribes which desire to walk in long robes and love greetings in the markets and the highest seats in the synagogues and the chief rooms at feasts
- GK: προσέχετε από των γραμματέων των θελόντων περιπατείν εν στολαίς και φιλούντων ασπασμούς εν ταις αγοραίς και πρωτοκαθεδρίας εν ταις συναγωγαίς και πρωτοκλισίας εν τοις δείπνοις
πρῶτον (before)
[edit]Matthew 5:24
- KJV: Leave there thy gift before the altar and go thy way first be reconciled to thy brother and then come and offer thy gift
- GK: άφες εκεί το δώρόν σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου και τότε ελθών πρόσφερε το δώρόν σου
Matthew 6:33
- KJV: But seek ye first the kingdom of God and his righteousness and all these things shall be added unto you
- GK: ζητείτε δε πρώτον την βασιλείαν του θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν
Matthew 7:5
- KJV: Thou hypocrite first cast out the beam out of thine own eye and then shalt thou see clearly to cast out the mote out of thy brother’s eye
- GK: υποκριτά έκβαλε πρώτον την δοκόν εκ του οφθαλμού σου και τότε διαβλέψεις εκβαλείν το κάρφος εκ του οφθαλμού του αδελφού σου
Matthew 8:21
- KJV: And another of his disciples said unto him Lord suffer me first to go and bury my father
- GK: έτερος δε των μαθητών αυτού είπεν αυτώ κύριε επίτρεψόν μοι πρώτον απελθείν και θάψαι τον πατέρα μου
Matthew 12:29
- KJV: Or else how can one enter into a strong man’s house and spoil his goods except he first bind the strong man and then he will spoil his house
- GK: η πως δύναταί τις εισελθείν εις την οικίαν του ισχυρού και τα σκεύη αυτού διαρπάσαι εάν μη πρώτον δήση τον ισχυρόν και τότε την οικίαν αυτού διαρπάσει
Matthew 13:30
- KJV: Let both grow together until the harvest and in the time of harvest I will say to the reapers Gather ye together first the tares and bind them in bundles to burn them but gather the wheat into my barn
- GK: άφετε συναυξάνεσθαι αμφότερα μέχρι του θερισμού και εν τω καιρώ του θερισμού ερώ τοις θερισταίς συλλέξατε πρώτον τα ζιζάνια και δήσατε αυτά εις δέσμας προς το κατακαύσαι αυτά τον δε σίτον συναγάγετε εις την αποθήκην μου
Matthew 17:10
- KJV: And his disciples asked him saying Why then say the scribes that Elias must first come
- GK: και επηρώτησαν αυτόν οι μαθηταί αυτού λέγοντες τι ουν οι γραμματείς λέγουσιν ότι Ηλίαν δει ελθείν πρώτον
Matthew 17:11
- KJV: And Jesus answered and said unto them Elias truly shall first come and restore all things
- GK: ο δε Ιησούς αποκριθείς είπεν αυτοίς Ηλίας μεν έρχεται πρώτον και αποκαταστήσει πάντα
Matthew 17:27
- KJV: Notwithstanding lest we should offend them go thou to the sea and cast an hook and take up the fish that first cometh up and when thou hast opened his mouth thou shalt find a piece of money that take and give unto them for me and thee
- GK: ίνα δε μη σκανδαλίσωμεν αυτούς πορευθείς εις την θάλασσαν βάλε άγκιστρον και τον αναβαίνοντα πρώτον ιχθύν άρον και ανοίξας το στόμα αυτού ευρήσεις στατήρα εκείνον λαβών δος αυτοίς αντί εμού και σου
πρῶτος (before)
[edit]Matthew 10:2
- KJV: Now the names of the twelve apostles are these The first Simon who is called Peter and Andrew his brother James of Zebedee and John his brother
- GK: των δώδεκα αποστόλων τα ονόματά εισι ταύτα πρώτος Σίμων ο λεγόμενος Πέτρος και Ανδρέας ο αδελφός αυτού Ιάκωβος ο του Ζεβεδαίου και Ιωάννης ο αδελφός αυτού
Matthew 12:45
- KJV: Then goeth he and taketh with himself seven other spirits more wicked than himself and they enter in and dwell there and the last of that man is worse than the first Even so shall it be also unto this wicked generation
- GK: τότε πορεύεται και παραλαμβάνει μεθ΄ εαυτού επτά έτερα πνεύματα πονηρότερα εαυτού και εισελθόντα κατοικεί εκεί και γίνεται τα έσχατα του ανθρώπου εκείνου χείρονα των πρώτων ούτως έσται και τη γενεά ταύτη τη πονηρά
Matthew 19:30
- KJV: But many first shall be last and the last first
- GK: πολλοί δε έσονται πρώτοι έσχατοι και έσχατοι πρώτοι
Matthew 20:8
- KJV: So when even was come the lord of the vineyard saith unto his steward Call the labourers and give them hire beginning from the last unto the first
- GK: οψίας δε γενομένης λέγει ο κύριος του αμπελώνος τω επιτρόπω αυτού κάλεσον τους εργάτας και απόδος αυτοίς τον μισθόν αρξάμενος από των εσχάτων έως των πρώτων
Matthew 20:10
- KJV: But when the first came they supposed that they should have received more and they likewise received every man a penny
- GK: ελθόντες δε οι πρώτοι ενόμισαν ότι πλείονα λήψονται και έλαβον και αυτοί ανά δηνάριον
Matthew 20:16
- KJV: So the last shall be first and the first last for many be called but few chosen
- GK: ούτως έσονται οι έσχατοι πρώτοι και οι πρώτοι έσχατοι πολλοί γαρ εισι κηλτοί ολίγοι δε εκλεκτοί
Matthew 20:27
- KJV: And whosoever will be chief among you let him be your servant
- GK: και ος εάν θέλη εν υμίν είναι πρώτος έσται υμών δούλος
Matthew 21:28
- KJV: But what think ye A certain man had two sons and he came to the first and said Son go work to day in my vineyard
- GK: τι δε υμίν δοκεί άνθρωπος τις είχε τέκνα δύο και προσελθών τω πρώτω είπεν τέκνον ύπαγε σήμερον εργάζου εν τω αμπελώνί μου
Matthew 21:31
- KJV: Whether of them twain did the will of his father They say unto him The first Jesus saith unto them Verily I say unto you That the publicans and the harlots go into the kingdom of God before you
- GK: τις εκ των δύο εποίησε το θέλημα του πατρός λέγουσιν αυτώ ο πρώτος λέγει αυτοίς ο Ιησούς αμήν λέγω υμίν ότι οι τελώναι και αι πόρναι προάγουσιν υμάς εις την βασιλείαν του θεού
πρωτοστάτης (ringleader)
[edit]Acts 24:5
- KJV: For we have found this man pestilent and a mover of sedition among all the Jews throughout the world and a ringleader of the sect of the Nazarenes
- GK: ευρόντες γαρ τον άνδρα τούτον λοιμόν και κινούντα στάσιν πάσι τοις Ιουδαίοις τοις κατά την οικουμένην πρωτοστάτην τε της των Ναζωραίων αιρέσεως
πρωτοτόκια (birthright)
[edit]Hebrews 12:16
- KJV: Lest there any fornicator or profane person as Esau who for one morsel of meat sold his birthright
- GK: μη τις πόρνος η βέβηλος ως Ησαύ ος αντί βρώσεως μιάς απέδοτο τα πρωτοτόκια αυτού
πρωτότοκος (firstbegotten(-born))
[edit]Matthew 1:25
- KJV: And knew her not till she had brought forth her firstborn son and he called his name JESUS
- GK: και ουκ εγίνωσκεν αυτήν έως ου έτεκεν τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον και εκάλεσε το όνομα αυτού Ιησούν
Luke 2:7
- KJV: And she brought forth her firstborn son and wrapped him in swaddling clothes and laid him in a manger because there was no room for them in the inn
- GK: και έτεκε τον υιόν αυτής τον πρωτότοκον και εσπαργάνωσεν αυτόν και ανέκλινεν αυτόν εν τη φάτνη διότι ουκ ην αυτοίς τόπος εν τω καταλύματι
Romans 8:29
- KJV: For whom he did foreknow he also did predestinate conformed to the image of his Son that he might be the firstborn among many brethren
- GK: ότι ους προέγνω και προώρισεν συμμόρφους της εικόνος του υιού αυτού εις το είναι αυτόν πρωτότοκον εν πολλοίς αδελφοίς
Colossians 1:15
- KJV: Who is the image of the invisible God the firstborn of every creature
- GK: ος εστιν εικών του θεού του αοράτου πρωτότοκος πάσης κτίσεως
Colossians 1:18
- KJV: And he is the head of the body the church who is the beginning the firstborn from the dead that in all he might have the preeminence
- GK: και αυτός εστιν η κεφαλή του σώματος της εκκλησίας ος εστιν αρχή πρωτότοκος εκ των νεκρών ίνα γένηται εν πάσιν αυτός πρωτεύων
Hebrews 1:6
- KJV: And again when he bringeth in the firstbegotten into the world he saith And let all the angels of God worship him
- GK: όταν δε πάλιν εισάγαγη τον πρωτότοκον εις την οικουμένην λέγει και προσκυνησάτωσαν αυτώ παντες άγγελοι θεού
Hebrews 11:28
- KJV: Through faith he kept the passover and the sprinkling of blood lest he that destroyed the firstborn should touch them
- GK: πίστει πεποίηκε το πάσχα και την πρόσχυσιν του αίματος ίνα μη ο ολοθρεύων τα πρωτότοκα θίγη αυτών
Hebrews 12:23
- KJV: To the general assembly and church of the firstborn which are written in heaven and to God the Judge of all and to the spirits of just men made perfect
- GK: πανηγύρει και εκκλησία πρωτοτόκων εν ουρανοίς απογεγραμμένων και κριτή θεώ πάντων και πνεύματι δικαίων τετελειωμένων
Revelation 1:5
- KJV: And from Jesus Christ the faithful witness the first begotten of the dead and the prince of the kings of the earth Unto him that loved us and washed us from our sins in his own blood
- GK: και από Ιησού χριστού ο μάρτυς ο πιστός ο πρωτοτόκος των νεκρών και ο άρχων των βασιλέων της γης τω αγαπήσαντι ημάς και λούσαντι ημάς από των αμαρτιών ημών εν τω αίματι αυτού
πταίω (fall)
[edit]Romans 11:11
- KJV: I say then Have they stumbled that they should fall God forbid but through their fall salvation unto the Gentiles for to provoke them to jealousy
- GK: λέγω ούν μη έπταισαν ίνα πέσωσι μη γένοιτο αλλά τω αυτών παραπτώματι η σωτηρία τοις έθνεσιν εις το παραζηλώσαι αυτούς
James 2:10
- KJV: For whosoever shall keep the whole law and yet offend in one he is guilty of all
- GK: όστις γαρ όλον τον νόμον τηρήσει πταίσει δε εν ενί γέγονε πάντων ένοχος
James 3:2
- KJV: For in many things we offend all If any man offend not in word the same a perfect man able also to bridle the whole body
- GK: πολλά γαρ πταίομεν άπαντες ει εν λόγω ου πταίει ούτος τέλειος ανήρ δυνατός χαλιναγωγήσαι και όλον το σώμα
2 Peter 1:10
- KJV: Wherefore the rather brethren give diligence to make your calling and election sure for if ye do these things ye shall never fall
- GK: διό μάλλον αδελφοί σπουδάσατε βέβαιαν υμών την κλήσιν και εκλογήν ποιείσθαι ταύτα γαρ ποιούντες ου πταίσητέ ποτε
πτέρνα (heel)
[edit]John 13:18
- KJV: I speak not of you all I know whom I have chosen but that the scripture may be fulfilled He that eateth bread with me hath lifted up his heel against me
- GK: ου περί πάντων υμών λέγω εγώ οίδα ους εξελεξάμην αλλ΄ ίνα η γραφή πληρωθή ο τρώγων μετ΄ εμού τον άρτον επήρεν επ΄ εμέ την πτέρναν αυτού
πτερύγιον (pinnacle)
[edit]Matthew 4:5
- KJV: Then the devil taketh him up into the holy city and setteth him on a pinnacle of the temple
- GK: τότε παραλαμβάνει αυτόν ο διάβολος εις την αγίαν πόλιν και ίστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού
Luke 4:9
- KJV: And he brought him to Jerusalem and set him on a pinnacle of the temple and said unto him If thou be the Son of God cast thyself down from hence
- GK: και ήγαγεν αυτόν εις Ιερουσαλήμ και έστησεν αυτόν επί το πτερύγιον του ιερού και είπεν αυτώ ει ο υιός ει του θεού βάλε σεαυτόν εντεύθεν κάτω
πτέρυξ (wing)
[edit]Matthew 23:37
- KJV: O Jerusalem Jerusalem that killest the prophets and stonest them which are sent unto thee how often would I have gathered thy children together even as a hen gathereth her chickens under wings and ye would not
- GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτένουσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυναγαγείν τα τέκνα σου ον τρόπον επισύναγει όρνις τα νοσσία εαυτής υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε
Luke 13:34
- KJV: O Jerusalem Jerusalem which killest the prophets and stonest them that are sent unto thee how often would I have gathered thy children together as a hen her brood under wings and ye would not
- GK: Ιερουσαλήμ Ιερουσαλήμ η αποκτενούσα τους προφήτας και λιθοβολούσα τους απεσταλμένους προς αυτήν ποσάκις ηθέλησα επισυνάξαι τα τέκνα σου ον τρόπον όρνις την εαυτής νοσσιάν υπό τας πτέρυγας και ουκ ηθελήσατε
Revelation 4:8
- KJV: And the four beasts had each of them six wings about and full of eyes within and they rest not day and night saying Holy holy holy Lord God Almighty which was and is and is to come
- GK: και τέσσαρα ζώα εν καθ΄ εν αυτών εχον ανά πτέρυγας εξ κυκλόθεν και έσωθεν γεμοντα οφθαλμών και ανάπαυσιν ουκ έχουσιν ημέρας και νυκτός λέγοντες άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος άγιος κύριος ο θεός ο παντοκράτωρ ο ην και ο ων και ο ερχόμενος
Revelation 9:9
- KJV: And they had breastplates as it were breastplates of iron and the sound of their wings as the sound of chariots of many horses running to battle
- GK: και είχον θώρακας ως θώρακας σιδηρούς και η φωνή των πτερύγων αυτών ως φωνή αρμάτων ίππων πολλών τρεχόντων εις πόλεμον
Revelation 12:14
- KJV: And to the woman were given two wings of a great eagle that she might fly into the wilderness into her place where she is nourished for a time and times and half a time from the face of the serpent
- GK: και εδόθησαν τη γυναικί δύο πτέρυγες του αετού του μεγάλου ίνα πέτηται εις την έρημον εις τον τόπον αυτής όπως τρεφηται εκεί καιρόν και καιρούς και ημισύ καιρού από προσώπου του όφεως
πτηνός (bird)
[edit]1 Corinthians 15:39
- KJV: All flesh not the same flesh but one flesh of men another flesh of beasts another of fishes another of birds
- GK: ου πάσα σαρξ η αυτή σαρξ αλλά άλλη μεν σαρξ ανθρώπων άλλη δε σαρξ κτηνών άλλη δε ιχθύων άλλη δε πετεινών
πτοέω (frighten)
[edit]Luke 21:9
- KJV: But when ye shall hear of wars and commotions be not terrified for these things must first come to pass but the end not by and by
- GK: όταν δε ακούσητε πολέμους και ακαταστασίας μη πτοηθήτε δει γαρ ταύτα γενέσθαι πρώτον αλλ΄ ουκ ευθέως το τέλος
Luke 24:37
- KJV: But they were terrified and affrighted and supposed that they had seen a spirit
- GK: πτοηθέντες δε και έμφοβοι γενόμενοι εδόκουν πνεύμα θεωρείν
πτόησις (amazement)
[edit]1 Peter 3:6
- KJV: Even as Sara obeyed Abraham calling him lord whose daughters ye are as long as ye do well and are not afraid with any amazement
- GK: ως Σάρρα υπήκουσε τω Αβραάμ κύριον αυτόν καλούσα ης εγενήθητε τέκνα αγαθοποιούσαι και μη φοβούμεναι μηδεμίαν πτόησιν
Πτολεμαΐς (Ptolemais)
[edit]Acts 21:7
- KJV: And when we had finished course from Tyre we came to Ptolemais and saluted the brethren and abode with them one day
- GK: ημείς δε τον πλουν διανύσαντες από Τύρον κατηντήσαμεν εις Πτολεμαϊδα και ασπασάμενοι τους αδελφούς εμείναμεν ημέραν μίαν παρ΄ αυτοίς
πτύον (fan)
[edit]Matthew 3:12
- KJV: Whose fan in his hand and he will throughly purge his floor and gather his wheat into the garner but he will burn up the chaff with unquenchable fire
- GK: ου το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί την άλωνα αυτού και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω
Luke 3:17
- KJV: Whose fan in his hand and he will throughly purge his floor and will gather the wheat into his garner but the chaff he will burn with fire unquenchable
- GK: ου το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί την άλωνα αυτού και συνάξει τον σίτον εις την αποθήκην αυτού το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω
πτύρω (terrify)
[edit]Philippians 1:28
- KJV: And in nothing terrified by your adversaries which is to them an evident token of perdition but to you of salvation and that of God
- GK: και μη πτυρόμενοι εν μηδενί υπό των αντικειμένων ήτις αυτοίς μεν εστιν ένδειξις απωλείας υμίν δε σωτηρίας και τούτο από θεού
πτύσμα (spittle)
[edit]John 9:6
- KJV: When he had thus spoken he spat on the ground and made clay of the spittle and he anointed the eyes of the blind man with the clay
- GK: ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού
πτύσσω (close)
[edit]Luke 4:20
- KJV: And he closed the book and he gave again to the minister and sat down And the eyes of all them that were in the synagogue were fastened on him
- GK: και πτύξας το βιβλίον αποδούς τω υπηρέτη εκάθισε και πάντων εν τη συναγωγή οι οφθαλμοί ήσαν ατενίζοντες αυτώ
πτύω (spit)
[edit]Mark 7:33
- KJV: And he took him aside from the multitude and put his fingers into his ears and he spit and touched his tongue
- GK: και απολαβόμενος αυτόν από του όχλου κατ΄ ιδίαν έβαλε τους δακτύλους αυτού εις τα ώτα αυτού και πτύσας ήψατο της γλώσσης αυτού
Mark 8:23
- KJV: And he took the blind man by the hand and led him out of the town and when he had spit on his eyes and put his hands upon him he asked him if he saw ought
- GK: και επιλαβόμενος της χειρός του τυφλού εξήγαγεν αυτόν έξω της κώμης και πτύσας εις τα όμματα αυτού επιθείς τας χείρας αυτώ επηρώτα αυτόν ει βλέπει
John 9:6
- KJV: When he had thus spoken he spat on the ground and made clay of the spittle and he anointed the eyes of the blind man with the clay
- GK: ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού
πτῶμα (dead body)
[edit]Matthew 24:28
- KJV: For wheresoever the carcase is there will the eagles be gathered together
- GK: όπου γαρ εάν η το πτώμα εκεί συναχθήσονται οι αετοί
Mark 6:29
- KJV: And when his disciples heard they came and took up his corpse and laid it in a tomb
- GK: και ακούσαντες οι μαθηταί αυτού ήλθον και ήραν το πτώμα αυτού και έθηκαν αυτό εν τω μνημείω
Revelation 11:8
- KJV: And their dead bodies in the street of the great city which spiritually is called Sodom and Egypt where also our Lord was crucified
- GK: και τα πτώματα αυτών επί της πλατείας της πόλεως της μεγάλης ήτις καλείται πνευματικώς Σόδομα και Αίγυπτος όπου και ο κύριος αυτών εσταυρώθη
Revelation 11:9
- KJV: And they of the people and kindreds and tongues and nations shall see their dead bodies three days and an half and shall not suffer their dead bodies to be put in graves
- GK: και βλέπουσιν εκ των λαών και φυλών και γλωσσών και εθνών τα πτώματα αυτών ημέρας τρεις και ήμισυ και τα πτώματα αυτών ουκ αφήσουσι τεθήναι εις μνήμα
πτῶσις (fall)
[edit]Matthew 7:27
- KJV: And the rain descended and the floods came and the winds blew and beat upon that house and it fell and great was the fall of it
- GK: και κατέβη η βροχή και ήλθον οι ποταμοί και έπνευσαν οι άνεμοι και προσέκοψαν τη οικία εκείνη και έπεσε και ην η πτώσις αυτής μεγάλη
Luke 2:34
- KJV: And Simeon blessed them and said unto Mary his mother Behold this is set for the fall and rising again of many in Israel and for a sign which shall be spoken against
- GK: και ευλόγησεν αυτούς Συμεών και είπε προς Μαριάμ την μητέρα αυτού ιδού ούτος κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών εν τω Ισραήλ και εις σημείον αντιλεγόμενον
πτωχεία (poverty)
[edit]2 Corinthians 8:2
- KJV: How that in a great trial of affliction the abundance of their joy and their deep poverty abounded unto the riches of their liberality
- GK: ότι εν πολλή δοκιμή θλίψεως η περισσεία της χαράς αυτών και η κατά βάθους πτωχεία αυτών επερίσσευσεν εις τον πλούτον της απλότητος αυτών
2 Corinthians 8:9
- KJV: For ye know the grace of our Lord Jesus Christ that though he was rich yet for your sakes he became poor that ye through his poverty might be rich
- GK: γινώσκετε γαρ την χάριν του κυρίου ημών Ιησού χριστού ότι δι΄ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε
Revelation 2:9
- KJV: I know thy works and tribulation and poverty but thou art rich and the blasphemy of them which say they are Jews and are not but the synagogue of Satan
- GK: οίδά σου τα έργα και την θλίψιν και την πτωχείαν αλλά πλούσιος ει και την βλασφημίαν των λεγόντων Ιουδαίους είναι εαυτούς και ουκ εισίν αλλά συναγωγή του σατανά
πτωχεύω (become poor)
[edit]2 Corinthians 8:9
- KJV: For ye know the grace of our Lord Jesus Christ that though he was rich yet for your sakes he became poor that ye through his poverty might be rich
- GK: γινώσκετε γαρ την χάριν του κυρίου ημών Ιησού χριστού ότι δι΄ υμάς επτώχευσε πλούσιος ων ίνα υμείς τη εκείνου πτωχεία πλουτήσητε
πτωχός (beggar(-ly))
[edit]Matthew 5:3
- KJV: Blessed the poor in spirit for theirs is the kingdom of heaven
- GK: μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι ότι αυτών εστιν η βασιλεία των ουρανών
Matthew 11:5
- KJV: The blind receive their sight and the lame walk the lepers are cleansed and the deaf hear the dead are raised up and the poor have the gospel preached to them
- GK: τυφλοί αναβλέπουσι και χωλοί περιπατούσι λεπροί καθαρίζονται και κωφοί ακούουσι νεκροί εγείρονται και πτωχοί ευαγγελίζονται
Matthew 19:21
- KJV: Jesus said unto him If thou wilt be perfect go sell that thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come follow me
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς ει θέλεις τέλειος είναι ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι
Matthew 26:9
- KJV: For this ointment might have been sold for much and given to the poor
- GK: ηδύνατο γαρ τούτο το μύρον πραθήναι πολλού και δοθήναι τοις πτωχοίς
Matthew 26:11
- KJV: For ye have the poor always with you but me ye have not always
- GK: πάντοτε γαρ τους πτωχούς έχετε μεθ΄ εαυτών εμέ δε ου πάντοτε έχετε
Mark 10:21
- KJV: Then Jesus beholding him loved him and said unto him One thing thou lackest go thy way sell whatsoever thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come take up the cross and follow me
- GK: ο δε Ιησούς εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν και είπεν αυτώ εν σοι υστερεί ύπαγε όσα έχεις πώλησον και δος τοις πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι άρας τον σταυρόν
Mark 12:42
- KJV: And there came a certain poor widow and she threw in two mites which make a farthing
- GK: και ελθούσα μία χήρα πτωχή έβαλε λεπτά δύο ο εστι κοδράντης
Mark 12:43
- KJV: And he called his disciples and saith unto them Verily I say unto you That this poor widow hath cast more in than all they which have cast into the treasury
- GK: και προσκαλεσάμενος τους μαθητάς αυτού λέγει αυτοίς αμήν λέγω υμίν ότι η χήρα αύτη η πτωχή πλείον πάντων βέβληκε των βαλόντων εις το γαζοφυλάκιον
Mark 14:5
- KJV: For it might have been sold for more than three hundred pence and have been given to the poor And they murmured against her
- GK: ηδύνατο γαρ τούτο πραθήναι επάνω τριακοσίων δηναρίων και δοθήναι τοις πτωχοίς και ενεβριμώντο αυτή
πυγμή (oft)
[edit]Mark 7:3
- KJV: For the Pharisees and all the Jews except they wash hands oft eat not holding the tradition of the elders
- GK: οι γαρ Φαρισαίοι και πάντες οι Ιουδαίοι εάν μη πυγμή νίψωνται τας χείρας ουκ εσθίουσι κρατούντες την παράδοσιν των πρεσβυτέρων
Πύθων (divination)
[edit]Acts 16:16
- KJV: And it came to pass as we went to prayer a certain damsel possessed with a spirit of divination met us which brought her masters much gain by soothsaying
- GK: εγένετο δε πορευομένων ημών εις προσευχήν παιδίσκην τινά έχουσαν πνεύμα πύθωνος απαντήσαι ημίν ήτις εργασίαν πολλήν παρείχε τοις κυρίοις αυτής μαντευομένη
πυκνός (often(-er))
[edit]Luke 5:33
- KJV: they said unto him Why do the disciples of John fast often and make prayers and likewise of the Pharisees but thine eat and drink
- GK: οι δε είπον προς αυτόν διατί οι μαθηταί Ιωάννου νηστεύουσι πυκνά και δεήσεις ποιούνται ομοίως και οι των Φαρισαίων οι δε σοι εσθίουσι και πίνουσιν
Acts 24:26
- KJV: He hoped also that money should have been given him of Paul that he might loose him wherefore he sent for him the oftener and communed with him
- GK: άμα δε και ελπίζων ότι χρήματα δοθήσεται αυτώ υπό του Παύλου όπως λύση αυτόν διό και πυκνότερον αυτόν μεταπεμπόμενος ωμίλει αυτώ
1 Timothy 5:23
- KJV: Drink no longer water but use a little wine for thy stomach’s sake and thine often infirmities
- GK: μηκέτι υδροπότει αλλ΄ οίνω ολίγω χρώ διά τον στόμαχόν σου και τας πυκνάς σου ασθενείας
πυκτεύω (fight)
[edit]1 Corinthians 9:26
- KJV: I therefore so run not as uncertainly so fight I not as one that beateth the air
- GK: εγώ τοίνυν ούτω τρέχω ως ουκ αδήλως ούτω πυκτεύω ως ουκ αέρα δέρων
πύλη (gate)
[edit]Matthew 7:13
- KJV: Enter ye in at the strait gate for wide the gate and broad the way that leadeth to destruction and many there be which go in thereat
- GK: εισέλθετε διά της στενής πύλης ότι πλατεία η πύλη και ευρύχωρος η οδός η απάγουσα εις την απώλειαν και πολλοί εισιν οι εισερχόμενοι δι΄ αυτής
Matthew 7:14
- KJV: Because strait the gate and narrow the way which leadeth unto life and few there be that find it
- GK: ότι στενή η πύλη και τεθλιμμένη η οδός η απάγουσα εις την ζωήν και ολίγοι εισίν οι ευρίσκοντες αυτήν
Matthew 16:18
- KJV: And I say also unto thee That thou art Peter and upon this rock I will build my church and the gates of hell shall not prevail against it
- GK: καγώ δε σοι λέγω οτι συ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής
Luke 7:12
- KJV: Now when he came nigh to the gate of the city behold there was a dead man carried out the only son of his mother and she was a widow and much people of the city was with her
- GK: ως δε ήγγισε τη πύλη της πόλεως και ιδού εξεκομίζετο τεθνηκώς υιός μονογενής τη μητρί αυτού και αυτή ην χήρα και όχλος της πόλεως ικανός συν αυτή
Luke 13:24
- KJV: Strive to enter in at the strait gate for many I say unto you will seek to enter in and shall not be able
- GK: αγωνίζεσθε εισελθείν διά την στενής πύλης ότι πολλοί λέγω υμίν ζητήσουσιν εισελθείν και ουκ ισχύσουσιν
Acts 3:10
- KJV: And they knew that it was he which sat for alms at the Beautiful gate of the temple and they were filled with wonder and amazement at that which had happened unto him
- GK: επεγίνωσκόν τε αυτόν ότι ούτος ην ο προς την ελεημοσύνην καθήμενος επί τη ωραία πύλη του ιερού και επλήσθησαν θάμβους και εκστάσεως επί τω συμβεβηκότι αυτώ
Acts 9:24
- KJV: But their laying await was known of Saul And they watched the gates day and night to kill him
- GK: εγνώσθη δε τω Σαύλω η επιβουλή αυτών παρετήρουν τε τας πύλας ημέρας τε και νυκτός όπως αυτόν ανέλωσι
Acts 12:10
- KJV: When they were past the first and the second ward they came unto the iron gate that leadeth unto the city which opened to them of his own accord and they went out and passed on through one street and forthwith the angel departed from him
- GK: διελθόντες δε πρώτην φυλακήν και δευτέραν ήλθον επί την πύλην την σιδηράν την φέρουσαν εις την πόλιν ήτις αυτομάτη ηνοίχθη αυτοίς και εξελθόντες προήλθον ρύμην μιαν και ευθέως απέστη ο άγγελος απ΄ αυτού
Hebrews 13:12
- KJV: Wherefore Jesus also that he might sanctify the people with his own blood suffered without the gate
- GK: διό και Ιησούς ίνα αγιάση διά του ιδίου αίματος τον λαόν έξω της πύλης έπαθε
πυλών (gate)
[edit]Matthew 26:71
- KJV: And when he was gone out into the porch another saw him and said unto them that were there This was also with Jesus of Nazareth
- GK: εξελθόντα δε αυτόν εις τον πυλώνα είδεν αυτόν άλλη και λέγει αυτοίς εκεί και ούτος ην μετά Ιησού του Ναζωραίου
Luke 16:20
- KJV: And there was a certain beggar named Lazarus which was laid at his gate full of sores
- GK: πτωχός δε τις ην ονόματι Λάζαρος ος εβέβλητο προς τον πυλώνα αυτού ηλκωμένος
Acts 10:17
- KJV: Now while Peter doubted in himself what this vision which he had seen should mean behold the men which were sent from Cornelius had made enquiry for Simon’s house and stood before the gate
- GK: ως δε εν εαυτώ διηπόρει ο Πέτρος τι αν είη το όραμα ο είδε και ιδού οι άνδρες οι απεσταλμένοι από του Κορνηλίου διερωτήσαντες την οικίαν Σίμωνος επέστησαν επί τον πυλώνα
Acts 12:13
- KJV: And as Peter knocked at the door of the gate a damsel came to hearken named Rhoda
- GK: κρούσαντος δε του Πέτρου την θύραν του πυλώνος προσήλθε παιδίσκη υπακούσαι ονόματι Ρόδη
Acts 12:14
- KJV: And when she knew Peter’s voice she opened not the gate for gladness but ran in and told how Peter stood before the gate
- GK: και επιγνούσα την φωνήν του Πέτρου από της χαράς ουκ ήνοιξε τον πυλώνα εισδραμούσα δε απήγγειλεν εστάναι τον Πέτρον προ του πυλώνος
Acts 14:13
- KJV: Then the priest of Jupiter which was before their city brought oxen and garlands unto the gates and would have done sacrifice with the people
- GK: ο δε ιερεύς του Διός του όντος προ της πόλεως αυτών ταύρους και στέμματα επί τους πυλώνας ενέγκας συν τοις όχλοις ήθελε θύειν
Revelation 21:12
- KJV: And had a wall great and high had twelve gates and at the gates twelve angels and names written thereon which are of the twelve tribes of the children of Israel
- GK: έχουσαν τείχος μέγα και υψηλόν έχουσαν πυλώνας δώδεκα και επί τοις πυλώσιν αγγέλους δώδεκα και ονόματα επιγεγραμμένα α εστι των δώδεκα φυλών των υιών Ισραήλ
Revelation 21:13
- KJV: On the east three gates on the north three gates on the south three gates and on the west three gates
- GK: από ανατοληών πυλώνες τρεις και από βορρά πυλώνες τρείς και από νότου πυλώνες τρεις και από δυσμών πυλωνες τρεις
Revelation 21:15
- KJV: And he that talked with me had a golden reed to measure the city and the gates thereof and the wall thereof
- GK: και ο λαλών μετ΄ εμού είχε μέτρον κάλαμον χρυσούν ίνα μετρήση την πόλιν και τους πυλώνας αυτής και το τείχος αυτής
πυνθάνομαι (ask)
[edit]Matthew 2:4
- KJV: And when he had gathered all the chief priests and scribes of the people together he demanded of them where Christ should be born
- GK: και συναγαγών πάντας τούς αρχιερείς και γραμματείς του λαού επυνθάνετο παρ΄ αυτών που ο Χριστός γεννάται
Luke 15:26
- KJV: And he called one of the servants and asked what these things meant
- GK: και προσκαλεσάμενος ένα των παίδων επυνθάνετο τι είη ταύτα
Luke 18:36
- KJV: And hearing the multitude pass by he asked what it meant
- GK: ακούσας δε όχλου διαπορευομένου επυνθάνετο τι είη τούτο
John 4:52
- KJV: Then enquired he of them the hour when he began to amend And they said unto him Yesterday at the seventh hour the fever left him
- GK: επύθετο ούν παρ΄ αυτών την ώραν εν η κομψότερον έσχε και είπον αυτώ ότι χθές ώραν εβδόμην αφήκεν αυτόν ο πυρετός
John 13:24
- KJV: Simon Peter therefore beckoned to him that he should ask who it should be of whom he spake
- GK: νεύει ούν τούτω Σίμων Πέτρος πυθέσθαι τις αν είη περί ου λέγει
Acts 4:7
- KJV: And when they had set in the midst they asked By what power or by what name have ye done this
- GK: και στήσαντες αυτούς εν τω μέσω επυνθάνοντο εν ποία δυνάμει η εν ποίω ονόματι εποιήσατε τούτο υμείς
Acts 10:18
- KJV: And called and asked whether Simon which was surnamed Peter were lodged there
- GK: και φωνήσαντες επυνθάνοντο ει Σίμων ο επικαλούμενος Πέτρος ενθάδε ξενίζεται
Acts 10:29
- KJV: Therefore came I without gainsaying as soon as I was sent for I ask therefore for what intent ye have sent for me
- GK: διό και αναντιρρήτως ήλθον μεταπεμφθείς πυνθάνομαι ούν τίνι λόγω μετεπέμψασθέ με
Acts 21:33
- KJV: Then the chief captain came near and took him and commanded to be bound with two chains and demanded who he was and what he had done
- GK: εγγίσας δε ο χιλίαρχος επελάβετο αυτού και εκέλευσε δεθήναι αλύσεσι δυσί και επυνθάνετο τις αν είη και τι εστι πεποιηκώς
πῦρ (fiery)
[edit]Matthew 3:10
- KJV: And now also the axe is laid unto the root of the trees therefore every tree which bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
- GK: ήδη δε και η αξίνη προς την ρίζαν των δένδρων κείται παν ουν δένδρον μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται
Matthew 3:11
- KJV: I indeed baptize you with water unto repentance but he that cometh after me is mightier than I whose shoes I am not worthy to bear he shall baptize you with the Holy Ghost and fire
- GK: εγώ μεν βαπτίζω υμάς εν ύδατι εις μετάνοιαν ο δε οπίσω μου ερχόμενος ισχυρότερός μου εστίν ου ουκ ειμί ικανός τα υποδήματα βαστάσαι αυτός υμάς βαπτίσει εν πνεύματι αγίω και πυρί
Matthew 3:12
- KJV: Whose fan in his hand and he will throughly purge his floor and gather his wheat into the garner but he will burn up the chaff with unquenchable fire
- GK: ου το πτύον εν τη χειρί αυτού και διακαθαριεί την άλωνα αυτού και συνάξει τον σίτον αυτού εις την αποθήκην το δε άχυρον κατακαύσει πυρί ασβέστω
Matthew 5:22
- KJV: But I say unto you That whosoever is angry with his brother without a cause shall be in danger of the judgment and whosoever shall say to his brother Raca shall be in danger of the council but whosoever shall say Thou fool shall be in danger of hell fire
- GK: εγώ δε λέγω υμίν ότι πας ο οργιζόμενος τω αδελφώ αυτού εική ένοχος έσται τη κρίσει ος δ΄ αν είπη τω αδελφώ αυτού ρακά ένοχος έσται τω συνεδρίω ος δ΄ αν είπη μωρέ ένοχος έσται εις την γέενναν του πυρός
Matthew 7:19
- KJV: Every tree that bringeth not forth good fruit is hewn down and cast into the fire
- GK: παν δένδρων μη ποιούν καρπόν καλόν εκκόπτεται και εις πυρ βάλλεται
Matthew 13:40
- KJV: As therefore the tares are gathered and burned in the fire so shall it be in the end of this world
- GK: ώσπερ ουν συλλέγεται τα ζιζάνια και πυρί κατακαίεται ούτως έσται εν τη συντελεία του αιώνος τούτου
Matthew 13:42
- KJV: And shall cast them into a furnace of fire there shall be wailing and gnashing of teeth
- GK: και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων
Matthew 13:50
- KJV: And shall cast them into the furnace of fire there shall be wailing and gnashing of teeth
- GK: και βαλούσιν αυτούς εις την κάμινον του πυρός εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων
Matthew 17:15
- KJV: Lord have mercy on my son for he is lunatick and sore vexed for ofttimes he falleth into the fire and oft into the water
- GK: κύριε ελέησόν μου τον υιόν ότι σεληνιάζεται και κακώς πάσχει πολλάκις γαρ πίπτει εις το πυρ και πολλάκις εις το ύδωρ
πυρά (fire)
[edit]Acts 28:2
- KJV: And the barbarous people shewed us no little kindness for they kindled a fire and received us every one because of the present rain and because of the cold
- GK: οι δε βάρβαροι παρείχον ου την τυχούσαν φιλανθρωπίαν ημίν ανάψαντες γαρ πυράν προσελάβοντο πάντας ημάς διά τον υετόν τον εφεστώτα και διά το ψύχος
Acts 28:3
- KJV: And when Paul had gathered a bundle of sticks and laid on the fire there came a viper out of the heat and fastened on his hand
- GK: συστρέψαντος δε του Παύλου φρυγάνων πλήθος και επιθέντος επί την πυράν έχιδνα εκ της θέρμης διεξελθούσα καθήψε της χειρός αυτού
πύργος (tower)
[edit]Matthew 21:33
- KJV: Hear another parable There was a certain householder which planted a vineyard and hedged it round about and digged a winepress in it and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
- GK: άλλην παραβολήν ακούσατε άνθρωπός τις ην οικοδεσπότης όστις εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν
Mark 12:1
- KJV: And he began to speak unto them by parables man planted a vineyard and set an hedge about and digged the winefat and built a tower and let it out to husbandmen and went into a far country
- GK: και ήρξατο αυτοίς εν παραβολαίς λέγειν αμπελώνα εφύτευσεν άνθρωπος και περιέθηκε φραγμόν και ώρυξεν υπολήνιον και ωκοδόμησε πύργον και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν
Luke 13:4
- KJV: Or those eighteen upon whom the tower in Siloam fell and slew them think ye that they were sinners above all men that dwelt in Jerusalem
- GK: η εκείνοι οι δέκα και οκτώ εφ΄ ους έπεσεν ο πύργος εν τω Σιλωάμ και απέκτεινεν αυτούς δοκείτε ότι ούτοι οφειλέται εγένοντο παρά πάντας ανθρώπους τους κατοικούντας εν Ιερουσαλήμ
Luke 14:28
- KJV: For which of you intending to build a tower sitteth not down first and counteth the cost whether he have to finish
- GK: τις γαρ εξ υμών θέλων πύργον οικοδομήσαι ούχι πρώτον καθίσας ψηφίζει την δαπάνην ει έχει τα προς απαρτισμόν
πυρέσσω (be sick of a fever)
[edit]Matthew 8:14
- KJV: And when Jesus was come into Peter’s house he saw his wife’s mother laid and sick of a fever
- GK: και ελθών ο Ιησούς εις την οικίαν Πέτρου είδε την πενθεράν αυτού βεβλημένην και πυρέσσσουσαν
Mark 1:30
- KJV: But Simon’s wife’s mother lay sick of a fever and anon they tell him of her
- GK: η δε πενθερά Σίμωνος κατέκειτο πυρέσσουσα και ευθέως λέγουσιν αυτώ περί αυτής
πυρετός (fever)
[edit]Matthew 8:15
- KJV: And he touched her hand and the fever left her and she arose and ministered unto them
- GK: και ήψατο της χειρός αυτής και αφήκεν αυτήν ο πυρετός και ηγέρθη και διηκόνει αυτοίς
Mark 1:31
- KJV: And he came and took her by the hand and lifted her up and immediately the fever left her and she ministered unto them
- GK: και προσελθών ήγειρεν αυτήν κρατήσας της χειρός αυτής και αφήκεν αυτήν ο πυρετός ευθέως και διηκόνει αυτοίς
Luke 4:38
- KJV: And he arose out of the synagogue and entered into Simon’s house And Simon’s wife’s mother was taken with a great fever and they besought him for her
- GK: αναστάς δε εκ της συναγωγής εισήλθεν εις την οικίαν Σίμωνος η πενθερά δε του Σίμωνος ην συνεχομένη πυρετώ μεγάλω και ηρώτησαν αυτόν περί αυτής
Luke 4:39
- KJV: And he stood over her and rebuked the fever and it left her and immediately she arose and ministered unto them
- GK: και επιστάς επάνω αυτής επετίμησε τω πυρετώ και αφήκεν αυτήν παραχρήμα δε αναστάσα διηκόνει αυτοίς
John 4:52
- KJV: Then enquired he of them the hour when he began to amend And they said unto him Yesterday at the seventh hour the fever left him
- GK: επύθετο ούν παρ΄ αυτών την ώραν εν η κομψότερον έσχε και είπον αυτώ ότι χθές ώραν εβδόμην αφήκεν αυτόν ο πυρετός
Acts 28:8
- KJV: And it came to pass that the father of Publius lay sick of a fever and of a bloody flux to whom Paul entered in and prayed and laid his hands on him and healed him
- GK: εγένετο δε τον πατέρα του Ποπλίου πυρετοίς και δυσεντερία συνεχόμενον κατακείσθαι προς ον ο Παύλος εισελθών και προσευξάμενος επιθείς τας χείρας αυτώ ιασάτο αυτόν
πύρινος (of fire)
[edit]Revelation 9:17
- KJV: And thus I saw the horses in the vision and them that sat on them having breastplates of fire and of jacinth and brimstone and the heads of the horses as the heads of lions and out of their mouths issued fire and smoke and brimstone
- GK: και ούτως είδον τους ίππους εν τη οράσει και τους καθημένους επ΄ αυτών έχοντας θώρακας πυρίνους και υακινθίνους και θειώδεις και αι κεφαλαί των ίππων ως κεφαλαί λεόντων και εκ των στομάτων αυτών εκπορεύεται πυρ και καπνός και θείον
πυρόω (burn)
[edit]1 Corinthians 7:9
- KJV: But if they cannot contain let them marry for it is better to marry than to burn
- GK: ει δε ουκ εγκρατεύονται γαμησάτωσαν κρείσσον γαρ εστι γαμήσαι η πυρούσθαι
2 Corinthians 11:29
- KJV: Who is weak and I am not weak who is offended and I burn not
- GK: τις ασθενεί και ουκ ασθενώ τις σκανδαλίζεται και ουκ εγώ πυρούμαι
Ephesians 6:16
- KJV: Above all taking the shield of faith wherewith ye shall be able to quench all the fiery darts of the wicked
- GK: επί πάσιν αναλαβόντες τον θυρεόν της πίστεως εν ω δυνήσεσθε πάντα τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα σβέσαι
2 Peter 3:12
- KJV: Looking for and hasting unto the coming of the day of God wherein the heavens being on fire shall be dissolved and the elements shall melt with fervent heat
- GK: προσδοκώντας και σπεύδοντας την παρουσίαν της του θεού ημέρας δι΄ ην ουρανοί πυρούμενοι λυθήσονται και στοιχεία καυσούμενα τακήσεται
Revelation 1:15
- KJV: And his feet like unto fine brass as if they burned in a furnace and his voice as the sound of many waters
- GK: και οι πόδες αυτού όμοιοι χαλκολιβάνω ως εν καμίνω πεπυρωμένοι και η φωνή αυτού ως φωνή υδάτων πολλών
Revelation 3:18
- KJV: I counsel thee to buy of me gold tried in the fire that thou mayest be rich and white raiment that thou mayest be clothed and the shame of thy nakedness do not appear and anoint thine eyes with eyesalve that thou mayest see
- GK: συμβουλεύω σοι αγοράσαι χρυσίον παρ΄ εμού πεπυρωμένον εκ πυρός ίνα πλουτήσης και ιμάτια λευκά ίνα περιβάλη και μη φανερωθή η αισχύνη της γυμνότητός σου και κουλλυριον εγχρισον επι τους οφθαλμούς σου ίνα βλέπης
πυρράζω (be red)
[edit]Matthew 16:2
- KJV: He answered and said unto them When it is evening ye say fair weather for the sky is red
- GK: ο δε αποκρίθεις είπεν αυτοίς οψίας γενομένης λέγετε ευδία πυρράζει γαρ ο ουρανός
Matthew 16:3
- KJV: And in the morning foul weather to day for the sky is red and lowring hypocrites ye can discern the face of the sky but can ye not the signs of the times
- GK: και πρωϊ σήμερον χειμών πυρράζει γαρ στυγνάζων ο ουρανός υποκριταί το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε
πυρός (red)
[edit]Revelation 6:4
- KJV: And there went out another horse red and was given to him that sat thereon to take peace from the earth and that they should kill one another and there was given unto him a great sword
- GK: και εξήλθεν άλλος ίππος πυρρός και τω καθημένω επ΄ αυτόν εδόθη αυτώ λαβείν την ειρήνην εκ της γης ίνα αλλήλους σφάξωσι και εδόθη αυτώ μάχαιρα μεγάλη
Revelation 12:3
- KJV: And there appeared another wonder in heaven and behold a great red dragon having seven heads and ten horns and seven crowns upon his heads
- GK: και ώφθη αλλό σημείον εν τω ουρανώ και ιδού δράκων μέγας πυρρός έχων κεφαλάς επτά και κέρατα δέκα και επί τας κεφαλάς αυτού επτα διαδηματα
πύρωσις (burning)
[edit]1 Peter 4:12
- KJV: Beloved think it not strange concerning the fiery trial which is to try you as though some strange thing happened unto you
- GK: αγαπητοί μη ξενίζεσθε τη εν υμίν πυρώσει προς πειρασμόν υμίν γινομένη ως ξένου υμίν συμβαίνοντος
Revelation 18:9
- KJV: And the kings of the earth who have committed fornication and lived deliciously with her shall bewail her and lament for her when they shall see the smoke of her burning
- GK: και κλαύσουσι αυτήν και κόψονται επ΄ αυτή οι βασιλείς της γης οι μετ΄ αυτής πορνεύσαντες και στρηνιάσαντες όταν βλέπωσι τον καπνόν της πυρώσεως αυτής
Revelation 18:18
- KJV: And cried when they saw the smoke of her burning saying What like unto this great city
- GK: και έκραζον βλέποντες τον καπνόν της πυρώσεως αυτής λέγοντες τις ομοία τη πόλει τη μεγάλη
πωλέω (sell)
[edit]Matthew 10:29
- KJV: Are not two sparrows sold for a farthing and one of them shall not fall on the ground without your Father
- GK: ουχί δύο στρουθία ασσαρίου πωλείται και εν εξ αυτών ου πεσείται επί την γην άνευ του πατρός υμών
Matthew 13:44
- KJV: Again the kingdom of heaven is like unto treasure hid in a field the which when a man hath found he hideth and for joy thereof goeth and selleth all that he hath and buyeth that field
- GK: πάλιν ομοία εστίν η βασιλεία των ουρανών θησαυρώ κεκρυμμένω εν τω αγρώ ον ευρών άνθρωπος έκρυψε και από της χαράς αυτού υπάγει και πάντα όσα έχει πωλεί και αγοράζει τον αγρόν εκείνον
Matthew 19:21
- KJV: Jesus said unto him If thou wilt be perfect go sell that thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come follow me
- GK: έφη αυτώ ο Ιησούς ει θέλεις τέλειος είναι ύπαγε πώλησόν σου τα υπάρχοντα και δος πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι
Matthew 21:12
- KJV: And Jesus went into the temple of God and cast out all them that sold and bought in the temple and overthrew the tables of the moneychangers and the seats of them that sold doves
- GK: και εισήλθεν ο Ιησούς εις το ιερόν του θεού και εξέβαλε πάντας τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ και τας τραπέζας των κολλυβιστών κατέστρεψε και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς
Matthew 25:9
- KJV: But the wise answered saying lest there be not enough for us and you but go ye rather to them that sell and buy for yourselves
- GK: απεκρίθησαν δε αι φρόνιμοι λέγουσαι μήποτε ουκ αρκέση ημίν και υμίν πορεύεσθε δε μάλλον προς τους πωλούντας και αγοράσατε εαυταίς
Mark 10:21
- KJV: Then Jesus beholding him loved him and said unto him One thing thou lackest go thy way sell whatsoever thou hast and give to the poor and thou shalt have treasure in heaven and come take up the cross and follow me
- GK: ο δε Ιησούς εμβλέψας αυτώ ηγάπησεν αυτόν και είπεν αυτώ εν σοι υστερεί ύπαγε όσα έχεις πώλησον και δος τοις πτωχοίς και έξεις θησαυρόν εν ουρανώ και δεύρο ακολούθει μοι άρας τον σταυρόν
Mark 11:15
- KJV: And they come to Jerusalem and Jesus went into the temple and began to cast out them that sold and bought in the temple and overthrew the tables of the moneychangers and the seats of them that sold doves
- GK: και έρχονται εις Ιεροσόλυμα και εισελθών ο Ιησούς εις το ιερόν ήρξατο εκβάλλειν τους πωλούντας και αγοράζοντας εν τω ιερώ και τας τραπέζας των κολλυβιστών και τας καθέδρας των πωλούντων τας περιστεράς κατέστρεψε
Luke 12:6
- KJV: Are not five sparrows sold for two farthings and not one of them is forgotten before God
- GK: ουχί πέντε στρουθία πωλείται ασσαρίων δύο και εν εξ αυτών ουκ έστιν επιλελησμένον ενώπιον του θεού
Luke 12:33
- KJV: Sell that ye have and give alms provide yourselves bags which wax not old a treasure in the heavens that faileth not where no thief approacheth neither moth corrupteth
- GK: πωλήσατε τα υπάρχοντα υμών και δότε ελεημοσύνην ποιήσατε εαυτοίς βαλάντια μη παλαιούμενα θησαυρόν ανέκλειπτον εν τοις ουρανοίς όπου κλέπτης ουκ εγγίζει ουδέ σης διαφθείρει
πῶλος (colt)
[edit]Matthew 21:2
- KJV: Saying unto them Go into the village over against you and straightway ye shall find an ass tied and a colt with her loose and bring unto me
- GK: λέγων αυτοίς πορεύθητε εις την κώμην την απέναντι υμών και ευθέως ευρήσετε όνον δεδεμένην και πώλον μετ΄ αυτής λύσαντες αγάγετέ μοι
Matthew 21:5
- KJV: Tell ye the daughter of Sion Behold thy King cometh unto thee meek and sitting upon an ass and a colt the foal of an ass
- GK: είπατε τη θυγατρί Σιών ιδού ο βασιλεύς σου έρχεταί σοι πραϋς και επιβεβηκώς επί όνον και πώλον υιόν υποζυγίου
Matthew 21:7
- KJV: And brought the ass and the colt and put on them their clothes and they set thereon
- GK: ήγαγον την όνον και τον πώλον και επέθηκαν επάνω αυτών τα ιμάτια αυτών και επεκάθισεν επάνω αυτών
Mark 11:2
- KJV: And saith unto them Go your way into the village over against you and as soon as ye be entered into it ye shall find a colt tied whereon never man sat loose him and bring
- GK: και λέγει αυτοίς υπάγετε εις την κώμην κατέναντι υμών και ευθέως εισπορευόμενοι εις αυτή ευρήσετε πώλον δεδεμένον εφ΄ ον ουδείς ανθρώπων κεκάθικε λύσαντες αυτόν αγάγετε
Mark 11:4
- KJV: And they went their way and found the colt tied by the door without in a place where two ways met and they loose him
- GK: απήλθον δε και εύρον τον πώλον δεδεμένον προς την θύραν έξω επί του αμφόδου και λύουσιν αυτόν
Mark 11:5
- KJV: And certain of them that stood there said unto them What do ye loosing the colt
- GK: και τινες των εκεί εστηκότων έλεγον αυτοίς τι ποιείτε λύοντες τον πώλον
Mark 11:7
- KJV: And they brought the colt to Jesus and cast their garments on him and he sat upon him
- GK: και ήγαγον τον πώλον προς τον Ιησούν και επέβαλον αυτώ τα ιμάτια αυτών και εκάθισεν επ΄ αυτώ
Luke 19:30
- KJV: Saying Go ye into the village over against in the which at your entering ye shall find a colt tied whereon yet never man sat loose him and bring
- GK: ειπών υπάγετε εις την κατέναντι κώμην εν η εισπορευόμενοι ευρήσετε πώλον δεδεμένον εφ΄ ον ουδείς πώποτε ανθρώπων εκάθισε λύσαντες αυτόν αγάγετε
Luke 19:33
- KJV: And as they were loosing the colt the owners thereof said unto them Why loose ye the colt
- GK: λυόντων δε αυτών τον πώλον είπον οι κύριοι προς αυτούς τι λύετε τον πώλον
πώποτε (at any time)
[edit]Luke 19:30
- KJV: Saying Go ye into the village over against in the which at your entering ye shall find a colt tied whereon yet never man sat loose him and bring
- GK: ειπών υπάγετε εις την κατέναντι κώμην εν η εισπορευόμενοι ευρήσετε πώλον δεδεμένον εφ΄ ον ουδείς πώποτε ανθρώπων εκάθισε λύσαντες αυτόν αγάγετε
John 1:18
- KJV: No man hath seen God at any time the only begotten Son which is in the bosom of the Father he hath declared
- GK: θεόν ουδείς εώρακε πώποτε ο μονογενής υιός ο ων εις τον κόλπον του πατρός εκείνος εξηγήσατο
John 5:37
- KJV: And the Father himself which hath sent me hath borne witness of me Ye have neither heard his voice at any time nor seen his shape
- GK: και ο πέμψας με πατήρ αυτός μεμαρτύρηκεν περί εμού ούτε φωνήν αυτού ακηκόατε πώποτε ούτε είδος αυτού εωράκατε
John 6:35
- KJV: And Jesus said unto them I am the bread of life he that cometh to me shall never hunger and he that believeth on me shall never thirst
- GK: είπε δε αυτοίς ο Ιησούς εγώ ειμι ο άρτος της ζωής ο ερχόμενος προς με ου πεινάση και ο πιστεύων εις εμέ ου διψήση πώποτε
John 8:33
- KJV: They answered him We be Abraham’s seed and were never in bondage to any man how sayest thou Ye shall be made free
- GK: απεκρίθησαν αυτώ σπέρμα Αβραάμ εσμεν και ουδενί δεδουλεύκαμεν πώποτε πως συ λέγεις ότι ελεύθεροι γενήσεσθε
1 John 4:12
- KJV: No man hath seen God at any time If we love one another God dwelleth in us and his love is perfected in us
- GK: θεόν ουδείς πώποτε τεθέαται εάν αγαπώμεν αλλήλους ο θεός εν ημίν μένει και η αγάπη αυτού τετελειωμένη εστίν εν ημίν
πωρόω (blind)
[edit]Mark 6:52
- KJV: For they considered not of the loaves for their heart was hardened
- GK: ου γαρ συνήκαν επί τοις άρτοις ην γαρ η καρδία αυτών πεπωρωμένη
Mark 8:17
- KJV: And when Jesus knew he saith unto them Why reason ye because ye have no bread perceive ye not yet neither understand have ye your heart yet hardened
- GK: και γνούς ο Ιησούς λέγει αυτοίς τι διαλογίζεσθε ότι άρτους ουκ έχετε ούπω νοείτε ουδέ συνίετε έτι πεπωρωμένην έχετε την καρδίαν υμών
John 12:40
- KJV: He hath blinded their eyes and hardened their heart that they should not see with eyes nor understand with heart and be converted and I should heal them
- GK: τετύφλωκεν αυτών τους οφθαλμούς και πεπώρωκεν αυτών την καρδίαν ίνα μη ίδωσι τοις οφθαλμοίς και νοήσωσι τη καρδία και επιστραφώσι και ιάσωμαι αυτούς
Romans 11:7
- KJV: What then Israel hath not obtained that which he seeketh for but the election hath obtained it and the rest were blinded
- GK: τι ούν ο επιζητεί Ισραήλ τούτου ουκ επέτυχεν η δε εκλογή επέτυχεν οι δε λοιποί επωρώθησαν
2 Corinthians 3:14
- KJV: But their minds were blinded for until this day remaineth the same vail untaken away in the reading of the old testament which is done away in Christ
- GK: αλλ΄ επωρώθη τα νοήματα αυτών άχρι γαρ της σήμερον το αυτό κάλυμμα επί τη αναγνώσει της παλαιάς διαθήκης μένει μη ανακαλυπτόμενον ότι εν χριστώ καταργείται
πώρωσις (blindness)
[edit]Mark 3:5
- KJV: And when he had looked round about on them with anger being grieved for the hardness of their hearts he saith unto the man Stretch forth thine hand And he stretched out and his hand was restored whole as the other
- GK: και περιβλεψάμενος αυτούς μετ΄ οργής συλλυπούμενος επί τη πωρώσει της καρδίας αυτών λέγει τω ανθρώπω έκτεινον την χείρά σου και εξέτεινε και αποκατεστάθη η χειρ αυτού υγιής ως η άλλη
Romans 11:25
- KJV: For I would not brethren that ye should be ignorant of this mystery lest ye should be wise in your own conceits that blindness in part is happened to Israel until the fulness of the Gentiles be come in
- GK: ου γαρ θέλω υμάς αγνοείν αδελφοί το μυστήριον τούτο ίνα μη ήτε παρ΄ εαυτοίς φρόνιμοι ότι πώρωσις από μέρους τω Ισραήλ γέγονεν άχρις ου το πλήρωμα των εθνών εισέλθη
Ephesians 4:18
- KJV: Having the understanding darkened being alienated from the life of God through the ignorance that is in them because of the blindness of their heart
- GK: εσκοτισμένοι τη διανοία όντες απηλλοτριωμένοι της ζωής του θεού διά την άγνοιαν την όυσαν εν αυτοίς διά την πώρωσιν της καρδίας αυτών
-πώς (haply)
[edit]Acts 27:12
- KJV: And because the haven was not commodious to winter in the more part advised to depart thence also if by any means they might attain to Phenice to winter an haven of Crete and lieth toward the south west and north west
- GK: ανευθέτου δε του λιμένος υπάρχοντος προς παραχειμασίαν οι πλείους έθεντο βουλήν αναχθήναι κακείθεν ει δύναιντο καταντήσαντες εις Φοίνικα παραχειμάσαι λιμένα της Κρήτης βλέποντα κατά λίβα και κατά χώρον
Acts 27:29
- KJV: Then fearing lest we should have fallen upon rocks they cast four anchors out of the stern and wished for the day
- GK: φοβούμενοί τε μήπως εις τραχείς τόπους εκπέσωμεν εκ πρύμνης ρίψαντες αγκύρας τέσσαρας ηύχοντο ημέραν γενέσθαι
Romans 11:14
- KJV: If by any means I may provoke to emulation my flesh and might save some of them
- GK: είπως παραζηλώσω μου την σάρκα και σώσω τινάς εξ αυτών
Romans 11:21
- KJV: For if God spared not the natural branches lest he also spare not thee
- GK: ει γαρ ο θεός των κατά φύσιν κλάδων ουκ εφείσατο μήπως ουδέ σου φείσεται
1 Corinthians 8:9
- KJV: But take heed lest by any means this liberty of yours become a stumblingblock to them that are weak
- GK: βλέπετε δε μήπως η εξουσία υμών αύτη πρόσκομμα γένηται τοις ασθενούσιν
1 Corinthians 9:27
- KJV: But I keep under my body and bring into subjection lest that by any means when I have preached to others I myself should be a castaway
- GK: αλλ΄ υπωπιάζω μου το σώμα και δουλαγωγώ μήπως άλλοις κηρύξας αυτός αδόκιμος γένωμαι
2 Corinthians 2:7
- KJV: So that contrariwise ye rather to forgive and comfort lest perhaps such a one should be swallowed up with overmuch sorrow
- GK: ώστε τουναντίον μάλλον υμάς χαρίσασθαι και παρακαλέσαι μήπως τη περισσοτέρα λύπη καταποθή ο τοιούτος
2 Corinthians 9:4
- KJV: Lest haply if they of Macedonia come with me and find you unprepared we that we say not ye should be ashamed in this same confident boasting
- GK: μήπως εάν έλθωσι συν εμοί Μακεδόνες και εύρωσιν υμάς απαρασκευάστους καταισχυνθώμεν ημείς ίνα μη λέγωμεν υμείς εν τη υποστάσει ταύτη της καυχήσεως
2 Corinthians 11:3
- KJV: But I fear lest by any means as the serpent beguiled Eve through his subtilty so your minds should be corrupted from the simplicity that is in Christ
- GK: φοβούμαι δε μήπως ως ο όφις Εύαν εξηπάτησεν εν τη πανουργία αυτού ούτω φθαρή τα νοήματα υμών από της απλότητος της εις τον χριστόν
πῶς (how)
[edit]Matthew 6:28
- KJV: And why take ye thought for raiment Consider the lilies of the field how they grow they toil not neither do they spin
- GK: και περί ενδύματος τι μεριμνάτε καταμάθετε τα κρίνα του αγρού πως αυξάνει ου κοπιά ουδέ νήθει
Matthew 7:4
- KJV: Or how wilt thou say to thy brother Let me pull out the mote out of thine eye and behold a beam in thine own eye
- GK: η πως ερείς τω αδελφώ σου άφες εκβάλω το κάρφος από του οφθαλμού σου και ιδού η δοκός εν τω οφθαλμώ σου
Matthew 10:19
- KJV: But when they deliver you up take no thought how or what ye shall speak for it shall be given you in that same hour what ye shall speak
- GK: όταν δε παραδιδώσιν υμάς μη μεριμνήσητε πως η τι λαλήσητε δοθήσεται γαρ υμιν εν εκείνη τη ώρα τι λαλήσετε
Matthew 12:4
- KJV: How he entered into the house of God and did eat the shew bread which was not lawful for him to eat neither for them which were with him but only for the priests
- GK: πως εισήλθεν εις τον οίκον του θεού και τους άρτους της προθέσεως έφαγεν ους ουκ εξόν ην αυτώ φαγείν ουδέ τοις μετ΄ αυτού ει τοις ιερεύσι μόνοις
Matthew 12:26
- KJV: And if Satan cast out Satan he is divided against himself how shall then his kingdom stand
- GK: και ει ο σατανάς τον σατανάν εκβάλλει εφ΄ εαυτόν εμερίσθη πως ουν σταθήσεται η βασιλεία αυτού
Matthew 12:29
- KJV: Or else how can one enter into a strong man’s house and spoil his goods except he first bind the strong man and then he will spoil his house
- GK: η πως δύναταί τις εισελθείν εις την οικίαν του ισχυρού και τα σκεύη αυτού διαρπάσαι εάν μη πρώτον δήση τον ισχυρόν και τότε την οικίαν αυτού διαρπάσει
Matthew 12:34
- KJV: O generation of vipers how can ye being evil speak good things for out of the abundance of the heart the mouth speaketh
- GK: γεννήματα εχιδνών πως δύνασθε αγαθά λαλείν πονηροί όντες εκ γαρ του περισσεύματος της καρδίας το στόμα λαλεί
Matthew 16:11
- KJV: How is it that ye do not understand that I spake not to you concerning bread that ye should beware of the leaven of the Pharisees and of the Sadducees
- GK: πως ου νοείτε ότι ου περί άρτου είπον υμίν προσέχειν από της ζύμης των Φαρισαίων και Σαδδουκαίων
Matthew 21:20
- KJV: And when the disciples saw they marvelled saying How soon is the fig tree withered away
- GK: και ιδόντες οι μαθηταί εθαύμασαν λέγοντες πως παραχρήμα εξηράνθη η συκή